Πολιτικη & Οικονομια

Πόσα παίρνει ο Νορβηγός ντελιβεράς...

Ποια θεωρείτε ότι είναι η δίκαιη αμοιβή για έναν ντελιβερά;

Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η πραγματικότητα της αγοράς εργασίας που φέρνει στο φως το συναρπαστικό βιβλίο «Απαρατήρητοι» της Αγγελικής Σπανού.

Ποια θεωρείτε ότι είναι η δίκαιη αμοιβή για έναν ντελιβερά; Θα πρέπει να την καθορίζει η αγορά ή θα πρέπει να παρέμβει το κράτος; Να είναι μισθωτοί, με την επιχείρηση υποχρεωμένη να τους παρέχει μηχανάκια και εξοπλισμό ασφαλείας ή ελεύθεροι επαγγελματίες, συνεργάτες της πιτσαρίας και του σουβλατζίδικου;

Εντάξει από την ασφάλεια και την απόσταση του διαδικτύου μπορούμε να τα σχολιάζουμε ελαφρά τη καρδία, μην νομίζετε ωστόσο ότι οι αποφάσεις αυτές δεν έχουν σημασία. Δεν καθορίζουν απλώς τις σχέσεις μεταξύ εργαζομένων και μικροϊδιοκτητών, οι οποίοι, τις πιο πολλές φορές, αγωνίζονται κι αυτοί να επιβιώσουν. Επηρεάζουν συνολικά την κοινωνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα θεωρείται η Νορβηγία, με πολύ υψηλά μεροκάματα που έχουν σαν αποτέλεσμα και αντίστοιχα υψηλές τιμές στην εστίαση. Το να φας έξω θεωρείται πολυτέλεια. Για να καταλάβετε ο δείκτης «Big Mac» είναι 70% ακριβότερος από την Ελλάδα και δεύτερος ακριβότερος στον κόσμο. Αν θέλεις να παραγγείλεις σουβλάκι απέξω, θα το σκεφτείς καλά.  Αυτό φυσικά, από την άλλη πλευρά, συνεπάγεται υψηλά επίπεδα κοινωνικής συνοχής αλλά και την δυνατότητα στους εργαζόμενους στην εστίαση να έχουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο ζωής, τέτοιο που στην Ελλάδα πολλοί θα το θεωρούσαν απίστευτη πολυτέλεια. Κι όσο κι αν δεν έχουν κατώτατο μισθό με νόμο, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις καλύπτουν υποχρεωτικά όλους τους εργαζόμενους μαζί και τους μετανάστες. Για να πάρουμε μια ιδέα, η ώρα στην εστίαση αμείβεται με περίπου 16 ευρώ, την στιγμή που ένας ντελιβεράς στην Ελλάδα έχει ημερομίσθιο 25 ευρώ, χωρίς τα φιλοδωρήματα.  Με οχτάωρο, 25 ημέρες τον μήνα, το μηνιαίο εισόδημα του Νορβηγού είναι πάνω από 3000 ευρώ!

Βλέποντας τα πράγματα κάτω από αυτό το πρίσμα μου έκανε εξαιρετική εντύπωση στην πρόσφατη απεργία των ντελιβεράδων στην Αθήνα, η ολόθερμη συμπαράσταση στον αγώνα τους από φίλους στα σόσιαλ μίντια οι οποίοι στην υπόλοιπη τους ζωή είναι φανατικοί φιλελεύθεροι και ορκισμένοι οπαδοί της ελεύθερης αγοράς. Μου θύμισαν έναν κορυφαίο αμερικανό οικονομολόγο της εργασίας, το όνομα του το ξεχνάω, ο οποίος έλεγε ότι, στο πανεπιστήμιο, μελετούσε την οριακή παραγωγικότητα της εργασίας για τον καθορισμό των μισθών. Στην πραγματική ζωή ωστόσο ασχολιόταν μόνο με το ποια είναι η δίκαιη αμοιβή για τις διαφορετικές κατηγορίες εργαζομένων. Μια αμοιβή που δεν καθορίζεται μόνο από την αγορά αλλά και από μια σειρά από άλλους παράγοντες, θεσμικούς, κοινωνικούς αλλά και πολιτισμικούς.

Αυτή την πραγματικότητα της αγοράς εργασίας, πέρα από τους αριθμούς, φέρνει στο φως ένα συναρπαστικό βιβλίο που εκδόθηκε πρόσφατα με τίτλο «Απαρατήρητοι» που έγραψε η δημοσιογράφος Αγγελική Σπανού. Είναι συνεντεύξεις- εξομολογήσεις ανθρώπων με τους οποίους ερχόμαστε σε καθημερινή σχεδόν επαφή, περνούν ωστόσο απαρατήρητοι, δεν τους δίνουμε σημασία, καθώς ασκούν επαγγέλματα  που δεν έχουν κοινωνική αναγνώριση: ταμίας σε σούπερ μάρκετ, τραυματιοφορέας, εργαζόμενη στα διόδια, ταξιθέτρια, καθαρίστρια του Δήμου, φυσικά και ντελιβεράς. Διαβάζοντας το βιβλίο μπορεί κανείς να καταλάβει την πίκρα που γίνεται μερικές φορές φθόνος κι εύκολα μπορεί να μεταλλαχθεί σε μίσος, από ζωές εγκλωβισμένες σε μια δουλειά με χαμηλά μεροκάματα, μηδενική σχεδόν ικανοποίηση και ελάχιστα περιθώρια για κοινωνική ζωή. Δουλειές απαραίτητες ωστόσο σε κάθε κοινωνία. Ο ντελιβεράς που κάνει τηλεφωνικό σεξ με την κοπέλα του, δουλεύει κι αυτή στο σουβλατζίδικο, ποια άλλη θα μπορούσε να ανεχθεί το ωράριο του, επειδή τις ώρες που τους μένουν ελεύθερες είναι σπίτι με τα παιδιά της. Η χωρισμένη κοπέλα των διοδίων που βλέπει την αυτοπεποίθηση και την αδιαφορία στο βλέμμα των κυριών που περνούν με τις οικογένειές τους, τις ζηλεύει και μερικές φορές μπαίνει στον πειρασμό να κάνει μια σχέση μόνο και μόνο για την οικονομική άνεση που μπορεί να της προσφέρει. Κι η καθαρίστρια, χωρισμένη κι αυτή, ευγνωμονεί που βρήκε μια μόνιμη δουλειά κι ας ντρέπονται οι κόρες της. «Άμα σε δω μαμά στο δρόμο δεν θα σε χαιρετίσω» της λένε. Και βέβαια κανείς και καμιά, με εξαίρεση τον ναύτη παρκαδόρο σε φεριμπόουτ, δεν έχει πάει ποτέ διακοπές. Να πάει στην Σαντορίνη είναι το όνειρο της καθαρίστριας, δεν μαθαίνουμε ποτέ ούτε τα μικρά τους ονόματα.

Διαβάζοντας το βιβλίο καταλαβαίνεις την σημασία ορισμένων μέτρων που πολλούς από εμάς δεν απασχόλησαν ποτέ. Του κοινωνικού τουρισμού για παράδειγμα ή των ΚΑΠΗ. Παρωνυχίδες ίσως στην μεγάλη εικόνα των πραγμάτων, πολύτιμες ωστόσο για ορισμένους. Μια συνεστίαση ενός συλλόγου ή μια γιορτή του Δήμου μπορεί να είναι ο μοναδικός τρόπος διασκέδασης για πολλές οικογένειες. Και βέβαια περισσότερο από όλα καταλαβαίνεις την κενότητα του πολιτικού λόγου των κομμάτων γι αυτούς τους ανθρώπους. Πόσο μακριά τους είναι οι θεωρητικές συζητήσεις και πόσο κρέμονται, παρασύρονται αν θέλετε αλλά ποιος φταίει, από τα μικρά και τα συγκεκριμένα. Και πόσο το κράτος είναι το μοναδικό τους αποκούμπι για μια αίσθηση ασφάλειας είτε μέσα από μια μόνιμη δουλειά είτε για την διασφάλιση κάποιων ελάχιστων δικαιωμάτων.