Πολιτικη & Οικονομια

Από το υπερφίαλο στο γελοίο

Το γελοίο που ακολουθεί ως εκφυλισμός, γίνεται το μέτρο των πραγμάτων

Λευτέρης Κουσούλης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στη σκιά του «μεγάλου σκοπού», το υπερφίαλο προετοιμάζει αθόρυβα την έλευσή του. Στην εύφορη και φαντασμένη γη της επαγγελίας του μεγάλου σκοπού φυτρώνει ο σπόρος του. Τινάζεται επιθετικά το φύτρο του.

Το υπερφίαλο είναι η υπεροπτική σύλληψη του μέλλοντος, η θριαμβευτική πρόωρη περιγραφή του. Είναι η αψίδα θριάμβου που υψώνεται σήμερα ως οπτικό προανάκρουσμα καθολικής κυριαρχίας στον εσχατολογικό χρόνο.

Φέρνει μέσα του την απεγνωσμένη απόδραση από το επιφανειακά αποκηρυγμένο και επικηρυγμένο επίκαιρο. Είναι η φαντασιακή και απελπισμένη άμυνα κατά του στιγμιαίου. Είναι η αθεμελίωτη, η άφρων άρνησή του.

Ο μεγάλος σκοπός είναι η αιώνια μετάθεση. Το είδαμε. Στον μελλοντικό χρόνο όλα θα βρουν την αξία και το νόημα. Την αξία και το νόημα που το επίκαιρο αποστερεί και το στιγμιαίο σκοτώνει. Ό,τι ζούμε αυτόματα πεθαίνει, ό,τι βιώνουμε εκεί και παρέρχεται. Δεν έχει διάρκεια –φευ– η ευτυχία.

Η τριβή με το καθημερινό γίνεται η μόνη σχέση μαζί του. Το ζούμε και το αποφεύγουμε, το αρπάζουμε και το αφήνουμε. Είναι μια διαρκής αμφιβολία. Μια άρνηση της ίδια της ύπαρξής μας. Μια αδυναμία εσώτερης σύνδεσης με το παρόν.

Μόνο που μόνο αυτό υπάρχει. Αυτό το φευγαλέο στιγμιαίο παρόν και το νόημα του μόνο ως τέτοιο νοείται. Δεν υπάρχει δεξαμενή να ποτίζει το παρόν. Το ίδιο το παρόν είναι το ύδωρ του εαυτού του. Η άρνηση της απόδρασης από το βασανιστικό τόπο του είναι η ζωή. Εκεί υπάρχει, εκεί και πεθαίνει.

Ο μεγάλος σκοπός είναι η διαρκής παραμυθία απέναντι σε αυτή τη δοκιμασία. Ως μελλοντικός, υπό διαρκή κίνηση προς τον πάντα επόμενο χρόνο, ο μεγάλος σκοπός γίνεται ο τόπος της μετάβασης στο μη είναι.

Πάνω στο μελλοντικό μη είναι, το υπερφίαλο, ως αναίδεια, ως αυθάδεια, ως κυνισμός και ως προπέτεια, ως τυφώδες πνεύμα καθολικής εξουσίας, στήνει οριστικά το θρόνο του. Στήνει οριστικά με αυτάρεσκη έπαρση το θρόνο του. Λαμβάνοντας τον εαυτό του ως αιώνιο στον διαρκώς υπό έλεγχο χρόνο, το υπερφίαλο αποκτά υπόσταση μέσα σε κάθε έκφραση κυριαρχίας της εξουσίας.

Το υπερφίαλο είναι η πυρετώδης άρνηση του συγκεκριμένου, των συγκεκριμένων ανθρώπων και της ζωής τους, η άρνηση αποδοχής των ορίων του πραγματικού κόσμου, της ύπαρξης εντός του. Το υπερφίαλο, ως ολοκληρωτική εξουσία που δικαιώνεται από έναν μεγάλο σκοπό, σπάζει το φράγμα και ξεχειλίζει από αλαζονεία και αυθάδεια πάνω στον πραγματικό άνθρωπο του παρόντος. Η υπερφίαλη βία ως ύβρις επί της ζωής, διεκδικεί την καθολική υποταγή της.

Ως ολοκληρωτική εξουσία εγκαθιδρύει τον παραλογισμό της αιώνιας παράτασης και της παρατεταμένης αναμονής. Ανυπότακτο άλογο η αφροσύνη της αλαζονείας γεννάει τη βία, ως μέσο στη διάθεση του μεγάλου σκοπού. Και διεκδικεί την ιερή κατοχή του χρόνου, την ιδιοκτησία του συνολικού ανθρώπινου χρόνου, γίνεται το «πνεύμα» της Ιστορίας.

Στο χώρο αυτό της αφροσύνης το γελοίο είναι το τελευταίο πρόσωπο του υπερφίαλου. Υπερφίαλο και γελοίο σε συμμαχία εναντίωσης στον ορθό λόγο, είναι η σκοτεινή άρνηση των περιορισμών του. Μέσα στην έξαρση αυτή του παροξυσμού του άλογου, αναδύεται στην πληρότητά του το γελοίο. Είναι ο εκφυλισμός του μεγάλου σκοπού.

Όταν το υπερφίαλο ολοκληρώσει ήδη τη θριαμβευτική του παρέλαση, ζητάει τόπο οριστικής εγκατάστασης. Εκεί αναποτελεσματικό πια, εξαντλημένο από την ένταση του τίποτε, ηττημένο, παραχωρεί οριστικά τη θέση του στο γελοίο. Το υπερφίαλο ως γέφυρα προς το γελοίο ολοκλήρωσε την αποστολή του.

Το γελοίο είναι πάντα το σοβαρό που εκφυλίστηκε, είναι το ιερό που εξετράπη σε φαιδρότητα. Μέσα στο υπερφίαλο η τήξη των ανθρωπίνων και κοινωνικών σχέσεων έχει ήδη συντελεστεί. Και το γελοίο που ακολουθεί ως εκφυλισμός, γίνεται το μέτρο των πραγμάτων.

Το γελοίο διαβρώνει αθόρυβα. Αποσαθρώνει και διαβρώνει. Αθόρυβα και θα πέσει. Αθόρυβα και θα πεθάνει. Δεν θα προλάβει καν να ακούσει ούτε τον γδούπο της πτώσης του.

Εργαζόμενοι στο αΐδιο παρόν οι υπαρκτοί άνθρωποι, κοινωνοί της ζωής, θα προσπεράσουν. Προσπερνάμε.