Πολιτικη & Οικονομια

Αποφασιστική καμπή

Στράτος Φαναράς
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στη διάρκεια της πολύχρονης κρίσης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, υπήρξαν κρίσιμα σημεία καμπής. Συγκυρίες αποφασιστικές για την κατεύθυνση των πραγμάτων. Και κάθε φορά, σε κάθε κρίσιμο σημείο αυτής της πορείας, η δυσαρέσκεια ή η ασάφεια της προοπτικής σε συνδυασμό με τη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής που έχει προκληθεί, οδηγούσαν σε αναταραχή και στη συνέχεια καθιστούσαν αναγκαίους τους μηχανισμούς εκτόνωσης της έντασης.

Οι εκλογικές αναμετρήσεις και οι κυβερνήσεις ανάγκης ή συνεργασίας αποτέλεσαν βασικό μηχανισμό απορρόφησης της έντασης. Από τα τέλη του 2009 μέχρι σήμερα, σε διάστημα λιγότερο των τεσσάρων ετών, σχηματίσθηκαν επτά διαφορετικές κυβερνήσεις.

Παράλληλα αναδύθηκε ένα μεταβατικό κομματικό σύστημα, μέρος του προηγούμενου μεταπολιτευτικού κύκλου αλλά και της σημερινής δυσαρέσκειας. Από ένα σημείο και μετά, οι δύο σταθεροί ανταγωνιστές για τη διακυβέρνηση, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, κάτω από την πίεση της εκλογικής συρρίκνωσης συνέπηξαν κυβερνητική συνεργασία, ενώ το χώρο της αντιπολίτευσης κατέλαβαν νέα πολιτικά σχήματα που ανέλαβαν να εκφράσουν την αντίθεση στην κυρίαρχη επιλογή της διεξόδου από την κρίση.

Σήμερα βρισκόμαστε και πάλι σε μία περίοδο με οριακά χαρακτηριστικά. Η αίσθηση ότι το «πρόγραμμα δεν βγαίνει» ισχυροποιήθηκε και πάλι, η ανασφάλεια εντάθηκε ξανά. Βασική αιτία αυτής της παλινδρόμησης είναι το μείζον ζήτημα της περιόδου: οι απολύσεις στο δημόσιο τομέα. Η «ιερή αγελάδα» της χώρας βρίσκεται πάνω στον πάγκο του χασάπη. Όμως πρόκειται για πραγματική ανθρωποθυσία και όχι για πολιτικό σχέδιο. Χωρίς καμιά ουσιαστική προετοιμασία, μόνο κάτω από το βάρος των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα έναντι των δανειστών της και των ελέγχων που υφίσταται.

Εύλογο είναι οι πολιτικές του «τραβάτε με κι ας κλαίω» να μη διαθέτουν σαφή κοινωνική αποδοχή. Δεν δημιουργείται μια ικανή πλειοψηφία στην οποία θα στηριχθούν οι όποιες επιλογές:

  • Το 47% πιστεύει ότι θα πρέπει να μειωθεί ο αριθμός των υπαλλήλων στο δημόσιο, ενώ το 50% θεωρεί ότι το μείζον είναι να μη γίνουν άλλες απολύσεις.
  • Το 40% θεωρεί ότι η πολιτική των μεταρρυθμίσεων είναι αναγκαία, ενώ το 57% θεωρεί ότι είναι μια πολιτική εναντίον των φτωχότερων στρωμάτων. Άρα η μεταρρυθμιστική στρατηγική εγγράφεται ως ταξική πολιτική και όχι ως αναγκαία επιλογή εθνικής επιβίωσης. Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι η αποδοχή των μεταρρυθμίσεων ή η απόρριψή τους είναι απολύτως συσχετισμένες με την υποκειμενική κοινωνική ένταξη.

«Ορισμένοι λένε ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες για να βγούμε από την κρίση και άλλοι ότι είναι μια πολιτική εναντίον των φτωχότερων στρωμάτων. Τι από τα δύο νομίζετε εσείς;»

image

  • Εκεί που τα πράγματα είναι σαφέστερα είναι στο θέμα της Δημοτικής Αστυνομίας. Μόλις το 32% συμφωνεί με την κατάργησή της, ενώ το 62% διαφωνεί. Η κατάργηση της Δημοτικής Αστυνομίας ακουμπά ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα, το ζήτημα της ασφάλειας, για το οποίο πολλά έχουν ειπωθεί μέχρι σήμερα. Αλλά και αυτή η επιλογή δείχνει προχειρότητα και βιασύνη. Δεν ήξεραν αυτοί που την εισηγήθηκαν ποιο πολιτικό αντίκτυπο θα είχε μια εξαγγελία αυτού του τύπου, χωρίς να υπάρχει ανάλογη προετοιμασία για τη διάδοχη κατάσταση;

Το συμπέρασμα είναι ότι απολύσεις ή το αιφνιδιαστικό κλείσιμο υπηρεσιών και οργανισμών δημιουργεί μεγαλύτερη κοινωνική αναστάτωση και πολιτική παλινδρόμηση (όπως φάνηκε και στην περίπτωση της ΕΡΤ) από την ήδη υπάρχουσα.

Αλλά όμως προβλήματα δεν έχει μόνο η κυβερνητική πλειοψηφία, η οποία δοκιμάζει τις αντοχές της σε κρίσιμες επιλογές. Προβλήματα αξιοπιστίας έχει και η αντιπολίτευση στις διάφορες εκδοχές της. Όχι μόνο δεν καταφέρνει να κεφαλαιοποιήσει τις αντιδράσεις κατά της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά, αντίθετα, σε ορισμένες περιπτώσεις χάνει και έδαφος μέσα από μετακινήσεις τύπου «συγκοινωνούντων δοχείων» που καταλήγουν να είναι τελικά υπέρ της Χ.Α. η οποία ξεπερνά πλέον το 13% στην εκτίμηση ψήφου και είναι το κόμμα το οποίο ενισχύεται περισσότερο από κάθε άλλο.

Η ΔΗΜΑΡ, που αποχώρησε από την κυβερνητική πλειοψηφία για να ενταχθεί πλέον στις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, δείχνει να είναι ο μεγάλος χαμένος της τελευταίας περιόδου. Προς το παρόν τουλάχιστον, βρίσκεται ανάμεσα στα δύο «στρατόπεδα» της σύγκρουσης και αυτό της δημιουργεί σοβαρά πολιτικά προβλήματα. Δυσαρεστεί αυτούς που θα την ήθελαν να μοιράζεται την κυβερνητική ευθύνη, ενώ έχει ήδη δυσαρεστήσει και αυτούς που θα την ήθελαν σταθερή αντιμνημονιακή δύναμη αντιπολίτευσης. Η ιδεολογικού τύπου άμυνα που επιχειρεί η ηγετική της ομάδα δεν αρκεί για να επιβιώσει στην πολιτική αρένα της σημερινής εποχής.

Η ΝΔ διατηρεί ένα οριακό προβάδισμα στην εκτίμηση ψήφου, έναντι του ΣΥΡΙΖΑ (29,1% έναντι 28,7%), ωστόσο στην παράσταση νίκης προηγείται με διαφορά (51% έναντι 34% του ΣΥΡΙΖΑ). Επιπλέον ο πρωθυπουργός κ. Σαμαράς, παρά τα προβλήματα που έχει και αυτός στην εικόνα του, εμφανίζεται σήμερα ως ο μόνος πολιτικός παίκτης για το αξίωμα του πρωθυπουργού. Αποτελεί έτσι το μοναδικό, ελάχιστο σημείο αναφοράς και σταθερότητας.

Επίλογος

Η ενίσχυση της Χ.Α. σε συνδυασμό με την περαιτέρω άνοδο του «αντι-ευρώ» χώρου, που φτάνει πλέον στο 26%, δείχνει ότι οι «κερδισμένοι» της περιόδου είναι οι «αντισυστημικές» δυνάμεις, οι οποίες δεν μπορούν να εκπροσωπηθούν ούτε από την κυβερνητική εκδοχή αλλά ούτε και από την επίσημη αντιπολιτευτική εκδοχή.

«Προσωπικά εσείς είστε υπέρ της παραμονής της χώρας μας στη ζώνη του ευρώ ή υπέρ της επιστροφής στη δραχμή;»

image

Το αδιέξοδο είναι και πάλι εδώ, σε συνθήκες νέας ανόδου της απαισιοδοξίας για το μέλλον και νέων αβεβαιοτήτων. Κανείς δεν περίμενε μια γραμμική πορεία εξόδου από την κρίση. Ωστόσο οι παλινδρομήσεις μέσα στα τελευταία τέσσερα χρόνια της κρίσης είναι τόσο πολλές που δημιουργούν αμφιβολίες για τον εάν υπάρχουν οι αναγκαίες και κοινωνικές και πολιτικές δεξαμενές υπέρβασής της.

Η χώρα χρειάζεται κάτι καλύτερο, και κάτι μεγαλύτερο.

Μια πολιτική επεξεργασμένη, μια πολιτική που θα ασκείται όχι στο όνομα του επείγοντος και της αναγκαιότητας, αλλά στο όνομα της επιλογής και του μέλλοντος.

Άλλα περιθώρια δεν υπάρχουν. Η πιο αποφασιστική καμπή είναι τώρα.


*Μία πρώτη εκδοχή του κειμένου αυτού δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επενδυτής» στις 13/07/2013