Πολιτικη & Οικονομια

Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το τέλος Τσίπρα

Το πολιτικό παιχνίδι γίνεται με όρους ηγετών και όχι με όρους ιδεών

Αλέξης Αρβανίτης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Έχει ξεκινήσει μια συζήτηση σχετικά με την πιθανή σύγκλιση των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας στη βάση της ιδεολογικής συγγένειας του αριστερού ριζοσπαστισμού με την σοσιαλδημοκρατία. Οι πολιτικές, κοινωνιολογικές και ιδεολογικές αναλύσεις αγνοούν ένα βασικό και κρίσιμο παράγοντα, ίσως τον σημαντικότερο παράγοντα αυτής της συζήτησης, τον νυν Πρωθυπουργό, τον Αλέξη Τσίπρα. Από τη φύση της η κοινωνική ψυχολογία μας δίνει τα μεθοδολογικά εργαλεία για να προσθέσουμε αυτόν τον παράγοντα στην εξίσωση.

Οι κοινωνικοί ψυχολόγοι δεν περιορίζονται σε αφηρημένες ιδέες και κοινωνικές δομές, όπως συχνά κάνουν οι κοινωνιολόγοι και οι πολιτικοί επιστήμονες, αλλά στρέφουν την προσοχή τους στην ανάλυση των ατόμων και των ψυχολογικών τους καταστάσεων. Αντικείμενο εξέτασης της κοινωνικής ψυχολογίας, μεταξύ άλλων, είναι το πότε συμμετέχουμε σε ομάδες και πώς αναδεικνύονται οι ηγέτες τους.

Η σύγχρονη θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας μας εξηγεί ότι ηγέτης δεν αναδεικνύεται απαραίτητα ένας άνθρωπος που είναι σπουδαίος, ικανός ή χαρισματικός. Βεβαίως αυτά τα χαρακτηριστικά είναι επιθυμητά, αλλά, πάνω από όλα, ηγέτης αναδεικνύεται κάποιος που μπορεί να ενσωματώσει τα βασικά συστατικά στοιχεία της κοινωνικής ταυτότητας των μελών της ομάδας στην οποία ανήκει. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ενσωμάτωνε την σταθερότητα, την ομαλότητα, τον συντηρητισμό και την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ενσωμάτωνε το κοινωνικό κράτος, την ρήξη με το παρελθόν, τον προοδευτισμό.

Αυτοί οι δυο ηγέτες, στο βαθμό που τα βασικά χαρακτηριστικά που ενσωμάτωναν εξέφραζαν μεγάλες μερίδες του πληθυσμού, κράτησαν ζωντανές τις πολιτικές ομάδες  του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ για δεκαετίες. Ο κόσμος, όσο η κοινωνική του ταυτότητα διατηρούσε παρόμοια χαρακτηριστικά, στρεφόταν πάντα προς τον φυσικό ηγέτη του χώρου ή, αν δεν ήταν πλέον διαθέσιμος, τον ηγέτη που ήταν πιο κοντά στο πρότυπο αυτό. Τι πιο κοντά στο φυσικό ηγέτη από το στενό συγγενή του ή το στενό συνεργάτη του ή το συγγενή του στενού συνεργάτη του;  Ακούγεται παράλογο, αλλά αυτή η συμπεριφορά ερμηνεύεται από τη θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας.

Αν στην ανάλυσή μας προσθέσουμε και το Γέρο της Δημοκρατίας, θα μπορέσουμε να ξεδιπλώσουμε το γαϊτανάκι των ηγετών της μεταπολίτευσης, από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον Κώστα Καραμανλή και το Γιώργο Παπανδρέου μέχρι τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Φώφη Γεννηματά. Κυρίαρχο ρόλο παίζουν τα συμβολικά πρότυπα που καθιέρωσαν οι δυο μεγάλοι ηγέτες της μεταπολίτευσης, Ανδρέας Παπανδρέου και Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Ο πιο αντισυμβατικός ηγέτης κόμματος υπήρξε ο Κώστας Σημίτης που κέρδισε στο νήμα τον Άκη Τσοχατζόπουλο, τον πιο στενό συνεργάτη του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Σημίτης τελικά αποδείχθηκε πιο κοντά στο πρότυπο Καραμανλή. Για αυτό θεωρήθηκε «δεξιός» και απαξιώθηκε ακόμη και από το δικό του πολιτικό χώρο. Σε αυτά τα χνάρια πάτησε και ο Βαγγέλης Βενιζέλος, ο οποίος με τη σειρά του δεν μπόρεσε να στεριώσει στον κεντροαριστερό χώρο του οποίου ο φυσικός ηγέτης παραμένει ο Ανδρέας Παπανδρέου.

Για να υπάρξει μια τέτοια καθιέρωση των βασικών προτύπων ηγεσίας και πολιτικής ταυτότητας, αν μη τι άλλο, το κόμμα πρέπει να μείνει στην εξουσία με την ώθηση του αρχικού, φυσικού του ηγέτη για πολύ χρόνο, σίγουρα μια οκταετία. Τόσο όσο χρειάζεται για να μεγαλώσουν τα παιδιά του ή να αναδειχθεί ένας σοβαρός συνεργάτης του που θα τον αντικαταστήσει όταν θα έρθει η ώρα της αποχώρησης.

Στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα ο χρόνος δεν επαρκεί. Τα παιδιά του είναι ακόμη πολύ μικρά και κανένας συνεργάτης του δεν έχει ξεχωρίσει. Αντιθέτως θα μπορούσε ίσως να τους αλλάξει όλους και να μην χάσει πάνω από μία-δύο μονάδες στις δημοσκοπήσεις.

Το πρόβλημά του δεν είναι όμως μόνο το θέμα της μικρής παραμονής στην εξουσία αλλά, κυρίως, το θέμα της ταυτότητας που δημιούργησε. Η ταυτότητα που έχει δομήσει δεν είναι αντίστοιχη του Ανδρέα Παπανδρέου, όσο και να το ήθελε. Ούτε βέβαια του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αντιθέτως κατάφερε να λαξεύσει μια νέα ταυτότητα: του αμφισβητία, αντιευρωπαϊστή, αντιμνημονιακού ηγέτη, η οποία όμως έχει πλέον καταρρεύσει.

Αν μπορούμε να πούμε ότι έχει μια διέξοδο μόνο, αυτή θα ήταν να παρουσιαστεί ως ο νέος Ανδρέας. Φαίνεται άλλωστε ότι προσπαθεί να τον μιμηθεί. Αν μπορούσε να ηγηθεί του χώρου που βρίσκεται σήμερα το ΚΙΝΑΛ, ίσως θα μπορούσε να ξυπνήσει εικόνες του φυσικού ηγέτη του χώρου, αν παράλληλα εξασφάλιζε τη στήριξη της Φώφης Γεννηματά και του Γιώργου Παπανδρέου. Για αυτό και αγκαλιάζει κάθε νύξη ή προσπάθεια σύγκλισης των δύο χώρων. Προς το παρόν αυτή η προσπάθεια έχει χαμηλή αποδοχή που περιλαμβάνει πολιτικούς όπως τον Γ. Ραγκούση.

Στην διαφαινόμενη αποτυχία αυτής της σύγκλισης, ο Αλέξης Τσίπρας είναι καταδικασμένος, με το που θα χάσει τις εκλογές, να μην ξαναδεί την πρωθυπουργία. Τα ποσοστά αποδοχής του είναι πολύ χαμηλά για να μπορεί να κρατήσει επαφή με την κοινωνική ομάδα που τον ανέδειξε. Το χειρότερο για το ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι έχει μείνει πολύ λίγο χρόνο στην εξουσία για να έχει έτοιμο αντικαταστάτη. Χωρίς αντιμνημονιακό ηγέτη αλλά και χωρίς ένα νέο Ανδρέα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει προοπτικές. Καλώς ή κακώς, το πολιτικό παιχνίδι γίνεται με όρους ηγετών και όχι με όρους ιδεών. Σε αναμονή λοιπόν του νέου ηγέτη: αυτός (ή αυτή) θα ξανασυσπειρώσει τον προοδευτικό χώρο και θα ορίσει τους όρους μιας πιθανής επανασύνταξης της προοδευτικής παράταξης. Μένει να δούμε αν θα προέρχεται από το ΚΙΝΑΛ, το ΣΥΡΙΖΑ ή κάποιο άλλο χώρο.