Πολιτικη & Οικονομια

Περί αυτοάμυνας και οπλοκατοχής στην Ελλάδα

Στην προσπάθειά μας να επιλύσουμε το πρόβλημα της βίαιης εγκληματικότητας, θα το μεγεθύνουμε και θα χάσουμε την πολιτική μας ελευθερία

Κωνσταντίνος Λεντάκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Εδώ και μια εβδομάδα έχει ξεκινήσει μια έντονη συζήτηση γύρω από την αυτοάμυνα και την οπλοκατοχή στην ελληνική κοινωνία, με αφορμή τα περιστατικά της σύλληψης του 88χρονου που πυροβόλησε δυο διαρρήκτες αφού εισέβαλαν στην οικία του, και την απόπειρα δολοφονίας 52χρονου επιχειρηματία από άλλους δύο διαρρήκτες επειδή αντέδρασε για να προστατέψει την οικογένεια και την περιουσία του.

Ο Αναπληρωτής Υπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Νίκος Τόσκας αναφέρθηκε στην περίπτωση του 88χρονου σαν να ήταν περίπτωση αυτοδικίας. Ας ελπίσουμε ότι ο κ. Τόσκας δεν ήταν καλά ενημερωμένος, επειδή πρόκειται για περίπτωση αυτοάμυνας. Τη διαφορά της αυτοάμυνας από την αυτοδικία οφείλει να τη διακρίνει με ευκολία ακόμη και ένας πρωτοετής φοιτητής της Νομικής.

Ωστόσο, ο κ. Τόσκας πρόσθεσε ότι δεν πρέπει να γίνουμε Φαρ Ουέστ και ότι οφείλουμε να αποφύγουμε τα φαινόμενα μαζικών δολοφονιών στα αμερικανικά σχολεία, που είναι προϊόντα του δικαιώματος στην αυτοάμυνα. Κατ' αρχάς, εδώ και τρεις αιώνες στην πολιτική επιστήμη η κατάσταση ανομίας σε μια κατοικημένη περιοχή, όπου οι κρατικοί θεσμοί λείπουν ή έχουν εξαφανιστεί, ονομάζεται φυσική κατάσταση και όχι Φαρ Ουέστ. Όλοι απολαύσαμε τα spaghetti western του Sergio Leone, αλλά η πολιτική επιστήμη είναι εκείνη που πρέπει να καθορίζει τον διάλογο για τη δικαιοσύνη, όχι ιταλοί σκηνοθέτες.

Το να υπερασπιστεί κανείς τη ζωή του και την περιουσία του από έναν διαρρήκτη είναι απολύτως φυσικό και δεν μπορεί η νομοθεσία να το εμποδίσει. Αυτό είχε διατυπωθεί κατά τον 17ο αιώνα από τον πολιτικό φιλόσοφο John Locke, όταν εξηγούσε τις εχθροπραξίες στη φυσική κατάσταση και την έννομη πολιτεία. Ο J. Locke εξήγησε ότι η διάρρηξη είναι πράξη βίας εναντίον του νόμιμου ενοίκου, ο οποίος έχει την υποχρέωση να καταστρέψει τον εισβολέα όσο εκείνος ασκεί βία. Αν σταματήσει η διάρρηξη εναντίον του ιδιοκτήτη, τότε και ο ένοικος πρέπει να παύσει την άμυνά του και να απευθυνθεί στους κρατικούς θεσμούς για την απόδοση δικαιοσύνης.

Με απλά λόγια, εφόσον η υπεράσπιση του 88χρονου πολίτη, που πυροβόλησε τους διαρρήκτες του, αποδείξει ότι εκείνοι όντως εισέβαλαν στην οικία του, το κράτος οφείλει να μην του ασκήσει δίωξη αφού το να υπερασπιστεί τη ζωή του και την περιουσία του είναι μια απόλυτα φυσιολογική πράξη.

Ως προς την αναφορά του κ. Αναπληρωτή Υπουργού στο φαινόμενο των μαζικών δολοφονιών στις ΗΠΑ, αυτό είναι ένα ζήτημα που αφορά την αντιμετώπιση ψυχοπαθών ναρκισσιστών πριν εκδηλώσουν τις φονικές τους διαθέσεις και όχι την αυτοάμυνα ή τη διαδεδομένη οπλοκατοχή στις ΗΠΑ. Η δήλωση του κ. Τόσκα ότι ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος είναι μια συντηρητική αντίληψη για την ανθρωπότητα, η οποία οδήγησε τους εθνάρχες των ΗΠΑ στη διαδεδομένη οπλοκατοχή μεταξύ των πολιτών για την αποτροπή δημιουργίας ενός τυραννικού καθεστώτος σαν εκείνα που τότε κυριαρχούσαν στην Ευρώπη και έχουν επανέλθει σήμερα σε χώρες όπως η Τουρκία και η Ρωσία.

Παρεμπιπτόντως, στις κοινότητες των ΗΠΑ όπου η οπλοκατοχή είναι πιο διαδεδομένη, τα βίαια εγκλήματα είναι λιγότερα και ένας από τους λόγους γι’ αυτό είναι η αποτελεσματική δυνατότητα αυτοάμυνας των κατοίκων απέναντι σε βίαιους εγκληματίες. Το ερώτημα που προκύπτει είναι, αν στην Ελλάδα αποκτούσαμε μια εξίσου ευρεία οπλοκατοχή στον πληθυσμό, θα μειωνόταν ο αριθμός των περιστατικών βίαιων εγκλημάτων; Αν είχαμε καλά εκπαιδευμένους πολίτες στο να χρησιμοποιούν όπλα, τότε ναι, η διαδεδομένη οπλοκατοχή θα λειτουργούσε ως αντικίνητρο στην εγκληματικότητα. Όμως, οι αμερικανοί πολίτες που αντιμετώπισαν με επιτυχία βίαιους εισβολείς στα σπίτια τους, είχαν πιο πριν ξοδέψει εκατοντάδες με χιλιάδες ώρες εκπαίδευσης στον οπλισμό τους.

Οι υποστηρικτές της οπλοκατοχής στην Ελλάδα οφείλουν να γνωρίζουν ότι η απόκτηση οπλισμού από πολίτες δεν μεταφράζεται αυτόματα σε αυξημένη ασφάλεια. Η Σερβία έχει τη μεγαλύτερη οπλοκατοχή στην Ευρώπη αλλά, εν αντιθέσει με τις ΗΠΑ, επειδή πολύ μεγάλο μέρος των όπλων έχουν αποκτηθεί παράνομα, η γειτονική μας χώρα υποφέρει από υψηλά ποσοστά εγκληματικότητας και συμβάντων ενδοοικογενειακής βίας. Στη Βενεζουέλα ο Hugo Chávez προσέφερε οπλισμό στους υποστηρικτές του, αλλά εξαιτίας αυτής της κίνησης του αγαπημένου λατινοαμερικανού δικτάτορα του κ. Τσίπρα, όταν κατέρρευσε η οικονομία, η βίαιη εγκληματικότητα εκτοξεύθηκε σε τέτοιο βαθμό που η κατάσταση θύμιζε εμφύλιο πόλεμο.

Στον Καναδά και τις ΗΠΑ η διαδεδομένη οπλοκατοχή των πολιτών συνέβαλε στην αποφυγή δικτατοριών κατά τους δύο προηγούμενους αιώνες, ενώ στη Βενεζουέλα και τη Σερβία η ευρεία οπλοκατοχή έχει οδηγήσει στη δημιουργία αυταρχικών καθεστώτων με υψηλή εγκληματικότητα. Αν η ελληνική κοινωνία θελήσει να πειραματιστεί με την οπλοκατοχή για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, τότε πρέπει να υπάρξει μια πολύ σοβαρή συζήτηση για την προαπαιτούμενη εκπαίδευση και τις εξετάσεις ψυχική υγείας που θα καθόριζαν κάτι τέτοιο. Ο κίνδυνος που ελλοχεύει σε αυτή την περίπτωση είναι ότι, αν δεν είμαστε προσεκτικοί, στην προσπάθειά μας να επιλύσουμε το πρόβλημα της βίαιης εγκληματικότητας, θα το μεγεθύνουμε, αλλά και θα χάσουμε την πολιτική μας ελευθερία.