Πολιτικη & Οικονομια

Ο καλός πολίτης Άντριου Τάουνσεντ

Δημήτρης Ψυχογιός
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Είναι αρκετοί αυτοί που υποστηρίζουν πως με την εμφάνιση των ψηφιακών τεχνολογιών και κυρίως του ίντερνετ δεν ζούμε «επικοινωνιακή επανάσταση» (communication revolution) αλλά «επανάσταση ελέγχου» (control revolution): οι κυβερνήσεις και οι μεγάλες επιχειρήσεις αποκτούν τα μέσα να καταγράφουν και να επεξεργάζονται τεράστιους όγκους πληροφοριών που αφορούν την προσωπική μας ζωή και επομένως να ελέγχουν τι κάνουμε, ακόμα και τι σκεπτόμαστε, στο βαθμό που το εκφράζουμε μέσω ψηφιακών διαδικασιών. Αυτή η δυνατότητα, υποστηρίζουν οι οπαδοί της «θεωρίας του ελέγχου», είναι πολύ σημαντικότερη για τη ζωή μας από την ευκολία που μας παρέχουν τα ψηφιακά μέσα να επικοινωνούμε εύκολα με οποιονδήποτε σε όλον τον κόσμο, να έχουμε συνεχώς στη διαθεσή μας βιβλία, μουσική, ταινίες, παιχνίδια, πληροφορίες και ειδήσεις.

Οι αποκαλύψεις του Guardian και της Washington Post για το παγκόσμιο δίκτυο συλλογής πληροφοριών που έχει οργανώσει η National Security Agency (NSA) των ΗΠΑ φαίνεται να τους δικαιώνει: μάθαμε πως οτιδήποτε δημοσιεύουμε στο facebook ή γράφουμε στο ημέιλ μας και καταγράφεται στους κεντρικούς υπολογιστές των Apple, Microsoft, Yahoo, Google που χρησιμοποιούμε όλοι μας μπορεί να το πάρει και να το μελετήσει η NSA – και ίσως να καταλήξει σε δυσάρεστα για μας συμπεράσματα. Φαίνεται μάλιστα πως συνεργαζόταν και με την αντίστοιχη βρετανική υπηρεσία GCHQ. Το ίδιο συμβαίνει και με τα τηλεφωνήματα, η NSA είχε πρόσβαση στα στοιχεία της αμερικανικής τηλεφωνικής εταιρείας Verizon, αποκάλυψαν οι δύο εφημερίδες, με βάση τα στοιχεία που τους έδωσε ο Άντριου Τάουνσεντ πρώην πράκτορας της NSA και στη συνέχεια εξωτερικός συνεργάτης της.

Πρέπει όμως να θυμηθούμε ότι πριν τρία χρόνια η αμερικανική κυβέρνηση υπέστη αυτό που κάνει η ίδια καθημερινά: ο στρατιώτης Μπράντλεϊ Μάνινγκ, που δικάζεται αυτές τις ημέρες για την πράξη του, με μερικά κλικ στον υπολογιστή του συγκέντρωσε εκατοντάδες χιλιάδες απόρρητα έγγραφα των ΗΠΑ και τα κοινοποίησε στο WikiLeaks του Ασάνζ από όπου έφθασαν στις μεγαλύτερες εφημερίδες του κόσμου. Δεν ξέρουμε τι στοιχεία έχει συγκεντρώσει ο Άντριου Τάουνσεντ, ίσως να έχει και άλλα ράμματα για τη γούνα της NSA, πάντως και αυτά που έδωσε δεν είναι λίγα για να ανοίξει δημόσια συζήτηση για αυτές τις πρακτικές. Επιπλέον, διαβάζω στα ρεπορτάζ, για να επικοινωνεί με ασφάλεια με τους δημοσιογράφους, χρησιμοποιούσε ειδικό πρόγραμμα που κωδικοποιούσε τα μηνύματα που ανταλλάσσανε ώστε να μην μπορούν να υποκλαπούν από μυστικές υπηρεσίες, τη NSA ή άλλη· πρόγραμμα που κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να το βρει δωρεάν στο δίκτυο και να το εγκαταστήσει στον υπολογιστή του.

Έχουν άδικο, δηλαδή, οι οπαδοί της «θεωρίας του ελέγχου»: το πρόβλημα δεν είναι οι ψηφιακές τεχνολογίες, για κάθε πρόγραμμα παρακολούθησης υπάρχει και το αντίδοτό του και όσοι ενδιαφέρονται να μην τους παρακολουθούν το χρησιμοποιούν το αντίδοτο. Όποιος συγκεντρώνει πληροφορίες διατρέχει τον κίνδυνο τις πληροφορίες που συγκέντρωσε να του τις υποκλέψει κάποιος άλλος. Όσοι παίζουν σε δικτυακά παιχνίδια ή καζίνο, ξέρουν πολύ καλά ότι μπορούν όχι μόνο ονόματα να αλλάξουν αλλά και τα στοιχεία του υπολογιστή τους ώστε να μην εντοπίζονται αν κάποια site τους έχουν αποκλείσει. Οι χάκερς αποδεικνύουν καθημερινά ότι δεν υπάρχουν απολύτως ασφαλή συστήματα – και περιπτώσεις όπως του Μάνινγκ και του Τάουνσεντ αποδεικνύουν ότι υπάρχουν πάντα κάποιοι που εξεγείρονται απέναντι στις αυθαιρεσίες και τα ψεύδη της εξουσίας και μπορούν να την φέρουν σε πολύ δύσκολη θέση. Όπως συνέβη και όταν δεν υπήρχαν ψηφιακά έγγραφα αλλά χαρτομάνι, τα περίφημα «Έγγραφα του Πενταγώνου» που δόθηκαν στους New York Times από τον Ντάνιελ Έλσμπεργ πριν από 40 χρόνια και απέδειξαν ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ ψευδόταν για την εξέλιξη του πολέμου στο Βιετνάμ. Όπως έπραξε και ο Μαρκ Φελτ την ίδια εποχή, αποκαλύπτοντας ως «βαθύ λαρύγγι» στην Washington Post τα στοιχεία που δημιούργησαν το Watergate και οδήγησαν στην πτώση του προέδρου Νίξον.

Ο μόνος τρόπος ασφαλούς ελέγχου της επικοινωνίας δεν είναι η παρακολούθησή της αλλά η παρεμπόδισή της – αυτό κάνουν στην Περσία και στην Κίνα: μπλοκάρουν τους χρήστες του δικτύου να μη φθάνουν σε ανεπιθύμητους προορισμούς. Όπως παλαιότερα μπλόκαραν τα ραδιόφωνα να μην πιάνουν ανεπιθύμητους σταθμούς (επί κατοχής τα «σφράγιζαν» ώστε να μην πιάνουν BBC) ή κατασκεύαζαν ραδιόφωνα που μπορούσαν να συντονίζονται μόνο στους επίσημους κρατικούς σταθμούς, όπως έκαναν η χιτλερική Γερμανία και η σοβιετική Ρωσία. Κατά τον ίδιο τρόπο έκλειναν τις αντίπαλες εφημερίδες αντί να κάθονται να παρακολουθούν ποιοι τις διαβάζουν. Όσο και αν παρακολουθείται, η επικοινωνία διευρύνει τη δημοκρατία, πέρα από τις άλλες απολαύσεις που προσφέρει το περιεχόμενό της.

Φυσικά, το ότι όσοι θέλουν και ξέρουν μπορούν να αποφύγουν την παρακολούθηση δεν σημαίνει πως αυτό την καθιστά αποδεκτή ή ανεκτή. Αλλά αυτό δεν ισχύει για όλες τις παρακολουθήσεις: δεν νομίζω πως αξίζει κανείς να διαμαρτύρεται επειδή η Google ή η Amazon μαθαίνουν την καταναλωτική μας συμπεριφορά και μας προτείνουν αντίστοιχα προϊόντα – μήπως ο περιπτεράς δεν ξέρει τι τσιγάρα καπνίζουμε και τι εφημερίδα διαβάζουμε και μας τα προσφέρει χωρίς καν να τα ζητήσουμε; Δεν περιμένουμε καλύτερη εξυπηρέτηση από τον μπακάλη ή τον χασάπη της γειτονιάς σε σχέση με το σουπερμάρκετ ακριβώς επειδή γνωρίζει τα γούστα μας;

Η πολιτική παρακολούθηση είναι άλλης τάξεως πρόβλημα γιατί δεν μας αφορά ως καταναλωτές αλλά ως πολίτες με δικαιώματα και ελευθερίες που το κράτος μπορεί να μας τα στερήσει, ενώ οι ιδιωτικές εταιρείες δεν μπορούν να μας στερήσουν τίποτα. Κάποτε ήταν ποινικό αδίκημα να είσαι κομμουνιστής ή ομοφυλόφιλος, τον περιπτερά δεν τον ενδιέφερε (παρά μόνο αν ήταν χαφιές, όργανο της πολιτικής εξουσίας δηλαδή). Μπορεί μεθαύριο να είναι ποινικό αδίκημα το να είσαι καπνιστής, μπορεί να γίνεις αντικείμενο εκβιασμού αν η κρατική γραφειοκρατία γνωρίζει ότι έχεις παράνομο δεσμό, μπορεί τα στοιχεία που συγκεντρώνει η εξουσία να τα χρησιμοποιήσει σε βάρος αντιπάλων της – δεν μπορούμε να δεχθούμε το κράτος να έχει περισσότερα στοιχεία για μας από όσα επιβάλλουν οι νόμοι. Και πρέπει οι νόμοι να επιτρέπουν τη συγκέντρωση των ελάχιστων αναγκαίων για τη διευκόλυνσή μας και την ασφάλειά μας.

Συνολική, αδιάκριτη, χωρίς δικαστική εντολή καταγραφή και επεξεργασία στοιχείων σαν αυτές που επιχειρεί η NSA δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές, πολύ περισσότερο όταν αφορούν πολίτες άλλων χωρών – και αυτοί ήσαν κυρίως στόχος της υποκλοπής ημέιλ και δεδομένων από το facebook, όπως μαθαίνουμε από τα στοιχεία που αποκάλυψε ο συνειδητός πολίτης Άντριου Τάουνσεντ, στον οποίο χρωστάμε χάρη για την πράξη του. Όπως συμβαίνει και με αυτούς που κρατούνται στο Γκουαντάναμο ή γίνονται στόχοι των φονικών drones. Όλα αυτά για να προστατευθούν οι αμερικανοί πολίτες από τρομοκρατικές πράξεις που σχεδιάζονται στο εξωτερικό, είναι η επίσημη δικαιολογία. Στις ΗΠΑ υπάρχουν ευτυχώς δυνάμεις που αντιτίθενται σε αυτές τις πρακτικές, ενδιαφέρονται όμως πρωτίστως να προστατεύσουν τους αμερικανούς πολίτες από τις αυθαιρεσίες των κυβερνήσεών τους. Οι χώρες της ΕΕ, τι θα κάνουν για να προστατεύσουν τους δικούς τους πολίτες από τις αυθαιρεσίες των ΗΠΑ;