Πολιτικη & Οικονομια

Γαβρόγλου σε Ιερώνυμο: Θα παρακαλούσα την Ιερά Σύνοδο να είναι πιο μετρημένη στα λόγια της

Άγρια κόντρα για την τροπολογία που ρυθμίζει θέματα του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου

Newsroom
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Όταν μιλάμε για Δημοκρατία, η Δημοκρατία είναι για όλους και όχι για κάποιους μόνο», ανέφερε ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κώστας Γαβρόγλου, σχολιάζοντας την επιστολή του αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, σχετικά με την τροπολογία που ρυθμίζει θέματα του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Η επιστολή, στην οποία εκφράζεται η έντονη αντίθεση της Ιεράς Συνόδου στην αλλαγή που προωθεί το υπουργείο, προκάλεσε την αντίδραση του υπουργού, ο οποίος μιλώντας τη Δευτέρα από το βήμα της Βουλής ανέφερε ότι η επιστολή «έχει βάλει σε σοβαρές σκέψεις» τόσο τον ίδιο όσο και την κυβέρνηση.

«Εμείς διεκδικούμε την παράδοση, γιατί υπογραμμίζει μία ειρηνική συνύπαρξη χρόνων» εξήγησε ο κ. Γαβρόγλου και πρόσθεσε: «Θα παρακαλουσα, με κάθε σεβασμό, να πω στην Ιερά Συνοδο ότι θα πρέπει να είναι πιο μετρημένη στα λόγια της».

Η τροπολογία

Η τροπολογία, που ρύθμιζε θέματα για το Ιδρυμα της Τήνου, ήρθε στη Βουλή από κοινού από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ (Ν. Ξυδάκης, Α. Συρίγος, Ν. Συρμαλένιος, Ν. Μανιός και Θ. Μεγαλοοικονόμου), τον βουλευτή του Ποταμιού Σπύρο Δανέλλη αλλά και των βουλευτών των ΑΝΕΛ Θανάση Παπαχριστόπουλου και Κώστα Ζουράρι.

Πρακτικά, οι βουλευτές ζήτησαν ο συγκεκριμένος θρησκευτικός χώρος να επανέλθει στο κράτος ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου και ουσιαστικά να φύγει από τον έλεγχο του Μητροπολίτη Σύρου Δωρόθεου Β’. Εκτιμάται πως τα έσοδα από την Παναγιά της Τήνου ξεπερνούν τα 3,5 εκατ. ευρώ ετησίως, με τα ακαθάριστα να κατανέμονται ως εξής:

  • Το 10% πηγαίνει στον Δήμο Τήνου,
  • το 3% στο Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού,
  • το 5% στην Αποστολική Διακονία και
  • το 2% στην Ιερά Μητρόπολη Σύρου και Τήνου.

Επιπλέον, από τα έσοδα αυτά συντηρείται και το Γηροκομείο του νησιού.

Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος: Ωμή παρέμβαση

Στην επιστολή του ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έκανε λόγο για «ωμή παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας και της αρχής της αυτοδιοίκησης της Εκκλησίας».

Όπως ανέφερε, η προτεινόμενη τροπολογία «αναμιγνύεται ανεπίτρεπτα στη διοίκηση Ιερού Ναού και της περιουσίας του, που η Πολιτεία κατέστησε νομικό πρόσωπο δημοσίου Δικαίου για λόγους αυξημένης προστασίας του».

Και πρόσθεσε πως «δεν είναι δυνατόν η Εκκλησία της Ελλάδος να μην γνωρίζει και να μη συναινεί σε τροποποίηση του Καταστατικού της Χάρτη, η οποία προκαλείται από την τροποποίηση του καθεστώτος του Ιερού Ιδρύματος».

Στην ίδια επιστολή ο Αρχιεπίσκοπος εξέφρασε την απορία του για το πώς είναι δυνατόν βουλευτές, και μάλιστα από πολιτικούς χώρους που τάσσονται υπέρ των «διακριτών ρόλων» ή υπέρ του χωρισμού Κράτους - Εκκλησίας και της «απόλυτης θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους», να εισηγούνται μεταβολές στην καταστατική νομοθεσία της Εκκλησίας.