Πολιτικη & Οικονομια

Ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Γκάλης, ο Κούδας, ο Μπουτάρης και τα άλλα παιδιά!

Σημείωμα για την «ερωτική πόλη» που, χρόνια τώρα, έχει τα νεύρα της...

Στέφανος Τσιτσόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που γκρινιάζει. Είναι χούι, συνήθεια, τρόπος ζωής. Και για κάποιους είναι και επάγγελμα. Ποτέ δεν το χώνεψαν το σύνθημα «Γίνε Μπουτάρης να γουστάρεις»: Αν αντί για Νικ Γκάλης, πρότεινε να ονομαστεί Γκάλης-Κούδας ή Κούδας-Γκάλης, πάλι δεν θα τη γλίτωνε ο δήμαρχος για το αεροδρόμιο. Με τα Παόκια θα ήταν ΟΚ, όπως και με τα Αρειανά, θα ξεσηκωνόταν όμως ο λαός του Ηρακλή. Οπότε κόλλα κι ένα Χατζηπαναγή για να γλιτώσεις, κυρ-Γιάννη!

Ναι, αυτό συμβαίνει στη Θεσσαλονίκη. Ίσως ο Μπουτάρης το ξέρει και τους γλεντάει όλους αυτούς που κατ' επάγγελμα του την έχουν στημένη. Επειδή είναι βαμμένος Αρειανός και ποτέ δεν το έκρυψε, επειδή τα κρασιά του είναι καλά και πουλάνε («σιγά, μωρέ, αν δεν ήταν διάσημος σαν δήμαρχος, ποιος θα τα έπινε;»), επειδή μίλησε ντόμπρα για το άβολο θέμα προς συζήτηση των εβραϊκών περιουσιών αλλά και τη «λήθη» που επιβλήθηκε στη μνήμη της πόλης. («είναι γνωστή Σιώνα ο τύπος»).

Ζω στην Αθήνα το τελευταίο εξάμηνο και πλέον παρατηρώ τη Θεσσαλονίκη εξ αποστάσεως. Το μόνο που δεν μου λείπει, ευτυχώς, είναι η γκρίνια της. Όπως και οι κατ' επάγγελμα Μπουταριομάχοι, δόκιμος όρος όπως Μακεδονομάχος. Μιλάμε για μέτωπο συνασπισμένο, που εντός του θα βρεις μια αλλοπρόσαλλη σύνθεση: αθλητικοφραπεδίτες, παρέα με ακροδεξιά συντήρηση, ή σκέτη δεξιά, που ποτέ δεν έπαψε να ονειρεύεται μια πανηγυρική επιστροφή σε φεστιβάλ Δημητρίων που, αντί να καλεί τον Γιαν Φαμπρ ή την Γιόκο Όνο, «θα μοιράσει τα χρήματα των δημοτών, εδώ, στα δικά μας παιδιά, τι έχουν τα δικά μας παιδιά, θέατρο δεν ξέρουν ή τους λείπει η φωνή για να τραγουδήσουν;».

Το ξέρει ο Μπουτάρης, από εκείνη τη νικηφόρα νύχτα που έκανε την ανατροπή και πήρε το αξίωμα, για μερικούς ψήφους. Μη φαντάζεστε πως εκείνη τη νύχτα η Θεσσαλονίκη ξεχύθηκε στους δρόμους για να εορτάσει την «απελευθέρωση». Από την επόμενη μέρα άρχισε η γκρίνια. Έτσι είναι η Θεσσαλονίκη, είπαμε. Κι αυτό ο Μπουτάρης το ξέρει. Πως δηλαδή πάντα εκεί «πάνω», και με την καθαριότητα να τα κατάφερνε και το κυκλοφοριακό να το έλυνε, πάλι η γκρίνια θα σκέπαζε την πόλη.

«Ας μην τον στήριζαν τα μίντια της Αθήνας και να δεις πού θα ήταν!», είναι άλλη μια θεωρία συνωμοσίας, προκειμένου να εξηγηθεί και η νίκη του και την πρώτη και τη δεύτερη φορά. «Τον παίζουν τα μίντια γιατί δηλώνει τα αδήλωτα, όπως γινόταν και παλιά με τον Ψωμιάδη»! Μόνο που στην περίπτωση των δηλώσεων περί αεροδρομίου τα αθηναϊκά μίντια «που τον στηρίζουν» έκαναν τα πάντα για να τον προβοκάρουν. Τι είπε, έστω και «μέσα στον ύπνο του», ο Μπουτάρης; Αν οι απέναντι Σκοπιανοί ως χειρονομία καλής θέλησης και επίλυσης της «διαφοράς» μετονόμασαν το αεροδρόμιο και τους δρόμους με μη «αλεξανδρινές» λέξεις, γιατί κι η Θεσσαλονίκη να μην ακολουθήσει, μετριάζοντας κάπως τη διαμάχη και χαμηλώνοντας τους τόνους; Σκεφτείτε: αν οι δηλώσεις - λέξεις Μπουτάρη για το αεροδρόμιο μπαρουτιάζουν τον λαό της πόλης, τι γίνεται στα Σκόπια με την έμπρακτη μετονομασία, εξίσου «ηρωικών» και αλυτρωτικών τοπωνυμίων, με βάση φυσικά τους εκεί αντίστοιχους εθνόφρονες, που μπορεί και να ζητούν κρεμάλα του Ζάεφ του «πουλημένου»;

Πέραν του συγκρουσιακού που τον χαρακτηρίζει, αλλά και του αμάσητου να λέει ό,τι σκέφτεται, ο Μπουτάρης πιστεύει και στις συνέργειες αλλά και στη συνεννόηση, ενώ στην αρένα ο «λαός» ουρλιάζει και επιθυμεί συρράξεις, μπλοκ, συλλαλητήρια και επεισόδια. Και συνεχώς ο «λαός» υπενθυμίζει πόσο «τεντιμπόις, σκουλαρικάς, προδότης, οπορτούνα, γεροερωτύλος, φίλος των Εβραίων και των πούστηδων είναι ο τύπος».

Είναι χρόνια καθηλωμένη και παγιδευμένη η Θεσσαλονίκη στην γκρίνια, κι ο μπουταριομαχισμός μια παράμετρος ενός πολύ συγκεκριμένου «θέματος» που έχει η πόλη: να πορεύεται ψάχνοντας για εχθρούς, προδότες, συνωμότες και «αλητήριους» που διαταράσσουν τον μικρόκοσμο βάλτο της. «Κι έλα, μωρέ, τώρα που τη γέμισε τουρίστες και δήθεν δουλεύουν τα ξενοδοχεία και η αγορά, σιγά. Όλοι στο κέντρο πάνε κι αφήνουν τα λεφτά τους οι ξένοι. Εγώ μένω στην Τριανδρία και ψυχή δεν πατάει για σόπινγκ...».