Πολιτικη & Οικονομια

Τα προβλήματα της Μέσης Εκπαίδευσης είναι σε όλους γνωστά

Ο διασυρμός της ηγεσίας της ΟΛΜΕ σηματοδοτεί και το τέλος αυτού του είδους του συνδικαλισμού

Λεωνίδας Καστανάς
ΤΕΥΧΟΣ 437
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

H ήττα της ηγεσίας της ΟΛΜΕ δεν είναι νίκη της κυβέρνησης. Είναι νίκη της κοινωνίας των πολιτών, των εργαζομένων, των καθηγητών.

Ο διασυρμός της ηγεσίας της ΟΛΜΕ σηματοδοτεί και το τέλος αυτού του είδους του συνδικαλισμού τον οποίο υπηρέτησε με συνέπεια αυτό το σωματείο για περίπου τριάντα χρόνια. Συνδικαλισμός που εκπροσωπεί κομματικές μειοψηφίες, υπερασπίζεται τις στρεβλές δομές του πελατειακού κράτους και εκβιάζει ανενδοίαστα το σύνολο των πολιτών το οποίο τυγχάνει να είναι εργοδότης του. Όσο οι κυβερνήσεις μετρούσαν το πολιτικό κόστος και είχαν απόθεμα δανεικών, μπορούσε να μετρά νίκες. Τώρα που λεφτά δεν υπάρχουν και ο Τόμσεν μάς επισκέπτεται συχνά, το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο. Συντριβή.

H ήττα της ηγεσίας της ΟΛΜΕ δεν είναι νίκη της κυβέρνησης, παρότι έπραξε τα δέοντα. Είναι νίκη της κοινωνίας των πολιτών, των εργαζομένων, των δημοσίων υπαλλήλων, των καθηγητών. Των χιλιάδων ανώνυμων σκληρά δοκιμαζόμενων κατοίκων αυτής της χώρας, που με τη στάση τους έδειξαν την έξοδο στον κορπορατισμό. Και στην πρώτη ευκαιρία θα τη ξαναδείξουν. Η μεγάλη πλειοψηφία των καθηγητών της Μέσης Εκπαίδευσης (Μ.Ε.) γύρισαν την πλάτη στον ανορθολογισμό, στους λεονταρισμούς, στην εκδήλωση μιας τσάμπα μαγκιάς που στόχο είχαν, όχι την κυβέρνηση, αλλά την κοινωνία. Υπερασπίστηκε τη δημόσια εκπαίδευση ως κοινό αγαθό και νίκησε.

Η ισορροπία αποκαταστάθηκε προς το παρόν, αλλά τα χρόνια και οξυμένα προβλήματα στο χώρο της Μέσης Εκπαίδευσης παραμένουν. Καθώς το πελατειακό κράτος καταρρέει από μόνο του λόγω ελλείψεως οικονομικών πόρων, ζητήματα όπως το περιεχόμενο σπουδών, η αξιολόγηση μαθητών και καθηγητών, η διοίκηση των σχολείων και η διαχείριση του εκπαιδευτικού προσωπικού έρχονται στην επιφάνεια με ορμή και δεν περιμένουν. Η οικονομική κρίση επιβάλλει απαντήσεις τις οποίες ολόκληρο το πολιτικό φάσμα αδυνατεί να δώσει, όσο εκτελεί συνταγές του παρελθόντος. Αν η πολιτεία δεν αντιμετωπίσει το πρόβλημα συνολικά με δραστικές και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, οι κρίσεις και οι συγκρούσεις θα γίνουν στοιχεία της καθημερινότητας των σχολείων μας.

Το βασικό χαρακτηριστικό της ΜΕ είναι η αναξιοπιστία, η έλλειψη αξιολόγησης. Η μόνη αξιόπιστη διαδικασία είναι οι Πανελλήνιες Εξετάσεις και έχει ένα ιδιαίτερο συμβολισμό το γεγονός ότι η ηγεσία της ΟΛΜΕ θέλησε να την πλήξει. Τα Γυμνάσια αδυνατούν να διδάξουν σε όλες και όλους τα βασικά της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσας, των Μαθηματικών και των Φυσικών Επιστημών. Στα Γενικά Λύκεια η γνωστή βαθμολογική κλίμακα από 0-20 έχει αντικατασταθεί από τη 15-20 και στην τρίτη Λυκείου από τη στενότερη 18-20. Οι μαθητές πλέον δεν έχουν κανένα κίνητρο. Η φοίτηση είναι σχεδόν προσχηματική, η αναγκαιότητα του φροντιστηρίου επιτακτική. Τα ΕΠΑΛ μοιράζουν σε όλους, εγγράμματους και παντελώς αγράμματους, απολυτήρια Λυκείου και πτυχία ειδικότητας. Τα πιο παραγωγικά από τη φύση τους σχολεία έχουν αφεθεί στην τύχη τους.

Ο κάθε καθηγητής ελέγχεται αν μπαίνει και βγαίνει από την τάξη στην ώρα του, αλλά κανείς δεν γνωρίζει παρά μόνο αυτός και οι μαθητές του τι κάνει όσο είναι μέσα. Η συνεργασία μεταξύ καθηγητών του ίδιου αντικειμένου δεν είναι θεσμοθετημένη. Η διοίκηση του σχολείου δεν έχει τη δυνατότητα να κατανείμει ορθολογικά τους διδάσκοντες σε αντικείμενα, τάξεις και τμήματα προς το συμφέρον των μαθητών. Ο πραγματικός χρόνος διδασκαλίας κινείται μεταξύ 135-145 ωρών ανά έτος (χωρίς καταλήψεις), ιδιαίτερα μικρός για να διδαχθεί με επάρκεια η αχανής διδακτέα και εξεταστέα ύλη, ενώ το επίπεδο σπουδών είναι, θεωρητικά, ιδιαίτερα υψηλό σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Ένα ακόμα δείγμα φούσκας της ελληνικής κοινωνίας. Η επιμόρφωση των καθηγητών είναι απλώς μια δικαιολογία για να διοχετευτούν εκατομμύρια ευρώ προς άγνωστες κατευθύνσεις. Ο επαγγελματικός προσανατολισμός λάμπει διά της απουσίας του.

Το σύστημα οργάνωσης και διδασκαλίας της ΜΕ εμποδίζει τον παραγωγικό δάσκαλο να κάνει σωστά τη δουλειά του και διευκολύνει το λουφαδόρο. Ό,τι θετικό συμβαίνει οφείλεται στην αυταπάρνηση όσων εκπαιδευτικών τιμούν το λειτούργημά τους – και δεν είναι λίγοι. Απεναντίας, είναι οι περισσότεροι. Το σύστημα Διοίκησης είναι εξωφρενικά γραφειοκρατικό και εμποδίζει τη διεύθυνση να ασχοληθεί απερίσπαστη με τα μαθησιακά, κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα των μαθητών και μαθητριών. Οι χαμηλοί μισθοί αναγκάζουν όσους έχουν τη δυνατότητα να καταφεύγουν σε δεύτερο επάγγελμα. Ο νεοδιόριστος των 670 ευρώ αδυνατεί να ζήσει αξιοπρεπώς μακριά από το σπίτι του.

Υπάρχει, όμως, και κάτι που έκανε καλά η δημόσια δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Κάλυπτε με σχετική επάρκεια το πρόβλημα της εργασιακής απασχόλησης των χιλιάδων πτυχιούχων πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Οι 17 ειδικότητες καθηγητών της δεκαετίας του ’70 σήμερα έχουν φτάσει τις 117. Το σχολείο φαίνεται να υπάρχει μόνο για τους εργαζόμενους σε αυτό. Χιλιάδες διορισμοί, που δεν αντιστοιχούσαν στις πραγματικές ανάγκες, πολλοί εκ των οποίων με προϋπηρεσία και παράκαμψη του ΑΣΕΠ, πολλές αποσπάσεις συχνά προς άγνωστη κατεύθυνση, πλέγμα ρυθμίσεων (οργανικότητα, αναθέσεις διδακτικών αντικειμένων) που καθιστούν αδύνατη την κινητικότητα, πλασματικά τμήματα, ελλιπή ή ψευδή στατιστικά στοιχεία. Και όλα αυτά υπό την ανοχή ή και την υπόδειξη των αρχών και φυσικά την πίεση των συνδικαλιστών και των κομμάτων τους.

Το σύστημα αυτό οδήγησε σε τραγικές ελλείψεις βασικών ειδικοτήτων και σε πλεονάσματα άλλων και ανάγκασε την κυβέρνηση σε πρόχειρες αλλά απαραίτητες λύσεις, που προκάλεσαν τις σημερινές αντιδράσεις. Το κύμα των μαζικών συνταξιοδοτήσεων και η στάση των διορισμών λόγω ελλείψεως κονδυλίων καθιστούν ιδιαίτερα προβληματική τη λειτουργία των σχολείων τα επόμενα χρόνια. Η συνδικαλιστική ηγεσία είναι συνένοχη για τη σημερινή κατάσταση και φυσικά δεν δικαιούται να εκβιάζει την κοινωνία. Απεναντίας θα έπρεπε να είχε επεξεργαστεί ορθολογικές προτάσεις και να είχε προτείνει γενναίες λύσεις. Αλλά της είναι αδύνατο. Είναι δέσμια του καταγγελτισμού, του συντεχνιασμού και του λαϊκισμού της παραδοσιακής Αριστεράς και της πελατειακής λογικής που διακρίνει ολόκληρη τη συνδικαλιστική νομενκλατούρα του δημοσίου.

Τι θα μπορούσε να γίνει; Αναφέρω ενδεικτικά:

1. Νέο πρόγραμμα σπουδών για την υποχρεωτική δευτεροβάθμια εκπαίδευση (Γυμνάσιο και Α΄ Λυκείου) με γνώμονα την απλούστευση του περιεχομένου και τον περιορισμό των αντικειμένων. Επιστροφή στα βασικά και στη συνεχή επανάληψή τους. Πραγματική καλλιτεχνική παιδεία. Αυτενέργεια, ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, πειραματική επιβεβαίωση, χρήση πολυμέσων, παιχνίδι με τη γνώση.

2. Νέο Γενικό Λύκειο με 2 κατευθύνσεις στη Β΄ και Γ΄ τάξη που οδηγεί στην απόκτηση Εθνικού Απολυτηρίου μετά από Πανελλαδικές (δυστυχώς) Εξετάσεις τύπου IB. Η εισαγωγή στα ΑΕΙ να καθορίζεται και από άλλα ουσιαστικά κριτήρια που αυτά θέτουν. Τα εξεταζόμενα μαθήματα (5-6) να είναι και τα διδασκόμενα μαζί με τα Αγγλικά, την Πολιτειακή Παιδεία, το project και τη Γυμναστική. Δημιουργία τράπεζας θεμάτων.

3. Νέο Επαγγελματικό Λύκειο με αναδιάρθρωση των τομέων και των ειδικοτήτων, εκσυγχρονισμό των εργαστηρίων και προσαρμογή των μαθημάτων γενικής παιδείας στις ανάγκες των επαγγελματικών ειδικοτήτων. Εισαγωγή του θεσμού της χορηγίας. Απόκτηση Εθνικού Απολυτηρίου, ισότιμου με αυτό του Γενικού, μέσα από Ειδικές Πανελλαδικές Εξετάσεις. Πρόσβαση στα πανεπιστήμια και ΤΕΙ. Απόκτηση Πτυχίου Ειδικότητας (επίπεδο 4) μετά από νομαρχιακές εξετάσεις πιστοποίησης. Θεσμοθέτηση του 4ου έτους τεχνικής εξειδίκευσης (επίπεδο 5).

4. Η διοίκηση των σχολικών μονάδων να γίνεται από Συμβούλιο Διοίκησης με τη συμμετοχή καθηγητών, γονέων, μαθητών, παραγόντων της πόλης. Πλήρης διαφάνεια πεπραγμένων μέσω του διαδικτύου. Δυνατότητα αναζήτησης οικονομικών πόρων. Ψυχολογική υποστήριξη μαθητών και μαθητριών από ειδικούς, προγράμματα επαγγελματικού προσανατολισμού.

5. Συνεχής εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση καθηγητών, προγραμμάτων, υποδομών και διοίκησης. Θεσμοθέτηση της συνεργασίας των ειδικοτήτων, κοινός προγραμματισμός ύλης και κοινή χρήση εποπτικών και άλλων μέσων. Επιμήκυνση του διδακτικού έτους και δραστικός περιορισμός των χαμένων ωρών. Δωρεάν επιμόρφωση εντός σχολικής μονάδας με αξιοποίηση του θεσμού του μέντορα.

6. Αυστηρός και συνεχής διοικητικός έλεγχος για την εξάντληση του ωραρίου των καθηγητών, τον αριθμό των τμημάτων και του αριθμού των μαθητών. Υποχρεωτικές υπερωρίες εντός σχολικής μονάδας, όταν δεν καλύπτονται οι ανάγκες. Απαγόρευση των αποσπάσεων γενικώς. Επανασχεδιασμός του survey.

7. Σχέδιο συγχώνευσης μικρών σχολικών μονάδων με γνώμονα τη λειτουργικότητα, αλλά και τις γεωγραφικές ιδιομορφίες της χώρας.

8. Ενεργοποίηση δεύτερης και τρίτης ανάθεσης σε ειδικότητες που πλεονάζουν. Μετακινήσεις εκπαιδευτικού προσωπικού από περιοχές με πλεονάσματα σε περιοχές με ελλείμματα με διαφανή κριτήρια.

Μια μεταρρύθμιση που θα επικεντρώνεται σ’ αυτούς τους τομείς και θα καθοδηγείται από μια τέτοια πολιτική έχει δύο στόχους: Ο ένας είναι να κάνει αξιόπιστη και ελκυστική τη μέση εκπαίδευση, ώστε να δίνει πραγματικά εφόδια για τη συνέχιση των σπουδών ή την έξοδο στην αγορά εργασίας. Να στρέψει τους μαθητές προς την επαγγελματική εκπαίδευση, που είναι και το μέλλον της χώρας. Αν καταφέρει να περιορίσει και την εξωσχολική βοήθεια, θα έχει πετύχει τα μέγιστα. Ο δεύτερος είναι να διαχειριστεί ορθολογικά και προς όφελος της κοινωνίας το εκπαιδευτικό προσωπικό. Να μη χαθούν θέσεις εργασίας, να αξιοποιηθούν στο έπακρο τα πτυχία, οι ικανότητες και οι δεξιότητες του προσωπικού. Ο κατάλληλος δάσκαλος στην κατάλληλη θέση.

Η ανάγκη της εξωσχολικής φροντιστηριακής ενίσχυσης, που επιβαρύνει την κάθε οικογένεια, μπορεί να περιοριστεί με απλές, αλλά ουσιώδεις κινήσεις.

  • Επιλογή και αξιολόγηση των διδασκόντων των πανελλαδικώς εξεταζομένων μαθημάτων
  • Αύξηση των ωρών διδασκαλίας
  • Μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη στη Γ΄Λυκείου
  • Οριοθέτηση της περιοχής των θεμάτων με τη δημιουργία ανάλογης τράπεζας.

Τα προβλήματα της Μέσης Εκπαίδευσης είναι σε όλους γνωστά. Γνωστές και ώριμες είναι πάνω κάτω και οι λύσεις τους. Δυστυχώς, η γραφειοκρατική καμαρίλα και οι κομματικοί και συνδικαλιστικοί μηχανισμοί θα υπερασπιστούν με κάθε τρόπο το υπάρχον, γιατί εξυπηρετεί την πελατειακή πολιτική τους και αναπαράγει τη μικροεξουσία τους. Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν ισχυρές πολιτικές, διακομματικές δυνάμεις να τολμήσουν.