Πολιτικη & Οικονομια

Χειρότερη λύση για το Μακεδονικό η μη λύση

Αν και αυτή τη φορά ναυαγήσουν οι διαπραγματεύσεις, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να ενισχύσουμε το σημερινό status quo

Μάκης Μυλωνάς
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι και σήμερα, η Ελλάδα παράγει περισσότερους «Μακεδονομάχους» από όσους μπορεί να καταναλώσει, μετατρέποντας σε στιγμές δήθεν εθνικής περηφάνιας τις πιο ηχηρές διπλωματικές ήττες της.

Σε αντίθεση με τα όσα υποστηρίζουν οι αυτόκλητοι τηλεοπτικοί φύλακες του Έθνους, στην Ελλάδα έχει απομείνει πια μόνο μια επιλογή κι αυτή δεν είναι άλλη από την αξιοπρεπή διαχείριση της διαχρονικά διαπιστωμένης διπλωματικής ήττας της στο Μακεδονικό – η οποία εξάλλου έχει καταγραφεί στην πλήρη έκτασή της ήδη από το 1995.

Ας ενημερώσει κάποιος τους εγχώριους επίδοξους... νονούς της γειτονικής χώρας ότι με την ενδιάμεση συμφωνία του 1995 η Ελλάδα αναγνώρισε οριστικά και αμετάκλητα την ύπαρξη μιας «Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας» σε ένα έδαφος που ονομάζεται «Μακεδονία». Το βέτο του 2008 στο Βουκουρέστι δεν αποτέλεσε κανενός τύπου διπλωματικό θρίαμβο, ήταν απλώς μια αυτονόητη επιλογή που επιβεβαίωσε τον εγκλωβισμό της χώρας σε μια αδιέξοδη εθνική στρατηγική.

Από το 2008 μέχρι σήμερα, με κανέναν τρόπο δεν μεταβλήθηκαν υπέρ της Ελλάδος οι συνθήκες και η εξήγηση είναι απλή: Όσο καθυστερεί να επιτευχθεί μια συμβιβαστική λύση, όλο και περισσότερο εδραιώνεται στη διεθνή καθομιλουμένη η χρήση της συνταγματικής ονομασίας της γειτονικής χώρας, η οποία είναι «Δημοκρατία της Μακεδονίας», κοινώς «Μακεδονία». Σκέτο Μακεδονία, ούτε Πρώην Γιουγκοσλαβική, ούτε Νέα, ούτε Βόρεια, ούτε Άνω. Εξάλλου, πλέον τα περισσότερα κράτη-μέλη του ΟΗΕ έχουν αναγνωρίσει την ΠΓΔΜ με τη συνταγματική της ονομασία. Εκεί οδήγησε η εθνικοπατριωτική τύφλωση του «ας λυθεί αργότερα» ή και του «ας μην λυθεί ποτέ».

Κάπως έτσι, σήμερα που ο αλυτρωτισμός στην ΠΓΔΜ υποχωρεί και η Δύση επιθυμεί μια οριστική λύση, όχι μόνο η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε πιο ευνοϊκή θέση αλλά ενδέχεται να χρειαστεί να υποχωρήσει και από την εθνική κόκκινη γραμμή περί γεωγραφικού προσδιορισμού για κάθε χρήση. Κάτι τέτοιο θα συμβεί σε περίπτωση που η Ελλάδα κληθεί να απαντήσει αν αποδέχεται την ονομασία «Νέα Μακεδονία», η οποία πράγματι μόνο ιδανική δεν μοιάζει ή τουλάχιστον με κανέναν τρόπο δεν είναι προτιμότερη από το «Βόρεια Μακεδονία» ή το «Άνω Μακεδονία».

Αν λοιπόν κάτι μας διδάσκει με βεβαιότητα η Ιστορία, είναι ότι ο χρόνος δεν λειτουργεί υπέρ μας κι ότι πάντα στο τέλος αποδεικνύεται ότι η χειρότερη λύση είναι η μη λύση. Αν και αυτή τη φορά ναυαγήσουν οι διαπραγματεύσεις, αν κι αυτή τη φορά υποκύψουμε στον πειρασμό κάποιου τύπου «περήφανου» ΟΧΙ, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να ενισχύσουμε το σημερινό status quo, κοινώς την ευρεία αναγνώριση της γειτονικής χώρας ως σκέτο «Μακεδονία».

Όμως, μια και η εξωτερική πολιτική ασκείται με όρους μέλλοντος, συνήθως χρονικά ευρύτερους από τετραετείς εκλογικούς κύκλους, καλό θα ήταν να αποφευχθεί το όνομα «Νέα Μακεδονία», ακριβώς γιατί μοιάζει βούτυρο στο ψωμί ενός μελλοντικού κύματος αλυτρωτισμού στη γειτονική χώρα. Γιατί αν οι κάτοικοι της ΠΓΔΜ... αναγκάστηκαν να ιδρύσουν μια «Νέα Μακεδονία», δηλαδή μια νέα πατρίδα, τότε αυτό εύκολα μπορεί στο μυαλό κάποιων να σχηματοποιηθεί ως ανάγκη ανάκτησης των χαμένων πατρίδων. Θα είναι φοβερά εύκολο για ένα εθνικιστικό προπαγανδιστικό δίκτυο να απαντήσει με τρόπο επικίνδυνο στην απορία ενός σημερινού εφήβου που θα αναρωτηθεί «αν εγώ είμαι Νέος Μακεδόνας, ποιοι ήταν οι παλιοί;».

Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα οφείλει να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με σύνεση και πλήρη επίγνωση της σημερινής πραγματικότητας. Μιας και ούτως ή άλλως στην καθημερινότητά τους οι πολίτες της ΠΓΔΜ θα συνεχίσουν να αυτοπροσδιορίζονται ως Μακεδόνες, κρίσιμο είναι τουλάχιστον να εξασφαλιστεί η πλήρης απάλειψη κάθε θεσμικής έκφρασης αλυτρωτισμού από την απέναντι πλευρά – από τα σχολικά εγχειρίδια μέχρι την ονοματοδοσία δημόσιων χώρων.

Από δύναμη άρνησης και μίζερης στασιμότητας, η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να μετατραπεί σε παράγοντα σταθερότητας και ανάπτυξης, ειδικά στο έδαφος της ΠΓΔΜ και γενικότερα στα Δυτικά Βαλκάνια. Αυτή η ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί, είναι προτιμότερο να... χαθούν οι πολιτικές καριέρες διαφόρων οπορτουνιστών.