Πολιτικη & Οικονομια

Παραμύθι αποδείχτηκε το success story της κυβέρνησης

Το πέρασμα στην οικονομική ανάπτυξη είναι πλέον μια εξαιρετικά σύνθετη υπόθεση

Γιώργος Κύρτσος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα στοιχεία για την εξέλιξη της απασχόλησης τον Οκτώβριο δείχνουν πόσο εύθραυστη είναι η οικονομική ανάκαμψη που παρατηρείται κατά τα δύο τελευταία τρίμηνα.

Σχεδόν όλα ο τουρισμός

Τον περασμένο Απρίλιο είχαμε αύξηση της απασχόλησης κατά περίπου 100.000 θέσεις εξαιτίας του ξεκινήματος μιας δυναμικής τουριστικής περιόδου. Τον Οκτώβριο είχαμε μείωση της απασχόλησης κατά περίπου 100.000 θέσεις εργασίας εξαιτίας της λήξης της πολύ καλής τουριστικής περιόδου.

Αυτοί οι αριθμοί τα λένε όλα για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.

Πρώτον, υπάρχει μεγάλη εξάρτηση της πορείας της οικονομίας από τις επιδόσεις του τουριστικού τομέα. Χρειαζόμαστε ολοκληρωμένη οικονομική στρατηγική για να βγούμε από την κρίση και να μπούμε σε πορεία σταθερής και δυναμικής ανάπτυξης, η οποία θα δίνει έμφαση στη μεταποίηση και στην εξωστρέφεια.

Δεύτερον, ο τουρισμός στηρίζεται κυρίως σε εποχικές θέσεις μερικής απασχόλησης κι αυτό αντανακλάται στην αξιοσημείωτη καμπύλη της απασχόλησης στην Ελλάδα. Για να αντιμετωπίσουμε όμως οικονομικά, κοινωνικά και δημογραφικά προβλήματα χρειαζόμαστε εκατοντάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, οι οποίες θα είναι πλήρους απασχόλησης, με σχετικά καλές αποδοχές και στον παραγωγικό ιδιωτικό τομέα.

Τρίτον, η κυβέρνηση προσπαθεί να χτίσει ένα οικονομικό success story πάνω στις πολύ καλές επιδόσεις του τουριστικού τομέα, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με την κυβερνητική πολιτική που ακολουθείται. Ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του έχουν εξαπολύσει διαρκή φορολογική επίθεση σε βάρος του ελληνικού τουρισμού που συμπεριλαμβάνει αύξηση του ΦΠΑ στην εστίαση, αύξηση του ΦΠΑ γενικώς, αύξηση στη φορολογία καυσίμων, αύξηση στη φορολογία των κερδών των επιχειρήσεων, αύξηση στον ΦΠΑ στα νησιά, επιβολή τέλους στην εμφιάλωση οίνου και με τον καινούριο χρόνο επιβολή τέλους στη διανυκτέρευση σε ξενοδοχεία. Η επιτυχία του τουριστικού τομέα στηρίζεται στην ευελιξία των επαγγελματιών του κλάδου οι οποίοι προσαρμόζονται με επιτυχία σε δύσκολες καταστάσεις και στην ευνοϊκή διεθνή συγκυρία. Ανταγωνιστικοί προορισμοί όπως η Τουρκία και η Αίγυπτος έχουν υποβαθμιστεί για συγκεκριμένους λόγους, η Ευρωζώνη αναπτύσσεται για πέμπτη συνεχή χρονιά και η παγκοσμιοποίηση προχωράει με άλματα στον τουρισμό.

Ανύπαρκτο ρεκόρ

Στην προσπάθειά της να δημιουργήσει κλίμα οικονομικής ευφορίας η κυβέρνηση επικαλείται ανύπαρκτα επενδυτικά ρεκόρ. Το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων είναι κάθε χρόνο πιο καχεκτικό από τον προηγούμενο, το ΕΣΠΑ είναι μία από τα ίδια με κατασπατάληση πόρων υπέρ συγκεκριμένων εργολαβικών συμφερόντων και υπέρ κομματικών πρακτικών δήθεν για να προωθηθεί η επαγγελματική εκπαίδευση και η επανένταξη στην αγορά εργασίας. Οι τομείς οι οποίοι έπρεπε να υποστηριχτούν με δυναμικό τρόπο −μεταποίηση, εξωστρέφεια, ψηφιακή οικονομία− υποχρηματοδοτούνται.

Τέλος, η κυβέρνηση συνεχίζει τη γνωστή δημιουργική λογιστική αξιοποιώντας την επένδυση του 1,4 δισ. ευρώ της Fraport στα περιφερειακά αεροδρόμια για να «αποδείξει» ότι αυξάνονται οι ξένες άμεσες επενδύσεις στη χώρα μας. Να θυμίσουμε ότι πρόκειται για μία επένδυση η οποία πραγματοποιήθηκε παρά τις πολιτικές αντιρρήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και πως άλλες σημαντικές επενδύσεις, από τη Χαλκιδική μέχρι το Ελληνικό, εξακολουθούν να είναι στόχος κυβερνητικών και κομματικών παραγόντων.

Η αναπτυξιακή δυναμική που περιγράφουν στο Μαξίμου υπάρχει μόνο στη γόνιμη πολιτική φαντασία τους. Η ελληνική οικονομία είναι στο τρίτο τρίμηνο μιας εύθραυστης οικονομικής ανάκαμψης, με τις άλλες οικονομίες της Ευρωζώνης να βρίσκονται στον πέμπτο χρόνο σταθερής οικονομικής ανάπτυξης και να έχουν απορροφήσει πλήρως την πρόσθετη ανεργία που δημιούργησαν η κρίση του 2008 και τα περιοριστικά μέτρα αντιμετώπισής της.

Χωρίς αναπτυξιακή δυναμική πολύ δύσκολα θα αντιμετωπίσουμε τα συσσωρευμένα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και είναι πολύ πιθανόν να δικαιωθεί σε βάθος χρόνου το ΔΝΤ, το οποίο υποστηρίζει ότι με μέσο ετήσιο αναπτυξιακό ρυθμό της τάξης του 1% δεν θα μπορέσουμε να μειώσουμε δραστικά τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου και να σηκώσουμε για πολλά χρόνια τα βάρη των τοκοχρεολυτικών μας υποχρεώσεων σε σχέση με το χρέος του Δημοσίου.