Πολιτικη & Οικονομια

Edito292

Ο Φώτης Γεωργελές για τη διαφορά μεταξύ ρατσισμού και εγκληματικότητας

Φώτης Γεωργελές
ΤΕΥΧΟΣ 292
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο ένας στέκεται μπροστά και ακινητοποιεί το αυτοκίνητο, οι άλλοι ανοίγουν τις πόρτες και αρπάζουν τσάντες, πορτοφόλια. Από την πρώτη φορά που έγραψα για τη Μενάνδρου και την εγκληματικότητα στο κέντρο, μόνο σ’ αυτά τα γραφεία μετράμε 5 περιστατικά. Αν το διηγηθείς σε κάποιον αντιλαμβάνεσαι ότι όλοι το ξέρουν, όλοι έχουν μια παρόμοια ιστορία. Το φαινόμενο πρέπει να είναι πια καθημερινό. Μιλάμε πια για το κέντρο της Αθήνας σαν να μιλάμε για την Ονδούρα. Κι όμως, η Μενάνδρου τουλάχιστον, είναι ένας δρόμος, ένα φανάρι, δυο περιπολικά και δέκα αστυνομικοί αν ήταν μόνιμα εκεί, έφταναν. Παραδόξως, δεν είναι.

Μη σκέφτεσαι πάντα θεωρίες συνωμοσίας, μου λέει ένας φίλος πολιτικός, εγώ ρώτησα έναν αρμόδιο, γιατί δεν κάνουν τουλάχιστον κάτι για τις μαυρούλες, που είναι και σοκαριστικό το θέαμα, κοριτσάκια 12-14 ετών στο πεζοδρόμιο. Η νιγηριανή μαφία είναι η πιο ισχυρή, μου απάντησε, ποιος να τα βάλει μαζί τους.

Αν διαβάσεις μελέτες οργανισμών, επιτροπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΟΗΕ, βιβλία, πορίσματα κρατικών υπηρεσιών, δημοσιογραφικές έρευνες, το πρόβλημα αποκαλύπτεται. Το οργανωμένο έγκλημα, οι μαφίες, εκμεταλλευόμενες την ανικανότητα και τη διαφθορά των κρατικών δομών, επεκτείνονται συνεχώς σε μεγαλύτερο εύρος. Το παγκοσμιοποιημένο έγκλημα καταλαμβάνει περισσότερους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, ελέγχει ολόκληρες περιοχές της πόλης και της καθημερινής ζωής. Από την εύρεση και μεταφορά φτηνού εργατικού δυναμικού, τη διακίνηση ανθρώπων, το σεξ, τα ναρκωτικά, το λαθρεμπόριο προϊόντων, τα προϊόντα-μαϊμούδες, την καταπάτηση και εκμετάλλευση γης, μέχρι την προστασία και το παράνομο πάρκινγκ της νύχτας. Αν θυμηθείς την ειδησεογραφία των τελευταίων χρόνων, επανειλημμένα, σε περιπτώσεις ναρκωτικών, καταπάτησης γης, συμμορίες προστασίας και απαγωγών, λαθρεμπορίου, οι δικαστικές έρευνες αποκάλυπταν διασυνδέσεις με πολιτικούς, βουλευτές, υπουργούς και σημαίνοντα στελέχη της, κατά τα άλλα, υπέροχης κοινωνίας μας.

Παραδόξως και πάλι, κανείς δεν μιλάει γι’ αυτό το πρόβλημα. Μιλάνε για τους μετανάστες. Αποκρύπτουν το πραγματικό ζήτημα, την αντίθεση με το παγκοσμιοποιημένο έγκλημα, παραπλανούν, διεγείρουν τους φόβους, για να στρέψουν την προσοχή και να δημιουργήσουν αποδιοπομπαίους τράγους στο πρόσωπο των ξένων που ζουν στη χώρα μας. Καθόλου τυχαία. Το οργανωμένο έγκλημα χρησιμοποιεί και τις ρατσιστικές επιθέσεις για τα συμφέροντά του, πουλάει φόβο και προστασία. Στην Ιταλία, όταν οι ξένοι εργάτες γης που η ίδια η Μαφία διακινεί είναι πια άχρηστοι γιατί η επιδότηση αποσυνδέεται από την παραγωγή, είναι οι συμμορίες που δημιουργούν ρατσιστικά επεισόδια για να ξεφορτωθούν το άχρηστο δυναμικό.

Κατά έναν περίεργο τρόπο, όλοι αυτοί οι πατριώτες που ανησυχούν για τη χώρα τους, την «Τάξη και την Ασφάλεια», δεν μιλούν ποτέ γι’ αυτά. Εχθρός τους δεν είναι ποτέ η παρανομία. Εχθρός τους είναι τα βιβλία, της Δραγώνα τώρα, της Ρεπούση πριν. Εχθρός τους είναι τα μαθήματα γλώσσας που κάνει η Στέλλα Πρωτονοτάριου στις οικογένειες των ξένων μαθητών. Εχθρός τους είναι οι μαθητές που αριστεύουν στο σχολείο, αισθάνονται Έλληνες και θέλουν περήφανα να σηκώσουν τη σημαία. Εχθρός τους είναι τα παιδάκια που γεννιούνται, ζουν εδώ, πάνε σχολείο, θέλουν να γίνουν Έλληνες. Εχθρός τους είναι τα μπακάλικα των μεταναστών, τα καφενεία, αυτοί δηλαδή που δουλεύουν σαν άνθρωποι. Εχθρός τους είναι αυτοί που θέλουν να αποκτήσουν χαρτιά, να είναι νόμιμοι. Εχθρός τους δηλαδή είναι η νομιμότητα.

Αυτό είναι το κρυμμένο μυστικό που εξηγεί τις επιθέσεις εναντίον του νομοσχεδίου για την ιθαγένεια αλλά και την έξαρση των ρατσιστικών επιθέσεων του τελευταίου καιρού. Δεν βρισκόμαστε πια στο 1990. Ζούμε πάνω από 20 χρόνια μαζί με τους καινούργιους συμπολίτες μας. Αν είχαμε να κάνουμε με τη συνηθισμένη ξενοφοβία, τα πράγματα θα ήταν πιο απλά, η επιχειρηματολογία εύκολη. Λέμε συχνά ότι υπάρχει άλλη μια Ελλάδα έξω απ’ τα σύνορά μας, ότι όσοι είμαστε εδώ άλλοι τόσοι Έλληνες είναι διασκορπισμένοι σ’ όλο τον κόσμο, από τη Χιλή ως την Αυστραλία. Δεν υπάρχει ούτε μία ελληνική οικογένεια που να μην έχει ένα στενό συγγενή πολίτη άλλης χώρας. Όλοι δεχόμαστε και μας φαίνεται απολύτως φυσικό, ο θείος μας, τα ξαδέλφια μας να είναι πολίτες της Αμερικής ή της Γερμανίας. Οι άνθρωποι είναι Έλληνες, είναι και πολίτες της χώρας που ζουν και δουλεύουν. Έτσι είναι ο κόσμος, έτσι γίνεται παντού, το ξέρουμε.

Το καινούργιο νομοσχέδιο δεν είναι ούτε ιδιαίτερα προωθημένο αλλά ούτε και κακό, είναι απλώς μια αναγκαία ρύθμιση που έπρεπε καιρό να είχαμε κάνει. Η επίλυση αυτού του προβλήματος δεν είναι μόνο ότι μακροπρόθεσμα ενισχύει το δυναμισμό της ελληνικής κοινωνίας και εξομαλύνει τις εντάσεις. Αυτό που κυρίως κάνει, και γι’ αυτό είναι απαραίτητο σήμερα, είναι ότι συγκρούεται με την παρανομία, της αφαιρεί πεδία. Όσοι θέλουν να έχουν «ταυτότητα», να είναι πολίτες, μέλη ενός συνόλου, αναλαμβάνουν όχι μόνο τα δικαιώματα αλλά και τις υποχρεώσεις, ξέρουν ότι βγαίνουν στο φως, επιλέγουν τη νομιμότητα. Η παρανομία θέλει να κινείται στο σκοτάδι, να χρησιμοποιεί τους «χωρίς χαρτιά», η παρανομία ευνοείται από τις γκρίζες ζώνες, τα άβατα, την ανωνυμία χωρίς κανόνες.

Οι πρόσφατες ρυθμίσεις δίνουν υπόσταση σε όσους ζουν και εργάζονται στη χώρα μας, ενισχύουν τη νομιμότητα, ενισχύουν τη «λευκή» οικονομία έναντι της μαύρης, έναντι της απορρύθμισης των αγορών. Για άλλη μια φορά, όπως συνέχεια συμβαίνει στη χώρα μας, η πραγματική αντίθεση μένει κρυμμένη, οι πραγματικές επιδιώξεις είναι μεταμφιεσμένες. Καθώς η κοινωνία προσπαθεί να επιβάλει κανόνες, να μοιράσει δικαιώματα και υποχρεώσεις στο φως της ημέρας, η παρανομία προσπαθεί να διατηρήσει τομείς, περιοχές και ανθρώπους στο δικό της σκοτάδι, στην ανωνυμία, τις γκρίζες ζώνες, εκεί όπου το παγκοσμιοποιημένο έγκλημα δρα ανενόχλητο.