Πολιτικη & Οικονομια

Ένας ελληνόφωνος Αθηναίος για την «Documenta-14»

Στην Αντρέα Σέλινγκερ

Δημήτρης Φύσσας
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αν η έκθεση «Documenta 14» διατείνονταν ότι είχε την παραμικρή συσχέτιση με την κρίση που περνάει η ελληνική κοινωνία, οικονομία και ζωή, τότε μάλλον καλύτερα που πήραμε την κρίση σκέτη, δίχως την έκθεση.

Πρώτο, γιατί την έκθεση την είδαν άνθρωποι που, κατά τεκμήριο, δε ζουν από πρώτο χέρι την κρίση. Δε νομίζω το κοινό των γκαλερί –έστω των άτυπων γκαλερί, όχι της βαριάς κι εξεζητημένης κουλτούρας– να έχει και πολλή σχέση με καημούς σαν τη δουλειά, την απόλυση, το χαμηλό μεροκάματο, την υποαπασχόληση και τα συναφή. Από την άλλη, οι μαθητές και φοιτητές που κατά μάζες οδηγήθηκαν στους χώρους της έκθεσης δεν καταλαβαίνουν καλά καλά τι είναι η κρίση.

Δεύτερο, γιατί όσο κομμάτι της έκθεσης άντεξα κι ανέχτηκα να δω ήταν κατά τη γνώμη μου αμήχανο, βαρετό και σε μεγάλο βαθμό αντικαλλιτεχνικό. Αυτό βέβαια δεν αφορά μόνο τις εκδηλώσεις της συγκεκριμένης διοργάνωσης, αφορά γενικότερα τις εικαστικές Τέχνες: στο βαθμό που είμαι σε θέση να τις παρακολουθήσω, βλέπω όλο και λιγότερη Τέχνη, ενώ περισσεύει η εκζήτηση, η επιδίωξη της μοντερνιάς και του αναπάντεχου, η πρόκληση, το ανακάτεμα και άλλα συναφή. Για να πω ένα παράδειγμα: όσο περισσότερη «εγκατάσταση» βλέπω, τόσο λιγότερη Ζωγραφική, Γλυπτική ή Χαρακτική χαίρομαι.  

Και τρίτο, γιατί όσο κι αν η Τέχνη εκτελεί –πάντα εκτελούσε– παραμυθητικούς / παρηγορητικούς ρόλους, η ίδια αδυνατεί να γίνει το υποκείμενο που θα ξεπεράσει το πρόβλημα.  Δηλαδή, ακόμα κι αν ήταν σπουδαίες όλες οι επιμέρους εκδηλώσεις της και είχε ψηλό επίπεδο, η συγκεκριμένη διοργάνωση θα λειτουργούσε θετικά μόνο στιγμιαία, ίσως και μονάχα στο μυαλό των επισκεπτών της.

Για ν΄ αφήσουμε την κρίση πίσω μας και να γίνουμε μια σχετικά κανονική ευρωπαϊκή χώρα, απαιτείται πολιτικό και οικονομικό σχέδιο που το ελληνικό κατεστημένο αρνείται να το εκπονήσει, ειδικά με την κυβέρνηση των τελευταίων δυόμιση χρόνων.  Εδώ χρειάζονται μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις στον ιδιωτικό τομέα, αλλά οι κυβερνώσες ελίτ ονειρεύονται Βενεζουέλες και Ρωσίες.

Κι έτσι οι κοινοί άνθρωποι, μην μπορώντας να κάνουν τίποτα, εννοώ τίποτα μεγάλο, κάνουν ό,τι μικρό μπορούν. Ας πούμε, μεταναστεύουν: είτε σε αγροτικές περιοχές της Ελλάδας, είτε στο εξωτερικό.

Όσοι μένουν στις πόλεις, παράλληλα με το ψάξιμο για δουλειά ή τη δουλειά την ίδια, στρέφονται στον εαυτό και στα ενδιαφέροντά τους. Μπορεί να το πει κανείς ιδιώτευση, εφησυχασμό, εθελοτυφλία, ενδοσκόπηση ακόμα και ομφαλοσκόπηση, ωστόσο το να τριγυρίζει κανείς στην υπέροχη αυτή πόλη, την Αθήνα, ν΄ ακούει τις καμιά τριανταριά γλώσσες που μιλιούνται πια εδώ, να ψωνίζει το φτηνότερο όπου κι όπως το βρει, να κάνει πολυεθνικές φιλίες, να μελετάει τα παλιά σπίτια και τα νέα μαγαζάκια– όλα αυτά είναι , κατά τη γνώμη μου, μορφές απάντησης στην κρίση.

Κι αν δεν μπορούμε ν΄ αλλάξουμε την κατάσταση, τουλάχιστον μπορούμε να γνωρίσουμε καλύτερα την πόλη μας. Κι αν το ελληνικό κράτος μάς ενοχλεί, τουλάχιστον η Αθήνα μάς αποζημιώνει.

Εμένα τουλάχιστον, τα τελευταία χρόνια της κρίσης, κι αν μου επιβεβαιώσανε το να μην είμαι Έλληνας, όπως εδώ και μισό αιώνα δεν είμαι πια χριστιανός, τουλάχιστον μού επιβεβαιώσανε πως είμαι Αθηναίος. Φυσικά, ελληνόφωνος Αθηναίος.


d.fyssas@gmail.com