Πολιτικη & Οικονομια

Οι φυλές της κεντροαριστεράς

Διεργασίες στο προσκήνιο και το παρασκήνιο

Αθηνά Γκόρου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το Σάββατο 29 Απριλίου επισημοποιήθηκε η απόφαση των τριών πρώην υπουργών του ΠΑΣΟΚ, Άννας Διαμαντοπούλου, Γιάννη Ραγκούση, Γιώργου Φλωρίδη, να προχωρήσουν στην ιδρυτική καταστατική συνέλευση της Ώρας Αποφάσεων, με στόχο τη σταδιακή μετεξέλιξή της, όπως οι ίδιοι υποστηρίζουν, σε έναν ευρύ, προοδευτικό πολιτικό σχηματισμό. Η βασική προτεραιότητα της Ώρας Αποφάσεων, σύμφωνα με το κείμενο Πολιτικής Απόφασης, είναι να προτείνει λύσεις παραγωγής εθνικού πλούτου, δηλαδή λύσεις ουσιαστικής υπέρβασης της λιτότητας. Από το κείμενο δε λείπουν, όπως αναμενόταν, οι αιχμές για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, που, όπως σημειώνεται, «αρνείται συστηματικά να εισακούσει το διαρκές αίτημα για τη δημιουργία του νέου και ενιαίου φορέα, που θέτει η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνικής βάσης του προοδευτικού χώρου».

Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ από την πρώτη στιγμή δεν είδε τη σύμπραξη των τριών πρώην υπουργών με καλό μάτι, αφού θα επιθυμούσε αυτή να πραγματοποιηθεί υπό την ηγεμονία του. Στρατηγική που αφορά και σε άλλα κόμματα, κινήσεις ή σχήματα του χώρου. Οι αιχμηρές δηλώσεις ήρθαν αμέσως μετά τη συγκρότηση της πρωτοβουλίας των τριών πρώην υπουργών στις αρχές του 2017. Μεταξύ άλλων σε σχόλιό του το ΠΑΣΟΚ ανέφερε: «Προσκλήσεις προς κοινοβουλευτικά κόμματα από μεμονωμένα πρόσωπα χωρίς κοινωνική αναφορά, που θέτουν όρους και προϋποθέσεις για άμεση διάλυσή τους, πέρα από γραφικές είναι θρασείς, απαράδεκτες, ελιτίστικες και διασπαστικές. Δεν έχουν στόχο την ενότητα και την αναγέννηση του χώρου, γι’ αυτό και δεν ενδιαφέρουν τον κόσμο της παράταξης που τους έχει γυρίσει την πλάτη. Υπηρετούν αλλότριους σκοπούς».

Οι φθαρμένοι και οι άφθαρτοι

Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις αναδεικνύουν και μάλιστα με σημαντικά ποσοστά, την επιθυμία των πολιτών για νέο σχήμα στο χώρο του προοδευτικού κέντρου, χωρίς ωστόσο τα πρόσωπα του παρελθόντος. Η ερμηνεία αυτών των ευρημάτων φαίνεται να προκαλεί θύελλες και διαιρέσεις κυρίως μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Έτσι διαμορφώνονται δύο ισχυροί πόλοι στο Κίνημα. Από τη μια είναι τα παλιά στελέχη, τα «φθαρμένα», με παρελθόν στην παράταξη, που, παίζοντας πιθανόν το τελευταίο πολιτικό χαρτί τους συσπειρώνονται γύρω από τη Φώφη Γεννηματά.

Κατά πολλούς σε κάποια από αυτά τα στελέχη αποδίδεται η τοξικότητα του ΠΑΣΟΚ, καθώς θυμίζουν στο εκλογικό σώμα τους λόγους για τους οποίους η παράταξη εξαερώθηκε. Για αυτά τα στελέχη η διάλυση του ΠΑΣΟΚ και η μετάβαση στη νέα εποχή φαίνεται ότι θα είναι οδυνηρή. Στα φθαρμένα «υλικά» σημαντικό μέρος του πολιτικού κόσμου αλλά και των ψηφοφόρων κατατάσσει και τον Γιώργο Παπανδρέου, καθώς τα ισχνά ποσοστά του ΚΙΔΗΣΟ δεν προσφέρονται για άθροιση, ενώ ο ίδιος θα διεγείρει πάντα το θυμικό των ψηφοφόρων, ως συνδεδεμένος με την προσφυγή της χώρας στο ΔΝΤ και το πρώτο μνημόνιο.

Στην άλλη άκρη είναι το «νέο κύμα» της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, η ομάδα Ανδρουλάκη Ξεκαλάκη. Οι Γραμματείς, ο νυν και ο πρώην και οι νέοι που συσπειρώνονται γύρω τους, όπως η Εύα Καϊλή, θεωρούν ότι αν ο χώρος απαλλαγεί από φθαρμένα πρόσωπα και ονόματα και βγάλει μπροστά μια νέα γενιά, σε ένα σχήμα με νέο όνομα και άλλα σύμβολα, θα διευρύνει το ακροατήριό του και την εκλογική του επιρροή. Ότι θα αναστηθεί.

Η κόντρα αυτή, που κορυφώθηκε στην τελευταία Κεντρική Επιτροπή και οδήγησε στο ξήλωμα του Γραμματέα, συνεχίζεται, όχι πια μέσω των οργάνων, αλλά των ΜΜΕ. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την πρόσφατη ανταλλαγή πυρών μεταξύ Κωνσταντινόπουλου και Ξεκαλάκη. «Εγώ δεν αναγνωρίζω αποφάσεις που παίρνονται από μονοπρόσωπα όργανα. Έχω εκλεγεί από την κεντρική επιτροπή του ΠΑΣΟΚ γραμματέας και έχω καλέσει την Πρόεδρο να λειτουργήσει ως οφείλει κατά τρόπο θεσμικό, ως πρόεδρος του κινήματος και να φέρει το αίτημα της άρσης εμπιστοσύνης στο πρόσωπό μου στην κεντρική επιτροπή που με εξέλεξε» σημείωσε ο Στέφανος Ξεκαλάκης σε συνέντευξη που παραχώρησε στο North 98.

Στον αντίποδα ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος δήλωσε τα εξής: «Όσοι δημιούργησαν τεχνητές κρίσεις και εσωστρέφεια, είναι χορηγοί του κ.Τσίπρα και της ΝΔ. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που επέδειξαν τα φιλικά προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ ΜΜΕ, διογκώνοντας την κρίση, εξυπηρετεί το σχέδιό τους. Χρησιμοποιούν την εσωστρέφεια του ΠΑΣΟΚ ως επιχείρημα, ότι δεν είμαστε αναγκαίοι στον πολιτικό χάρτη, γι’ αυτό και πρέπει να τελειώνουμε, να πάμε είτε με τη ΝΔ είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ», τόνισε ο βουλευτής της Συμπαράταξης.

Ανάμεσα σε αυτό το δίπολο αναπτύσσεται η τρίτη λογική, από στελέχη και ομάδες εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ, εντός και εκτός Συμπαράταξης. Σύμφωνα με αυτή, η κρίση στο ΠΑΣΟΚ περιγράφεται ως καβγάς αξιωματούχων για τη διαχείριση της ίδιας παλιάς πολιτικής, την οποία ο κόσμος αποδοκίμασε. Δεν πρόκειται δηλαδή για αντιπαραθέσεις επί του περιεχομένου διαφορετικών πολιτικών προτάσεων, αλλά για εσωκομματικές σκιαμαχίες με στόχο τη γραφειοκρατική διαχείριση ενός χώρου, ο οποίος θα λειτουργεί ως παρακολούθημα στρατηγικών άλλων κομμάτων.

Νέος φορέας, προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά 

Κι ενώ οι διεργασίες στο προσκήνιο και το παρασκήνιο για τη δημιουργία του νέου φορέα κλιμακώνονται, το ακανθώδες ζήτημα του ιδεολογικού στίγματός του φαίνεται να μην επιθυμεί να το αγγίξει κανείς. Κάθε πρόβλημα στην ώρα του είναι και η λογική της Φώφης Γεννηματά, που επιλέγει την πολιτική των ίσων αποστάσεων, αλλά με αριστερόστροφη, τελευταία, ρητορική. Με το ένα μάτι στην Ευρώπη δηλαδή, όπου εκδηλώνεται η ισχυρή τάση να αποδεσμευτεί η σοσιαλδημοκρατία από τη συμμαχία της με τους συντηρητικούς.

Το θέμα του ιδεολογικού προσανατολισμού, ωστόσο, προτάσσει εμφατικά ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος διαφωνεί πλήρως με ένα ενδεχόμενο στροφής προς τα αριστερά, δηλαδή ενδεχόμενης συνεργασίας στο μέλλον με τον ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρεί δε ότι το επείγον ζήτημα είναι εκλογές και ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε η χώρα να αποκτήσει μια άλλη κυβέρνηση συνεργασίας. Να σημειώσουμε ότι ο Ευάγγελος Βενιζέλος εμφανίζεται επιφυλακτικός έως δύσπιστος για το νέο φορέα, καθώς θεωρεί ότι αυτό που έχει ανάγκη η χώρα είναι ένας μεγαλύτερος, μεταρρυθμιστικός, αντι-λαϊκιστικός πόλος. Προτιμά να απέχει από τις διαδικασίες του εγχειρήματος, προφυλλάσσοντας το πολιτικό του κεφάλαιο.

Το πολιτικό περιεχόμενο της πρόταση ενός νέου ενιαίου φορέα είναι μείζον και για το Ποτάμι. Έχει προτάξει την ανάγκη για προσυμφωνημένο προγραμματικό και πολιτικό πλαίσιο, ενώ το να συγκλίνει άνευ όρων σε μία ευρύτερη συμμαχία, με κεντρικό άξονα τη ΔΗΣΥ, ο επικεφαλής του Ποταμιού το έχει απορρίψει προ πολλού. Άλλωστε πολλές φορές έχει δηλώσει ότι το ενδιαφέρον του δεν είναι η σοσιαλδημοκρατία αλλά το δημοκρατικό κέντρο, από όπου θα υλοποιηθούν οι απαραίτητες για τη χώρα μεταρρυθμίσεις. Οι δίκαιες μεταρρυθμίσεις και ένα σαφές σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας αποτέλεσε τη βάση της προσέγγισης του Σταύρου Θεοδωράκη με την Ώρα Αποφάσεων. Μια προσέγγιση που έμπασε νερά. Οι 3 πρώην υπουργοί βιάζονταν για συνέδριο ίδρυσης και εκλογή αρχηγού, ενώ ο Σταύρος Θεοδωράκης αντιτείνει ότι δεν μπορεί να αυτοδιαλυθεί ένα κοινοβουλευτικό κόμμα, πολύ περισσότερο που δεν φαίνονται εκλογές στον ορίζοντα. Προτείνει συνεργασία που θα διαμορφωθεί ανάλογα με τις εξελίξεις.

Επιπλέον, μερίδιο στο νέο ξεκίνημα διεκδικεί και η ΔΗΜΑΡ του Θανάση θεοχαρόπουλου,, η οποία έφτασε στη διάσπαση όταν ελήφθη η απόφαση για εκλογική συμπόρευση με το ΠΑΣΟΚ, υπό την ομπρέλα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Στη γραμματείας της Οργανωτικής Επιτροπής Συνεδρίου συμμετέχουν από τη Δημοκρατική Αριστερά τα ιστορικά στελέχη του χώρου, Θεόδωρος Μαργαρίτης και Δημήτρης Χατζησωκράτης, ενώ, αν και η ΔΗΜΑΡ έχει υποστηρίξει ότι θα έπρεπε άμεσα να γίνει ιδρυτικό συνέδριο, κρατάει χαμηλούς τόνους, σεβόμενη (όπως λένε τα στελέχη της) τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε το ΠΑΣΟΚ, μπροστά στο ενδεχόμενο της άμεσης διάλυσής του. 

Όσο για τις κινήσεις από τις Κινήσεις Πολιτών, δεν έχουν ξεκαθαρίσει μετά τον αιφνιδιασμό Γεννηματά για έκτακτο συνέδριο. Εκείνοι εμφανίζονταν απόλυτοι, ζητώντας άμεσα ιδρυτικό συνέδριο και τώρα διεκδικούν πίστωση χρόνου, καθώς οι νέες αποφάσεις δεν έχουν επικυρωθεί από τα σχετικά όργανα.

Τέλος δεν είναι αμελητέο το ποσοστό, εντός και πέριξ, της Δημοκρατικής Συμπαράταξης που εντοπίζει ότι οι προσπάθειες ανασύστασης του χώρου δεν έχουν διακριτό πολιτικό και προγραμματικό πλαίσιο, που να έρχεται σε αντιπαράθεση με τις επιδιώξεις του νεοφιλελευθερισμού. Με λίγα λόγια ζητούν κεντροαριστερά με έμφαση στο αριστερά.

Το «πρόσημο», το ιδεολογικό στίγμα δηλαδή, θα είναι η πλέον σημαντική πρόκληση για το νέο φορέα, καθώς εν πολλοίς θα κρίνει την πορεία του.