Πολιτικη & Οικονομια

Ιεράρχες πολιτικάντηδες

Σπύρος Βλέτσας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η εκκλησιαστική ηγεσία στην Ελλάδα δείχνει διαρκώς μεγάλο ενδιαφέρον στην άσκηση κοσμικής εξουσίας. Με κάθε αφορμή οι ιεράρχες δεν χάνουν την ευκαιρία να προστατεύσουν το έδαφος που έχουν κερδίσει. Δείχνουν να απολαμβάνουν μια εξουσία, η οποία όχι απλώς δεν ταιριάζει με την πνευματική τους αποστολή, αλλά την αντιστρατεύεται.

Πέρασαν 17 χρόνια από όταν η κυβέρνηση Σημίτη αποφάσισε να καταργήσει την αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες. Σε αυτά τα χρόνια κανείς Χριστιανός Ορθόδοξος πιστός δεν εμποδίστηκε στην εκδήλωση της πίστης του. Όπως δεν είχε εμποδιστεί και στην Κύπρο, όπου ποτέ δεν μπήκε το θρήσκευμα στις ταυτότητες. Όπως δεν εμποδίστηκε κανείς στην Ελλάδα πριν την κατοχή, όταν επίσης δεν υπήρχε αναφορά στις ταυτότητες για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των πολιτών.

Καμία γραφή, κανένα κείμενο των πατέρων της εκκλησίας, καμία απόφαση οικουμενικής συνόδου συνάρτησαν ποτέ την πίστη με τις ταυτότητες. Ούτε στην ορθόδοξη παράδοση υπάρχει. Κι όμως τότε η Εκκλησία και οι πολιτικοί σύμμαχοί της παρουσίασαν την κατάργηση της αναγραφής σαν ένα διωγμό στην πίστη των ορθοδόξων Ελλήνων.

Με την κινητοποίηση για τις ταυτότητες ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος απαιτούσε να έχει η Εκκλησία τον τελευταίο λόγο στη θέσπιση των νόμων. Η συλλογή υπογραφών για δημοψήφισμα ήταν μια επίδειξη δύναμης απέναντι στον πολιτικό κόσμο. Ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας έκλεισε το θέμα απαντώντας ότι «οι εκτός νομοθετημένης διαδικασίας συλλεγείσες υπογραφές δεν είναι δυνατόν να ανατρέψουν τις διατάξεις του Συντάγματος».

Αντίθετα ο Κώστας Καραμανλής, αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης την εποχή εκείνη, έσπευσε να υπογράψει για το δημοψήφισμα του Χριστόδουλου. Όταν όμως έγινε πρωθυπουργός ξέχασε τις ταυτότητες, όπως τις ξέχασε και ο Χριστόδουλος και δεν έθεσε ποτέ το ζήτημα, για το οποίο προηγουμένως είχε ξεσηκώσει τον κόσμο. Αυτή η αλλαγή αποκάλυψε πόσο υποκριτική ήταν η στάση και των δύο στο θέμα των ταυτοτήτων.

Η καύση των νεκρών, ο πολιτικός όρκος, η ανέγερση μουσουλμανικού τεμένους, η αντίθεση στον πολιτικό γάμο, τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων και πολλά ακόμη ζητήματα δείχνουν ότι οι ιεράρχες δεν ενδιαφέρονται για τους δικούς τους πιστούς, αλλά για να επιβάλουν την άποψή τους –μέσω της πολιτικής ισχύος– στους πολίτες που δεν εναρμονίζονται οικειοθελώς με τις προσταγές τους. Δεν τους αρκεί να επικοινωνούν με πιστούς τους και να τους πείθουν να ακολουθούν όσα ονομάζουν χριστιανικό τρόπο ζωής. Θέλουν να έχουν εξουσία και στις ζωές όσων δεν μπορούν να πείσουν.

Οι ιεράρχες πολιτικολογούν για να διατηρήσουν την ισχύ τους. Με την εμπλοκή τους σε αντιδικίες δείχνουν στους πολιτικούς ότι μπορούν να επηρεάσουν τους ψηφοφόρους και γι’ αυτό τα κόμματα θα πρέπει να υπολογίζουν τη δύναμη της Εκκλησίας. Ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος είχε αναδειχθεί σε έναν ιδιότυπο λαϊκιστή ηγέτη της εθνικιστικής ακροδεξιάς και ήταν μέρος του πολιτικού παιχνιδιού.

Η Εκκλησία δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, που έχουν ονομαστεί εθνικά θέματα. Πάντα μεγεθύνει τις αντιπαραθέσεις, προωθεί εθνικιστικές θέσεις και είναι επιθετική με εκείνους που θεωρεί εχθρούς, χωρίς ποτέ όμως να αναλαμβάνει την ευθύνη για τις αποτυχίες και τα αδιέξοδα.

Την εποχή της μάχης για το «όνομα της Μακεδονίας» μητροπολίτες μιλούσαν για τους «Γυφτοσκοπιανούς». Σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος χαρακτηρίζει «αγκαθωτά βάτα» την Τρόικα, το ΔΝΤ και τον Σόιμπλε, που πληγώνουν τον Αλέξη Τσίπρα. Εννοεί ότι ο πρωθυπουργός δεν φταίει σε τίποτε για την κατάσταση της χώρας. Αυτοί που φταίνε είναι κάποιοι κακοί ξένοι που τον ταλαιπωρούν αδίκως που δεν του δίνουν λεφτά να μοιράσει.

Ο Ιερώνυμος ταυτίζεται με τη μυθοπλασία των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τους αθωώνει. Εντάσσεται στο πολιτικό αλισβερίσι και παίρνει θέση εναντίον εκείνων των κομμάτων της αντιπολίτευσης, τα οποία θεωρούν την κυβέρνηση υπεύθυνη για το βάλτωμα στην ύφεση και για τη συνέχιση της κρίσης. Δεν διστάζει μάλιστα να κατηγορήσει εκείνους στο εσωτερικό που δεν στηρίζουν τον πρωθυπουργό.

Δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε ηγέτη εκκλησίας σύγχρονης ευρωπαϊκής χώρας που πολιτικολογεί και διαλέγει απροκάλυπτα στρατόπεδο στην πολιτική αντιπαράθεση. Όπως δεν υπάρχει καμιά χώρα που να υποδέχεται το άγιο φως με τιμές αρχηγού κράτους. Αυτά είναι ελληνικές ιδιαιτερότητες. Από τις πολλές που κρατούν τη χώρα στην καθυστέρηση.