Πολιτικη & Οικονομια

Ο Σημίτης που αγαπάμε να μισούμε

Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Να, αυτά τα καθάρματα φταίνε γι’ αυτά που περνάμε». Ο διάλογος πριν από ένα περίπου χρόνο ήταν μεταξύ δύο ηλικιωμένων γυναικών σε ένα φανάρι της Καλλιθέας. Μόνο που  το «κάθαρμα» ήμουν εγώ και ο κατήγορος μια γιαγιάκα με κάτασπρα σαν χιόνι μαλλιά και το πιο αγαθό ύφος του κόσμου. Θα μορούσα να την φανταστώ να διαβάζει παραμύθια στα εγγόνια της αλλά εξίσου, συνειδητοποιούσα, να φωνάζει «να καεί, να καεί...» στην πλατεία των αγανακτισμένων.

Η σκηνή μού ήρθε ξανά στο μυαλό αυτές τις ημέρες καθώς προσπαθούσα να καταλάβω την λυσσώδη επίθεση που εξαπέλυσαν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ εναντίον του Κώστα Σημίτη. Ο ένας μετά τον άλλο, σε διατεταγμένη υπηρεσία, στελέχη της συγκυβέρνησης ισχυρίζονταν ότι ο κύριος υπαίτιος της σημερινής κατάστασης είναι αυτός. Το ότι αυτή η θέση δεν στέκει σε στοιχειώδη λογική ανάλυση δεν έχει σημασία.

Ο πρώτος λόγος που σκέφθηκα, για αυτή τη ρετρό παράσταση, ήταν ο προφανής για εμάς τους εκσυχρονιστές. Ο Σημίτης είναι η νέμεσίς τους, ο πιο γνήσιος αντίπαλος του εθνολαϊκισμού τους, αυτός που στην Ελλάδα της χρεοκοπίας έχει να αντιπαραθέσει την ανοιχτή Ελλάδα των μεγάλων επενδύσεων, της ένταξης στο Ευρώ, της ένταξης της Κύπρου στην Ένωση, της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της ανάπτυξης, την Ελλάδα που η γνώμη της μετρούσε στη διεθνή σκηνή.

Ένας δεύτερος λόγος είναι ασφαλώς η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ να απαντά σε κάθε κριτική με δριμύτατες προσωπικές επιθέσεις, θέλοντας να τρομοκρατήσει κάθε έναν που δεν προσαρμόζεται στο νέο καθεστώς.

Όμως και οι δύο λόγοι  δεν θα είχαν τόσο μεγάλη σημασία, αν δεν υπήρχε ένας τρίτος πολύ σοβαρότερος: επιτίθενται στον Σημίτη γιατί παραμένει, για μια μεγάλη μερίδα των πολιτών, ένας μισητός πολιτικός. Είναι ένας βολικός αντίπαλος κι αυτό ισχύει και για το ίδιο του το κόμμα. Μετά τη διαγραφή του από το ΠΑΣΟΚ θυμάμαι την έκπληξή μου, όταν κορυφαίο παπανδρεϊκό τότε στέλεχος μου απάντησε σε σχετική κριτική μου: «γιατί πιστεύεις ότι θα περάσει άσχημα στον κόσμο». Πέρα από τον κυνισμό της, ήταν μια σωστή εκτίμηση. Με ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη άκουγα προ ημερών την επίθεση που του έκανε τηλεπερσόνα με μια χυδαιότητα και χαρακτηρισμούς πεζοδρομίου. Το ελαφρύτερο ήταν ότι πρέπει να πάει φυλακή. Θέση που τόλμησε να επαναλάβει το συνεταιράκι του Τσίπρα μια μέρα αργότερα.

Θα μπορούσε κανείς να σκεφθεί ότι όπως όλοι οι σημαντικοί πολιτικοί που επιχειρούν ριζοσπαστικές τομές, έτσι και ο Σημιτης γεννά έντονες συμπάθειες και αντιπάθειες. Ή ακόμα ότι βρέθηκε στο τιμόνι της χώρας σε μια περίοδο που μαζί με τα θετικά υπήρχαν και πολλά αρνητικά όπως το χρηματιστήριο και η έξαρση φαινομένων διαφθοράς με εμπλεκόμενους στενούς του συνεργάτες. Φαινόμενα για τα οποία δικαίως ή αδίκως η πολιτική ευθύνη βαρύνει τον Σημίτη. Και φυσικά ότι χρεώνεται και αυτός τη γενικευμένη αντίδραση που υπάρχει απέναντι στο ΠΑΣΟΚ.

Όμως και πάλι αυτά δεν αρκούν ούτε πολύ περισσότερο αμαυρώνουν τα μεγάλα επιτεύγματα στην περίοδο διακυβέρνησής του. Με όποιο μέτρο και αν αποτιμηθεί, η επταετία Σημίτη ήταν η καλύτερη περίοδος της μεταπολίτευσης. Ιδίως αν συγκριθεί με το τι ακολούθησε. Και όμως ο Καραμανλής, ίσως ο πιο αποτυχημένος πρωθυπουργός της μεταπολίτευσης και με το δικό του μερίδιο σκανδάλων, παραμένει «εθνική εφεδρεία».

Ο Σημίτης βέβαια δεν είχε ποτέ το επικοινωνιακό σύστημα Καραμανλή. Δεν είχε κανένα δίκτυο φιλικών σάιτ να φιλοτεχνήσουν θεωρίες συνωμοσίας με Ρώσους και Αμερικανούς πράκτορες και να αποδομήσουν όσους του ασκούσαν κριτική. Στην εποχή του ριάλιτι, αυτά μετράνε περισσότερο από όσο ίσως καταλαβαίνουμε. Όμως περισσότερο κι από αυτό ο Σημίτης πληρώνει το ότι υπήρξε ένας πολιτικός του ορθού λόγου, τόσο στο τρόπο που κυβέρνησε, όσο και στην πολιτική του επιχειρηματολογία. Εκεί που κάποιοι ήθελαν να βλέπουν έναν λογιστή στην πραγματικότητα είχαμε έναν πρωθυπουργό με συγκρότηση, συνέπεια και μέθοδο. Έναν πρωθυπουργό που νοιαζόταν για το αποτέλεσμα. Κι εκεί που ορισμένοι ήθελαν να βλέπουν έναν ψυχρό πολιτικό, στην πραγματικότητα είχαμε έναν πρωθυπουργό που προσπαθούσε να επικοινωνήσει και να πείσει τους πολίτες απευθυνόμενος περισσότερο στη λογική παρά στο συναίσθημα. Ο Βενιζέλος και ο Στουρνάρας ανήκουν, ο καθένας με τον τρόπο του, στην ίδια παράδοση και βέβαια είναι κι αυτοί κατ’ εξοχήν στο στόχαστρο του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ.

Όταν ξέσπασε η κρίση είχαμε την ψευδαίσθηση ότι η συνειδητοποίηση των προβλημάτων θα συνέβαλε σε ένα εξορθολογισμό της πολιτικής. Είχαμε τα αντίθετα αποτελέσματα. Οι πολίτες αγκάλιασαν τους λογής λογής θαυματοποιούς αρνούμενοι να ακούσουν όσους επιχειρούσαν να θίξουν τις δικές μας παθογένειες. Αυτοί έγιναν αντικείμενο λοιδορίας και προπηλακισμών. Και παρ´ όλο που η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα έχει χρεοκοπήσει και μάλιστα με τον πιο θεαματικό τρόπο, μας έχει κληροδοτήσει ένα κοινωνικό μίσος που δεν λέει να φύγει. Φαίνεται πως αποτελεί και το τελευταίο καταφύγιο της κυβέρνησης.