Πολιτικη & Οικονομια

«Ατέρμων Βρόχος»: Πώς να τον αναγνωρίζουμε και τι να κάνουμε;

Και μόνο η εντύπωση ότι μερικοί αλλάζουμε πίστα, μπορεί να δημιουργήσει ελπίδα

Αντιγόνη Λυμπεράκη
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

"Endless loop" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως «Ατέρμων βρόχος». Την παλιά κακή εποχή που φτιάχναμε μόνοι μας τα προγράμματα στους υπολογιστές, ήταν το λάθος που κάναμε και το ατυχές μηχάνημα συνέχιζε αέναα να κάνει το ίδιο πράγμα χωρίς συναίσθηση της ματαιότητας. Για παράδειγμα, μια φορά ο υπολογιστής ΙΒΜ του Πανεπιστημίου μου κατανάλωσε τρία μεγάλα κουτιά χαρτί τυπώνοντας μια εικόνα του Σνούπυ ως Κόκκινου Βαρόνου πριν κάποιος το πάρει είδηση και τον βγάλει από την πρίζα. Κάποιος αργότερα μου εξήγησε ότι αν το πρόγραμμά σου περιέχει (χωρίς εσύ να το καταλάβεις) μια εντολή «Αν 2+1<4, τότε τύπωσε τον Σνούπυ − αλλιώς μη κάνεις τίποτε», τότε το ατυχές μηχάνημα έχει μπει σε ένα Endless Loop. Μόνο εξωτερική παρέμβαση το σταματάει. Πολύ αργότερα έμαθα ότι αυτό το φαινόμενο λέγεται στα Ελληνικά «Ατέρμων βρόχος».

Το πόσο εφιαλτικό είναι αυτό το ξέρανε και οι αρχαίοι ημών. Τόσο ο δυστυχής ο Σίσυφος (που έσπρωχνε τον βράχο στην κορυφή ξανά και ξανά) αλλά και ο ατυχέστερος Τάνταλος (που έφτανε στην πηγή και εκείνη αποσυρόταν) βρισκόντουσαν σε endless loop. Οι χειρότεροι εφιάλτες έχουν αυτό σαν το βασικό τους μοτίβο – τον εγκλωβισμό σε αέναη επανάληψη και τη μάταιη αναμονή εξωτερικής παρέμβασης.

Από την παλιά κακή εποχή έχουν εκσυγχρονιστεί οι υπολογιστές και σε όλα τα προγράμματα υπάρχουν ενσωματωμένες ρουτίνες αποτροπής βλακείας του χρήστη. Και σε κάθε περίπτωση, το reset σε soft ή hard μορφή σε βγάζει γρήγορα από το πρόβλημα χωρίς να ψάξεις να βρεις ποιο ήταν ακριβώς το λάθος που σε έμπασε στον βρόχο. Το αποτέλεσμα είναι ότι έχουμε ξεχάσει και να τον αναγνωρίζουμε όταν βρισκόμαστε μέσα του και, ακόμα χειρότερο, τι να κάνουμε για να βγούμε.

Η κατάσταση είναι ακόμα εφιαλτικότερη αν η χώρα ολόκληρη (και εμείς μαζί της) βρεθούμε σε ένα τέτοιο ατέρμονα βρόχο.

Τίθενται τρία άμεσα χρηστικά ερωτήματα

1. Πώς καταλαβαίνουμε ότι είμαστε σε Endless loop;

2. Γιατί δεν δουλεύουν οι αυτοματοποιημένοι μηχανισμοί διόρθωσης; Και:

3. Τι μπορούμε να κάνουμε για να βγούμε;

Αρχίζουμε

Πρώτον: Είμαστε σε ατέρμονα βρόχο; Με τρία μνημόνια στο ενεργητικό, συμπεριφέρονται όλοι σαν έτοιμοι να μας βάλουν στο τέταρτο (και βάλε). Ίδια άτομα σε ίδιους ρόλους επαναλαμβάνουν το 2017 αυτά που έλεγαν το 2009 ή το 2004: «Τα προβλήματα οφείλονται στους κακούς. Βάλτε εμάς τους καλούς να σας σώσουμε». Το γιατί οι ίδιοι άνθρωποι δεν μας έσωσαν την προηγούμενη φορά ή το τι έκαναν λάθος πριν, που θα διορθώσουν μετά, αποσιωπάται από όλες τις πλευρές. Όσο η χώρα και το πολιτικό της σύστημα στροβιλίζεται, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, ως δια μαγείας, δεν αλλάζουν – ό,τι έλεγαν πριν, το ίδιο λένε και τώρα. Η υπόθεση είναι ότι ο κόσμος γύρω από την Ελλάδα έχει σταματήσει τα ρολόγια του και κρατά τις συνθήκες σταθερές – όπως ήταν όταν πρωτομπήκαμε στα μνημόνια. «Ίδιες λύσεις για ίδια προβλήματα. Βάλτε εμάς στο τιμόνι και θα δείτε τι ωραία που θα πάμε». Το ελληνικό πολιτικό σύστημα παίζει ανενόχλητο το αγαπημένο του διαχρονικό παιχνίδι της κολοκυθιάς, ξεσκονίζοντας το παλιό υμνολόγιο και επαναλαμβάνοντας τις ίδιες παλαιοκομματικές πρακτικές απόκτησης και/ή διατήρησης της εξουσίας.

Δεύτερον: Πού είναι οι μηχανισμοί διόρθωσης; Πού βρίσκονται οι σύγχρονες διορθωτικές ρουτίνες; Εδώ η απάντηση έχει δύο σκέλη. Το ένα είναι η τρόικα. Οι περισσότεροι στην Ελλάδα θεωρούσαν ότι είναι δουλειά της τρόικας να πατήσει το κουμπί για να βγούμε.

Τώρα όμως διαπιστώνουμε ότι η τρόικα, το πολύ, φροντίζει να μην πνιγούμε – προκειμένου να συνεχίσουμε να πηγαίνουμε από μνημόνιο σε μνημόνιο. Φαίνεται και αυτή να έχει συμμορφωθεί με τους κανόνες του παιχνιδιού. Αυτό για πολλούς μεταφράζεται ως «Φέρτε μας μια καλύτερη τρόικα».

Το δεύτερο σκέλος είναι γιατί δεν ενεργοποιούνται οι εσωτερικοί μηχανισμοί διόρθωσης; Όπως λένε όλοι «Στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα». Ο «σοφός λαός» θα καταλάβει και θα κοιτάξει να ξεμπλέξει. Σωστά. Δυστυχώς, το πολιτικό σύστημα φροντίζει να διώχνει όσους διαφωνούν – με αποτέλεσμα αυτοί που μένουν να επιμένουν παραδοσιακά. Κάποιοι σταματάνε να ψηφίζουν: δύο εκατομμύρια δεν ψήφισαν, οι περισσότεροι επειδή δεν είχαν τι να ψηφίσουν. Άλλοι φεύγουν στο εξωτερικό όταν δεν θέλουν να βάλουν τη ζωή τους στην κατάψυξη για όσο διάστημα παίζεται η πολιτική κολοκυθιά. Η Ελλάδα φροντίζει να τους αφαιρέσει το «δικαίωμα του ομιλείν». Το δικαίωμα στην ψήφο των κατοίκων εξωτερικού χορηγείται απλόχερα από την αυταρχική Τουρκία και το αρνείται η δημοκρατική Ελλάδα. Αποτέλεσμα: το πετσοκομμένο εκλογικό σώμα είναι όλο και λιγότερο διατεθειμένο να σπάσει το endless loop. Στην Ελληνική Δημοκρατία κερδίζει αυτός που χάνει λιγότερο – αφού χάνουμε όλοι μαζί.

Το τρίτο ερώτημα είναι και το πιο σημαντικό. Τι να κάνουμε όλοι εμείς που αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπάρχει αυτόματος σωσμός; Δηλαδή ότι, αν δεν κάνουμε εμείς οι ίδιοι κάτι, δεν θα γίνει τίποτε;

Το endless loop δημιουργείται όταν η πολιτική συζήτηση, όπως τα πικάπ παλιά, κολλάει στην ίδια διαχωριστική γραμμή: Μνημόνιο/Αντιμνημόνιο. Ηρωική αντίσταση/ευρωπαϊκή διάσωση. Ελληνοπρεπείς/ διεθνοϋποδουλωμένοι. Τα δίπολα αναπαράγουν τις συνθήκες και το ερώτημα του καλοκαιριού του 2015. «Έτσι (πρέπει να) είναι, γιατί έτσι νομίζουμε».

Το ότι αυτό το δίλημμα δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα ουδείς από το πολιτικό σύστημα τολμά να το πει. Δέχονται τον γενικό γνώριμο καμβά –το γνωστό «αφήγημα»− και κόβουν και ράβουν γύρω του – παίρνουν κάτι από εδώ, δίνουν κάτι προς τα εκεί.

Για να ξεφύγουμε από το loop πρέπει να ξαναμοιράσει κάποιος την τράπουλα, θέτοντας τις νέες ερωτήσεις που έρχονται από το σήμερα και το αύριο − και στις οποίες δεν έχουμε έτοιμες και εύπεπτες απαντήσεις. Το να εγκαταλείψεις τα γνώριμα θέματα που μας έβγαλαν ασπροπρόσωπους στο παρελθόν και να ασχοληθείς με κάτι άλλο έχει ένα μεγάλο ρίσκο – ιδίως αν παραδεχτείς ότι δεν έχεις όλες τις απαντήσεις. Το να αλλάξεις σελίδα και να ξαναμοιράσεις την τράπουλα σε μια χώρα που ο αγγελιοφόρος θεωρείται ότι φταίει για το μήνυμα είναι ριψοκίνδυνο. Ο καθένας το αφήνει για τους άλλους.

Στο σημείο αυτό είχα και εγώ προσωπικά μπει στο έργο. Τον ρόλο αυτό −του παιδιού που λέει τις χρήσιμες αλήθειες που δεν τολμούν να εκστομίσουν οι άλλοι− τον παίζουν στην Ελλάδα τα μικρά κόμματα του μεταρρυθμιστικού κέντρου. Η Δράση παλιότερα, το Ποτάμι τώρα ανέλαβαν το ρόλο να λένε αυτά που χρειάζεται να λεχθούν − με μια δόση αυτοθυσίας. Η συμβολή τους παραδοσιακά αναγνωρίζεται εκ των υστέρων, ιδίως από αυτούς που υποκύπτουν στο δέλεαρ της εξουσίας ή στους εκλογικούς εκβιασμούς. Το μικρό κόμμα που λέει «Άκουσον μεν, πάταξον δε» ξανά και ξανά, τείνει και αυτό να γίνει άλλη μια σταθερά του επαναλαμβανόμενου έργου. «Δεν σας ψηφίζω, αλλά θα λυπηθώ πολύ αν χάσετε δυνάμεις». Νομίζω πως δεν αντέχω να το ξανακούσω.

Πώς αποφεύγω και εγώ να καταλήξω τμήμα του loop; Το να εξαργυρώσω όσα μεταρρυθμιστικά ένσημα μάζεψα προκειμένου να αναζητήσω ένα σίγουρο στασίδι αλλού δεν είναι λύση. Η μόνη λύση που μπορώ να σκεφτώ για να βγούμε από τον βρόχο είναι να συμβάλλω με όσους θα συμφωνούσαν ώστε να δημιουργήσουμε ενδιαφέρον για την πολιτική ξανά: Αυτό σημαίνει μια άμιλλα στην αναζήτηση λύσεων –που δεν ξέρει κανείς και ίσως κανείς δεν φαντάζεται– σε προβλήματα που τώρα αχνοφαίνονται.

Και ακριβώς για να έχει νόημα και περιεχόμενο αυτή η άσκηση, απαιτείται συζήτηση με ανθρώπους με τους οποίους συμφωνείς στις γενικές επιδιώξεις, αλλά δεν συμφωνείς σε όλα. Η διαφωνία είναι αυτή που μπορεί τελικά να στήσει την νέα σελίδα, η οποία μετά θα τυπωθεί για ευρεία κατανάλωση. Είτε συμφωνούμε, είτε διαφωνούμε, συμπίπτουμε σε ένα και βασικό: Πρέπει να αναζητήσουμε λύσεις σε σύγχρονα προβλήματα, λύσεις που δεν τις ξέρουμε εκ των προτέρων όλες και μερικές ούτε μπορούμε να τις φανταστούμε. Η σύμπλευση του Ποταμιού με τους (συμ)πρωταγωνιστές της Ώρας Αποφάσεων μπορεί να δημιουργήσει αυτές τις συνθήκες. Δεν υπάρχει εγγύηση επιτυχίας, αλλά το κενό προς κάλυψη χάσκει. Για πόσο θα προσποιούμαστε ότι δεν υπάρχει;

Αυτή η πορεία σίγουρα έχει ρίσκο. Όμως η παραδοχή ότι υπάρχει ρίσκο και η βούληση να το αναλάβουμε μπορεί και να συναρπάσει. Και μόνο η κίνηση συνεργασίας χωρίς να απαιτούνται ταυτίσεις, δείχνει ότι αυτά που συμβουλεύουμε τους άλλους είμαστε σε θέση να κάνουμε πρώτοι εμείς. Η προσπάθεια που δεν φοβάται τους κινδύνους μπορεί και να προσελκύσει το ενδιαφέρον αυτών που κρατάνε αποστάσεις. Και μόνο η εντύπωση ότι μερικοί αλλάζουμε πίστα, μπορεί να δημιουργήσει ελπίδα.

Εγώ τουλάχιστον θεωρώ ότι η σύμπλευση του Ποταμιού με την Ώρα Αποφάσεων σήμερα είναι η μόνη ρεαλιστική πιθανότητα αναβάπτισης της πολιτικής και αναστροφής των μηχανισμών στασιμότητας. Αν δεν το τολμήσει το νεαρό, ακομπλεξάριστο και φιλελεύθερο Ποτάμι, τότε ποιος (και πώς); Πατάμε reset.