Πολιτικη & Οικονομια

Ο Γερμανός φίλος

Αντίδοτα για τη σκοτεινιά

Γιώργος Παναγιωτάκης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Την Τετάρτη το βράδυ, το δημαρχείο στην Αθηνάς «βάφτηκε» στα χρώματα της γερμανικής σημαίας. Ήταν μια συμβολική κίνηση, για να δείξουμε την αλληλεγγύη μας προς το χτυπημένο από την τρομοκρατία Βερολίνο. Το ίδιο είχε γίνει λίγους μήνες νωρίτερα με τη γαλλική σημαία. Το εγχείρημα, τότε, ήταν τεχνικά πιο εύκολο. Η γαλλική σημαία έχει τρεις κάθετες ρίγες, οπότε αρκούσαν τρεις προβολείς, σε ίσες αποστάσεις απέναντι από το κτίριο. Επιπλέον, το λευκό που παρεμβάλλεται ανάμεσα στο μπλε και στο κόκκινο, βοηθάει στον διαχωρισμό και κάνει την εικόνα πιο ευδιάκριτη.

Τώρα, ο φωτιστής του δήμου συνάντησε δυσκολίες. Καταρχάς έπρεπε να στρέψει με τέτοιο τρόπο τους προβολείς από το έδαφος, ώστε να πετύχει τρεις ίσες σε πλάτος και ένταση οριζόντιες λωρίδες. Έπειτα, το πάνω πάνω κομμάτι έπρεπε να βγει μαύρο –κοινώς να μείνει αφώτιστο. Όμως η πόλη το βράδυ έχει μπόλικο φως από μόνη της, ενώ το κόκκινο χρώμα από την μεσαία λωρίδα ήταν δύσκολο να συμμαζευτεί και να μην αντανακλά και ψηλότερα. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, το αποτέλεσμα δεν ήταν και τόσο πετυχημένο.

Προβλήματα συνάντησε και μια συγκέντρωση μπροστά στο Ινστιτούτο Γκαίτε, η οποία οργανώθηκε στα γρήγορα από χρήστες των social media. Ευθύνεται και το κρύο, βέβαια. Ακόμη και έτσι, όμως, μαζεύτηκε λιγότερος κόσμος από όσο θα περίμενε κανείς. Καμία σχέση, για παράδειγμα, μ’ εκείνη τη συγκέντρωση στο Γαλλικό Ινστιτούτο, τότε που όλοι δηλώναμε Σαρλί. Έλλειψη ζέσης παρατηρήθηκε και στον δημόσιο λόγο. Λίγες ήταν οι επίσημες δηλώσεις, λίγα και τα ψηφιακά δάκρυα στο φέισμπουκ. Λες και ξαφνικά γίναμε ανάλγητοι και αναίσθητοι.

Κάποιοι, πίσω από αυτήν την αποστασιοποίηση είδαν μία ακόμη απόδειξη του αντιγερμανισμού που διακατέχει μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Και η αλήθεια είναι πως δεν ήταν λίγοι εκείνοι που εξέφρασαν τα αισθήματά τους, είτε κατηγορώντας τη Μέρκελ για την στάση της στο προσφυγικό, είτε απλώς επιχαίροντας για το κακό που βρήκε τη χώρα της. Είναι οι ίδιοι –οι φορείς της ίδιας λογικής, για να είμαστε πιο ακριβείς- που πανηγύριζαν βλακωδώς προ δεκαπενταετίας όταν γκρεμίζονταν οι δίδυμοι πύργοι. Σαν να μην ήταν ηλίου φαεινότερο πως ο κόσμος θα γινόταν πολύ χειρότερος έκτοτε. Σαν να μην είναι γνωστό στον καθένα που έχει λίγα δράμια μυαλό, πως τίποτα καλό δεν μπορεί να προκύψει από το φόνο αθώων ανθρώπων, είτε αυτοί βρίσκονται στην Καμπούλ και στο Χαλέπι, είτε στη Νέα Υόρκη και στις Βερολίνο.

Φαίνεται, όμως, πως ο βασικός παράγοντας της αδιαφορίας μας είναι ακόμη πιο τρομακτικός: Η συνήθεια. Έπειτα από τόσες πολύνεκρες επιθέσεις στην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή και αλλού, οι αιματοχυσίες δεν μας κάνουν πια ιδιαίτερη εντύπωση. Εντάχθηκαν στην κανονικότητα. Τις αντιμετωπίζουμε σαν παράπλευρες απώλειες, συμβατές με την κατάσταση των πραγμάτων.

Αν ο αριθμός των θυμάτων είναι πολύ μεγάλος, θα βάλουμε ένα σημαιάκι στο φέισμπουκ και ένα αναμμένο ρεσώ στα κάγκελα της αντίστοιχης πρεσβείας. Αν τα θύματα είναι λίγα, δεν μπαίνουμε καν στον κόπο. Είναι βέβαια θλιβερό και σκληρό. Την ίδια στιγμή όμως είναι και ανθρώπινο, κομμάτι του μηχανισμού μας. Αν δεν πάρουμε αποστάσεις, αν δεν φορέσουμε κάποιου είδους παρωπίδες, είναι αδύνατο να συνεχίσουμε να λειτουργούμε.

«Ακόμα και έτσι, κάτι πρέπει να πούμε, κάτι πρέπει να κάνουμε», μού είπε στο τηλέφωνο ένας γερμανοσπουδαγμένος φίλος. «Ας ανταλλάξουμε προτάσεις με τους γνωστούς μας, για γερμανικές ταινίες ή βιβλία. Ας κάνουμε μια προσπάθεια να πλησιάσουμε τον πολιτισμό αυτών των ανθρώπων που έφυγαν τόσο άδικα».

Αρχικά βρήκα την ιδέα του κάπως παιδαριώδη. Επειδή όμως είναι επίμονος άνθρωπος, υποσχέθηκα να βρω και να προτείνω τις δέκα αγαπημένες μου γερμανικές ταινίες. Έψαξα λοιπόν σε σκονισμένα ράφια και σάιτ, παρακολούθησα ξανά γνώριμες σκηνές, ανέσυρα ξεχασμένους σκηνοθέτες και ηθοποιούς. Επίσης, βρήκα τις προσωπικές μου συνδέσεις με τα συγκεκριμένα έργα. Θυμήθηκα πού και με ποιους τα είχα πρωτοδεί και προσπάθησα να αναπλάσω το αποτύπωμα που μού άφησαν.

Τελικά, μέσα από αυτή τη διαδικασία κατάλαβα πως ο φίλος μου είχε δίκιο. Η σκοτεινιά δεν πρόκειται βέβαια να υποχωρήσει έτσι εύκολα. Αν όμως θέλουμε να την πολεμήσουμε, έχουμε στα χέρια μας ένα όπλο απείρως πιο αποτελεσματικό από τα σημαιάκια και τα ρεσώ.       

ΥΓ. Η εν λόγω δεκάδα, ξεκινώντας από την πιο πρόσφατη ταινία και καταλήγοντας στην παλαιότερη –και συμπτωματικά πιο αγαπημένη μου- είναι η παρακάτω. Αντιρρήσεις και προσθήκες δεκτές.         

Η λευκή κορδέλα  του Μίχαελ Χάνεκε (2009)

Η πτώση του Όλιβερ Χιρσμπίγκελ (2004)

Φιτζκαράλντο του Βέρνερ Χέρτζοκ (1982)

Το υποβρύχιο του Βόλφγκανγκ Πέτερσεν (1981)

Το ταμπούρλο του Φόλκερ Σλέντορφ (1979)

Ο Αμερικανός φίλος του Βιμ Βέντερς (1977)

H Αλίκη στις πόλεις του Βιμ Βέντερς (1974)

Αγκίρε η μάστιγα του Θεού του Βέρνερ Χέρτζοκ (1972)

Μ. Ο Δράκος του Ντύσελντορφ του Φριτς Λανγκ (1931)

Νοσφεράτου του Φρίντριχ Μουρνάου (1922)