Πολιτικη & Οικονομια

Το τέλος της κεντροαριστερής αυτοϊκανοποίησης

Εσείς δηλαδή τι θα ψηφίζατε στις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου;

Νίκος Γεωργιάδης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Άνγκελα Μέρκελ θα διεκδικήσει μία τέταρτη πρωθυπουργία. Ο Φρανσουά Φιγιόν θα διεκδικήσει τον επόμενο Μάιο στο δεύτερο γύρο την προεδρία στη Γαλλία από τη Μαρίν Λεπέν. Θα τα καταφέρει αν συσπειρώσει μεγάλο ποσοστό των ψηφοφόρων της Αριστεράς, των Οικολόγων και της Σοσιαλδημοκρατίας. Το ορατό δίδυμο Μέρκελ - Φιγιόν θα σηματοδοτήσει και την αναγκαστική αναδιαμόρφωση των δομών αλλά και του πολιτικού λόγου της ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς. Ο Φιγιόν προέρχεται από την παραδοσιακή γκολική συντηρητική Δεξιά που διακρίνεται ως προς την αίσθηση του κοινωνικά δίκαιου καταμερισμού ευθυνών και προνομίων στον τομέα της Εργασίας, των κοινωνικών παροχών και του Κοινωνικού Κράτους. Αντιθέτως, λόγω πολιτικής καταγωγής είναι ερμητικά συντηρητικός ως προς το μοντέλο της πολυπολιτισμικότητας και του μεταναστευτικού. Η Μέρκελ ταυτίζεται με τον Φιγιόν ως προς τα οικονομικοπολιτικά αλλά διαφέρει ως προς την αντιμετώπιση του φαινομένου του προσφυγικού - μεταναστευτικού ζητήματος. Το «δίδυμο» είναι, δηλαδή, αλληλοσυμπληρούμενο και εξισορροπητικό.

Και οι δύο έχουν αντιληφθεί ότι το ζητούμενο είναι η διαμόρφωση συνθηκών ικανών να επαναφέρουν τον αποτελεσματικό έλεγχο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος με τους προ του 2000 όρους. Πρόκειται για ένα στοίχημα δύσκολο να κερδηθεί. Ωστόσο, ο έλεγχος αυτός είναι η μοναδική εφικτή άμυνα έναντι των ακραίων - ακροδεξιών επιδιώξεων στην Αμερική και την Ευρώπη, όπως αυτές αρθρώνονται έναντι της δυναμικής της παγκοσμιοποίησης. Πρόκειται για το «φάρμακο» που χρειάζεται να υιοθετηθεί άμεσα, προκειμένου να διασφαλιστεί η δυναμική της παγκοσμιοποίησης με όρους συρρίκνωσης των ανισοτήτων, εντός των δυτικών κοινωνιών αφενός, μεταξύ της Δύσης και του υπόλοιπου κόσμου αφετέρου, αλλά και εντός των αναδυόμενων μεγάλων οικονομιών σε Δύση και Ανατολή.

Πρόκειται για μία προοπτική η οποία φυσιολογικά θέτει και το ερώτημα ως προς τα όρια μεταξύ Δεξιάς και Κεντροαριστεράς από τη στιγμή που μία νέα πολιτική πραγματικότητα κάνει την εμφάνισή της στο δυτικό κόσμο. Αυτή του «progressive». Πρόκειται για τον όρο «ομπρέλα» που καλύπτει ένα μεγάλο τμήμα της φιλελεύθερης Δεξιάς, το Κέντρο και τη Σοσιαλδημοκρατία. Εκτείνεται από τον Ομπάμα και τη Μέρκελ έως τη γερμανική σοσιαλδημοκρατία, τους βρετανούς Εργατικούς, την ιταλική Κεντροαριστερά του Ρέντσι, τους Ισπανούς Σοσιαλδημοκράτες, τους προοδευτικούς της Ανατολικής Ευρώπης και τους διαχειριστές της σκανδιναυικής Σοσιαλδημοκρατίας καθώς και των Κάτω Χωρών. Αυτός ο χώρος χαρακτηρίζεται αυτή τη στιγμή από δύο χαρακτηριστικά. Μία εμμονική «Inertia» και ένα διαχρονικό έλλειμμα αξιόπιστων ηγεσιών. Επί παραδείγματι, οι επιλογές της γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας περιορίζονται μεταξύ ενός Γκάμπριελ και ενός Σουλτς. Πρόκειται για τραγωδία. Πλην όμως δεν υφίστανται ορατές εναλλακτικές.

Η διάσχιση της ελληνικής πολιτικής ερήμου

Υπ’ αυτές τις διεθνείς συνθήκες και με δεδομένο το «ειδικό βάρος» της εκλογής Τραμπ αλλά και της ανάδειξης μοντέλων εξουσίας όπως του Πούτιν και του Ερντογάν, του Όρμπαν ή του πολωνικού υπερσυντηρητικού εγχειρήματος, ως αναφορά για τους επερχόμενους συνδυασμούς ακροδεξιών εναλλακτικών στο δυτικό κόσμο, η ελληνική πολιτική πραγματικότητα της Κεντροαριστεράς εξακολουθεί να φαντασιώνεται μελλοντικές ανακάμψεις και υπαρκτές δυναμικές. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε συνθήκες πολιτικής ερημοποίησης του χώρου, επανεμφανίζεται σε ρόλο πρασκηνιακού πρωταγωνιστή ο Κώστας Λαλιώτης. Πρόκειται για «θαύμα» στον τομέα του μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας. Αλλά, όντως, τα εγχώρια ΜΜΕ λόγω πενίας τον αναδεικνύουν ως πολιτικό παράγοντα αιχμής.

Όντως, το «Γεννηματικό Μπλοκ» έχει στρογγυλοκαθίσει στα έδρανα της Χαριλάου Τρικούπη με άτομα μιας περασμένης πραγματικότητας, τον Μιλτιάδη, τον Κώστα Γείτονα, τον ίδιο τον Κώστα Λαλιώτη και άλλους του βαθέος παρελθόντος να συμβουλεύουν τη Φώφη. Βασικός άξονας της «μη σκέψης» τους είναι η συστηματική ανασύνταξη του πασοκικού χώρου ως μοναδικού εκφραστή της Αριστεράς και της Προόδου, δηλαδή την ανάδειξη του μοντέλου της δεκαετίας του ’70 και του ’80 ως κυρίαρχης δύναμης. Η πορεία αυτή αναγκαστικά περνά από τους μαιάνδρους μιας συνεργασίας, έστω εκ του πονηρού, με τον ΣΥΡΙΖΑ. Στόχος η οικειοποίηση των κομματικών της Κουμουνδούρου σε συνθήκες κατάρρευσης.

Έτσι εξηγείται αυτή η «εμμονή» ορισμένων παραγόντων στο «ρόλο Λαλιώτη» με όρους για μία ακόμη φορά «θείου βρέφους» ως κομιστή της ελπίδας για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς ως κυρίαρχου πολιτικού πόλου.

Παραμύθια αλλά και ψυχαναλυτικού τύπου φαντασιώσεις που μπλοκάρουν ακόμη και την έναρξη μιας ουσιαστικής δυναμικής υπαρκτού διαλόγου με πραγματιστικές και ορατές στο εγγύς μέλλον προοπτικές δημιουργίας ενός αυθεντικού «progressive» πόλου συσπείρωσης.

Το ατελείωτο προσκύνημα του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Άγιον Όρος, η αδυναμία του να προτείνει, έστω και συμβολικά την προοπτική του νέου έναντι του παρωχημένου, η δειλία του ως προς την αντιμετώπιση του ενδομήτριου συντηρητισμού της παράταξής του, η εξάρτησή του από την παθογένεια του καραμανλικού πυρήνα, ακόμη ακόμη και το ψυχολογικό τραύμα  του «παρείσακτου Μητσοτακισμού» που μεταφέρει, στα ιερά και τα όσια της ελληνικής λαϊκής Δεξιάς, όλα τα παραπάνω που θα αποτελούσαν «άσο στο μανίκι» τελικά αποδεικνύονται βαρίδια. Δυστυχώς για το νέο σε ηλικία και μορφωμένο τυπικά πολιτικό, το μοντέλο στο οποίο παραπέμπει είναι και παρωχημένο αλλά και μοντέλο πολιτικής ομηρίας. Η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να προσβλέπει σε αυτοδυναμία με τους ισχύοντες συσχετισμούς δυνάμεων. Ωστόσο θα μπορούσε να προσβλέπει σε «φυσιολογικού τύπου συμμαχίες». Προς το παρόν αυτές δεν είναι ορατές.

Ποιες είναι οι εν δυνάμει φυσιολογικές συμμαχίες. Μόνον μία. Ένας αξιόπιστος «progressive» χώρος ο οποίος και θα συσπείρωνε το υγιές κομμάτι της Κεντροαριστεράς, θα απέρριπτε τους αριβίστες πλιατσικολόγους της προοδευτικής παράδοσης αλλά και θα αποτελούσε «σανίδα σωτηρίας» για τους φιλελεύθερους που βιώνουν μία ιδιότυπη ομηρία στον κομματικό κορμό της Νέας Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως και του ιδίου του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Χωρίς το χώρο αυτό, η ελληνική πολιτική πραγματικότητα θα δυσκολευτεί πολύ να ακολουθήσει τις δυναμικές που αναδεικνύονται ως προς τη διαχείριση των πολύ σοβαρών αδιεξόδων των δυτικών κοινωνιών κατά την επερχόμενη δεκαετία. Ας μη διαφεύγει της διανοίας μας πως η Γαλλία απέφυγε την μέγγενη της Ακροδεξιάς μετά το τραγικό 1932 επειδή η πολιτική ελίτ κατάφερε μετά από πολλά βάσανα και αστοχίες να συγκροτήσει το Λαϊκό Μέτωπο του ελαφρώς σοσιαλιστή αλλά δημοκρατικού - προοδευτικού παράγοντα, Λέοντος Μπλουμ. Υπάρχει πάντα ελπίδα όταν υπάρχουν δημοκρατικά σκεπτόμενοι άνθρωποι.

Είναι πια καιρός η Φώφη, ο Κώστας, ο Σταύρος και οι άλλοι, να αποδεχθούν την ιστορική τους μοίρα, την ήττα τους αλλά και το περιορισμένο των δυνατοτήτων τους. Οι διαχωριστικές γραμμές είναι πλέον ανεπαίσθητες και η Άνγκελα Μέρκελ είναι απείρως πιο προοδευτική από τον καφενόβιο Έλληνα κεντροαριστερό που οραματίζεται την αναβίωση του Κινήματος «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες». Είναι αυτή που διέσωσε τη χαμένη τιμή της Ευρώπης στο προσφυγικό αλλά και το χαμένο προσανατολισμό της ευρωπαϊκής Republic μετά την εκλογή Τραμπ. Αυτή, η κόρη ενός Προτεστάντη πάστορα, πιονέρισσα στην κομμουνιστική νεολαία της Ανατολικής Γερμανίας, μαθήτρια του συντηρητικού Χέλμουτ Κολ, αυτή που υπέστη τα μύρια όσα υποδεχόμενη πάνω από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες στη Γερμανία. Εσείς δηλαδή τι θα ψηφίζατε στις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου; Τους ψεκασμένους ακροδεξιούς, τους λαπάδες της αποχρωματισμένης Σοσιαλδημοκρατίας ή την υποψήφια που υπενθύμισε στον Ντόναλντ Τραμπ πως η συνεργασία προϋποθέτει το σεβασμό των δημοκρατικών αξιών και των δικαιωμάτων του ανθρώπου ανεξαρτήτως καταγωγής, χρώματος, θρησκείας, σεξουαλικού προσανατολισμού; Ε;