Πολιτικη & Οικονομια

Από την κοινωνία πολιτών στην κοινωνία των παπάδων

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 590
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Η Θρησκεία μπορεί να σε κάνει να αγαπήσεις τον Θεό, τίποτε όμως δεν έχει τέτοια ικανότητα ώστε να σε κάνει να απεχθάνεσαι τον άνθρωπο και να μισείς την ανθρωπότητα» (από το «2084 το τέλος του κόσμου» του Μπουαλέμ Σανσάλ, εκδ. Διάμετρος)

Ο Αλέξης Τσίπρας με μία μονοκοντυλιά κατάφερε να ενταφιάσει το ιστορικό αίτημα της Αριστεράς αλλά και του ρεύματος του σύγχρονου Διαφωτισμού, τόσο αναγκαίου για τη μεταρρύθμιση της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος, που αφορά τη ριζική διαμόρφωση των σχέσεων Κράτους-Εκκλησίας με τον αναπόφευκτο διαχωρισμό των ρόλων.

Δεν πρόκειται για μία απλή υποχώρηση μίας κυβέρνησης προ της εξουσίας του Αρχιεπισκόπου. Πρόκειται για μία ευμεγέθη και πλήρη επιπτώσεων πολιτική ήττα ενός σύγχρονου (κατά τας γραφάς δυστυχώς) ευρωπαϊκού (στα χαρτιά δυστυχώς) κράτους, η οποία για πολλοστή φορά επιβεβαιώνει την άποψη πως στη μετά το 1823 ελλαδική επικράτεια ενθρονίστηκε σε πείσμα της ιστορικής αναγκαιότητας ο Κοτζαμπασισμός στην ελεεινότερη δυνατή μορφή του, επηρεάζοντας όλο το φάσμα της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας, από την αστικού τύπου Δεξιά έως την Αριστερά. «Τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας», η αυτοκαταστροφική πορεία δηλαδή της ελλαδικής κοινωνίας από το Σύνταγμα της Τροιζήνας και μετά, όπως με ακρίβεια ηλεκτρονικού μικροσκοπίου καταδεικνύει με έκδηλο πόνο ο ιστορικός μελετητής Κώστας Κωστής στο συγγραφικό του έργο. 

Ανεξάρτητα από την άποψη που διατηρεί κανείς ως προς το πολιτικό πρόσωπο του Νίκου Φίλη, το κόμμα στο οποίο ανήκει, την εσωκομματική τάση την οποία υπηρετεί αλλά και τις επιλογές του στο Υπουργείο Παιδείας από το οποίο αποπέμφθηκε με έναν τόσο άκομψο πολιτικά τρόπο, η αποπομπή του ως τέτοια καθορίζει το μέγεθος της ήττας, η οποία και ξεπερνά τα πολιτικά όρια μεταξύ Αριστεράς (έστω και κατ’ ευφημισμό) και του αστικού Φιλελευθερισμού. Σφραγίζει δε μία ιστορική περίοδο, αυτή της Μεταπολίτευσης, όπου μετά την κυνική καταβαράθρωση του Αντώνη Τρίτση καταγράφεται η πανικόβλητη υποχώρηση της «Πρώτης φοράς Αριστεράς» προ της απυθμένου κυνικότητας της αρχιεπισκοπικής παρέμβασης, παραμονές Ανασχηματισμού, στα πράγματα της Πολιτείας. 

Πολλοί κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα, άνθρωποι προοδευτικοί κατά τεκμήριο, προσπάθησαν να εξηγήσουν πως το «ολίσθημα» του Αλέξη Τσίπρα συνίσταται στο ότι «έριξε τον Αρχιεπίσκοπο στην αγκαλιά των σκληροπυρηνικών της Ιεράς Συνόδου». Πρόκειται για μία προφανώς αφελή εξήγηση. Η παρέμβαση του Επισκόπου Αθηνών κατά τη συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό «ΣΚΑΪ» και τον Αλέξη Παπαχελά αποτελεί μνημειώδη πολιτική τοποθέτηση ενός ανώτατου εκκλησιαστικού παράγοντα και μία ωμή παρέμβαση στα πράγματα της Πολιτείας. 

Ο Αρχιεπίσκοπος ήταν σαφής, ο λόγος του ταπεινωτικά ακροδεξιός, το μήνυμά του ως προς το «Πλήρωμα» απάνθρωπα διχαστικό και η θέση του ως προς το Μουσουλμανικό Τέμενος των Αθηνών χαρακτηριστικά ανιστόρητο, επικίνδυνο και εκδικητικό. Εκούσια αγνόησε τα περί χριστιανικής συμπεριφοράς εκκλησιαστικά πρότυπα, ακόμη πιο εκούσια υιοθέτησε τις χυδαιότερες τοποθετήσεις των «Τζιχαντιστών» της Ιεράς Συνόδου όπως εκείνες των Αδελφών Σεραφείμ Πειραιώς και Αμβροσίου Καλαβρύτων αλλά και άλλων γνωστών όπως του Μεσογαίας Νικολάου. Ούτε κουβέντα για τις φασιστικού περιεχομένου ύβρεις Αμβροσίου, για τις ομοφοβικές εξάρσεις πανικού του Πειραιώς, τις υστερικές στριγκλιές των «πυλώνων» του Ιερατείου. Όλως περιέργως, η πλειοψηφία των «Τζιχαντιστών» της Ιεράς Συνόδου τάχθηκε με δόσεις μεν αλλά σαφώς σε διάφορες περιπτώσεις και συγκυρίες κατά των επιλογών του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ιδιαίτερα κατά την πρόσφατη Σύνοδο της Κρήτης, προεξάρχοντος του λαλίστατου Πειραιώς.

Δεν πρόκειται δηλαδή για κάποιον Αρχιεπίσκοπο που παρασύρθηκε προς τα ακροδεξιά λόγω αγαρμποσύνης ενός πρωθυπουργού, αλλά για μία ακραία εκδήλωση μίας παγίας θέσης του Ιερατείου ως προς το μείζον ζήτημα που αφορά τις σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας, της μισθοδοσίας των κληρικών από τον κρατικό κορβανά αλλά και του μέλλοντος της ισχυρότερης «Ανωνύμου Εταιρείας» ever, τουτέστιν της Εκκλησίας. Το μότο του Αρχιεπισκόπου ήταν διαχρονικά «ψεκαστικό». Η ελληνική κοινωνία «αφελληνίζεται και αποχριστιανικοποιείται». Ο πραγματικός καθοδηγητής της κυβέρνησης κ. Πάνος Καμμένος μπορεί να κοιμάται ήσυχος. Ευτυχώς που η παγκόσμια ιστορία καταγράφει πως «όσα έχει απωλέσει ο Ελληνισμός ευτυχώς τα έχει κερδίσει η Ανθρωπότητα», τουτέστιν την Παιδεία, τον Διαφωτισμό, την Επιστήμη και τελικώς τον Πολιτισμό. 

Ο Αλέξης Τσίπρας, συμπληρώνοντας οσονούπω δύο χρόνια ιδεολογικής κυριαρχίας στα πολιτικά πράγματα, χρονικό διάστημα ως φαίνεται υπεραρκετό στις μέρες μας για την έναρξη της αντίστροφης μέτρησης, είναι πια υποχρεωμένος για λόγους προσωπικής υγείας και μόνον, να καταγράψει τη λίστα των ηττών που υπέστη λόγω των προσωπικών του επιλογών. Από τον Βαρουφάκη έως τον Αρχιεπίσκοπο ο κατάλογος είναι μακρύς και οδυνηρός, αλλά οδυνηρότερη είναι η ήττα μίας γενιάς, η αιχμή του δόρατος της οποίας οραματίστηκε μία διάρθρωση κοινωνίας σε ευρωπαϊκά πρότυπα με σαφή ουμανιστική ταυτότητα, προοδευτική διάθεση και δημοκρατική λειτουργία.

Εντός δύο περίπου ετών ούτε τα προσχήματα ισχύουν αλλά ούτε και τα συνθήματα, που σημαίνει πως το «Υπερθέαμα» με όρους κοινωνιολογικούς είχε ημερομηνία λήξης με ή χωρίς Ανασχηματισμό. Πρόκειται δηλαδή για μία περαίωση «Ενός προαναγγελθέντος ξαφνικού θανάτου» ο οποίος και θα καταγραφεί ως επικοινωνιακή πανωλεθρία με ή χωρίς νέο επιτελείο στο Μαξίμου. Οι διαδοχικές ήττες, όχι τα εγκλήματα, αλλά τα λάθη που είναι χειρότερα από αυτά, γεμίζουν το «αέναο πιθάρι της Ιστορίας» η οποία αρέσκεται και σωστά να απαριθμεί τις χασούρες και όχι τις νίκες. Ευλόγησον, Δέσποτα.