Πολιτικη & Οικονομια

Η δημοκρατία των ενδιάμεσων…

Το εκλογικό σύστημα πρέπει να γίνει αντιπροσωπευτικότερο

Φάνης Ουγγρίνης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Θεσσαλονίκη μπήκε στην δεύτερη εβδομάδα χωρίς αστικά λεωφορεία. Το τι σημαίνει αυτό για μια πόλη χωρίς εναλλακτικά μέσα μαζικής μετακίνησης είναι εύκολα αντιληπτό. Μεγάλη αύξηση του κόστους και του χρόνου μεταφοράς, νεύρα, καυσαέριο, περαιτέρω υποβάθμιση της ήδη χαμηλής (με ευρωπαϊκά κριτήρια φυσικά) ποιότητας της ζωής μας.

Οι πολίτες της «συμπρωτεύουσας» είναι εξοργισμένοι, όμως υποχρεωτικά προσαρμόζονται στωικά, αν και αναζητούν τους φταίχτες για την συνεχιζόμενη ταλαιπωρία. Στην προκείμενη λοιπόν περίπτωση υπεύθυνος δεν είναι ο συνήθης φταίχτης, «το Κράτος», μα ένας ιδιωτικός οργανισμός, ο ΟΑΣΘ. Ε ναι, πώς να το κάνουμε, τα μονοπώλια είναι κακά είτε είναι δημόσια, είτε ιδιωτικά.

Μεγάλη συζήτηση έχει ξεκινήσει για την προνομιακή σχέση του ΟΑΣΘ με την ελληνική πολιτεία. Οι ρίζες της ανάγονται στον μακρινό μεσοπόλεμο, όταν οι συνδικαλιστές του παλιού τραμ  ήταν μπροστάρηδες στις κοινωνικές συγκρούσεις της δεκαετίας του ’30, οδηγώντας τον Μεταξά σε κρατικοποίηση της εταιρείας εκμετάλλευσης. Αυτό το γεγονός όμως έπαιξε μικρό ρόλο και το αμαξοστάσιο του Ντεπό συνέχισε να λειτουργεί ως εκτροφείο δυναμικών αριστερών, που μετά τον Εμφύλιο θεωρούνταν εθνικά επικίνδυνοι.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ξηλώνοντας τις γραμμές το 1957, πέτυχε με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια, αν φυσικά δούμε την υπόθεση εντελώς πολιτικά. Οι πρώην τραμβαγέρηδες είχαν δύο εύκολες επιλογές, είτε να συνταξιοδοτηθούν, είτε να μεταγάγουν στον ΟΣΕ. Και ταυτόχρονα, οι αστικές συγκοινωνίες της Θεσσαλονίκης ανατέθηκαν σε έναν συνεταιρισμό εθνικοφρόνων αυτοκινητιστών, με ειδικά προνόμια. Ακόμη μια ιστορία που ερμηνεύει το γιατί υπάρχουν τόσοι Καραμανλικοί στην πόλη μας.

Η παραπάνω αφήγηση προσπαθεί να εξηγήσει το παράδοξο της σιωπής των Θεσσαλονικιών πολιτικών εκπροσώπων μπροστά στα βάσανα των κατοίκων. Στο κάτω κάτω της γραφής, η απεργία δεν είναι παράλογη. Οι οδηγοί διαμαρτύρονται επειδή είναι επί πολλούς μήνες απλήρωτοι, ενώ η διοίκηση του-επιδοτούμενου- οργανισμού έχει κανονικότατα καταβάλει στους μεγάλους μεριδιούχους τα παχυλά μερίσματα τους. Συμπεραίνεται δηλαδή με ευκολία πως οι… ιδιοκτήτες του ΟΑΣΘ θα πρέπει να βάλουν το χέρι στην τσέπη και να δώσουν άμεσα λύση, ώσπου να έρθουν τα οφειλόμενα από την κυβέρνηση ποσά. Κι όμως, τσιμουδιά. Γιατί; Μα επειδή τα ψηφαλάκια είναι μπόλικα.

Το φαινόμενο ΟΑΣΘ δεν είναι μοναδικό. Όλοι είμαστε οικείοι με σωματεία, οργανισμούς φορείς, ενώσεις, συνδέσμους, συλλόγους και άλλα τέτοια τα οποία αξιώνουν με επιτυχία προνομιακή μεταχείριση από το πολιτικό σύστημα, συνήθως εις βάρος του συνόλου. Τα περισσότερα έχουν τις ρίζες τους στην ψυχροπολεμική Ελλάδα, όταν αποτελούσαν σχήματα ταγμένα σε ένα από τα δύο ιδεολογικά στρατόπεδα. Παράδοξη δεν ήταν η δημιουργία τους τότε, όμως μοιάζει παράδοξη η ύπαρξή τους σήμερα, πάνω από 25 χρόνια μετά την διάλυση της Σοβιετικής  Ένωσης και της νίκης των δυνάμεων της ανοικτής κοινωνίας και της  ελεύθερης οικονομίας.

Η μακροβιότητα τους οφείλεται-σε μεγάλο ποσοστό-στην εκλογική νομοθεσία. Στις μεγάλες εκλογικές περιφέρειες της χώρας μας οι υποψήφιοι δεν καλούνται να αντιμετωπίσουν τους αντιπάλους τους από τα άλλα κόμματα, μα τους συνυποψηφίους τους, και γι αυτό θα πρέπει να έχουν την υποστήριξη όσων θεωρούνται πως μπορούν να επηρεάσουν μεγάλους αριθμούς ψηφοφόρων. Στην Β’ Αθηνών του 1.500.000 και στην Α’ Θεσσαλονίκης των 500.000 χιλιάδων δήμαρχοι, πρόεδροι, γραμματείς και μητροπολίτες αποτελούν δυνητικούς αποφασιστικούς παράγοντες, ρυθμιστές επιτυχίας και αποτυχίας. Είναι οι ενδιάμεσοι της Δημοκρατίας μας, αυτοί που επηρεάζουν την εκάστοτε υλοποιούμενη πολιτική, αυτοί που κόμματα και βουλευτές φροντίζουν να έχουν από δίπλα, πάντα ευχαριστημένους.

Και το αστείο είναι πως δεν είναι καθόλου βέβαιο πως όλοι αυτοί οι ενδιάμεσοι παίζουν όντως τόσο μεγάλο ρόλο. Δεν ισχυρίζομαι φυσικά πως η παρουσία τους είναι ασήμαντη, όμως σε μια εποχή όταν οι πολίτες έχουν στην διάθεση τους μεγάλους όγκους πληροφοριών και διαθέτουν προσωπική άποψη για το ατομικό τους συμφέρουν, η παλαιού τύπου καθοδήγηση, το «ψηστήρι», το «δασκάλεμα», έχουν πια μειωμένη σημασία. Πλέον δεν είναι καν σαφές το αν  κάποιοι προβεβλημένοι βουλευτές ενισχύουν τη συνολική κομματική επίδοση ή την αποδυναμώνουν, απωθώντας περισσότερους ψήφους απ' όσους προσελκύουν. Και φυσικά, μέσα σε ένα πολυσταυρικό εκλογικό σύστημα αφθονούν εκείνοι οι ανερμάτιστοι μα συμπαθείς υποψήφιοι, οι οποίοι απλώς αλιεύουν μέσα στις δεδομένες κομματικές δεξαμενές, λαμβάνοντας τον τρίτο ή και τον τέταρτο σταυρό.

Στα χρόνια τα δύσκολα που περνούμε κυριαρχούν ακόμη η σύγχυση και η παραπληροφόρηση. Ο λαός στράφηκε στα άκρα επειδή οι περισσότεροι πολιτικοί του λεγόμενου μεσαίου χώρου δεν επιχείρησαν να αρθρώσουν πειστικό λόγο για την αναγκαιότητα των αλλαγών. Πολλοί και πολλές εξακολουθούν να κρύβονται σιωπηλοί, περιμένοντας την επανεκλογή τους μετά την διαφαινόμενη πτώση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Όμως τα καραγκιοζλίκια του πρόσφατου διαστήματος, με τα κανάλια, με τις περούκες και με το όπλο παρά πόδα του Μπαλτά δείχνουν πως αν η πτώση τους καθυστερήσει ή είναι μαλακή, τότε το μέλλον μας προμηνύεται ιδιαίτερα ζοφερό, με αστάθεια λόγω της καταστροφικής απλής αναλογικής και με την Χρυσαυγή στο ρόλο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Το εκλογικό σύστημα πρέπει να γίνει αντιπροσωπευτικότερο, αν θέλουμε να μας εκφράζουν με υπευθυνότητα άτομα ποιοτικά, αντάξια του υψηλού μισθού τους. Ως τότε, ας ελπίσουμε πως οι τωρινοί θα αποκτήσουν ξαφνικά μια αναγκαία αίσθηση αποστολής, ώστε ν’ αρχίσουν να παρουσιάζουν στους έλληνες την μοναδική βιώσιμη οδό προς το αύριο...