Πολιτικη & Οικονομια

Περί κράτους

Yπάρχει σοβαρός λόγος

Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 564
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αντί να χαιρόμαστε την άνοιξη μιλάμε περί κράτους – αλλά υπάρχει σοβαρός λόγος: η κυβέρνησή μας λειτουργεί σαν μη κυβερνητική οργάνωση· τέτοια είναι η ρητορική της και η βαθύτερη ιδεολογία της. Απεχθάνεται το κράτος όπως το απεχθάνονται οι αντιεξουσιαστές του γλυκού νερού: δεν έχουν όλες οι αναρχικές θεωρίες την ίδια απορριπτική αντίληψη για το «κράτος», ούτε είναι όλες εξίσου απλοϊκές – ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι εμφορείται από τις πιο απλοϊκές.

Χωρίς συγκροτημένη θεωρία για το κράτος η άσκηση της πολιτικής γίνεται αδύνατη. Φοβάμαι ότι η ελληνική αριστερά (και το σύνολο της σύγχρονης αντικαπιταλιστικής, ελευθεριακής αριστεράς) έχει μείνει πολύ πίσω στη θεωρία του κράτους, όπως και στη θεωρία του εμφυλίου πολέμου: είναι, νομίζω, χαρακτηριστικό το ότι αριστεροί ιστορικοί σαν τον Κρίστοφερ Χιλ και τον Χόμπσμπομ θεωρούσαν, για παράδειγμα, τους αγγλικούς εμφυλίους πολέμους «επανάσταση», ταξική επανάσταση την οποία υποτίθεται ότι κατέπνιξε το «κράτος», ο τρομερός Λεβιάθαν που ανέλυε ο Χομπς. Η αλήθεια ήταν πολύ διαφορετική και πολύ πιο σύνθετη από τον αγώνα μεταξύ Καλού και Κακού – και, εκτός από τις οικονομικές σχέσεις, έπαιζαν καθοριστικό ρόλο μια σειρά πολιτισμικοί παράγοντες.

Το κράτος είναι μια προϋπόθεση του πολιτισμού: χωρίς κράτος, οδηγούμαστε στο δίκαιο του ισχυροτέρου. Η επινόηση και η δημιουργία του κράτους –η οποία οφείλεται σε μεγάλους νομοθέτες, όπως ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Σόλων– οδήγησε σε μια κατάσταση που είναι μοναδική στη φύση: στην ειρήνη και στη δικαιοσύνη. Όποιος αμφισβητεί σήμερα την αναγκαιότητα του κράτους δεν κατανοεί ούτε την ιστορία της φύσης, ούτε την ιστορία του ανθρώπου – και για να κατανοήσει αυτή την ιστορία πρέπει να ερευνήσει τι συνέβαινε στην ανθρώπινη κοινωνία πριν από το κράτος και τι συμβαίνει σε χώρες χωρίς κράτος: απολυταρχία, αυθαιρεσία, βία.

Η αριστερά και οι αναρχικοί κάνουν λόγο για «ταξικό κράτος». Πολλοί, όσοι έχουν διαβάσει λιγουλάκι τις μαρξιστικο-λενινιστικές γραφές, αναφέρονται στο «Κράτος και επανάσταση» του Λένιν όπου αναλύεται η προοπτική του «μαρασμού του κράτους» στο απώτερο κομμουνιστικό μέλλον. Το βιβλίο, μια πραγματεία περί αταξικής ουτοπίας, γράφτηκε το φθινόπωρο του 1917, λίγο πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση και μέσα σ’ έναν κόσμο που δεν είχε γνωρίσει τα ολοκληρωτικά συστήματα του 20ού αιώνα – έναν κόσμο πολύ διαφορετικό από τον δικό μας και χωρίς τη δική μας συσσωρευμένη γνώση και εμπειρία. Το μόνο που μπορεί κανείς να μάθει σήμερα από το «Κράτος και επανάσταση» είναι οι εσωτερικές αλληλεπιδράσεις των μεγάλων κινημάτων του 19ου αιώνα, από τον μηδενισμό μέχρι τη σοσιαλδημοκρατία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ συνεργάζεται στην κυβέρνηση με μια βοηθητική πολιτική δύναμη που πιστεύει το ακριβώς αντίθετο για το κράτος, πλην όμως με παρόμοια ρηχότητα. Οι ΑΝΕΛ ενθουσιάζονται με τις τελετουργίες του κράτους όπως συνέβαινε και συμβαίνει στα φασιστικά, ναζιστικά και σταλινικά κινήματα. Τα δύο αυτά φαινομενικά άκρα συναντώνται στη μη κατανόηση του κράτους που προανέφερα, καθώς και στην πρόθεση δημιουργίας κομματικού μηχανισμού με εθνολαϊκιστικό χαρακτήρα.

Το πρόβλημα είναι, με λίγα λόγια, το εξής: η κυβέρνηση δεν πιστεύει στο μοντέρνο κράτος – δεν μπορεί και δεν θέλει να διαχειριστεί τον μηχανισμό ως εγγυητή ειρήνης, δικαιοσύνης και κοινωνικής συνοχής. Εξάλλου δεν πιστεύει στην κοινωνική συνοχή: τα πρότυπά της είναι χώρες και κουλτούρες χωρίς μοντέρνο κράτος, χωρίς συνοχή. Η αραβοφιλία και γενικότερα η συμπάθεια στα τριτοκοσμικά πειράματα την απομακρύνει από τις θεωρίες και τις πρακτικές του κράτους στον δυτικό κόσμο. Εκ των δηλώσεων και των πράξεών του ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να έχει την παραμικρή ιδέα για τη γέννηση και την εξέλιξη του κράτους στη Δύση, για το πώς δηλαδή ο κατασταλτικός μηχανισμός της απολυταρχίας μεταλλάχθηκε, μέσω διαδοχικών μεταρρυθμίσεων (η μεταμόρφωσή του μοιάζει μ’ εκείνη του πλοίου του Θησέα) στο κράτος που μπορεί να εξασφαλίσει τη δικαιοσύνη για κάθε πολίτη.

Η σοσιαλδημοκρατία και ο κρατισμός –δεξιός και αριστερός– αμαύρωσε την εικόνα του κράτους και συνετέλεσε στη συνάντηση του αναρχισμού με την ελευθεριακή δεξιά. Το κράτος πήρε διαστάσεις χταποδιού που στραγγαλίζει την οικονομία και το άτομο: όμως αυτό είναι διαφορετικό πρόβλημα από το πρόβλημα της ύπαρξης και της λειτουργίας του κράτους ως εργαλείου που εμποδίζει τη ζουγκλοποίηση. Θέλω να πω ότι το μέγεθος και οι εσωτερικές ρυθμίσεις του κράτους παραμένουν ανοιχτό ζήτημα, αλλά η ίδια η ύπαρξή του θα έπρεπε να έχει πλέον συμφωνηθεί: ο αναρχισμός είναι αναχρονισμός.

Επίσης, είναι μια ψυχική διαταραχή: η διαρκής αψηφισιά της εξουσίας και της αυθεντίας μαρτυρεί μια διεκδίκηση ελευθερίας χωρίς όρια, άρα χωρίς περιεχόμενο. Η τάξη, δηλαδή ο σεβασμός της ελευθερίας του άλλου, δεν μπορεί να επιβληθεί παρά μόνο με σύστημα δικαιοσύνης το οποίο εμπεριέχει, το λέει η λέξη, την «επιβολή». Παραλλήλως, το κράτος αμβλύνει τις φυσικές ανισότητες μέσω των υπηρεσιών προνοίας.

Πόσο κράτος χρειαζόμαστε; Τι είδους κράτους χρειαζόμαστε; Ακόμα και στις ΗΠΑ, όπου στα μάτια των αριστερών Ευρωπαίων δεν υπάρχει κοινωνικό κράτος αλλά μόνον «αστυνομικό», λειτουργεί η κοινωνική πρόνοια ως προστασία από την ασθένεια κι από τα ατυχήματα καθώς και ως ενίσχυση των αδυνάτων. Τίθεται όντως ένα ζήτημα «πόση» πρόνοια θέλουμε. Θέλουμε δωρεάν παιδεία; Θέλουμε δημόσιες μεταφορές; Θέλουμε δημόσια αεροδρόμια και επιχείρηση ύδατος; Αυτά τα ερωτήματα είναι ποσοτικής φύσεως.

Ποιοτικής φύσεως είναι το να πάψουμε να ταυτίζουμε το κράτος με έναν μπάτσο που σε κυνηγάει αδυσώπητα: αν η εφηβική αυτή εικόνα στοιχειώνει τα στελέχη και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ θα οπισθοχωρήσουμε σε μια κατάσταση προ-κρατική, δηλαδή χωρίς κανόνες συνύπαρξης. Όσο για τη δημιουργία κομματικού κράτους, όπως συνηθίζουμε να λέμε, σημαίνει στην ουσία έναν συμβιβασμό: αφού δεν μπορούμε, προς το παρόν, να καταλύσουμε το κράτος ας το επανδρώσουμε με τα φιλαράκια μας. Έτσι κι αλλιώς, ανέκαθεν η αριστερά έκανε πολιτική φλυαρώντας στα καφενεία: μέρος αυτής της φλυαρίας ήταν η αντίφαση μεταξύ κρατισμού και αναρχικών φαντασιώσεων· μεταξύ του υποτιθέμενου εργατικού κράτους και της κατάλυσής του. Και μολονότι η πραγματικότητα σπάζει πάνω στον ΣΥΡΙΖΑ σαν ένα μεγάλο κύμα, η εντύπωση που αποκομίζει ο πολίτης παραμένει εκείνη μιας μορφής ακυβερνησίας ή μιας μορφής διαχείρισης των εθνικών προβλημάτων η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να αποδοθεί σε μη κυβερνητική οργάνωση.