Πολιτικη & Οικονομια

Με πρόσχημα τους πρόσφυγες

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 558
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

ΟΟυμπέρτο Έκο μάς εγκατέλειψε στη μοίρα μας. Οι περισσότεροι θα τον θυμούνται για το «Όνομα του Ρόδου» και θα τον αντιμετωπίζουν ως… «διασημότητα». Οι πολλοί λιγότεροι θα αναφέρονται σε αυτόν παραπέμποντας στην πραγματική δουλειά του που είχε να κάνει με τη συστηματική και μεθοδολογική ανάλυση του μιντιακού λόγου. Την αποκάλυψη δηλαδή του τι κρύβεται πίσω από την εκφορά αυτού του λόγου, πού οδηγεί αυτή η εκφορά, πώς επαναφομοιώνει την πραγματικότητα, πώς αλλοτριώνει τον αυθεντικό πολιτικό λόγο. Ο Έκο ήταν από εκείνους τους ελάχιστους που κατανόησαν έως το μεδούλι πώς λειτουργούν τα σύγχρονα ΜΜΕ, πώς εκφράζουν μηχανισμούς αναπαραγωγής εξουσίας, πώς καθοδηγούν σε περιβάλλον Δημοκρατίας τις μάζες των καταναλωτών ενημέρωσης. Δεν ήταν απλά συγγραφέας. Ήταν καθηγητής της Σημειολογίας.

Είναι απολύτως σίγουρο πως το περασμένο Σαββατοκύριακο πολλοί θα ήταν οι εκδότες που θα επιθυμούσαν να διαθέσουν τις κυριακάτικες εκδόσεις τους με ένα CD του Παντελίδη μαζί με ένα βιβλίο του Έκο. Απλά δεν πρόλαβαν. Έτσι αντιλαμβάνονται αυτοί τη σχέση της απώλειας με τη διάθεση του μιντιακού προϊόντος. Ο λόγος είναι ξεκάθαρος. Διότι έτσι το αντιλαμβάνεται και ο μέσος καταναλωτής σε μία μέση κοινωνία, με μία μέση μόρφωση, σε μία Ευρώπη των μέσων όρων όπου κυριαρχεί μία «Μέση Αντίληψη» για τη ζωή και την πολιτική.

Για να έρθουμε, λοιπόν, σιγά-σιγά στα δικά μας. Τα εικοσιτετράωρα που προηγήθηκαν οι εφημερίδες και τα τηλεοπτικά δελτία κατέγραψαν την αναμενόμενη εδώ και μήνες πραγματικότητα με λέξεις όπως «Συμφορά», «Καταστροφή», «Έγκλημα», «Ασφυξία». Φύλλα που στο παρελθόν έχουν πρωτοστατήσει στην «κανιβαλική αδηφαγία» με την υπόθεση Ζαχόπουλου, επί παραδείγματι, παρουσιαστές που έχουν ταυτοποιηθεί με την έννοια της συστηματικής απο-παρα-πληροφόρησης, εκδότες που συμμετέχουν σήμερα στο σκηνικό προστασίας του «θεσμικού υποκόσμου», παρουσίασαν το μείζον προσφυγικό - μεταναστευτικό ζήτημα εν είδει δραματικής ταινίας με περισσό χαρακτήρα θρίλερ, εντοπίζοντας χωροταξικά το πρόβλημα στο σημείο που προκαλεί άμεσα εθνικιστικά και ανασφαλή ανακλαστικά, το Καστελόριζο. Ως παρελκόμενα αναφέρονται οι θεωρίες συνωμοσίας, όπου η τουρκική μεθοδολογία σε συνάρτηση με την αυστριακή φιλοδοξία οδηγούν την Ελλάδα σε στενωπό με την αναγνώριση των Σκοπίων ως «Μακεδονία» κ.λπ.

Ο Σόιμπλε αναφερόμενος στο ζήτημα προσφάτως είχε δηλώσει προφητικά: «Τώρα θα αντικρίσουμε την κακή πλευρά της παγκοσμιοποίησης». Τα έλεγε αυτά γνωρίζοντας ότι η χώρα του, η Γερμανία, έχει υποδεχθεί 1,1 εκατ. πρόσφυγες μέσα σε λίγους μήνες, ενώ η μικρή Αυστρία έχει εγκαταστήσει στο έδαφος της 100.000 πρόσφυγες. Για να εξηγούμεθα. Όταν η Γαλλία κάνει το παγώνι, η Ισπανία επίσης και η Μεγάλη Βρετανία έχει ήδη κλείσει τα σύνορά της στις ροές.

Στην Ελλάδα και δυστυχώς όχι μόνον, επικρατεί η άποψη πως τη λύση του προσφυγικού διαθέτει κατά αποκλειστικότητα η Τουρκία. Μέγα λάθος. Η Τουρκία είναι εδώ και καιρό μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. Έχει ενταχθεί πλήρως στη δυναμική του «βάλτου της Μεσοποταμίας», βρίσκεται σε πόλεμο εντός και εκτός συνόρων της, το προσφυγικό γι’ αυτήν αποτελεί παράλληλα πρόβλημα και εργαλείο άσκησης πίεσης κυρίως προς τη Γερμανία, τη Γαλλία και γενικότερα την Κεντρική Ευρώπη με τελικό αποδέκτη τις ΗΠΑ. Η Τουρκία ούτε επιθυμεί ούτε μπορεί τελικά να επιλύσει το πρόβλημα. Το μόνο που η Άγκυρα ενδεχομένως να μπορεί είναι να το ενισχύσει και όχι να το εκτονώνει. Όλα τα υπόλοιπα έχουν να κάνουν είτε με κρίσεις πανικού των ευρωπαϊκών και ελλαδικών πολιτικών ηγεσιών είτε με κουβέντες τύπου καφενείου.

Επειδή ακριβώς η ελληνική ματιά στις εξελίξεις χαρακτηρίζεται από έντονη διάθεση αυτολύπησης και αυτομαστιγώματος με παράλληλη υιοθέτηση της θεωρίας συνωμοσίας περί ανάδελφου έθνους κ.λπ., όπου οι πάντες επιθυμούν αν δεν μεθοδεύουν την ολοκληρωτική ισοπέδωση του Ελληνισμού, οι «εχθροί» παρουσιάζονται ως αδηφάγες χώρες χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά στοιχεία που επικρατούν σε αυτές. Η Αυστρία θα έχει εκλογές προσεχώς με την ακροδεξιά να χτυπά ακόμη και ένα 30%. Η Μέρκελ οσονούπω αντιμετωπίζει εσωτερικές κρίσιμες εκλογές με τη δημοφιλία της να καταρρακώνεται και το κόμμα της να έχει ήδη απολέσει έως και 13% λόγω προσφυγικού και με τους κεκαλυμμένους από ευρωσκεπτικισμό ακροδεξιούς να καταλαμβάνουν την τρίτη θέση στη δύναμη των κομμάτων. Ο Ολάντ καταρρέει και επιχειρεί να διασωθεί υιοθετώντας μέρος της ακροδεξιάς ατζέντας της Μαρίν Λεπέν. Ο ευρωσκεπτικισμός, βλέπε τη λαϊκιστική υπερδεξιά εκδοχή του, στη Μεγάλη Βρετανία απέκτησε και ηγέτη, τον υπερφιλόδοξο αριβιστή, το δήμαρχο του Λονδίνου, και όχι πια το γελωτοποιό Φάρατζ. Αυτή είναι η πραγματικότητα στην Ευρώπη η οποία ψάχνει αλλά δεν ανακαλύπτει τη συνεκτικότητά της. Ο λόγος ακούει στο όνομα «δομική οικονομική δυσπραγία», αλλιώς έλλειμμα οικονομικής προοπτικής, τουτέστιν «το μαγαζί πάει για φαλίρισμα» αν δεν υπάρξουν πολιτικές ενέσεις άμεσα. Και δεν φαίνεται να υπάρχουν.

Σε αυτό το περιβάλλον η διαμόρφωση συνθηκών ορθολογικής διαχείρισης του προσφυγικού εντός Ελλάδος με την παρούσα εκφορά πολιτικού και μιντιακού λόγου φαντάζει απίθανη. Οι πολιτικές ηγεσίες και οι μηχανισμοί δείχνουν να ενσωματώνονται στην κυρίαρχη ιδεολογική άποψη, «σε αυτή τη χώρα τίποτε πια δεν μπορεί να γίνει», με αποτέλεσμα οι πολίτες να συμπαρασύρονται από την αμετροέπεια των διαχειριστών της ενημέρωσης σε ΜΜΕ και Διαδίκτυο. Το διαμορφούμενο «Χάος» έχει ονοματεπώνυμα σκηνοθετών και σεναριογράφων οι οποίοι έμπλεοι αμάθειας επιφορτίζουν εαυτούς με το ρόλο του «ενημερωτή». Επί της ουσίας αναπαράγουν τους όρους επικράτησης του «χάους» ως μοναδικού χώρου όπου μπορούν να επιβιώσουν ο παλιός και ο νέος θεσμικός υπόκοσμος παρά τον αλληλοσφαγιασμό που λαμβάνει χώρα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη των θεσμικών, κρατικών, μιντιακών, οικονομικών και τελικά πολιτικών δραστηριοτήτων. Οι νέοι και οι παλιοί κοτζαμπάσηδες είναι εδώ, δηλαδή, και διεκδικούν τη δική τους επικράτηση.

Τελικά και παρά του αντιθέτου λεγόμενα, η αρένα του ξεκαθαρίσματος των λογαριασμών στην Ελλάδα έχει στηθεί με αντικείμενο το προσφυγικό σε σκηνογραφία εθνικών θεμάτων. Το έχουμε ξαναδεί αυτό το σκηνικό πολλές φορές, από τον Καποδίστρια έως τον Βενιζέλο και από τον Τρικούπη έως το 1932. Ενδεχομένως να το ξαναδούμε στην ψηφιακή εποχή μας και οι πρόσφυγες θα είναι μόνο το πρόσχημα.