Πολιτικη & Οικονομια

Στη χώρα του μπερδέματος, φίλε μου αγρότη

Πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβουμε τι δεν είναι αγώνας

Πέτρος Τερζής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Tο περασμένο Σαββατόβραδο στο ραδιόφωνο άκουσα το τραγούδι του Pilotpriest «Land of Confusion». Φυσικά ένα τραγούδι με τίτλο «Η χώρα του μπερδέματος» μου θύμισε, κατευθείαν, ποια άλλη χώρα; Tην Ελλαδάρα μας. Έχει και κάτι άλλους στίχους που μας ταιριάζουν κουτί αλλά τους αφήνω για το τέλος. Το μυαλό μου πήγε και σε εκείνους τους χιλιάδες Έλληνες που βρέθηκαν εγκλωβισμένοι το περασμένο σαββατοκύριακο στα μπλόκα των τρακτεριών με μόνη παρέα το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου τους. Αγαπητοί, λοιπόν, οδηγοί, αγρότες, αναγνώστες ζούμε στη χώρα του μπερδέματος όπου οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους, όπου οι μισοί μιλάνε μόνο με τους άλλους μισούς γιατί με τους υπόλοιπους δεν καταλαβαίνονται. Οι λέξεις, οι έννοιες, οι ιδέες σε αυτό το φανταστικό τελευταίο χρόνο ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχουν αλλοιωθεί, έχουν μπει σε κιμαδομηχανή και αυτό που βγαίνει άλλοι το λιγουρεύονται και το τρώνε και άλλοι το βλέπουν και ξερνάνε. Μία από αυτές τις λέξεις που δολοφονήθηκε είναι η λέξη «αγώνας». Καλή ώρα σαν τον αγώνα του Γιάνη ή τον αγώνα των αγροτών... Λυπάμαι, φίλε αγρότη, αλλά αυτό που κάνεις δεν έχει καμιά σχέση με αγώνα.

Πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβουμε ότι δεν είναι αγώνας ό,τι αποφασίζει κάθε μία από τις δεκάδες συνελεύσεις που γίνονται καθημερινά με οποιαδήποτε δυνατή αφορμή και με «πλειοψηφίες» 10 ατόμων που αποφασίζουνε και μετά διατάζουνε. Σήμερα, αν η συνέλευση του μπλόκου αποφασίσει αύριο να μπούνε τα τρακτέρια στην Αθήνα, κανένα πρόβλημα… αύριο θα μπούνε τα τρακτέρια στην Αθήνα. Άλλωστε ακόμα κι αν κάτι είναι παράνομο, η συνείδηση πολλών Ελλήνων πολιτών μάς διδάσκει πως όταν κάτι λέγεται «απόφαση» και μάλιστα βγαίνει από ένα «συλλογικό όργανο» που εμείς φτιάξαμε και το βαφτίσαμε δημοκρατικό τότε είναι καταρχάς σίγουρα νόμιμο. Ή, τουλάχιστον, ακόμα κι αν δεν είναι, ρε παιδί μου, πολύ νόμιμο, η παρανομία δεν μας ενοχλεί, γιατί το συλλογικό αυτό όργανο που εμείς φτιάξαμε λέει ότι έχουμε δίκιο να παρανομούμε.

Ο αγώνας, σύντροφοι, για τα πάσης φύσεως δικαιώματα, ανέκαθεν γινόταν με προσωπικό κόστος. Ο απεργός όταν απεργεί χάνει μεροκάματο. Με τα μπλόκα των αγροτών, όμως, έχουμε το παράδοξο να χάνουν όλοι οι άλλοι μεροκάματο εκτός των αγροτών. Γιατί για τους αγρότες, οι εβδομάδες του «αγώνα» είναι για τις δουλειές τους «νεκρές». Τα χωράφια τους, τον Γενάρη δεν θα πάθουν και τίποτα αν δεν πατήσει σε αυτά η ρόδα του τρακτέρ. Η οικογένειά τους, το δικό τους νοικοκυριό, τον Γενάρη δεν θα στερηθεί αν δεν πάνε οι αγρότες στα χωράφια να βγάλουν μεροκάματο. Και φυσικά όποτε θέλουν φεύγουν κι όποτε θέλουν επιστρέφουν στα μπλόκα. Κι όταν φεύγουν, ο «αγώνας» τους συνεχίζεται μόνος του με τα παρκαρισμένα τρακτέρ λες κι έχει μπει στον αυτόματο. Το κόστος, δηλαδή, στις περιουσίες τους και στην οικογένειά τους είναι μηδαμινό. Όχι όμως και το κόστος στους άλλους.

Γιατί, σήμερα, αυτός ο αγώνας γίνεται με αποκλειστική ζημιά των άλλων. Χρησιμοποιούν, δηλαδή, οι αγρότες το κόστος των «μπλόκων» σε άλλους πολίτες ως μέσο πίεσης για να ικανοποιήσουν τα δικά τους αιτήματα. Πρόκειται, με λίγα λόγια, για μια μορφής «επιβολής για συμμετοχή» στον αγώνα του αγροτικού κόσμου. Είτε συμφωνείς είτε διαφωνείς με τα αιτήματά μου, υποχρεούσαι να στερηθείς κάποια πράγματα τη στιγμή που εγώ δεν στερούμαι τίποτα.

Έτσι όμως, αγώνες δεν γίνονται. Βγες, φίλε αγρότη, να διαμαρτυρηθείς τον Ιούνιο, τότε που καίγεσαι να βγάλεις το μεροκάματο, που ζορίζεσαι καθημερινά και που εξαρτάται το νοικοκυριό σου από το χωράφι, και τότε, ναι, θα συμμεριστώ τον αγώνα σου. Ή κάνε κάτι άλλο: επειδή η Ελλάδα είναι ένα μικρό χωριό, και όλοι έχουν να διηγηθούν μια ιστορία που οι επιδοτήσεις έγιναν μερσεντές, και κάποιοι αγρότες περνούσαν πιο πολύ ώρα σε καφενεία συνδικαλιζόμενοι παρά στα χωράφια (σε βάρος των αληθινών αγροτών και παραγωγών), κάνε, φίλε μου αγρότη, το εξής καλό. Κάν’ τους πέρα και μην τους αφήσεις να μιλάνε αυτοί για σένα. Άλλοι έχτισαν τη ζωή τους και τις καριέρες τους στις πλάτες των αληθινών αγροτών και τώρα όλοι μπαίνετε στο ίδιο τσουβάλι. Και έρχεστε σήμερα με την καθοδήγηση των ίδιων, να κάνετε αγώνα στις πλάτες των άλλων, των συμπολιτών σας που εγκλωβίζετε στα μπλόκα σας και που δεν σας φταίνε σε τίποτα. Και στην τελική, να σου πω κάτι, φίλε αγρότη, οι περισσότεροι από αυτούς που περιμένουν υπομονετικά στα μπλόκα έχουν υποφέρει πιο πολύ από εσάς τα τελευταία χρόνια.

Αλλά, για να είμαι ειλικρινής, πιο πολύ μου την έδωσε ο αγώνας σου, φίλε μου αγρότη, για τις ακραίες, φασιστικές και «εθνικοαπελευθερωτικές» συνειδήσεις που πλάθονται με την ανοχή και το χειροκρότημά σου, στις συνελεύσεις σου. Λυπάμαι, αλλά δεν συμμερίζομαι τον αγώνα σου. Νιώθω ντροπή σαν Έλληνας, να σε βλέπω να καις σημαίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή να μιμείσαι τζιχαντιστές τη στιγμή που υπήρξες αναλογικά ίσως ο πιο ευνοημένος κλάδος από τα κοινοτικά κονδύλια. Αν θέλεις, φίλε αγρότη, να είναι συνεπής προς την αντιευρωπαϊκή σου ρητορεία στα κανάλια και στις συνελεύσεις σου, μπορείς κάλλιστα να επιστρέψεις ό,τι πήρες και μετά να τα ξαναπούμε.

Μέχρι τότε, ακόμα κι αν έχεις όλα τα δίκια του κόσμου φρόντισε να μην αδικείς τον εαυτό σου. Αγώνας στις πλάτες των άλλων είναι αγώνας άγονος. Κι αν σε αυτόν προσθέσεις λίγο εθνολαϊκισμό, τότε το αποτέλεσμα καθίσταται επικίνδυνο.

Και επειδή είμαι αισιόδοξος και υποσχέθηκα τους υπόλοιπους στίχους από το «Land of confusion», που πρέπει να γίνουνε εθνικός μας ύμνος, τους παραθέτω...

Αυτή είναι η χώρα που ζούμε, αυτά είναι τα χέρια που έχουμε, χρησιμοποίησέ τα και έλα να ξεκινήσουμε να προσπαθούμε, για να την κάνουμε ένα μέρος που αξίζει να ζούμε. «This is the world we live in, And these are the hands we’re given, Use them and let’s start trying, To make it a place worth living in».