Πολιτικη & Οικονομια

Ηλιοβασιλέματα

Τα κόμματα της χώρας μας που σημάδεψαν το πρώτο μισό του 20ού αιώνα  χάθηκαν από τον πολιτικό χάρτη στη δεκαετία του 1950

4755-35205.jpg
Ανδρέας Παππάς
ΤΕΥΧΟΣ 413
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
29695-66821.jpg

Και να σκεφτεί κανείς ότι πριν από λίγα χρόνια το ΠΑΣΟΚ θεωρούνταν το σχεδόν απόλυτο success story της ελληνικής πολιτικής ζωής, ότι το 2009 κέρδιζε πανηγυρικά τις εκλογές με ποσοστό πάνω από 40%. Κι όμως, το δημιούργημα του Ανδρέα Παπανδρέου, το κόμμα που κυβέρνησε τη χώρα τα 21 από τα 30 τελευταία χρόνια, θυμίζει σήμερα μάντρα με υλικά κατεδαφίσεως.

Πάντως, αν ήθελε κανείς να γίνει λίγο πιο θυμόσοφος, θα μπορούσε να αναλογιστεί πως όλα σχεδόν τα brand names της ελληνικής πολιτικής σκηνής έσβησαν όταν έκλεισαν τον ιστορικό τους κύκλο, όταν η κοινωνία είχε πια αποκτήσει νέες ανάγκες και αναζητούσε νέες πολιτικές εκπροσωπήσεις. Έτσι, τα κόμματα που σημάδεψαν το πρώτο μισό του  20ού αιώνα, το Λαϊκό Κόμμα και το Κόμμα των Φιλελευθέρων, χάθηκαν από τον πολιτικό χάρτη εκεί κάπου στη δεκαετία του 1950. Ή μάλλον, για να ακριβολογούμε, είδαν τον πολιτικό τους χώρο να καταλαμβάνεται από νέους φορείς, άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο συνέχεια των προηγουμένων: από τον Ελληνικό Συναγερμό και την ΕΠΕΚ αρχικά, από την ΕΡΕ και την Ένωση Κέντρου αργότερα. Αυτή είναι η μοίρα όλων των οργανισμών, άρα και των πολιτικών κομμάτων, θα μπορούσε να (αμπελο)φιλοσοφήσει κανείς.

Τι ακριβώς εκόμισε στην πολιτική μας ζωή το ΠΑΣΟΚ; Σε ποιο βαθμό η φυσιογνωμία του καθορίστηκε από τις κοινωνικές δυνάμεις που το πλαισίωσαν και σε ποιο βαθμό από την προσωπικότητα του ιδρυτή του; Πώς μπορεί να αποτιμήσει κανείς την κομβική δεκαετία του 1980;  Όλα αυτά τα ερωτήματα, όπως και αρκετά ακόμα, επιδέχονται προφανώς ποικίλες απαντήσεις. Αν η χώρα βγει κάποτε –όταν και όπως βγει– από τη δίνη της βαθιάς κρίσης, που βέβαια δεν είναι μόνο οικονομική, ίσως ο απαραίτητος χρόνος και η απαραίτητη απόσταση επιτρέψουν να γίνει με μεγαλύτερη νηφαλιότητα και αποτελεσματικότητα αυτή η συζήτηση.

Αν, πάντως, κάτι πρέπει να θεωρείται βέβαιο, αυτό είναι ότι η πολιτική, όπως και η φύση, απεχθάνεται το κενό. Με άλλα λόγια, ο χώρος μεταξύ κεντροδεξιάς/δεξιάς και κομμουνιστικής αριστεράς (παλαιοδογματικής και νεομπολσεβίκικης) δεν μπορεί να μείνει ακάλυπτος. Μάλιστα, στη σημερινή πραγματικότητα, τυχόν ύπαρξη ενός τέτοιου κενού στο χώρο που εκτείνεται από το μεταρρυθμιστικό κέντρο μέχρι τις διάφορες εκδοχές της σοσιαλδημοκρατίας δεν θα είναι μόνο ανωμαλία από άποψη πολιτικής «γεωγραφίας» και λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Θα σημαίνει κι έναν εξαιρετικά επικίνδυνο, νέου τύπου διπολισμό, με παράλληλη ενίσχυση των άκρων και των ακραίων φωνών γενικότερα.

 

Θα διακινδυνέψω απλώς μιαν εκτίμηση. Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, όπως θα θυμούνται οι παλαιότεροι, όλος ο χώρος από τον Σβώλο, τον Τσιριμώκο και τον Καρτάλη, μέχρι τον Σοφοκλή Βενιζέλο και τον Γεώργιο Παπανδρέου, παρέπαιε βυθισμένος στο τέλμα της αναξιοπιστίας και της πολυδιάσπασης. Κάποια στιγμή λοιπόν, εκεί γύρω στο 1960, όλα αυτά τα κόμματα και τα κομματίδια, προκειμένου να μην εξαφανιστούν πολιτικά, «την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενα», ενώθηκαν. Τρία χρόνια αργότερα η Ένωση Κέντρου, «βοηθούμενη» βέβαια και από μια σειρά απρόβλεπτα γεγονότα, όπως η σύγκρουση του Καραμανλή με το Παλάτι και η δολοφονία του Λαμπράκη, αναλάμβανε τη διακυβέρνηση της χώρας.

Μερικές φορές, λοιπόν, σκέφτομαι μήπως, πριν από την ανασύσταση, ανασυγκρότηση, επαναθεμελίωση, επανίδρυση ή ό,τι άλλο θέλετε του χώρου της κεντροαριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας, είναι μοιραίο (;) να μεσολαβήσει μια περίοδος απόλυτου κατακερματισμού. Μήπως ο κάθε ομαδάρχης, κινησιάρχης, ομιλάρχης (εκ του όμιλος), ο κάθε αρχηγός ή επίδοξος αρχηγός κόμματος, βλέποντας μέχρι πού φτάνει το πάπλωμά του και αντιλαμβανόμενος το αδιέξοδο της πανσπερμίας και της κακοφωνίας, συναινέσει και συμβάλει (στο όποιο μέτρο θα του αναλογεί πια) στην υπέρβαση. Υπέρβαση που όχι μόνο θα αφήνει πίσω της παλιές πρακτικές και ταμπέλες, αλλά θα περιλαμβάνει προφανώς και τα πρόσωπα. ●

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ