Πολιτικη & Οικονομια

Από τον Καραμανλή του 1974 στον Σαμαρά του 2012

Ηλίας Μόσιαλος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Με την ελπιδοφόρα μεταπολίτευση του 1974, τέθηκε ως εθνικός στόχος η είσοδός μας στην τότε ΕΟΚ. Αλλά στις εκλογές του 1981, τα κόμματα που πέτυχαν ή στήριξαν το στόχο (Νέα Δημοκρατία, ΚΚΕ εσωτερικού) υπέστησαν συντριβή. Ο κόσμος κράτησε τα καλά της ΕΟΚ, αλλά προτίμησε το θεσμικό λαϊκισμό του τοτινού ΠΑΣΟΚ, την τεχνητή ευημερία με τα δεκανίκια του εξωτερικού δανεισμού, το «Τσοβόλα δώσ΄τα όλα», την εκλογή Σαρτζετάκη με ανομοιόχρωμα ψηφοδέλτια. Η αποκλεισμένη κοινωνία μπήκε στο πολιτικό παιχνίδι, όμως η ιεραρχία, η υπευθυνότητα, η αξιολόγηση, η προσωπική πρωτοβουλία είτε ξεχάστηκαν είτε καταπολεμήθηκαν ως αξίες.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ενώ διέγνωσε το κακό, καθυστέρησε στη λήψη διαρθρωτικών μέτρων και τελικά ανατράπηκε από τον κ. Σαμαρά, για λόγους αμφιλεγόμενους και σίγουρα όχι εθνικής σημασίας. Δεν πρόλαβε καν να κλείσει το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ, που θα μπορούσε να έχει καταλήξει από τότε σε σύνθετη, κοινά αποδεκτή ονομασία, χωρίς τη γελοιότητα του «εμπάργκο» και χωρίς να έχει επικρατήσει διεθνώς το «Μακεδονία» σκέτο.

Οι κυβερνήσεις Σημίτη πρόσφεραν πάρα πολύ σε ευταξία, έβαλαν την Ελλάδα στο ευρώ, συνέβαλαν στην είσοδο της Κύπρου στην ΕΕ (η τότε αντιπολίτευση έλεγε ότι αυτό είναι αδύνατο!) και διατύπωσαν την ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών. Οι βαθιές τομές όμως δεν έγιναν: ο δημόσιος τομέας διατηρήθηκε μεγάλος, το ασφαλιστικό έκλεισε μόλις είχε ανοίξει, τα ελλείμματα δεν μειώθηκαν σημαντικά, έγιναν ακατανόητοι συμβιβασμοί με τους συνδικαλιστές. Επίσης, υπήρχε ανοχή στη διαφθορά, κάτι που σήμερα φαίνεται, π.χ. στις αποκαλύψεις για την περίπτωση Τσοχατζόπουλου. Τελικά η απουσία μεταρρυθμίσεων και η κακώς εννοούμενη συμβιβαστικότητα οδήγησαν στη συντριβή του ΠΑΣΟΚ (με τα τοτινά αριθμητικά δεδομένα). Πόσο χειρότερο θα ήταν το αποτέλεσμα αν είχαν προχωρήσει οι μεταρρυθμίσεις και είχαν αφήσει τουλάχιστον μια θετική παρακαταθήκη για το μέλλον; Το συνολικό αποτέλεσμα όμως της περιόδου Σημίτη είναι θετικό.

Η περίοδος τού «σεμνά και ταπεινά», δηλαδή τα χρόνια της καραμανλικής μακαριότητας, οδήγησε στην -καθόλου σεμνά και καθόλου ταπεινά- αύξηση των ελλειμμάτων, στην εκτόξευση του δημόσιου χρέους, στην πρόσληψη ακόμα περισσότερων «δικών μας παιδιών» και σε σειρά σκανδάλων, έτσι ώστε τελικά ο κ. Καραμανλής ανγκάστηκε να εγκαταλείψει την εξουσία. Ανιστόρητη περίοδος, άφησε πίσω της τα χειρότερα.

Και φτάνουμε στη φάση του περίφημου «λεφτά υπάρχουν». Αφήνοντας στην άκρη ότι ποτέ δε μάθαμε τι ακριβώς ειπώθηκε στη φθινοπωρινή συνάντηση Καραμανλή – Παπανδρέου – Προβόπουλου (φθινόπωρο 2009), ο νέος πρωθυπουργός κληρονόμησε την καραμανλική διάλυση της οικονομίας (έλλειμμα 15,4%), που συνέπεσε όμως με ευρωπαϊκή και διεθνή κρίση. Στην περίπτωση αυτή τα μέτρα πάρθηκαν, αν και καθυστέρησαν πολλούς μήνες. Πρέπει βέβαια να θυμηθούμε ότι τότε το διεθνές περιβάλλον ήταν συντηρητικό, χωρίς ευρωπαϊκούς θεσμούς στήριξης, ούτε πολιτικές ανάπτυξης. Δημιουργήθηκε ωστόσο ο μηχανισμός στήριξης (ΕΕ, Ευρ. Κεντρική Τράπεζα, ΔΝΤ) που δανείζει τη χώρα με ευνοϊκούς όρους, αποφεύχθηκε η άμεση χρεοκοπία, θεσπίστηκε η ανάγκη των διαρθρωτικών αλλαγών, μειώθηκαν τα ελλείμματα, και -επιτέλους- όλα άρχισαν να γίνονται φανερά και δημόσια. Τέλος, επιτεύχθηκε η μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος από 24 δισ. το Δεκέμβρη του 2009 σε 4 δισ. το Δεκέμβρη του ΄11. Αυτή είναι η θετική παρακαταθήκη της περιόδου.

Τονίζω ότι όσοι λένε εκ των υστέρων ότι το «κούρεμα» μπορούσε να έχει γίνει από το Μάιο του ΄10 αγνοούν τα εξής: Πρώτο, τότε το πρωτογεννές έλλειμμα ήταν 24 δισ.. Δεύτερο, αν το κούρεμα είχε γίνει μονομερώς, η Ελλάδα δε θα είχε βρεθεί μόνο εκτός αγορών, αλλά και εκτός ευρώ και ίσως εκτός ΕΕ. Ακόμα και αν εξαλειφόταν τότε το χρέος πλήρως και γινόταν δυνατός νέος δανεισμός (μάλλον σενάριο επιστημονικής φαντασίας), σε 7-8 χρόνια θα είχε φτάσει στα ίδια επίπεδα, εξαιτίας της σώρευσης των πρωτογενών ελλειμμάτων. Θα ήταν κοντά στα 75 δισ. στο τέλος του τρέχοντος έτους (2012), σε μια μόλις τριετία. Επίσης, οι εξυπνάδες για βοήθεια από τη Ρωσία, την Κίνα, τη Βενεζουέλα ή τα νησιά Παλάου δεν είχαν, ούτε έχουν καμιά βάση. Με μονομερές «κούρεμα» θα έπρεπε να παρθούν μέτρα τουλάχιστον 24 δισ. το Μάιο του 2010, δηλαδή ισοδύναμα με τρία Μνημόνια.

Από την άλλη, η αρνητική παρακαταθήκη είναι γνωστή. Η δημοσιονομική προσαρμογή έγινε -και συνεχίζει να γίνεται- χωρίς αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων, χωρίς πάταξη της φοροδιαφυγής και χωρίς μεταρρυθμιστική πνοή, στηριγμένη σχεδόν αποκλειστικά στην πολιτική της λιτότητας: οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, αύξηση ΦΠΑ, εισπρακτικά μέτρα. Όσοι από μας παλέψαμε για γενικότερη αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου (άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, χτύπημα των καρτέλ, αξιολόγηση δημόσιου τομέα και δημόσιων υπαλλήλων, απαλλαγή από άχρηστες ΔΕΚΟ) θεωρηθήκαμε ξένο σώμα στο ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο και όταν μιλήσαμε για αλλαγές στα βουλευτικά προνόμια, όταν προωθήσαμε μια άλλη πολιτική ηθική- και γενικότερα μια άλλη πολιτική παρουσία, χωρίς θεατρινισμούς και φωνές. Έγινε φανερό ότι το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν έτοιμο να προσχωρήσει στο μεταρρυθμιστικό ρεύμα, ήταν έρμαιο των ομάδων πίεσης και των πελατειακών σχέσεων. Όσοι πιστέψαμε ότι μπορούμε να το αλλάξουμε από μέσα, κάναμε απλά λάθος. Προσωπικά συγκρούστηκα με τη ΑΔΕΔΥ, με την ΠΟΣΠΕΡΤ, αλλά και με συναδέλφους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, που θεώρησαν ότι «χαλάω την πιάτσα», ειδικά όταν κατάγγειλα και κατάργησα τα μυστικά κονδύλια στο υπουργείο μου. Σε όλα αυτά, τέλος, προσθέτω και μια ΕΕ σαφώς κατώτερη των περιστάσεων.

Η κυβέρνηση Παπαδήμου έχει στο ενεργητικό της το «κούρεμα», που είχε βέβαια προετοιμαστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Η δε σημερινή κυβέρνηση, έχει επικεφαλής έναν άνθρωπο που κι αυτός, με τον τρόπο του, είπε «λεφτά υπάρχουν»: με διάφορα «Ζάππεια», με απειλή για Εξεταστικές Επιτροπές που θα αποδείκνυαν, δήθεν, ότι το έλλειμμα ήταν χαμηλότερο, με απειλές συνεργατών του για ειδικά δικαστήρια, με ισοδύναμα, με… με… Και με χαρά σημειώνω ότι στην πρόσφατη συνέντευξή του στη «Wall Street Journal» ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε ότι το έλλειμμα το 2009 ήταν όντως 15,4% και εγκατέλειψε όλα τα «ηρωικά» που κράδαινε απειλητικά. Πόσο καλύτερα θα ήταν, όμως, αν αυτά όλα είχαν γίνει ένα χρόνο πριν ή και νωρίτερα. Πόσο κέρδος θα ήταν για τη χώρα, την κοινωνία και την οικονομία της.

Έστω και τώρα όμως, αξίζει να υποστηριχτεί κάθε μεταρρυθμιστική πολιτική που με χίλια ζόρια αναγκάζεται να πάρει η κυβέρνηση. Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό οι μεταρρυθμιστικές δυνάμεις να πιέζουν για πιο μακρόπνοα μέτρα, ενορχηστρώσιμα σ΄ ένα άλλο, αληθινά παραγωγικό και αληθινά κοινωνικό μοντέλο ανάπτυξης. Επίσης, είναι αναγκαία η οργάνωση των δυνάμεων αυτών σ΄ ένα καινούργιο πολιτικό υποκείμενο, που θα ωθήσει την κοινωνία προς τα εμπρός. Μόνο έτσι μπορούμε να ελπίζουμε ότι, κάποτε, θα βγούμε από την κρίση.