Πολιτικη & Οικονομια

Η Τουρκία στη σφαίρα του δικτατορικού αυταρχισμού

Η πόλωση είναι ήδη σε επικίνδυνα υψηλά επίπεδα...

Άλκης Κούρκουλας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Tα όσα αυτάρεσκα ακούσαμε για Σουλτάνους και Βεζίρηδες, με αφορμή την απομάκρυνση του πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου, συσκότισαν την πιο λειτουργική σύγκριση με τις συγκρούσεις που σημειώθηκαν επί Τουργκούτ Οζάλ με όλους τους πρωθυπουργούς που ο ίδιος ανέδειξε. Η σύγκρουση προέδρου - πρωθυπουργού είναι εγγενές πρόβλημα του Συντάγματος που κληροδότησαν στην Tουρκική Δημοκρατία οι στρατηγοί. Η απομάκρυνση Νταβούτογλου είναι ένα ακόμα επεισόδιο που συνηγορεί για την αλλαγή του συντάγματος, όπως ζητά ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν. H τελευταία αυτή σύγκρουση δεν προκαλεί αστάθεια, όπως παλαιότερα. Η απομάκρυνση Νταβούτογλου ενισχύει τον πρόεδρο Ερντογάν, σε βάρος –ασφαλώς– των απαραίτητων στο κράτος δικαίου ελέγχων και ισορροπιών. Η λογική που διέπει τη στρατηγική καθιέρωσης ισχυρού προεδρικού συστήματος στηρίζεται στην ανάγκη δημιουργίας περιθωρίου αυτονομίας των μεγάλων επαρχιών (βλέπε Κουρδικό) χωρίς να αμφισβητηθεί ο ενιαίος χαρακτήρας της Τουρκικής Δημοκρατίας. 

Όλες οι δημοσκοπήσεις τονίζουν ότι η λογική αυτή αρχίζει να κυριαρχεί απόλυτα στο εκλογικό σώμα, που δείχνει να εκτιμά τη σταθερότητα και την ισχυρή κεντρική εξουσία περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο. 


Η συμπεριφορά του προέδρου Ερντογάν μετά τα επεισόδια του Γκεζί ενισχύει ασφαλώς κάθε ανησυχία και επιβεβαιώνει τους φόβους διολίσθησης στη σφαίρα του δικτατορικού αυταρχισμού.
 Η πόλωση είναι ήδη σε επικίνδυνα υψηλά επίπεδα. Η αντιπολίτευση του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) διακηρύσσει ότι δεν πρόκειται να δεχθεί τις συνταγματικές αλλαγές, απλώς επειδή τις εγκρίνει μια συγκυριακή πλειοψηφία. 


Ο φόβος που εκφράζεται είναι ότι οι επιλογές της σημερινής εξουσίας υπαγορεύονται από τη στρατηγική συσπείρωσης του εκλογικού σώματος γύρω από το πρόσωπο του προέδρου Ερντογάν. Αναβιώνει έτσι η συνωμοσιολογία που συνδέει ακόμα και τις τρομοκρατικές επιθέσεις των τελευταίων μηνών με τη στρατηγική της πόλωσης. Ακόμα και η οικονομία –το ισχυρό χαρτί του κυβερνητικού κόμματος– μπορεί να θυσιαστεί στην ανάγκη της πόλωσης. Αναλυτές που συνήθως είναι ψύχραιμοι λένε ότι μια οικονομική καταστροφή που μπορεί να αποδοθεί στους «ξένους» εχθρούς της Τουρκίας, ενισχύει τον πρόεδρο! 


Μέσα στα πλαίσια αυτά ο Νταβούτογλου δεν μπορούσε και δεν ήθελε να δημιουργήσει προβλήματα. Βρέθηκε στη δύσκολη θέση να μην μπορεί να ασκήσει το ρόλο για τον οποίο τον προόριζε ο πρόεδρος Ερντογάν. Βρέθηκε στην ίδια θέση που είχε βρεθεί νωρίτερα ο πρόεδρος Αμντουλάχ Γκιουλ, και πολλοί άλλοι πρωταγωνιστείς της φιλελεύθερης περιόδου του κυβερνητικού κόμματος. Οδηγούνται ωστόσο στη σιωπή και το περιθώριο, δεν ενισχύουν την αντιπολίτευση. Το περίεργο αυτό σχήμα λειτουργεί προς όφελος του προέδρου Ερντογάν και οδηγεί σε εκνευρισμό –σχεδόν απόγνωση– τους αντιπάλους του.

Για πόσο ακόμα, κάνεις δεν ξέρει.


Η οικονομία εξακολουθεί να λειτουργεί, παρά την απομάκρυνση όλων των στελεχών του Κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (AKP) που κατάφεραν να στήσουν την Τουρκία στα πόδια της. Το Κουρδικό έχει γυρίσει στον ανοιχτό και απεχθή πόλεμο της δεκαετίας ’90. Στα νότια σύνορα, τουρκικές πόλεις βομβαρδίζονται από το συριακό έδαφος, με πολλά ανθρώπινα θύματα. 
Σε όλα τα μέτωπα χρειάζονται επείγουσες αλλαγές. Η απομάκρυνση Νταβούτογλου μπορεί να διευκολύνει στην απεμπλοκή από πολλές σημερινές επιλογές. Όχι, ωστόσο στην αμφισβήτηση της μεγάλης συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η κατάργηση της θεώρησης είχε αποφασισθεί από το 2013 και είχε σχεδιασθεί να ισχύσει από τον Οκτώβριο του 2016. Ο Νταβούτογλου την επέσπευσε για τρεις μήνες συνδέοντάς την με το προσφυγικό. Αυτό δεν έγινε χωρίς κόστος για την Τουρκία και κυρίως για τα σχέδια του προέδρου Ερντογάν, που φαίνεται ότι προγραμματίζει για το φθινόπωρο δημοψήφισμα για το προεδρικό σύνταγμα, όπως λένε πολιτικές πηγές.


Η διαπραγμάτευση με την Ευρωπαϊκή Ενωση συνεχίζεται. Ο πρόεδρος Ερντογάν δεν μπορεί να δεχθεί αλλαγή του αντιτρομοκρατικού νόμου, κάτι που θα ερμηνευόταν ως ένδειξη αδυναμίας – μέσα και έξω από την Τουρκία. 
Αλλά και η αποδοχή του αντιτρομοκρατικού νόμου –στην τουρκική εκδοχή του– είναι σχεδόν αδύνατο να γίνει αποδεκτή από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα πράγματα έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο, αλλά όχι σε ρήξη. Η ιστορία των σχέσεων της Τουρκίας με τη Δύση δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι θα βρεθεί λύση.