Κοινωνια

Από το Modern Love στο Dying for Sex: Η ακατάπαυστη εξερεύνηση του τι θέλουμε

Όσα μου έμαθαν ένα podcast, μια σειρά και ένα παλιό τραγούδι για τον εαυτό μου

Ελένη Χελιώτη
ΤΕΥΧΟΣ 960
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Μια προσωπική αναζήτηση για τον εαυτό, τον έρωτα και την απόλαυση, με αφορμή podcast, τραγούδια και τη σειρά Dying for Sex.

Δεν είμαι πολύ μεγάλη φαν των podcast. Έχω ακούσει μερικά, έχω κάνει φιλότιμες προσπάθειες, κυρίως με κάποια που μιλάνε για θέματα που με ενδιαφέρουν: true crime, λογοτεχνία, μουσική, και κάποιες φορές ένα μείγμα αυτών με μια δόση χιούμορ.

Podcasts, τραγούδια, έρωτες και αυτογνωσία

Για παράδειγμα, γουστάρω πολύ τον κωμικό Μπιλ Μαρ, ο οποίος, εδώ και πολλά χρόνια, κάθε Παρασκευή βράδυ παρουσιάζει ένα νυχτερινό talk show που ονομάζεται «Real time with Bill Maher», το οποίο παρακολουθώ ευλαβικά κάθε Σάββατο πρωί με τον καφέ μου. Πριν από λίγο καιρό ξεκίνησε ένα podcast με τον τίτλο «Club Random», στο οποίο έχει διάφορους καλεσμένους και μιλάνε για τα πάντα – η θεματολογία άλλωστε, όπως δηλώνει και ο τίτλος, είναι random, τυχαία δηλαδή. Ενώ γενικά τον συμπαθώ τόσο, και ενώ οι καλεσμένοι του είναι πολλές φορές ενδιαφέρουσες ή ιντριγκαδόρικες προσωπικότητες, όσες φορές έχω βάλει ν’ ακούσω δεν έχω τελειώσει ποτέ επεισόδιο και δεν μπορώ να σας πω γιατί – ενώ, για παράδειγμα, θα ακούσω άνετα και πολύ ευχάριστα ένα ηχητικό βιβλίο για ώρες, ή ένα μεγάλο άρθρο.

Η Μελίσα Φίμπος και το podcast «Modern Love Podcast»

Σήμερα, μάλιστα, άκουσα ένα ενδιαφέρον άρθρο των New York Times για μια συγγραφέα την οποία δεν γνώριζα, τη Μελίσα Φίμπος (Melissa Febos), η οποία γράφει δοκίμια και memoirs για τη ζωή της, και εξηγούσε, με αφορμή το καινούργιο της βιβλίο «The dry season», ότι, έχοντας δοκιμάσει διάφορα «άκρα» στη ζωή της –καθώς υπήρξε dominatrix για χρόνια– και στην εξερεύνηση τόσο του εαυτού της όσο και της απόλαυσης με τη γενικότερη έννοια, σταμάτησε να κάνει σεξ για ένα χρόνο, κι έψαξε να βρει την επιθυμία, την απόλαυση και τον ρομαντισμό αλλού.

Το άρθρο ήταν μεγάλο, αλλά η προσοχή μου δεν έφυγε ούτε μια στιγμή. Μόλις το τελείωσα, βρήκα ένα μικρό δοκίμιο που έγραψε η ίδια η συγγραφέας για τους New York Times πάνω στην εμπειρία της αυτή. «What I learned trying to spend a year celibate» ο τίτλος. «Τι έμαθα δοκιμάζοντας να περάσω έναν χρόνο αποχής από το σεξ». Δεν συμφωνούσα με όλα όσα έλεγε, αλλά με κράτησε και αυτό. Κάπου στο ψαχούλεμα μετά, έπεσα πάνω σ’ ένα podcast που λεγόταν «Modern Love Podcast». Το πρώτο πράγμα που μου κέντρισε το ενδιαφέρον νομίζω πως ήταν το μικρό cartoon, το logo του: δύο κόκκινα ορνιθοσκαλίσματα από κηρομπογιές, με ποδαράκια που ενώνονται από μια «κλωστή».

Αυτό, όμως, που μ’ έκανε να πατήσω το play ήταν η θεματολογία και ο τίτλος του τελευταίου επεισοδίου: «First Love Mixtape: Side A (Encore) – What is the song you were obsessed with as a teenager?» (Με ποιο τραγούδι ήσουν κολλημένος/η στην εφηβεία σου;). Έπειτα από μια μικρή εισαγωγή, μια κοπέλα διαβάζει ένα μικρό διήγημα με τον τίτλο «What Lou Reed taught me about love» (Τι μου έμαθε ο Λου Ριντ για την αγάπη) της Λίσα Σελίν Ντέιβις, όπου η συγγραφέας εξιστορεί πως το τραγούδι «I’ll be your mirror» έγινε το soundtrack ενός καλοκαιρινού έρωτα με ένα αγόρι το οποίο άθελά του τη βοήθησε να νιώσει καλύτερα. Μετά, η παρουσιάστρια, Άννα Μάρτιν, και οι καλεσμένοι της, Μίγια Λι και Νταν Τζόουνς, μιλούν για τις δικές τους αντίστοιχες εμπειρίες και το τραγούδι που σημάδεψε τη δική τους εφηβεία.

Το πρώτο τραγούδι που μου «μίλησε»

Πόσο όμορφο, σκέφτηκα, πόσο νοσταλγικό. Προσπαθούσα να σκεφτώ το δικό μου τραγούδι, αυτό που σημάδεψε εμένα. Στα εφηβικά μου χρόνια ήμουν άτυχη, άπειρη, αδαής και όλα τα στερητικά «α» στον έρωτα, κι έτσι γρήγορα έφτασα στο συμπέρασμα –έπειτα από μια μικρή αναδρομή στη μουσική που άκουγα τότε– ότι τα τραγούδια που μου «μιλούσαν» περισσότερο ήταν αυτά του ανεκπλήρωτου έρωτα, του μονόπλευρου. Ήταν επίσης αυτά που μ’ έκαναν να αισθάνομαι ότι, παρόλο που είμαι μόνη, υπάρχει κάποιος που έχει νιώσει το ίδιο. Κι έτσι το μυαλό μου πήγε στα τραγούδια της Μαράια Κάρεϊ, και ιδιαίτερα στο «Looking in» από τον δίσκο της «Daydream».

It seems as though I’ve always been
Somebody outside looking in

Το εφηβικό δράμα στο μεγαλείο του, το ξέρω, αλλά ο καθένας έχει την ιστορία του και, καλώς ή κακώς, αυτή ήταν η δική μου. Μετά όμως συνέχισα. Και άκουσα και το επόμενο: «Friends for 16 years. Lovers for one night». (Φίλοι για 16 χρόνια. Εραστές για μία νύχτα.) Ξέρω τι σκέφτεστε. Πόσο εμετικά γλυκανάλατο και βγαλμένο από ψευτο-ρομαντική ταινία ακούγεται. Κι εγώ έτσι πίστευα αρχικά· μέχρι που το άκουσα στο αυτοκίνητο πηγαίνοντας στα ΙΚΕΑ του αεροδρομίου, όπου έφτασα συναισθηματικά κατεστραμμένη και με δάκρυα στα μάτια. Και ίσως ήταν η σωστή διάθεση που συνέβαλε, ίσως η ηρεμία και η έλλειψη περισπασμών, ίσως όμως ήταν και το γεγονός ότι, ενώ η ιστορία της κοπέλας ήταν δακρύβρεχτη –κυριολεκτικά και όχι μεταφορικά–, είχε επίσης μια ωμότητα που με ξάφνιασε.

Σκέψεις με αφορμή τη σειρά Dying for Sex

Πού θέλω όμως να καταλήξω; Έχω εδώ και λίγο καιρό έχω διαβάσει πολλά καλά λόγια για μια σειρά στο Disney+ με τον τίτλο «Dying for sex», η οποία είναι ανάλαφρα βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, και μιλά για μια γυναίκα στα 40 της, η οποία διαγιγνώσκεται με καρκίνο του μαστού, κάνει διπλή μαστεκτομή και, δύο χρόνια αργότερα, ανακαλύπτει ότι ο καρκίνος έχει κάνει μετάσταση στα οστά της και βρίσκεται πια στο 4ο στάδιο. Ο γιατρός της την παίρνει τηλέφωνο να την ενημερώσει την ώρα που βρίσκεται με τον σύζυγό της στην ψυχοθεραπεύτριά τους.

Λίγο πριν από το τηλεφώνημα μιλούσαν για το γεγονός ότι εκείνος έχει 3 χρόνια να την αγγίξει και ότι αισθάνεται ότι δεν την επιθυμεί πια, αλλά έχει ανάγκη από την επαφή και το σεξ, ενώ εκείνος προσπαθεί να εξηγήσει ότι, λόγω της κατάστασής της, δεν μπορεί πια να τη δει σεξουαλικά, και το θέμα υγείας της τον εμποδίζει να λειτουργήσει ερωτικά.

Εν συντομία, αποφασίζει η γυναίκα ότι δεν θέλει να περάσει τον περιορισμένο χρόνο που της έχει μείνει σ’ αυτή τη σχέση και ότι θέλει να προλάβει να ζήσει κάποια πράγματα πριν πεθάνει. Παίρνει τις οικονομίες της, νοικιάζει ένα διαμέρισμα και, με τη βοήθεια της κολλητής της, ξεκινά αυτό το ταξίδι προς το «τέλος». Είδα 3 επεισόδια το ένα μετά το άλλο, και σταμάτησα αφού έπειτα από μια ανορθόδοξη ερωτική εμπειρία με τον γείτονά της, καταλήγει στο νοσοκομείο λόγω προβλήματος στον γοφό της (το οποίο προκάλεσε ο καρκίνος στα οστά).

Εκεί, λοιπόν, αφού εξιστορεί στην κολλητή της και στον άνθρωπο που προσφέρει παρηγορητική φροντίδα σε καρκινοπαθείς τελικού σταδίου τι συνέβη, ο τελευταίος τής λέει: «Εσείς οι millennials είστε τόσο δραματικοί. Νομίζετε ότι το σεξ έχει να κάνει με τη διείσδυση και τον οργασμό· το μάθατε από τη Σαμάνθα (χαρακτήρας στο «Sex and the City»). Το σεξ είναι ένα κύμα.Το σεξ είναι στάση ζωής. Το σεξ είναι το μη γραμμικό φαινόμενο που προκύπτει όταν δύο ή περισσότερα πλάσματα αγγίζουν ενεργειακά πεδία».

Αυτό στο οποίο θέλω να καταλήξω –εκεί που με πήγε η περιήγηση αυτής της εβδομάδας, πέρα από τον ερωτισμό και το τι σημαίνει με την ευρύτερη έννοια, πέρα από το σεξ και το τι είναι, πέρα από τη σύνδεση μεταξύ ανθρώπων και τα σημεία όπου εφάπτονται οι υπάρξεις μας– είναι η ακατάπαυστη διερεύνηση του εαυτού και του τι είναι «σωστό» ή καλό ή ωφέλιμο για τον καθένα από εμάς, κάτι το οποίο συχνά δεν ακολουθεί κανέναν κανόνα και κανένα «πρέπει».

Στα 40 της, κι έπειτα από διάφορες σχέσεις και έναν πολυετή γάμο, η πρωταγωνίστρια της σειράς δεν είχε καταφέρει ποτέ να έρθει σε οργασμό με κάποιον άντρα, μόνο μόνη της. Ξεκινά να κάνει σεξ με άλλους ανθρώπους έπειτα από πολλά χρόνια και απογοητεύεται. Περίμενε το σεξ να είναι φανταστικό με άλλους, περίμενε να νιώσει όπως είχε νιώσει μια φορά στα νιάτα της, και όσο αυτό δεν συμβαίνει, αποκαρδιώνεται. Κατά τη διάρκεια μιας ερωτικής συνεύρεσης με έναν νεαρό 25 ετών, εκείνος τη ρωτάει τι της αρέσει και τι θέλει, κι εκείνη συνειδητοποιεί ότι δεν ξέρει, ότι δεν έχει ιδέα, γιατί δεν αναρωτήθηκε και δεν το «έψαξε» ποτέ, και τότε είναι που καταλαβαίνει πραγματικά τι έχει πάει λάθος.

Το ρομαντικό ή ερωτικό κομμάτι είναι απλώς ένα παράδειγμα, ανεξάρτητα από το ότι είναι ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής μας. Η ιδέα είναι ότι ναι μεν δεν είναι ποτέ αργά, για τίποτα, αλλά οφείλουμε στον εαυτό μας να προσπαθούμε, έστω, να μην τα αντιλαμβανόμαστε όλα εκ των υστέρων.