- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
40 βαθμοί, λιώνει το φαΐ: Eξομολογήσεις ντελιβεράδων
«Και τι να κάνω, ρε φίλε, που ο καφές σου δεν ήρθε παγωμένος; Βάλ’ τον λίγο στην κατάψυξη!»
Οδηγοί ντελίβερι και καλοκαίρι στην Αθήνα: Οι δυσκολίες, τα απρόοπτα και οι απίθανες απαιτήσεις.
Σαράντα χρόνια κλείνει το ντελίβερι στην Ελλάδα, μετά την έναρξη του επαγγέλματος στα μισά των 80s, παρέα με μαραθώνιους ταινιών από βίντεο κλαμπ που ζητούσαν ως συντροφιά γρήγορο, νόστιμο, έτοιμο φαγητό. Σαράντα και βάλε βαθμούς κάνει μες στο κράνος των ντελιβεράδων όταν τρέχουν πάνω στην άσφαλτο που καίει για να παραδώσουν τον καφέ παγωμένο, την πίτσα ζεστή και τα κοκτέιλ χωρίς να έχει λιώσει ο πάγος. Παραδίδουν σε γραφεία, σε σπίτια, σε παρέες που ξεφαντώνουν, σε μεθυσμένους, σε γυμνούς, ξημερώματα, καταμεσήμερο, αργά το βράδυ, αντιμετωπίζοντας χαλασμένα ασανσέρ σε παραγγελίες έκτου ορόφου, μποτιλιαρίσματα, τροχαία, βροχές και καύσωνες, αγένεια, πίεση χρόνου και στρες. Τελικά, είναι χειρότερο να παραγγέλνουμε όταν βρέχει ή όταν είναι ντάλα μεσημέρι καλοκαιριού;
Ο Ηλίας είναι 25 ετών και δουλεύει σε γνωστή εφαρμογή ντελίβερι ως ελεύθερος επαγγελματίας – με το μπλοκάκι του, με τον λογιστή του, με την ευθύνη του οχήματός του και της ασφάλειάς του. «Το καλοκαίρι είναι χειρότερα από τον χειμώνα, ξεκάθαρα. Κι αυτό θα σ’ το πουν όλοι. Γιατί τον χειμώνα κάτι μπορείς να κάνεις για να προστατευτείς, να φορέσεις ένα αδιάβροχο, έναν σκούφο. Επίσης, το κράνος κάτι κόβει. Ό,τι κόβει τον χειμώνα το κρατάει το καλοκαίρι. Σκας εκεί μέσα».
Ο Κλοντιάν, 27 ετών, δουλεύει σε άλλη γνωστή εφαρμογή. Ήρθε στην πόρτα μου να μου παραδώσει ένα κιλό παγωτό και τον ρώτησα πόσο πιο ζόρικη αποστολή θα ήταν αυτή αν είχαμε κατακαλόκαιρο. Γέλασε. «Οι συσκευασίες βοηθάνε πολύ την κατάσταση. Αλλά, ναι, έχουμε κάποια λογικά ατυχήματα. Μια φορά είχα να παραδώσω καμιά δεκαριά καφέδες, γρανίτες, σμούθις. Είχε κλείσει ο δρόμος κι έπρεπε να πάω από αλλού, λιγάκι χάθηκα, η αλήθεια είναι, και άργησα μερικά λεπτά. Ένας καφές χύθηκε λίγο, οι γρανίτες έγιναν χυμοί και φυσικά ο πελάτης θύμωσε πολύ και μου μίλησε λίγο κάπως. Δεν είναι το συνηθισμένο αυτό, συνήθως είναι ευγενικοί οι άνθρωποι ή απλώς τυπικοί. Αλλά ο μέσος ντελιβεράς τις ακούει τις χριστοπαναγίες του. Και τι να κάνω δηλαδή, ρε φίλε, που ο καφές σου ή η γρανίτα σου δεν ήρθαν παγωμένα; Βάλ’ τα στην κατάψυξη, να πούμε!»
Επιβεβαιώνει και ο Ηλίας: «Αν κάτσεις να ασχοληθείς με την αγένεια του άλλου, θα τρελαθείς τελείως. Απλώς πας παρακάτω, συνεχίζεις τη μέρα σου, τη δουλειά σου. Πολλοί αφήνουν και κακές κριτικές στις εφαρμογές, αλλά είναι τόσο απρόσωπο το σύστημα και τόσο πολλοί οι ντελιβεράδες, που ουσιαστικά δεν συμβαίνει τίποτα».
Ο Σωτήρης, 57 ετών, παλιάς κοπής ντελιβεράς σε πιτσαρία στο κέντρο μερικές μέρες την εβδομάδα και σε σουβλατζίδικο τις υπόλοιπες, ταλαιπωρείται πολύ, όσο μεγαλώνει, από τις καλοκαιρινές θερμοκρασίες: «Κάποιες μέρες νιώθω σαν φάντασμα. Δεν με βλέπουν καν. Ανοίγουν την πόρτα μισοκοιμισμένοι, με το κλιματιστικό να φυσάει πίσω τους και με κοιτάνε σαν να είμαι κι εγώ εφαρμογή, όχι άνθρωπος. Και στον δρόμο νιώθω αόρατος, πολλές φορές. Το καλοκαίρι όλοι βιάζονται ακόμα πιο πολύ. Τρία ατυχήματα που είχα με το σκούτερ τα έχω πάθει καλοκαίρι, και συγκεκριμένα Ιούλιο μήνα, λίγο πριν φύγουν όλοι για διακοπές, υποτίθεται, και είναι μες στα νεύρα. Ένα άλλο μεγάλο κακό είναι η αναμονή έξω από γραφεία ή πολυκατοικίες. Σου λένε να μην ανέβεις, κατεβαίνουν αυτοί κι εσύ περνάς εφιαλτικά. Πέντε, δέκα λεπτά, με το στόμα στεγνό μες στον καύσωνα. Νιώθω ότι θα πεθάνω καμιά φορά, πραγματικά. Τα νέα παιδιά βγάζουν περισσότερα χρήματα. Εγώ δεν μπορώ να έχω μπλοκάκια και τέτοια, θέλω τα ένσημα να πάρω σύνταξη και αναγκάζομαι να δουλεύω με το παλιό σύστημα».
Ο Κλοντιάν παραδέχεται ότι δεν πίνει όσο νερό θέλει στη διάρκεια μιας καλοκαιρινής βάρδιας: «Αν πιεις πολύ νερό, πού θα κατουρήσεις μετά; Θα χάσεις χρόνο, θα χάσεις δουλειά, θα χάσεις χρήματα. Τόσο απλά. Το καλοκαίρι είναι και τα πουρμπουάρ καλύτερα, σε βλέπουν ιδρωμένο και ίσως σε λυπούνται ή, έστω, καταλαβαίνουν οι περισσότεροι το ζόρι που τρως. Μια φορά, θυμάμαι, έκατσα στην πιλοτή μιας πολυκατοικίας να κάνω ένα τσιγάρο – ζητούσα λίγη δροσιά και δεν παλευόταν έξω η κατάσταση. Πολλές φορές έχω ζαλιστεί κι έχει χρειαστεί να σταματήσω. Ανθρώπινο είναι».
Το καλοκαίρι, εκτός από τη ζέστη και τις υψηλές απαιτήσεις των πελατών, είναι και η λίμπιντο ανεβασμένη. Όπως εξηγεί ο Ηλίας: «Συχνά οι πελάτες κι οι πελάτισσες έχουν ορεξούλες. Θέλουν να φλερτάρουν, να κομπλιμεντάρουν, να παίξουν. Καμιά φορά, ρε παιδί μου, μπορεί κι εσύ να το θες. Αλλά όταν έχεις δεινοπαθήσει στον δρόμο, όταν τρέχει ο ιδρώτας μέσα από τα ρούχα σου και θες να συμπληρώσεις τις ώρες σου και να πας για ξεκούραση, δεν είσαι στην ίδια διάθεση. Ο άλλος είναι μέσα στη δροσιά του, μπορεί να κανονίζει τις διακοπές του, εσύ δουλεύεις όμως».
Ανοίγουν, δηλαδή, με τα εσώρουχα; «Καμιά φορά και χωρίς αυτά. Έχω δει από γυμνόστηθες κοπέλες μέχρι ολόγυμνους μαστουρωμένους τύπους ν’ ανοίγουν την πόρτα. Δεν είναι μύθος όλα αυτά, όπως νόμιζα πριν ξεκινήσω να δουλεύω. Κι έχουν και τη δικαιολογία της υψηλής θερμοκρασίας, σου λέει, σκάμε. Ναι, ενώ εμείς στον δρόμο δροσιζόμαστε!» λέει ο Κλοντιάν και τον αφήνω στην ησυχία του να συνεχίσει τις παραδόσεις. Ναι, ναι, πήρε και πουρμπουάρ – το παγωτό μού ήρθε όπως έπρεπε, σαν να το είχα πάρει από το μαγαζί.