- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Καλοκαίρι, έρωτας με αστερίσκους: Ποιοι απολαμβάνουν το ελληνικό καλοκαίρι και πόσο το επηρεάζει ο τουρισμός;
Το (ελληνικό) καλοκαίρι είναι, αντικειμενικά, μία μαγευτική εποχή, την οποία για αναρίθμητους λόγους λατρεύουν οι περισσότεροι. Έχει, όμως, και δυσάρεστες όψεις στην άλλη άκρη της ζυγαριάς, που κάνουν αρκετούς να… ανυπομονούν για τον χειμώνα. Ίσως επειδή το καλοκαίρι χαρακτηρίζεται από ορισμένες έντονες καταστάσεις εκ φύσεως, αλλά και εκ συγκρίσεως με τις υπόλοιπες εποχές του χρόνου, που το κάνουν να έχει ορκισμένους φίλους, αλλά και κάποιους λιγότερο συμπαθούντες. Ας τα πάρουμε με μία σειρά:
Αν πρέπει, ξεκινώντας, να δώσουμε έναν κλισέ τίτλο, θα λέγαμε ότι το καλοκαίρι είναι, παραδοσιακά, η εποχή της χαράς των διακοπών. Πώς όχι, άλλωστε, αφού κλείνουν τα σχολεία και τα περισσότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις κατεβάζουν ρολά, μέχρι και τα δικαστήρια και η Βουλή έχουν περιορισμένη λειτουργία τον Αύγουστο ή τη διακόπτουν εντελώς. Η κανονική άδεια που νομίμως δικαιούνται οι εργαζόμενοι έχει γίνει συνώνυμο της καλοκαιρινής άδειας και όχι αδίκως, αφού μόνο ένα μικρό μέρος της καταναλώνεται σε έκτακτες ανάγκες στη διάρκεια του χρόνου και το μεγαλύτερο φυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού για την ανάπαυλα του καλοκαιριού.
Όχι απλώς για φειδωλές διήμερες και τριήμερες αποδράσεις, όπως τις υπόλοιπες εποχές του χρόνου, αλλά για χορταστικές διακοπές μακράς διάρκειας. Αυτές που όταν φεύγουμε από το σπίτι για να πάμε είτε στο εξοχικό είτε στο κατάλυμα που έχουμε νοικιάσει για να παραθερίσουμε, είναι κυριολεκτικά σαν να μετακομίζουμε. Που τις ονειρευόμαστε, τις συζητάμε και έχουμε ξεκινήσει να τις οργανώνουμε ήδη από τον Φεβρουάριο, βαριά Μάρτη. Που έχουν ξεχωριστό συρτάρι στο ράφι των αιώνιων αναμνήσεών μας. Που για πολλούς είναι αρκετός λόγος για να κάνουμε οικονομίες, ακόμα κι αν τα χρήματα δεν περισσεύουν με άνεση.
Και κάπου εδώ αναφύονται οι πρώτες αντιθέσεις…
Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για το 2024 («Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών»), ένα συντριπτικό 54% στερείται οικονομικής δυνατότητας για την πληρωμή έστω μίας εβδομάδας διακοπών. Όπερ σημαίνει ότι το καλοκαίρι είναι η εποχή που τονίζονται στην επιφάνεια οι κοινωνικο-οικονομικές διαφορές που, ούτως ή άλλως, διατρέχουν τη ζωή των πολιτών όλο τον χρόνο: Η τρομαχτική άνοδος των τιμών στις εποχικές υπηρεσίες του καλοκαιριού (διανυκτέρευση, εισιτήρια, εστίαση, διασκέδαση, παραλία), που γίνεται ακόμα τρομαχτικότερη τη λεγόμενη «περίοδο υψηλής ζήτησης» (1 Ιουλίου-15 Αυγούστου), καθιστά τις πολυήμερες διακοπές ακριβοθώρητο προνόμιο όλο και λιγότερων και «φυλακίζει» στην κάψα των πόλεων ολοένα περισσότερους (ή τους περιορίζει σε μικρές, σχεδόν «άγευστες» δόσεις).
Αλλά και πάλι, εκτός των μαθητών (και της πλειονότητας των εκπαιδευτικών) που απολαμβάνουν το καλοκαίρι στο μάξιμουμ της διάρκειάς του, οι καλοκαιρινές διακοπές δεν είναι δεδομένες για το σύνολο των εργαζομένων ούτε τις χαίρονται όλοι στην ίδια έκταση, με την ίδια άνεση και ξεγνοιασιά. Ολόκληροι επαγγελματικοί κλάδοι, που σε στοιχεία εργατικού δυναμικού αντιστοιχούν σε πάνω από το 25% της συνολικής απασχόλησης της χώρας (Ελληνική Στατιστική Αρχή, «ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ: Γ’ τρίμηνο 2024») και που η κορύφωση της έντασής τους συμπίπτει με την περίοδο του καλοκαιριού, όπως εργαζόμενοι στον τουρισμό (καταλύματα, εμπορικά καταστήματα, ενοικίαση οχημάτων, εστίαση), στις πάσης φύσης επιβατικές μεταφορές, στην αγροτική παραγωγή και την αλιεία, αλλά και δημόσιοι υπάλληλοι σε διαρκή επιφυλακή (σώματα ασφαλείας, πυροσβέστες), δεν αντιλαμβάνονται ούτε βιώνουν τις διακοπές με τη συνήθη έννοια της πλειοψηφίας, αφού αυτό που για κάποιους είναι φυσιολογικό διάλειμμα ξεκούρασης για άλλους είναι business as usual.
Και τι να πούμε για την κίνηση στις εξόδους των εθνικών οδών, αλλά και στους δρόμους των μεγάλων πόλεων που οδηγούν σε κάποια κοντινή παραλία; «Πήζουν» επί σχεδόν τρεις μήνες κάθε εβδομάδα με τους «παραθεριστές του Σαββατοκύριακου», εκείνους που αμέσως μετά τη δουλειά δικαίως αναζητούν λίγη θαλασσινή δροσιά για να γεμίσουν τις μπαταρίες τους και να αδειάσουν το μυαλό τους, πριν βουτήξουν ξανά στη ρουτίνα της καθημερινότητας. Πολύ περισσότερο, όταν ανήκουν στην άτυχη πλειονότητα αυτών που δεν μπορούν να πληρώσουν για διακοπές…
Δεν λέω, είμαστε μία ευλογημένη χώρα, περικυκλωμένη με θάλασσα απ’ άκρη σε άκρη. Ισχύει, όμως, και ότι η απόλαυσή της στη διάρκεια του καλοκαιριού για τους κατοίκους του Κλεινού Άστεως και άλλων πυκνοκατοικημένων περιοχών περνάει μέσα από το τούνελ της αφόρητης κίνησης. Όχι μόνο κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, που εκόντες-άκοντες έχουμε εκπαιδεύσει τα νεύρα μας να ζούμε με αυτή, αλλά και στις αργίες της, που υποτίθεται ότι ψάχνουμε για ένα αποτοξινωτικό διάλειμμα από αυτό το καθημερινό μαρτύριο. Και, μάλιστα, υπό συνθήκες καυτής ζέστης, που δοκιμάζει τα «εκπαιδευμένα» νεύρα μας και ανάγει αυτό το μαρτύριο εις τη νιοστή. Να μία ακόμα ειδοποιός διαφορά του καλοκαιριού σε σύγκριση με όλο τον υπόλοιπο χρόνο, όπου υπάρχουν το πολύ 3-4 ανάλογα «βασανιστικά» τριήμερα (Καθαρή Δευτέρα, Πάσχα και άντε, ημερολογίου επιτρέποντος, 28η Οκτωβρίου, 25η Μαρτίου και Πρωτομαγιά).
Μιλώντας, δε, και για τις καιρικές συνθήκες, τα πράγματα δεν γίνονται καλύτερα. Το ακραίο μετεωρολογικό φαινόμενο του καλοκαιριού, οι καύσωνες, είναι μεν λιγότερο καταστροφικό σε υλικές ζημιές συγκριτικά με το ακραίο μετεωρολογικό φαινόμενο του χειμώνα, τις πλημμύρες, αλλά απείρως πιο θανατηφόρο. Σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος («Extreme summer weather in a changing climate: Ιs Europe prepared?»), οι οικονομικές απώλειες που σχετίζονταν με ακραία κλιματικά φαινόμενα στην Ευρωπαϊκή Ένωση την περίοδο 1980-2021 ήταν μεγαλύτερες λόγω πλημμυρών (258 δισ. ευρώ) έναντι συνεπειών του καύσωνα (77 δισ. ευρώ), όμως η τραγικότερη όψη αυτού του νομίσματος - οι ανθρώπινες απώλειες - ήταν εκθετικά περισσότερες λόγω ακραίας ζέστης (159.003), παρά εξαιτίας πλημμυρών (4.161).
Αλλά και οι πυρκαγιές, αποτέλεσμα ενός συνδυασμού παραγόντων, με την καλοκαιρινή ξηρασία και την υπερβολική ζέστη στο επίκεντρο (όταν δεν οφείλονται σε εμπρησμούς), είναι ένα καταστροφικό φαινόμενο λιγότερο προβλέψιμο από τις πλημύρες, με πιο μακροχρόνιες επιπτώσεις στην χλωρίδα και την πανίδα και ίσως, συναισθηματικά, πιο λυπηρό και στενάχωρο στην καρδιά λόγω αφανισμού ενός δυσαναπλήρωτου φυσικού και ζωικού κεφαλαίου, που αλλάζει επί τα χείρω την όψη μας για τον κόσμο που μας περιβάλει και μέσα στον οποίοι ζούμε και κινούμαστε.
Ακόμα και με όρους καθημερινής διαβίωσης να το δούμε, με την ταχύτητα επιδείνωσης της κλιματικής αλλαγής στον πλανήτη, ο καύσωνας του καλοκαιριού γίνεται - θεωρώ - περισσότερο αφόρητος από την παγωνιά του χειμώνα. Ο καύσωνας εξατμίζει κάθε υγρό μέσα σου, λιώνει την ύπαρξή σου, σε λούζει ασταμάτητα στον ιδρώτα, αποθαρρύνει τη σωματική επαφή, ζαλίζει τη σκέψη, μειώνει την παραγωγικότητα, σε κάνει νωχελικό, αντέχεται με δυσκολία σε εξωτερικούς χώρους, διαταράσσει τον ύπνο σου και, σε τελική ανάλυση, δεν βλέπεις την ώρα να φυσήξει λίγο για να πάει από κει που ήρθε. Το κρύο, από την άλλη, σε κρατάει σε εγρήγορση, τονώνει τις αισθήσεις σου, ενθαρρύνει την ανθρώπινη αγκαλιά, δημιουργεί ατμόσφαιρα και ρομαντισμό, σε καλεί να χουχουλιάσεις στο πάπλωμα και να κοιμηθείς λίγο περισσότερο, παίζει με τα χνώτα σου το πρωί, ενίοτε σε πασπαλίζει με το χιόνι που αγαπάς, γίνεται ευκολότερα ανεκτό με τη βοήθεια ενός καλού μπουφάν και όσο κι αν αδημονείς για τη ζέστη (όχι τον καύσωνα) του καλοκαιριού, η αλήθεια είναι ότι δεν σε χαλάει στον ίδιο απογοητευτικό βαθμό όσο διαρκεί.
Και, τέλος, ο εισερχόμενος (αλλοδαπός) τουρισμός, που έχει αναμφίβολα οφέλη για την εθνική οικονομία, αλλά στην καλοκαιρινή υπερβολή του (τον χειμώνα, ο όγκος των τουριστών είναι πολύ μικρότερος και συγκεντρώνεται κυρίως στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη) δημιουργεί εσχάτως συγκεχυμένες αντιδράσεις (και) στους Έλληνες πολίτες (όπως σε πολλούς Ευρωπαίους). Τόσο επειδή αυξάνει τις τιμές και μειώνει τις διαθεσιμότητες σε όλο το φάσμα των εγχώριων τουριστικών υπηρεσιών, κάνοντας τις πολυπόθητες διακοπές ακόμα δυσκολότερη εξίσωση, όσο και επειδή δυσχεραίνει την καθημερινότητα λόγω υπερφόρτωσης των πόλεων από την κίνηση υπεράριθμων τουριστικών λεωφορείων και αλλοίωσης του χαρακτήρα των γειτονιών από την έντονη τουριστικοποίηση και την κατάχρηση του θεσμού των βραχυχρόνιων μισθώσεων (ο οποίος, σημειωτέον, δυσκολεύει και την εύρεση μόνιμης κατοικίας για τον ντόπιο πληθυσμό).
Από την άλλη, βέβαια, γίνεται χωρίς καλοκαίρι; Θα είναι πραγματικά σαν να κόβεις την καρδιά σου στη μέση και να μην ξέρεις με ποιο κομμάτι θέλεις να συνεχίσεις να ζεις. Σαν να έχεις δύο λατρεμένα παιδιά και να σου λένε διάλεξε ποιο θα αποχωριστείς. Υπάρχουν σίγουρα λόγοι να σταυρώνουμε το καλοκαίρι, αλλά ταυτόχρονα να μην μπορούμε χωρίς αυτό. Όπως στις love-hate σχέσεις, που η κερδίζουσα αγάπη είναι συνισταμένη ισχυρών, αλλά αντικρουόμενων αισθημάτων…