- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Σαν σήμερα 26 Ιουλίου 1992 πέθανε η Τζένη Καρέζη μετά από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο
Τα μεγάλα μπλε μάτια της Τζένης Καρέζη έκλεισαν για πάντα, σαν σήμερα, τρία λεπτά πριν από τα μεσάνυκτα της 26ης Ιουλίου 1992. Είχε στο πλευρό της τον σύζυγό της, Κώστα Καζάκο και τον γιο τους Κωνσταντίνο, με τον οποίο λαχταρούσε να βρεθούν μαζί στη θεατρική σκηνή. Τα τελευταία χρόνια έδινε σκληρή μάχη με τον καρκίνο.
Τρεις μήνες πριν αφήσει την τελευταία της πνοή, η Τζένη Καρέζη - ενώ βρισκόταν ακόμη μέσα από το νοσοκομείο - έστειλε επιστολή στα ΜΜΕ στα οποία ευχαριστούσε το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου Αθηνών, τον απλό κόσμο που της συμπαραστεκόταν με όποιο μέσο μπορούσε, αλλά και τον Τύπο που κάλυψε διακριτικά την περιπέτειά της. Και τότε, εξέφρασε την επιθυμία της να ζήσει για να προσφέρει.
Αναλυτικά η τελευταία επιστολή της Τζένης Καρέζη στα ΜΜΕ
Τρία χρόνια τώρα ταλαιπωρούμαι με σοβαρό πρόβλημα στην υγεία μου. Με φωτεινά διαλείμματα βέβαια, και με ενδιάμεσο τον περσινό χειμώνα, και την ευτυχία να παίξω το αριστούργημα της Λούλας Αναγνωστάκη «Διαμάντια και μπλουζ» στο θέατρο «Αθήναιον» και να αγαπηθεί τόσο το έργο, η παράσταση και εγώ προσωπικά από το αθηναϊκό κοινό. Ο θεός του θεάτρου για άλλη μια φορά στάθηκε καλός και γενναιόδωρος μαζί μου και πίστευα ότι αυτή η ευτυχία θα συνεχιζόταν και φέτος. Ότι θα επαναλαμβάναμε το "Διαμάντια και μπλουζ" στο θέατρό μας και ότι στη συνέχεια θα το παρουσιάζαμε στη Θεσσαλονίκη.
Δεν στάθηκε δυνατόν. Δυστυχώς. Και πέρασα ένα ολόκληρο χειμώνα ανάμεσα Αθήνα-Λονδίνο δίνοντας μάχη με την αρρώστια μου και έχοντας πάντα μαζί μου τον ακριβό μου σύντροφο Κώστα Καζάκο και τον μονάκριβό γιο μου Κωνσταντίνο. Στις πολύ δύσκολες στιγμές της ζωής, ο κάθε άνθρωπος λειτουργεί διαφορετικά. Άλλος ξορκίζει το κακό φωνάζοντας, άλλος βγάζοντας προς τα έξω την απελπισία του, άλλος σιωπώντας και μαχόμενος καρτερικά. Αυτή η τελευταία είναι και η δική μου περίπτωση. Μαζί με την οικογένειά μου θα αγωνιστώ για την υγεία μου, για τη ζωή μου και για την επάνοδό μου στη σκηνή.
Ευχαριστώ τον Τύπο και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για τη διακριτική τους στάση, ευχαριστώ όλο τον κόσμο, ανώνυμους και επώνυμους για τη συμπαράσταση και την αγάπη τους και ας είναι σίγουροι ότι όλες μου οι προσπάθειες είναι να ξαναβρεθώ κοντά τους μέσω της δουλειάς μου. Επίσης αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω την εκπληκτική ομάδα των γιατρών του ουρολογικού τμήματος του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου για την ετοιμότητα με την οποία αντιμετώπισαν το Μεγάλο Σάββατο το μεσημέρι την καινούρια και μάλλον επικίνδυνη περιπέτεια της υγείας μου.
Ιδιαιτέρως ευχαριστώ τους θεράποντες γιατρούς μου καθηγητή Νίκο Δαβίλα και τον γιο του Ηλία Δαβίλα για το επιστημονικό τους κύρος, τη βαθιά ανθρωπιά τους και το θερμό ενδιαφέρον με το οποίο με περιέβαλαν.
Θέλω να ζω με τους δικούς μου. Θέλω να κάνω τη λατρεμένη μου δουλειά. Θέλω να προσφέρω. Ν' αγαπώ και να με αγαπούν.
Δεν χάνονται αυτά. Δεν πρέπει να χαθούν. Δεν θέλω να χαθούν.
Και πάντα θα ελπίζω...
Φιλικότατα
ΤΖΕΝΗ ΚΑΡΕΖΗ
5 Μαίου 1992
Τζένη Καρέζη: Η σπάνια οικογενειακή φωτογραφία από τον Κλεισθένη
Σήμερα, με αφορμή τα 33 χρόνια από τον θάνατο της Τζένης Καρέζη, το Studio Kleisthenis δημοσίευσε μία σπάνια οικογενειακή φωτογραφία με την Τζένη Καρέζη, τον Κώστα Καζάκο και τον γιο του, Κωνσταντίνο.
«Μια αδημοσίευτη φωτογραφία στο σπίτι της με τον Κώστα Καζάκο και τον γιο τοὺς Κωνσταντίνο στις 10-11-1969. Ο Κλεισθένης υπήρξε για πολλά χρόνια φίλος και συνεργάτης του ζεύγους Καρέζη Καζάκος, ήταν μάλιστα ο πρώτος που φωτογράφισε τον γιο τους Κωνσταντίνο την μέρα που γεννήθηκε το 1969», γράφει το Studio Kleisthenis στο Instagram.
Τζένη Καρέζη: Τα πρώτα βήματα και οι σπουδαίοι ρόλοι
Η Τζένη Καρέζη γεννήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1932. Ο πατέρας της, Κωνσταντίνος Καρπούζης, ήταν γυμνασιάρχης και μαθηματικός με καταγωγή από το Μεσολόγγι και η μητέρα της, Θεώνη Καρπούζη (το γένος Λάφη), δασκάλα. Πέρασε τα σχολικά της χρόνια πρώτα στη Θεσσαλονίκη, εσωτερική στην «Ελληνογαλλική Σχολή Καλαμαρί» και κατόπιν στην Αθήνα, στην Ελληνογαλλική Σχολή «Άγιος Ιωσήφ». Ως μαθήτρια έπαιξε στο έργο «Αντιγόνη» του Σοφοκλή στο θέατρο Rex, σε μια παράσταση των τελειοφοίτων της Σχολής «Άγιος Ιωσήφ». Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου για να πρωταγωνιστήσει επί τέσσερις δεκαετίες στο θέατρο και τον κινηματογράφο.
Η Τζένη Καρέζη, παρά την αρνητική στάση του πατέρα της, κατάφερε και μπήκε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου το 1951. Δάσκαλοι της ήταν οι Δημήτρης Ροντήρης (ο οποίος ήταν και διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου), Άγγελος Τερζάκης, Γεώργιος Παππάς, Έλεν Τσουκαλά, Κωστής Μιχαηλίδης, Πέλος Κατσέλης κ.ά. Συμμαθητές της ήταν μεταξύ άλλων οι Ρίκα Διαλυνά, Πέτρος Λοχαϊτης, Κώστας Κοκκάκης, Αλίκη Βουγιουκλάκη και Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Αποφοίτησε από την Δραματική Σχολή το 1954 με άριστα. Τον Οκτώβριο του 1954 έκανε την πρώτη της εμφάνιση στο θέατρο, στο έργο «Ωραία Ελένη», δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη και τον Βασίλη Διαμαντόπουλο. Την ίδια χρονιά έπαιξε πλάι στην Κατίνα Παξινού στο έργο του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα «Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα».
Το 1955 πρωτοεμφανίζεται στον κινηματογράφο, συμμετέχοντας -ως πρωταγωνίστρια μάλιστα- στην ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο». Η ταινία σημείωσε μεγάλη επιτυχία, κάτι που έδωσε το έναυσμα να γυριστεί και η συνέχειά της, το Λατέρνα, φτώχεια και γαρίφαλο το 1957. Η ταινία αυτή αποτέλεσε το πρώτο σίκουελ στον Ελληνικό κινηματογράφο. Στο Εθνικό Θέατρο έμεινε μέχρι το 1959. Από το 1960 στράφηκε στο ελεύθερο θέατρο, συγκροτώντας θιάσους με όλα σχεδόν τα διάσημα ονόματα του ελληνικού θεάτρου, όπως ενδεικτικά τον Κώστα Μουσούρη. Παράλληλα με την εμπορική άνθιση του Ελληνικού κινηματογράφου, η Τζένη Καρέζη καθιερωνόταν ως μια από τις μεγαλύτερες σταρ της Ελλάδας. Ο Τύπος της εποχής την έχρισε ως «το αντίπαλον δέος» της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Ωστόσο η μεγαλύτερη δύναμη της Καρέζη βρισκόταν πάντα στο θέατρο, ενώ αντίθετα της Αλίκης στον κινηματογράφο.
Στον κινηματογράφο γύρισε συνολικά 33 ταινίες. Το 1958 πρωταγωνίστησε στην ταινία του Γιώργου Ζερβού Η λίμνη των πόθων, η οποία διακρίθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Κορκ στην Ιρλανδία, παίρνοντας το αργυρό μετάλλιο. Την επόμενη χρονιά έπαιξε στην ταινία Το νησί των γενναίων, στο οποίο ερμήνευσε αξέχαστα το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι «Μην τον ρωτάς τον ουρανό». Το 1960 μετέφερε τη μεγάλη της θεατρική επιτυχία Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος στον κινηματογράφο, σε σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη και με συμπρωταγωνιστές τους Διονύση Παπαγιαννόπουλο και Ντίνο Ηλιόπουλο.
Το 1963 ήταν μια χρονιά σταθμός για την κινηματογραφική της καριέρα. Πρωταγωνίστησε στην ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη «Τα κόκκινα φανάρια». Η ταινία ήταν υποψήφια για το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας στην 36η απονομή τον Απρίλιο του 1964, ενώ έλαβε μέρος και στο Διεθνές Φεστιβάλ των Καννών την άνοιξη του 1964. Η τεράστια επιτυχία της ταινίας έκανε τον Φιλοποιμένα Φίνο να την εντάξει στην εταιρία του Φίνος Φίλμ, ως αδιαμφισβήτητη σταρ. Με την επιστροφή της στη Φίνος Φιλμ η Καρέζη γύρισε τις δραματικές ταινίες «Λόλα» και «Ένας μεγάλος έρωτας» και την κλασική πλέον κωμωδία «Δεσποινίς Διευθυντής». Την περίοδο 1965-1966 γύρισε τις δυο μεγαλύτερες κινηματογραφικές της επιτυχίες «Μια τρελή... τρελή οικογένεια» και «Τζένη Τζένη», οι οποίες εκτόξευσαν την δημοτικότητα της στα ύψη.
Το 1966 γύρισε τη μοναδική ξενόγλωσση ταινία της «Μια σφαίρα στην καρδιά», ελληνογαλλικής παραγωγής σε σκηνοθεσία Ζαν Ντανιέλ Πολέ και με μουσική Μίκη Θεοδωράκη. Η ταινία αποδείχθηκε εμπορική αποτυχία, όπως και η επόμενη ταινία της, το «Εκείνος και Εκείνη» της Φίνος Φιλμ. Το 1967 συμπρωταγωνίστησε για πρώτη φορά με τον Κώστα Καζάκο στο πολεμικό δράμα «Κοντσέρτο για πολυβόλα». Η ταινία είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία, κόβοντας συνολικά 427.698 εισιτήρια. Το 1972 γύρισε την ταινία «Ερωτική συμφωνία» σε σενάριο δικό της και σκηνοθεσία Κώστα Καζάκου. Η «Λυσιστράτη» ήταν η τελευταία κινηματογραφική ταινία της.
Σε όλη την δεκαετία του 60 θεατρικά η Καρέζη σημείωσε τεράστιες εμπορικές επιτυχίες, παίζοντας συνήθως μπουλβάρ, όπως το «Μαίρη Μαίρη», «Δεσποινίς Διευθυντής», «Ένας Ιππότης για την Βασούλα», «Η Κυρία δε με μέλει» κ.ά. Μετά το 1968 και την θεατρική επιτυχία «Θεοδώρα η Μεγάλη» σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή, θα συνεργαστεί αποκλειστικά με τον ηθοποιό και πλέον σύζυγό της Κώστα Καζάκο.
Η Τζένη Καρέζη το 1973 συμμετείχε στην ιστορική παράσταση «Το μεγάλο μας τσίρκο» σε κείμενα του Ιάκωβου Καμπανέλλη και σκηνοθεσία του Κώστα Καζάκου. Μαζί της έπαιξαν ο Κώστας Καζάκος, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο Νίκος Κούρος, ο Τίμος Περλέγκας και ο Χρήστος Καλαβρούζος. Τη μουσική έγραψε ο Σταύρος Ξαρχάκος και τραγούδησε ο Νίκος Ξυλούρης, ενώ τα σκηνικά είχε επιμεληθεί ο Ευγένιος Σπαθάρης. Η παράσταση σημείωσε θριαμβευτική επιτυχία, κόβοντας περί τα 550.000 εισιτήρια, αριθμό ρεκόρ για την εποχή. «Το μεγάλο μας τσίρκο» πέρα από την τεράστια επιτυχία του ήταν μια παράσταση με έντονα πολιτικά μηνύματα κατά της Χούντας των συνταγματαρχών, γεγονός που οδήγησε την ίδια και τον Καζάκο στη φυλακή. Μετά την πτώση της δικτατορίας η παράσταση ανέβηκε ξανά και οι εισπράξεις κατατέθηκαν υπέρ της Κύπρου, ενώ το 1975 ανέβασε το έργο του Καμπανέλλη «Ο εχθρός λαός».
Το 1982 η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος ανέβασαν το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασέν. Η παράσταση έσπασε ταμεία και η ερμηνεία της Καρέζη αποθεώθηκε από τους κριτικούς. Ενδεικτικά για την ερμηνεία της στον ρόλο της Μάρθας έγραψαν: «Η Τζένη Καρέζη ήταν ένα τέλειο ηχείο του ρόλου της. Αυτού του ανείπωτου ρόλου-ανέμου, που διαπερνούσε όλες τις κλίμακες μιας μουσικής τραγωδίας. Από τους αργούς ρυθμούς του αναφιλητού μέχρι την τρομαχτική αναταραχή ενός άγριου κρεσέντο. Η Μάρθα της βρισκόταν πάντοτε στο κέντρο του στροβίλου, πότε τελεσίδικα επιθετική, άλλοτε αποκρουστικά μαινόμενη και μόνιμα τραγικά εύθραυστη. Θα τη χαρακτηρίζαμε σαν μια ηθοποιό που ανταποκρίθηκε στο ρόλο της με υποδειγματική αφοσίωση». (Η Αυγή, 1982). «Η Καρέζη παίζει με κάθε ίνα της και κάθε κύτταρο της, ιδιαίτερα όμως στον εξορκισμό φτάνει σε στιγμές σπάνιας υποκριτικής. Εκεί η κριτική αφοπλίζεται και το μόνο για το οποίο μακαρίζεις τον εαυτό σου, είναι πως ευτύχησες να είσαι παρών». (Τα Νέα, 1982).
Το 1985 ερμήνευσε τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο σε αρχαία τραγωδία, την Μήδεια του Ευριπίδη στο Ηρώδειο. Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος σημείωνε σχετικά με την Μήδεια: «Η Τζένη Καρέζη κέρδισε με το σπαθί της τη θέση της στων τραγικών μεγεθών την πόλιν. Έχω πολλά χρόνια να δω ηθοποιό σε τραγωδία με τέτοια συναισθηματική πληρότητα. Ήταν από την πρώτη ως την τελευταία στιγμή γεμάτη, παλλόμενη, άνετη και πλαστική. Ρυθμικά και μουσικά σωστά κουρδισμένη. Δεν υπήρχε κενό στην ερμηνεία της. Οι ήσσονες καταστάσεις της ήταν λίγες και είχαν σχέση με τη σκηνοθετική γραμμή. Εννοώ κάποιες ρομαντικές νότες και κάποιες συμβολικές κινήσεις». (Τα Νέα, 1985).
Το 1990 πρωταγωνίστησε στην τελευταία της παράσταση, στο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη, «Διαμάντια και μπλουζ». Η παράσταση σημείωσε μεγάλη επιτυχία, τόσο καλλιτεχνική όσο και εμπορική. Αποτέλεσε το καλύτερο κύκνειο άσμα μιας μεγάλης πρωταγωνίστριας.
Η αντιδικτατορική δράση
Ήταν στρατευμένη στο κομμουνιστικό κίνημα, συμμετέχοντας σε πολλές πορείες ειρήνης. Στα χρόνια της Χούντας συμμετείχε ενεργά στον αντιδικτατορικό αγώνα. Το 1973 ανέβασε μαζί με τον σύζυγό της Κώστα Καζάκο το θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Το μεγάλο μας τσίρκο». Ήταν μια επιθυμία του ζευγαριού να μιλήσει με κάποιο τρόπο ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς, που είχε επιβληθεί στην Ελλάδα. Το θεατρικό μπόρεσε να περάσει από την επιτροπή λογοκρισίας, έχοντας δοθεί στους υπεύθυνους με μπερδεμένες τις σκηνές του έργου, ώστε να μην βγαίνει κάποιο συγκεκριμένο νόημα. Η επιτροπή λογοκρισίας έδωσε την έγκριση και το έργο έκανε πρεμιέρα στις 22 Ιουνίου 1973 στο Θέατρο Αθήναιον απέναντι από το Πολυτεχνείο. Η μεγάλη προσέλευση θεατών και φοιτητών προκάλεσε το ενδιαφέρον των αστυνομικών αρχών. Έτσι διαπίστωσαν ότι ενέκριναν στην πραγματικότητα ένα αντικαθεστωτικό έργο. Σύντομα οι Καρέζη, Καζάκος, Καμπανέλλης και άλλοι συντελεστές καλούνταν όλο και συχνότερα από τους ανακριτές ώστε να δώσουν εξηγήσεις. Με τα γεγονότα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και την υιοθέτηση των συνθημάτων της παράστασης από τους φοιτητές («Ψωμί - Παιδεία - Ελευθερία», «Φωνή Λαού - Οργή Θεού») η Καρέζη συνελήφθη και οδηγήθηκε στο ΕΑΤ-ΕΣΑ Νέας Φιλαδελφείας, όπου και κρατήθηκε στην απομόνωση από τις 22 Νοεμβρίου ως τις 15 Δεκεμβρίου 1973.
Αμέσως μετά την πτώση της Χούντας η Καρέζη συμμετείχε στη μεγάλη εκδήλωση συμπαράστασης για την Κύπρο στο Παναθηναϊκό Στάδιο (24 Σεπτεμβρίου 1974). Επίσης συμμετείχε στην Δημοκρατική Αντιμοναρχική Ένωση κατά την περίοδο του δημοψηφίσματος για το πολίτευμα. Λόγω της πολιτικής της δράσης ήταν αποκλεισμένη από την ΥΕΝΕΔ, όπως το 1975 που κόπηκε η ταινία «Δεσποινίς Διευθυντής» (Φεβρουάριος 1975).
Οι δύο γάμοι και η γέννηση του γιου της
Ο πρώτος της γάμος ήταν με τον εφοπλιστή και δημοσιογράφο Ζάχο Χατζηφωτίου (1962-1964). Ο γάμος τους έγινε στις 7 Μαΐου 1962 στην Κρύπτη Αγίας Φιλοθέης με κουμπάρα την Μάγια Καλλιγά, ενώ το γαμήλιο πάρτι δόθηκε στο ξενοδοχείο Auberge στη Βαρυμπόμπη. Η Καρέζη φορούσε νυφικό δημιουργίας του Έλληνα σχεδιαστή Ντίμη Κρίτσα, με τον οποίο διατηρούσε φιλική και επαγγελματική σχέση. Ο γάμος τους δεν είχε διάρκεια, καθώς όπως υποστήριξε ο Χατζηφωτίου είχαν μεγάλη διαφορά στον τρόπο ζωής τους. Από τη μία τα συχνά επαγγελματικά ταξίδια του Χατζηφωτίου και από την άλλη οι επαγγελματικές υποχρεώσεις της Καρέζη δημιούργησαν απόσταση στο ζευγάρι, που οδήγησε στο διαζύγιο.
Το 1966 κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «Κοντσέρτο για πολυβόλα» του Ντίνου Δημόπουλου, παραγωγής Φίνος Φιλμ γνώρισε και ερωτεύτηκε τον συμπρωταγωνιστή της Κώστα Καζάκο. Η σχέση επισημοποιήθηκε στις 5 Αυγούστου 1968, με το γάμο τους να τελείται παρουσία λίγων και αγαπημένων ανθρώπων τους. Η ζωή της άλλαξε και άνοιγε μπροστά της ένα νέο κεφάλαιο, που την έκανε να νιώθει σύμφωνα και με δικές της δηλώσεις ολοκληρωμένη. Τον επόμενο χρόνο (25 Απριλίου 1969) η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος απέκτησαν ένα γιο, τον Κωνσταντίνο Καζάκο, που μετέπειτα ακολούθησε επίσης την υποκριτική. Η Καρέζη και ο Καζάκος παρέμειναν μαζί ως τον πρόωρο θάνατο της το 1992.
Η διάγνωση με καρκίνο
Την περίοδο 1988-1989 η Καρέζη έπαιζε στον «Βυσσινόκηπο» του Τσέχωφ. Τον Μάρτιο του 1989 η παράσταση διακόπηκε και η Καρέζη ταξίδεψε για εξετάσεις στο Λονδίνο. Εκεί της διαγνώστηκε γυναικολογικός καρκίνος. Η Καρέζη όμως έδωσε ακόμα μια παράσταση, το «Διαμάντια και Μπλουζ» την περίοδο 1990-1991. Έκτοτε η κατάσταση της υγείας της επιδεινώθηκε αρκετά, ενώ τις τελευταίες μέρες της ζωής της η υγεία της χειροτέρεψε ακόμα περισσότερο.
Πέθανε στις 26 Ιουλίου 1992 τρία λεπτά πριν τα μεσάνυχτα προς 27 Ιουλίου, μετά από τριετή μάχη με τον καρκίνο. Η σορός της τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών. Στις 29 Ιουλίου έγινε η κηδεία στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Αθηνών και η ταφή της πραγματοποιήθηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη, παρουσία πολλών συναδέλφων της και απλού κόσμου. Λίγους μήνες πριν τον θάνατό της είχε συγγράψει την αυτοβιογραφία της, που εκδόθηκε ένα χρόνο μετά τον θάνατό της υπό τον τίτλο Τετράδια Ζωής.