Ελλαδα

Θύτες και θύματα βίαιων περιστατικών

Όταν η βίαιη επαφή βιώνεται ως κανονικότητα από την παιδική ηλικία, το θύμα δεν αντιδρά ως οφείλει γιατί δεν αντιλαμβάνεται πάντα ότι η βία και η αγάπη δεν συμβαδίζουν.

Εύα Στάμου
ΤΕΥΧΟΣ 912
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η βία ως κανονικότητα από την παιδική ηλικία, οι αντιλήψεις και ο μισογυνισμός της κοινωνίας. Η αντιμετώπιση του φαινόμενου των γυναικοκτονιών

Το να προσπαθεί κανείς να προσδιορίσει με γενικούς όρους τα κοινά χαρακτηριστικά των θυμάτων βίαιων περιστατικών ενέχει τον κίνδυνο να υπονοηθεί πως τα θύματα είναι υπεύθυνα για ό,τι τους έχει συμβεί, πως εξαιτίας, ίσως, αυτών των γνωρισμάτων τα ίδια τα θύματα έχουν προκαλέσει την τύχη τους. Όταν μάλιστα έχουμε να κάνουμε με γυναικοκτονίες, η κατηγοριοποίηση μοιάζει ακόμα πιο προβληματική γιατί στην πραγματικότητα θα οφείλαμε να ερευνήσουμε την κάθε περίπτωση ξεχωριστά προκειμένου να κατανοήσουμε για ποιον λόγο η κάθε γυναίκα κατέληξε να χάσει τη ζωή της.

Τα χαρακτηριστικά των θυμάτων βίαιων περιστατικών

Υπάρχει ωστόσο κάτι που θα μπορούσαμε να πούμε ότι συνδέει γυναίκες κάθε ηλικίας, επαγγέλματος και κοινωνικής τάξης που έχουν βιώσει λεκτική, ψυχολογική ή σωματική βία: αυτό δεν είναι άλλο από τη συστηματική έκθεση σε κάποια μορφή βίαιης συμπεριφοράς μέχρι που η βία να θεωρείται από αυτές κάτι «φυσικό» και αναμενόμενο, ένα αναπόσπαστο κομμάτι κάθε στενής σχέσης.

Όταν η βίαιη επαφή βιώνεται ως κανονικότητα από την παιδική ηλικία, το θύμα δεν αντιδρά ως οφείλει γιατί δεν αντιλαμβάνεται πάντα ότι η βία και η αγάπη δεν συμβαδίζουν. Συνηθισμένο να δέχεται σωματική ή άλλου τύπου τιμωρία –περιορισμό στο δωμάτιό του, στέρηση χρημάτων ή άλλων αγαθών– από γονείς και κηδεμόνες που το φροντίζουν, δυσκολεύεται να ξεχωρίσει το σωστό από το λάθος, με αποτέλεσμα να βρίσκεται εγκλωβισμένο σε κακοποιητικές σχέσεις και στην ενήλικη ζωή του.

Ακόμα και η ελαφριά σωματική τιμωρία σε ένα ξέσπασμα του γονιού ο οποίος άλλες στιγμές παρουσιάζεται στοργικός με το παιδί, μπορεί να προκαλέσει σύγχυση και με τον καιρό μπορεί να θεωρεί ότι οι ίδιοι άνθρωποι που σε αγαπούν και σε φροντίζουν έχουν το δικαίωμα να σε χτυπούν, να σε βρίζουν και να σε απειλούν, όταν δεν τελείς τις υποχρεώσεις σου ή όταν «έχουν τα νεύρα τους». 

Αν ένα κορίτσι έχει «εκπαιδευτεί» να δέχεται επί μακρό διάστημα ψυχολογική πίεση, αυστηρούς περιορισμούς και τη σωματική τιμωρία που του επιβάλλει ένας νταής πατέρας είναι πιθανό ότι θα καταλήξει να συγχέει τη βιαιοπραγία με το ενδιαφέρον ή την αγάπη και ότι θα ανεχθεί έναν σύντροφο με παρόμοια χαρακτηριστικά. Επίσης, αν ένα κορίτσι βλέπει τη μητέρα του –και άλλες γυναίκες στο περιβάλλον– να κρατούν μια υποχωρητική στάση στις κρίσεις θυμού και ζήλειας του συντρόφου τους, να καλύπτουν ή να δικαιολογούν τα βίαια ξεσπάσματά του, θα πιστέψει ότι η βία αποτελεί γνώρισμα κάθε στενής σχέσης.

Το 35% των δολοφονημένων γυναικών παγκοσμίως πεθαίνουν από το χέρι του ερωτικού τους συντρόφου

Κοινά γνωρίσματα των θυτών βίαιων περιστατικών

Αν και συχνά γυναίκες δολοφονούνται από άγνωστους άντρες, συμμορίες ή άλλα μέλη της οικογένειάς τους, το 35% των δολοφονημένων γυναικών παγκοσμίως πεθαίνουν από το χέρι του ερωτικού τους συντρόφου. Ο θύτης τέτοιων αποτρόπαιων εγκλημάτων νιώθει συχνά ότι η σύντροφός του αποτελεί κτήμα του και πως έχει πάνω της απόλυτη εξουσία. Κάθε προσπάθεια της γυναίκας να διαφύγει από τον έλεγχο προκαλεί την οργή και την αγανάκτησή του ωθώντας τον να γίνεται ακόμα πιο βίαιος και εκδικητικός. Πρόκειται συνήθως για ανθρώπους βαθιά ανασφαλείς και χειριστικούς που τείνουν να εξαρτώνται συναισθηματικά από μια γυναίκα που τοποθετούν στο κέντρο της ζωής τους, ενώ την ίδια στιγμή απομονώνονται από το περιβάλλον επιδεικνύοντας αντικοινωνική συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από αδιαφορία, οργή όταν δεν ικανοποιούνται άμεσα οι ανάγκες τους, απουσία ενσυναίσθησης.

Οι λόγοι που κάποιος έχει την τάση να δημιουργεί κακοποιητικές σχέσεις και να εκτονώνει τις απογοητεύσεις του μέσω βίαιων πράξεων μπορεί να ποικίλουν, υπάρχει ωστόσο ένα κοινό χαρακτηριστικό που φαίνεται να συνδέει τους δράστες φρικτών γυναικοκτονιών: ο βαθιά ριζωμένος μισογυνισμός. Οι δράστες μοιράζονται την πεποίθηση ότι οι γυναίκες είναι κατώτερα όντα που μόνο με σκληρούς περιορισμούς και σωματική τιμωρία μπορούν να ελεγχθούν. Ο ρόλος των γυναικών είναι να λειτουργούν υποστηρικτικά για τους άντρες, ικανοποιώντας την κάθε τους ανάγκη και επιθυμία και οποιαδήποτε παρέκκλιση από το αυτό το μοντέλο ωθεί τον άντρα να νιώθει προδομένος και να αισθάνεται ότι του δίνει το δικαίωμα να τιμωρεί τη σύντροφό του.

Οι γυαικοκτονίες και ο ρόλος της κοινωνίας

Για να γίνει το φαινόμενο των γυναικοκτονιών παρελθόν θα πρέπει να εργαστούμε σκληρά και συστηματικά ως κοινωνία –η Πολιτεία, το εκπαιδευτικό σύστημα, και πρωτίστως η οικογένεια– ώστε να αλλάξουμε τις προκαταλήψεις που έχουν εσωτερικεύσει άντρες αλλά και γυναίκες. 

Η επιβολή σκληρότερων ποινών προς τους δράστες τέτοιων εγκλημάτων και κυρίως ο εξαιρετικά προσεκτικός έλεγχος της πάγιας επίκλησης γενικώς και αορίστως «ψυχικών προβλημάτων» του θύτη, θα βοηθούσε επίσης στην πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου. Εννοείται ότι κάποιος που φτάνει μέχρι τη γυναικοκτονία νοσεί ψυχικά, ωστόσο το να ισχυρίζεται ελαφρά τη συνειδήσει ότι δεν ξέρει γιατί δολοφόνησε τη σύντροφό του ή ότι δεν θυμάται τι συνέβη, είναι η εύκολη έξοδος για όποιον δεν θέλει να αναλάβει τις ευθύνες του. Η τάση κάποιων μέσων ενημέρωσης και σημαντικής μερίδας του (κίτρινου) τύπου να ταυτίζει την ψυχική ασθένεια ή ακόμα και τον ανδρισμό με τη διάπραξη ειδεχθών πράξεων είναι απαράδεκτη.

Δεν έχουν εγκληματικές τάσεις όλοι οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν ψυχικά προβλήματα, ούτε όλοι οι άντρες στην εποχή μας είναι υποψήφιοι γυναικοκτόνοι. Μπορεί τα εγκλήματα κατά των γυναικών να πηγάζουν από την ψυχική ανισορροπία των δραστών αλλά υποκινούνται από τις λάθος αντιλήψεις και τον μισογυνισμό που σαν επικίνδυνος ιός διαβρώνει τις σκέψεις τόσων μελών της κοινωνίας μας.