Ελλαδα

Το χειρότερο καλοκαίρι της μεταπολίτευσης;

Είναι στιγμές σαν κι αυτή που συνειδητοποιούμε το πραγματικό κόστος των «μικρών» πραγμάτων

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Το χειρότερο καλοκαίρι της μεταπολίτευσης;
© Θανάσης Καλλιάρας / Eurokinissi

Ένα καλοκαίρι με πολλά διαφορετικά δραματικά γεγονότα μεταξύ τους, πλην όμως με ένα κοινό χαρακτηριστικό: τον κλονισμό της εμπιστοσύνης των πολιτών στο κράτος

Το φετινό καλοκαίρι κάλλιστα θα μπορούσε να θεωρηθεί το aestas horribilis της μεταπολίτευσης. Φωτιές, ναυάγιο στην Πύλο, χούλιγκαν, καταστροφή της αποθήκης πυρομαχικών στην Αγχίαλο, φόνος στον καταπέλτη του Blue Horizon και τέλος καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία. Δεν θυμόμαστε άλλη περίοδο με τόσο πυκνά δραματικά γεγονότα. Διαφορετικά μεταξύ τους, με διαφορετικό βαθμό σοβαρότητας, ξεχωριστή αιτιολογία και με ιδιαιτερότητες ως προς την κατανομή ευθυνών, πλην όμως με ένα κοινό χαρακτηριστικό: τον κλονισμό της εμπιστοσύνης των πολιτών στο κράτος. Καταρχάς για την αντιμετώπιση έκτακτων γεγονότων, όπως είναι οι φυσικές καταστροφές, αλλά ακόμα και για τη δημιουργία συνθηκών ασφαλείας σε σχέση με την καθημερινότητα.

Όπως είναι φυσικό σε τέτοιες περιπτώσεις, το βάρος της ευθύνης πέφτει στην κυβέρνηση. Όμως είναι ευθύνη με αστερίσκους. Ο φόνος του 36χρονου Αντώνη είναι διαφωτιστικός. Σίγουρα δεν είναι ευθύνη του κράτους αν στον καταπέλτη βρέθηκαν δύο απολύτως ακατάλληλα μέλη του πληρώματος τα οποία προκάλεσαν τον θάνατο, ούτε ευθύνεται η κυβέρνηση για την ανεξήγητη και ανεύθυνη συμπεριφορά του πλοιάρχου ο οποίος απέπλευσε σαν να μη συνέβη τίποτα. Προφανώς υπάρχει ζήτημα ατομικής ευθύνης, πιθανώς και ευθύνης της εταιρείας, και δεν χρειάζεται να είναι κάποιος νεοφιλελεύθερος για να το αναγνωρίσει. Άλλωστε για αυτόν τον λόγο ασκούνται ποινικές διώξεις. Κάποιοι προχώρησαν παραπέρα μιλώντας για την «κοινωνική βαρβαρότητα» που έχει επικρατήσει. Κατανοητή αντίδραση μπροστά στο ακατανόητο της τόσο μεγάλης αδιαφορίας για την ανθρώπινη ζωή.

Ως εκεί όμως, γιατί τίποτα από αυτά δεν θα είχε συμβεί αν το πλοίο τηρούσε στοιχειώδεις κανονισμούς ασφαλείας, αν δηλαδή έκλεινε τον καταπέλτη προτού ξεκινήσει. Τίποτα δεν θα είχε συμβεί αν ήταν παρόν στέλεχος του λιμενικού το οποίο θα επέβλεπε και θα επέβαλε την τήρηση των κανονισμών. Όποιος έχει ταξιδέψει με πλοίο ωστόσο, γνωρίζει ότι αυτό δεν συμβαίνει ποτέ. Όλα τα πλοία, μπροστά στα μάτια των λιμενικών, ξεκινούν με ανοιχτό τον καταπέλτη. Ακόμα χειρότερα, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, αποπλέουν ενώ ακόμα δεκάδες επιβάτες βρίσκονται στο γκαράζ, περιμένοντας από το πλήρωμα να ελέγξει τα εισιτήρια. Αν συμβεί ατύχημα σε αυτό το διάστημα, αν για παράδειγμα πάρει φωτιά ένα αυτοκίνητο, οι επιβάτες αυτοί δύσκολα θα σωθούν. Το μάθαμε από το ναυάγιο του Ζέεμπρουκ το 1987, το οποίο βούλιαξε λίγο έξω από το λιμάνι, με πολύ καλό καιρό, και χάθηκαν 193 άτομα. Έκτοτε οι κανονισμοί είναι αυστηροί, μόνο που στην Ελλάδα δεν τηρούνται. Και αυτό είναι ευθύνη του κράτους ή αν προτιμάτε της κυβέρνησης. Ευθύνη όμως που δεν αφορά τόσο το συγκεκριμένο περιστατικό, όσο μια γενικευμένη συνθήκη χαλαρότητας, ωχαδερφισμού, ελλιπούς στελέχωσης αλλά, στην περίπτωση της ακτοπλοΐας, και κλεισίματος ματιού σε οικονομικά συμφέροντα. Πώς αλλιώς θα πήγαιναν γρήγορα τα γρήγορα σκάφη;

Είναι σε στιγμές σαν κι αυτή πάντως που συνειδητοποιούμε το πραγματικό κόστος των «μικρών» πραγμάτων. Όπως λέει το γνωμικό, επειδή δεν είχαμε καρφί, χάσαμε το πέταλο, επειδή δεν είχαμε πέταλο, χάσαμε το άλογο, επειδή δεν είχαμε άλογο χάσαμε τον καβαλάρη, επειδή δεν είχαμε καβαλάρη, χάσαμε τη μάχη, επειδή χάσαμε τη μάχη, χάσαμε το βασίλειο.

Στην περίπτωση των φυσικών καταστροφών τα πράγματα είναι πιο σύνθετα.

Όταν μαθαίνεις για τις μέγα πυρκαγιές που κατακαίουν ανεξέλεγκτα σε τόσες περιοχές του κόσμου, δεν μπορείς να μην αναρωτηθείς πόσο ευθύνεται το κράτος και κατ' επέκταση η κυβέρνηση, και πόσο βρισκόμαστε μπροστά σε πρωτόγνωρα φαινόμενα που επιζητούν καινούργιες προσεγγίσεις

Όταν καίει η φωτιά στον Έβρο για εβδομάδες, δεν μπορεί να μη σκεφτείς αν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στην προετοιμασία και την αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού και της πυροσβεστικής. Την ίδια στιγμή ωστόσο όταν μαθαίνεις για τις μέγα πυρκαγιές που κατακαίουν ανεξέλεγκτα σε τόσες περιοχές του κόσμου, δεν μπορείς να μην αναρωτηθείς πόσο ευθύνεται το κράτος και κατ' επέκταση η κυβέρνηση και πόσο βρισκόμαστε μπροστά σε πρωτόγνωρα φαινόμενα που επιζητούν καινούργιες προσεγγίσεις. Κι αυτό πολύ περισσότερο ισχύει για τις πλημμύρες, με τα πρωτοφανή ύψη βροχής, τα οποία βέβαια ανέδειξαν ταυτόχρονα και τις σοβαρές παθογένειες των υποδομών. Το ότι οι καταστροφές θα γίνονταν αφορμή για να μιλήσουν κάποιοι χαιρέκακα για το ναυάγιο του επιτελικού κράτους και άλλοι να ανακαλύψουν πίσω από κάθε ολιγωρία την κλιματική αλλαγή, ήταν λοιπόν αναμενόμενο. Το πώς θα λειτουργήσουν αυτά στο σώμα της κοινωνίας σε βάθος χρόνου όμως παραμένει ερώτημα. Η κριτική που γίνεται σε επικοινωνιακούς χειρισμούς της κυβέρνησης είναι σωστή. Έχει περάσει άλλωστε η εποχή που η παραδοχή του λάθους και η συγγνώμη θα ήταν αποτελεσματικά. Το αίσθημα ανασφάλειας ωστόσο που έχει επικρατήσει, ο φόβος μπροστά στις αβεβαιότητες που φέρνει η νέα εποχή, λειτουργούν συνήθως συσπειρωτικά και οδηγούν σε ενίσχυση συντηρητικών αντανακλαστικών. Κάποιοι πιστεύουν ότι ο φόβος και η οργή για όσα έχουν συμβεί αποτελούν το προοίμιο κοινωνικής έκρηξης. Μπορεί και να ισχύει το αντίστροφο. Αυτό που σίγουρα παραμένει ζητούμενο είναι η σοβαρότητα και η υπευθυνότητα τόσο στα μικρά όσο και στα μεγάλα.

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ