Ελλαδα

Fight Clubs: Μέχρι πού μπορεί να φτάσει η οπαδική βία;

Ο χουλιγκανισμός και η αδράνεια της αστυνομίας είναι δύο αλληλένδετες διαστάσεις

new_edited_0effie12_imgp0126_1.jpg
Έφη Λαμπροπούλου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Χάδια» θεωρούν οι αστυνομικοί τα μέτρα για τη βία στα γήπεδα
«Χάδια» θεωρούν οι αστυνομικοί τα μέτρα για τη βία στα γήπεδα (φωτ. αρχείου) © Εurokinissi / Βασίλης Παπαδόπουλος

Οπαδική βία: Οι δράστες με κίνητρα, οι κατάλληλοι στόχοι και η απουσία φυλάκων δημιουργούν ευκαιρίες για παράνομες πράξεις

Το θλιβερό γεγονός της Νέας Φιλαδέλφειας έχει δύο διαστάσεις οι οποίες είναι αλληλένδετες. Η πρώτη αφορά τον χουλιγκανισμό και τον θάνατο ενός νέου ανθρώπου, του Μιχάλη Κατσουρή, και η δεύτερη την αστυνόμευση τέτοιων γεγονότων.

Ο χουλιγκανισμός αποτελεί ένα πολύπλοκο και ετερογενές κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο παρατηρείται στην Ευρώπη, στη Λατινική Αμερική και (λιγότερο) στην Αυστραλία – και όχι σε όλο τον κόσμο, όπως γράφεται συχνά. Λαμβάνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ανάλογα με την κοινωνία στην οποία εκδηλώνεται και περιλαμβάνει διαφορετικές παράνομες πράξεις και συμπεριφορές. Συνηθέστερη μορφή οπαδικής βίας είναι η συμβολική/η τελετουργική βία, η οποία εκδηλώνεται ως επί το πλείστον με λεκτικές επιθέσεις και χειρονομίες υποτιμητικού περιεχομένου σε βάρος οπαδών αντίπαλων ομάδων.

Από το 1980 παρατηρείται βαθμιαία αύξηση των επεισοδίων σ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης, καθώς και ποιοτική μεταβολή στα χαρακτηριστικά τους, γεγονός που συμπίπτει με την επαγγελματοποίηση και εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου.

Ο χουλιγκανισμός ως φαινόμενο ερμηνεύεται από ομάδα επιστημόνων ως αντίδραση των νεαρών ανδρών της εργατικής τάξης στην εμπορευματοποίηση, διεθνοποίηση και επαγγελματοποίηση του ποδοσφαίρου. Αυτές οι αλλαγές τους δημιούργησαν το αίσθημα της αποξένωσης από το άθλημα που αγαπούσαν και ταυτίζονταν, αίσθημα το οποίο επιδεινώθηκε περαιτέρω με τις αλλαγές στην αγορά εργασίας και την αποδιοργάνωση των παραδοσιακών κοινοτήτων της εργατικής τάξης. Οι εκρήξεις βίας ερμηνεύονται ως κίνημα αντίστασης, με τη μορφή μιας «υποκουλτούρας στην αστικοποίηση του παιχνιδιού τους», μια μορφή αντίδρασης στη μεταβαλλόμενη σχέση κοινού και ποδοσφαιρικού παιχνιδιού. Τέτοιες υποκουλτούρες επιτρέπουν στους νέους άντρες της εργατικής τάξης να επιλύουν ουσιαστικές συγκρούσεις στη ζωή τους.

Οι υποκουλτούρες είναι παραδείγματα αυτών των συμβολικών προσπαθειών για την επίλυση δομικών και υλικών προβλημάτων της νέας γενιάς. Η υποκουλτούρα των skinhead κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970 για παράδειγμα, είναι μια τέτοια συμβολική προσπάθεια αντιμετώπισης των προαναφερθέντων προβλημάτων.

Η δεύτερη ερμηνεία υπογραμμίζει ότι οι βίαιες εκδηλώσεις στο ποδόσφαιρο συνδέονται με ζητήματα όπως ο ανδρισμός, η αναζήτηση περιπέτειας και έντονων συγκινήσεων. Αυτό που χαρακτηρίζεται ως βίαιη συμπεριφορά δεν είναι τίποτα περισσότερο από τελετουργικές συμπεριφορές, με τις οποίες εκφράζονται η αρρενωπότητα και οι σωματικές αρετές των νεαρών οπαδών με στόχο την αναγνώριση από τους συνομηλίκους τους.

Σύμφωνα με την τρίτη ερμηνεία, στο σύγχρονο ποδόσφαιρο υπάρχει σαφής ένταση μεταξύ τοπικού/εθνικού και παγκοσμιοποίησης. H μεγαλύτερη κάλυψη από τα ΜΜΕ και η εμπορικοποίηση του ποδοσφαίρου ως αντικειμένου κατανάλωσης σε διεθνές επίπεδο έχει οδηγήσει σε ποιοτική αλλαγή του αθλήματος, των αθλητών και των οπαδών. Οι σύγχρονοι «μετα-οπαδοί» («post-fans») είναι γνώστες της κατασκευασμένης εικόνας των οπαδών από τα ΜΜΕ και των τεχνασμάτων των Μέσων να εφευρίσκουν ή να κατασκευάζουν ταυτότητες οπαδών και τις χρησιμοποιούν. Η «ανδρική ποδοσφαιρική κουλτούρα» υιοθετεί και ταυτόχρονα χρησιμοποιεί την κουλτούρα των ΜΜΕ. Οι ομάδες των μεταμοντέρνων χούλιγκαν δεν σχηματίζονται από ταξικές ή κοινοτικές/τοπικές ομάδες, αλλά τείνουν να είναι περισσότερο κατακερματισμένες, ενώ η ιδιότητα του μέλους είναι πιο προσωρινή και εθελοντική. Δηλαδή, ο χουλιγκανισμός, ως τρόπος δράσης, αναλαμβάνεται από χαλαρά δίκτυα μικρών ομάδων φίλων που προέρχονται από διάφορα κοινωνικά υπόβαθρα (μπορεί να προέρχονται από την ίδια κοινότητα, τον ίδιο εργασιακό χώρο ή να συχνάζουν στις ίδιες παμπ, κλαμπ, κ.λπ.).

Κλιμάκωση της βίας

Οι έρευνες για τους χούλιγκαν δείχνουν ότι, συνήθως, η βία εναντίον των οπαδών της αντίπαλης ομάδας δεν έχει σαφή και σταθερή αφορμή. Μπορεί να είναι προκλήσεις άλλων οπαδών ή τρίτων, γεγονότα στον αγωνιστικό χώρο, μέτρα που λαμβάνονταν από την αστυνομία κ.ά.

Η κλιμάκωση της βίας οφείλεται είτε στον θεωρούμενο κίνδυνο ανταπόδοσης από την άλλη πλευρά και συνιστά προσπάθεια να την προ(κατα)λάβουν, είτε οφείλεται στην ανταγωνιστική σχέση μεταξύ των οπαδών των ομάδων («εμείς εναντίον εκείνων»). Όσο πιο ανταγωνιστική είναι η σχέση μεταξύ των ομάδων τόσο πιθανότερο είναι να κλιμακωθεί η βία.

Όμως, μέχρι πού μπορεί να φτάσει η βία; Η εμπειρία των τελευταίων χρόνων στην Ελλάδα δείχνει ότι αυτή δεν περιορίζεται σε υλικές καταστροφές και σε σωματικές βλάβες, αλλά σε ακραία βία που οδηγεί στον θάνατο. Είναι το οπαδικό και το ομαδικό στοιχείο ικανό να εξηγήσει τις ακρότητες;

Ξέρουμε ότι οι άνθρωποι στο πλήθος χάνουν την αυτογνωσία τους, τις ηθικές αναστολές τους καταλύοντας τα όρια, αποεξατομικεύονται. Ωστόσο, δεν είναι μόνο το οπαδικό και ομαδικό στοιχείο ικανό να εξηγήσει την ακραία βία, δεν είναι μόνο το ότι μια ομάδα ανθρώπων μπορεί να μετατραπεί σε συμμορία όταν υπάρξει αρχηγική φυσιογνωμία, δεν είναι μόνο ότι το άτομο πράττει όπως και τα άλλα μέλη της ομάδας, αλλά οι πιθανότητες ακραίας βίας αυξάνουν όταν εμφιλοχωρήσουν και πολιτικά στοιχεία/πολιτικοί παράγοντες, όπως στη Λατινική Αμερική και συγκεκριμένα την Αργεντινή και τη Βραζιλία με τους barras bravas hinchadas). Αυτοί εμπλέκονται σε πολιτική δράση και οργανώνουν συγκρούσεις με αντιπάλους, έχουν παραστρατιωτικό χαρακτήρα, ασκούν βία και εκβιασμούς και χρησιμοποιούνται από πολιτικούς και αθλητικούς παράγοντες γι’ αυτόν τον σκοπό. Είναι ενεργός ένας τέτοιος πολιτικός παράγοντας στους Κροάτες Βad Blue Boys; Πολλά λέγονται, τίποτα όμως δεν μπορεί να υποστηριχθεί βάσιμα.

Και η αστυνομία; Η αστυνόμευση σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως και στα «εθιμικά» επεισόδια στα Εξάρχεια ή στις πορείες του Πολυτεχνείου, απαιτεί συγκεκριμένα πρωτόκολλα και χρήση συγκεκριμένων εργαλείων. Η υποδειγματική αστυνόμευση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 ήταν αυτού του είδους.

Οι έρευνες για τους Άγγλους χούλιγκαν σε χώρες του εξωτερικού και για τις καλές πρακτικές της Πορτογαλικής αστυνομίας στο Εurο 2004 έδειξαν ότι η αξιοποίηση της πληροφορίας από την αστυνομία, η ενημέρωση των οπαδών για τις συνέπειες των πράξεών τους, η χαμηλού προφίλ κλιμακούμενη παρέμβαση της αστυνομίας και η νομότυπη συμπεριφορά της ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματική για τον έλεγχο των επεισοδίων.

Στην περίπτωση της Νέας Φιλαδέλφειας δυστυχώς δεν φαίνεται να αξιοποιήθηκαν οι πληροφορίες, ενώ στις πολλαπλές εμπλεκόμενες αστυνομικές υπηρεσίες υπήρξε διάχυση υπευθυνότητας. Διότι εκτός από τις αιτίες της βίας, σημαντικό ρόλο παίζουν και οι ευκαιρίες, και εδώ ακριβώς έγκειται η συμβολή της έγκαιρης και αποτελεσματικής αστυνόμευσης, καθώς και η έγκαιρη επέμβαση και συνεργασία των αθλητικών συλλόγων με την αστυνομία. Το έγκλημα τελείται όταν ένας στόχος είναι ελκυστικός, βρίσκεται την κατάλληλη ώρα, στον κατάλληλο τόπο χωρίς προστασία. Η σύμπτωση και των τριών στοιχείων (δράστες με κίνητρα, κατάλληλοι στόχοι, απουσία φυλάκων) δημιουργεί ευκαιρίες για παράνομες πράξεις.

Η στάση της πολιτείας με τα ex post μέτρα, όπως και στην περίπτωση του Άλκη Καμπανού, είναι ανεπαρκής, περιστασιακή και καθυστερημένη. Γι’ αυτό πολύ φοβάμαι ότι ο άτυχος Μιχάλης Κατσουρής δεν θα είναι ο τελευταίος νεκρός της αδράνειας της αστυνομίας, της έλλειψης στρατηγικής από τις κυβερνήσεις και της σταθερής προτίμησής τους σε μέτρα κυρίως εμβαλωματικού χαρακτήρα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ