Ελλαδα

Αξιολόγηση εκπαιδευτικού έργου: Βάστα και μικρό καλάθι

Το εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει να παρέχει όλα τα απαραίτητα και σύγχρονα μέσα και να ελέγχει την εφαρμογή τους. Τα υπόλοιπα πρέπει να τα έχεις μέσα σου. Ως δάσκαλος και ως μαθητής

Λεωνίδας Καστανάς
ΤΕΥΧΟΣ 859
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αξιολόγηση εκπαιδευτικού συστήματος: Η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, η αξιολόγηση των διδασκόντων και η ατομική ευθύνη.

Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης συζητιέται εδώ και μια δεκαετία αλλά ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί ή, κατά άλλους, δεν έχει ξεκινήσει ακόμα! Διότι η λεγόμενη  αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας από τη διεύθυνση και τους εκπαιδευτικούς της  μονάδας που έχει ήδη ολοκληρωθεί, αν και δόκιμη διεθνώς ως διαδικασία, δεν θεωρείται από πολλούς αξιόπιστη. Και δικαίως. Στην Ελλάδα ζούμε.

Αυτή η πρωτόγνωρη για τα εκπαιδευτικά μας πράγματα διαδικασία της αξιολόγησης έγινε διάσημη από την σθεναρή αντίδραση που συνάντησε εκ μέρους των συνδικαλιστών, ικανού τμήματος της πολιτικής νομενκλατούρας, κυρίως αριστερής απόχρωσης και φυσικά πολλών εκπαιδευτικών. Η αντίληψη που υπάρχει στα σχολεία είναι ότι αυτά πρέπει να δουλεύουν τυπικά σύμφωνα με τους νόμους, αλλά ουσιαστικά σύμφωνα με τους κανόνες που επιλέγουν οι διδάσκοντες. Και μάλιστα όχι ως σώμα αλλά ως άτομα. Αυτός είναι ο άγραφος νόμος. Οπότε ποιος είναι αυτός που θα έρθει να τους επιθεωρήσει, να τους αξιολογήσει και ίσως και να τους τιμωρήσει; Ποιος θα τους υποδείξει πώς να κάνουν τη δουλειά τους αφού αυτοί τα ξέρουν όλα; Ή ξέρουν περισσότερα από τους επιθεωρητές τους,  πράγμα που συχνά ισχύει, για να λέμε όλη την αλήθεια. 

Μια σχολική μονάδα πρέπει να υπακούει σε κάποιες σταθερές, αν θέλει να λέγεται έτσι. Τις περιγράφω. Να έχει από την 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους διαθέσιμες όλες τις ειδικότητες των εκπαιδευτικών. Όχι την 1η Νοεμβρίου, ούτε την 1η Δεκεμβρίου. Να προσέρχονται εκπαιδευτικοί και μαθητές στην αίθουσα κάθε ημέρα την ώρα  της έναρξης και να αποχωρούν την ώρα της λήξης των μαθημάτων. Δηλαδή να εκτελείται το ωράριο. Στα διαλείμματα, να εκτελούνται ανελλιπώς οι εφημερίες ώστε να υπάρχει η σχετική ασφάλεια και να μη συμβαίνουν παράνομες πράξεις. Την ώρα του μαθήματος να γίνεται πραγματικό μάθημα, να βγαίνει η διδακτέα ύλη και να υπάρχει και χρόνος για επαναλήψεις. Οι προφορικές και γραπτές εξετάσεις να είναι αξιόπιστες και η βαθμολογία να είναι κατά το δυνατόν αντικειμενική. Δηλαδή να μην έχουν όλοι «άριστα 10 ή 20». Να έχουν όλοι οι μαθητές διαθέσιμα τα απαραίτητα εγχειρίδια και τα ανάλογα εποπτικά μέσα από την πρώτη μέχρι την τελευταία ημέρα. Να υπάρχει σχολικός κανονισμός τον οποίο υποχρεούνται να τηρούν όλοι, δάσκαλοι και μαθητές. Να ενημερώνονται οι γονείς και οι κηδεμόνες καθημερινά για τις απουσίες και ανά τακτά χρονικά διαστήματα για τις επιδόσεις των παιδιών τους. Τέλος, να υπάρχει η αναγκαία ψυχολογική υποστήριξη των μαθητών. Νομίζετε ότι όλα αυτά γίνονται; Χλωμό.

Το ζήτημα είναι ποιος και πώς μπορεί να εγγυηθεί αν το σχολείο λειτουργεί με βάση αυτές τις εύλογες και στοιχειώδεις προδιαγραφές. Προφανώς σε πρώτη φάση η διεύθυνση του σχολείου και σε δεύτερη οι σχολικοί σύμβουλοι και το Γραφείο της Εκπαίδευσης. Και επειδή η διεύθυνση είναι επιφορτισμένη με μια ογκώδη και πολυπλόκαμη γραφειοκρατία, μάλλον χρειάζεται ένα Συμβούλιο Διοίκησης της Σχολικής Μονάδας που θα ελέγχει καθημερινά την ορθή λειτουργία και θα μπορεί να την εγγυηθεί. Ή και να την επιβάλει. Μια περιοδική εξωτερική αξιολόγηση μια φορά στα δύο χρόνια προφανώς και δεν μπορεί να έχει την ακτινογραφία της σχολικής μονάδας και να προτείνει τις ανάλογες διορθώσεις, αν χρειάζονται. Συνεπώς η διεύθυνση πρέπει να λειτουργεί ουσιαστικά και αντικειμενικά. Δύσκολο, μεταξύ συναδέλφων.

Αυτό που δεν συζητιέται ποτέ στα σχολεία μας, τουλάχιστον επίσημα, είναι η ποιότητα και η επάρκεια της διδασκαλίας. Κάνει μάθημα ο κάθε εκπαιδευτικός κάθε ημέρα; Λέει σωστά πράγματα και με ορθό εκπαιδευτικά τρόπο; Μήπως λέει τα δικά του; Μια περιοδική αξιολόγηση, όπως αυτή που προτείνεται, θα καταγράψει μόνο ακραίες περιπτώσεις. Την ημέρα της αξιολόγησης, που θα είναι ήδη γνωστή,  λογικά ο κάθε εκπαιδευτικός κάπως θα είναι προετοιμασμένος. Είναι όμως κάθε ημέρα; Κατέχει επαρκώς το αντικείμενο; Και έχει διάθεση να το διδάξει; Αυτό το ξέρουν οι μαθητές του. Ζητάει όμως κανείς τη γνώμη τους; Το ξέρουν και οι συνάδελφοί του. Και σίγουρα κάπως το γνωρίζει και ο διευθυντής. Συνεπώς θα πρέπει να βρεθεί τρόπος ώστε να ελέγχεται διαρκώς η επάρκεια. Στον ιδιωτικό τομέα αυτό είναι λυμένο. «Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο». Διαμαρτύρεται στον σχολάρχη και αυτός αποφασίζει. Στο δημόσιο σχολείο τέτοια διαδικασία δεν προβλέπεται. Αν όμως ο μαθητής και οι γονείς του μπορούσαν να επιλέξουν σχολική μονάδα τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Και φυσικά «αιτία πολέμου». Αλλά κανείς δεν μιλάει γι’ αυτό.

Οι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που έχουν συγκεκριμένες ειδικότητες δεν αρκεί να έχουν πτυχίο φιλολόγου ή μαθηματικού. Θα πρέπει να έχουν πλήρη εκπαιδευτική επάρκεια σε τουλάχιστον δύο αντικείμενα (π.χ. ο φυσικός σε Φυσική και Χημεία) πιστοποιημένη στο τέλος των βασικών σπουδών του. Και αυτό επιτυγχάνεται με έναν ειδικό κύκλο μεταπτυχιακών σπουδών που πρέπει να θεσμοθετηθεί και να λειτουργήσει άμεσα.  Στη συνέχεια θα πρέπει να επιμορφώνεται και να ελέγχεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα ώστε να ενημερώνεται για τις εξελίξεις και να βελτιώνεται. Και φυσικά θα πρέπει να περνάει από ανάλογα ψυχολογικά τεστ. Προβλέπονται αυτά σε κανένα νομοσχέδιο;

Η εκπαιδευτική διαδικασία κορυφώνεται με τις εξετάσεις. Είναι όμως αξιόπιστες; Η Τράπεζα Θεμάτων υποτίθεται ότι έχει στόχο την ολοκλήρωση της ύλης. Και ας πούμε ότι αυτή ολοκληρώνεται. Στα χαρτιά ή πραγματικά; Αυτό πώς ελέγχεται; Είναι οι μέσοι όροι των βαθμών των μαθητών στις αδιάβλητες πανελλαδικές εξετάσεις δείγμα της ποιότητας της σχολικής διδασκαλίας, όταν υπάρχουν τόσα πολλά και εξειδικευμένα φροντιστήρια; Και καλά στη Γ΄ Λυκείου. Με τα υπόλοιπα 11 χρόνια της σχολικής εκπαίδευσης τι γίνεται; Και αρκούν τα 4 εξεταζόμενα μαθήματα για να περιγράψουν επαρκώς την εικόνα των γνώσεων και δεξιοτήτων ενός μαθητή; Φυσικά και όχι. Μπορεί κάποιος να έχει όλες τις βασικές γνώσεις ενός απόφοιτου λυκείου και να αποτύχει στις Πανελλαδικές των οποίων τα θέματα είναι πλέον υπερβολικά εξειδικευμένα και εξεζητημένα. Μοναδικά στον κόσμο. Και τα απαντούν μόνο οι εκπαιδευμένοι φροντιστηριακά.

Τούτων δοθέντων, ούτε η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, ούτε η ατομική αξιολόγηση των διδασκόντων με τον τρόπο που προτείνεται, ούτε η δημοσιοποίηση των μέσων όρων των μαθητών στις πανελλαδικές εξετάσεις μπορούν να μας δώσουν μια καθαρή εικόνα για το τι συμβαίνει σε κάθε βαθμίδα του ελληνικού σχολείου. Ίσως ένα υποχρεωτικό τεστ βασικών γνώσεων και δεξιοτήτων στο τέλος της κάθε βαθμίδας και σε όλη τη διδακτέα ύλη θα μπορούσε να δώσει εικόνα, αρκεί βέβαια οι διαγωνιζόμενοι να έχουν ένα κίνητρο ώστε να συμμετέχουν σοβαρά. Τα διάφορα PISA που δεν έχουν καμία συνέπεια δεν είναι αξιόπιστα. Καλόν είναι να γίνονται αλλά δεν λύνουν το πρόβλημα. Και οι παντός είδους αξιολογήσεις πρέπει να γίνονται και σίγουρα βοηθούν αφού κινητοποιούν θετικά τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές, αλλά να ξέρουμε τα όρια και την αποτελεσματικότητά τους. 

Και εδώ η αξιοπρέπεια είναι η απάντηση. Αν ως εκπαιδευτικός σέβεσαι το ψωμί που τρως και κυρίως τους μαθητές σου θα κάνεις το σωστό. Και το αντικείμενο θα δουλέψεις και την καλύτερη δυνατή διδασκαλία θα κάνεις και την ύλη θα ολοκληρώσεις και θα σταθείς δίπλα τους με κάθε ενδεδειγμένο τρόπο. Δεν υπάρχει όμως τρόπος να εξαναγκαστείς, αν δεν το θέλεις ή αν δεν μπορείς. Και τότε πρέπει να αποχωρήσεις. Μπορείς να είσαι χρήσιμος στην πατρίδα και εκτός της σχολικής αίθουσας. Το εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει να παρέχει όλα τα απαραίτητα και σύγχρονα μέσα και να ελέγχει την εφαρμογή τους, αλλά μέχρις εκεί. Τα υπόλοιπα πρέπει να τα έχεις μέσα σου. Ως δάσκαλος και ως μαθητής. Κάπου εδώ συναντάμε την ατομική ευθύνη και κλείνουμε.