Ελλαδα

Ένας θάνατος και μια κηδεία με άρωμα αναδυόμενου αναθεωρητισμού

Η συμφιλίωση δεν μπορεί να είναι μέθοδος επιβολής του αναθεωρητισμού. Και δεν μπορεί η συμφιλίωση να είναι μία μονόπλευρη διαδικασία

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 855
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η κηδεία του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου και η συμφιλίωση των πολιτών με την Ιστορία.

Να κοιτάξουμε στα μάτια την Ιστορία (με κεφαλαίο) και να συζητήσουμε με ειλικρίνεια μαζί της, μας προέτρεπαν τα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών. Λες και ο διάλογος με την Ιστορία είναι μία προσωπική (και μόνον) υπόθεση. Κάτι σαν «φλερτ» με τη μνήμη, σαν μία ιδιότυπη συνεδρία με το «συλλογικό υποσυνείδητο» να κάθεται στην πολυθρόνα του ψυχοθεραπευτή.

Tο ανώτατο στάδιο της πολιτικής ενσωμάτωσης ενός ατόμου στον σύνθετο αλγόριθμο της κοινωνικής δραστηριότητας είναι προφανώς ο βαθμός συμφιλίωσής του με την Ιστορία (με κεφαλαίο πάντα). Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν όλοι όσοι αναλώθηκαν στη συγγραφή άρθρων υπό τύπον παραινέσεων προς τους πολίτες προκειμένου να διαχειριστούν αυτήν την επώδυνη (όπως φαίνεται) διαδικασία. Η «συμφιλίωση» είναι η ολοκλήρωση μιας βασανιστικής πορείας (προφανώς προς την αλήθεια) η οποία καταλήγει σε κάποιο τόπο χλοερό και αναπαύσεως συνειδήσεων και όχι ψυχών. Κατά τα φαινόμενα δεν πρόκειται για υποθετική διαδικασία. Αντιθέτως. Οι συγγραφείς των πονημάτων που κατέκλυσαν τα εντόπια ΜΜΕ, ανέλυαν με οξυδέρκεια τις δυσκολίες που υπάρχουν πίσω από το εγχείρημα. Προειδοποιούσαν πως η «συμφιλίωση» είναι μία condition sine qua non για την ανάληψη της ατομικής συνείδησης στη στρατόσφαιρα ενός θεωρητικά υπαρκτού συλλογικού Νιρβάνα. Εκεί όπου όσα συνέβησαν στο παρελθόν εντάσσονται στην κοινοκτημοσύνη του αθροίσματος των βασανιστικών διαδρομών που ακολούθησαν οι προηγούμενες γενιές. Συμφιλίωση σημαίνει πως ο υπό συμφιλίωση πολίτης περνά μέσα από έναν κλίβανο καθάρσεως όπου του εξηγούνται όλοι οι λόγοι που τον έστειλαν στο Καθαρτήριο και του εγχειρίζονται όλα τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ενοχή του. Η ενοχή του είναι αυτή που τον οδήγησε στο κολαστήριο απ’ όπου εξέρχεται επιτέλους «καθαρός» και «συμφιλιωμένος».

Είναι εντυπωσιακό. Οι άνθρωποι οι οποίοι επιμένουν εμμονικά στην ανάγκη της συμφιλιώσεως των πολιτών με την Ιστορία, ανήκουν σε εκείνην την ομάδα των πολιτών (ή των απογόνων τους) οι οποίοι αντιμετώπιζαν την αντίπαλη ομάδα ως εθνικό μίασμα.

Αντιθέτως, πολύ λίγες είναι οι φωνές οι οποίες παροτρύνουν προς μία fast truck διαδικασία συμφιλίωσης με την Ιστορία από την πλευρά των... μιαρών.

Οι παρατηρητές της ροής των γεγονότων είναι πεπεισμένοι πως θαύματα δεν έγιναν ποτέ και πως οι «λεπροί της Κοιλάδας του Θανάτου» παρέμειναν λεπροί και πως οι κραυγές απόγνωσης από τους ζοφερούς θαλάμους Καθαρτηρίου καθώς και το αγωνιώδες αγκομαχητό των παιδιών ενός κατώτερου θεού που ψάχνουν για μία διέξοδο, ακούγεται ως ιστορικός ήχος, σαν ένα ιστορικό-ηχητικό αποτύπωμα στο διάβα του χρόνου.

Οι «συμφιλιωτές», εγκάρδιοι και προσηνείς, εξακολουθούν να παροτρύνουν τους υπόλοιπους (ή τους απέναντι) να τα βρουν με τον συλλογικό δικαστή (την Ιστορία). Τι εννοούν ωστόσο; Πως η ετυμηγορία του συλλογικού (και αυστηρού) δικαστή θα πρέπει να είναι οπωσδήποτε ξεκάθαρη. Πως οι «νικητές» έχουν δίκιο. Πως οι ηττημένοι δεν έχουν μόνον άδικο αλλά είναι και ηθικά καταρρακωμένοι, εις το διηνεκές. Το έγκλημα είναι διαχρονικό και όχι στιγμιαίο.

Ποιο είναι το «έγκλημα» λοιπόν; Προφανώς η ήττα.
Ποια είναι η «τιμωρία»; Προφανώς η διαδικασία κάθαρσης.
Ποια είναι η μέθοδος; Αναμφισβήτητα εκείνη της συμφιλιώσεως.

Το πλέον «ανήθικο» τηλεοπτικό προϊόν που μεταδόθηκε ποτέ από τηλεοπτική πλατφόρμα ήταν αναμφισβήτητα τα «Casa de Papel». Η παραδοσιακή αντίληψη των αναρχοσυνδικαλιστών της CNT-FAI περί συλλογικού πλούτου και διαχείρισής του, καθώς και περί συλλογικής-ατομικής ευθύνης και συνδυασμό με το δόγμα «Θα νικήσουμε» (Venceremos), που σημαίνει αναγκαστικά πως «θα επανέλθουμε» αργά ή γρήγορα. Αρκεί βεβαίως να το επιτρέψουν ή να το επιβάλουν οι ιστορικές συνθήκες. Πρόκειται για την επιτομή της ανθρωποκεντρικής άποψης ως προς την ιστορική εξέλιξη που βρίσκεται στον πυρήνα αυτής της ιδιότυπης «ανηθικότητας» της τηλεοπτικής σειράς.

Το σκηνοθετικό κλειδί είναι η χρήση της συλλογικής ιστορικής συνείδησης, εκείνης τουλάχιστον που αναφέρεται στον Ισπανικό Εμφύλιο. Ο σκηνοθέτης και το σενάριο απορρίπτουν κάθε «συμφιλίωση». Αντιθέτως. Λειτουργούν ως «συντηρητές της μνήμης». Από το παρελθόν. Υπάρχουν λογαριασμοί δηλαδή που πρέπει να πληρωθούν. Πρόκειται βεβαίως για σινεμά, ή χειρότερα ακόμη για τηλεοπτική σειρά. Αυτά δεν συμβαίνουν ποτέ στην κανονική ζωή.

Ούτε όμως στην κανονική ζωή απαντάται ως απαραίτητο δόγμα για την κοινωνική πρόοδο η «συμφιλίωση», πόσο δε μάλλον όταν λειτουργεί ως εφεύρημα για την άνευ όρων παράδοση (απονεύρωση) κάποιων κατευθυντήριων νευρώνων της ροής της ιστορίας. Είπαμε, αυτά συμβαίνουν μόνο στο σινεμά και τα αποτεφρωτήρια σκέψης εκείνων που θυμούνται την Ιστορία (με κεφαλαίο) μόνον όταν χρησιμοποιείται ως εκδικητής ή τιμωρός. 

Υπάρχει άραγε «ανήθικη ιστορία»; Προφανώς. Ο Ιεροεξεταστής στη Σεβίλλη ήταν ολοφάνερα συμφιλιωμένος με την ιδέα της άνευ όρων υπεράσπισης της ισχύος και του πλούτου της εκκλησίας. Ακόμη και εάν η βαναυσότητα ήταν το χρήσιμο εργαλείο για να εκμαιευτούν ομολογίες. Ο σταλινικός ανακριτής ήταν απολύτως συμφιλιωμένος με την ιδέα της εφαρμογής της βαρβαρότητας ως αναγκαίας συνθήκης για τη μετάβαση στον Σοσιαλισμό. Ο Γερμανός επικεφαλής στρατοπέδου συγκέντρωσης ήταν απολύτως συμφιλιωμένος με την ιδέα των μαζικών εκτελέσεων Εβραίων, Ρομά, Κομουνιστών και Ομοφυλοφίλων.

Υπάρχει «ηθική στην ιστορία»; Προφανώς και όχι. Η ιστορία είναι το άθροισμα συνειδητών ανήθικων ενεργειών από τότε που ο «νοήμων» άνθρωπος άρχισε να ελέγχει το πεπρωμένο του. Υπάρχει όμως σε αντιστάθμισμα και το άθροισμα των ηθικών παρεμβάσεων της ανθρώπινης σκέψης η οποία σχεδόν αδιάλειπτα προκαλούσε τη βαναυσότητα των ανήθικων.

Κάποιοι σχεδόν εμμονικά παρενέβησαν τα τελευταία εικοσιτετράωρα απαιτώντας μέσω της «συμφιλιώσεως» να αποδοθεί σε όποιους επιχείρησαν (και πέτυχαν ανά περιόδους) να κηλιδώσουν τη συλλογική μνήμη, όσα τους αφαιρέθηκαν όταν και όποτε οι ιστορικές συνθήκες επέβαλαν την εξισορρόπηση και την ορθολογική αποκατάσταση κοινωνικών δεδομένων. Διότι εξορθολογισμός στο μέτρο του δυνατού και εν τω πλαισίω παθογενούς βαλκανικού ανορθολογισμού ήταν η Μεταπολίτευση. Δεν ήταν βέβαια ανατροπή.

Θα έλεγε κάποιος πως αυτές τις ημέρες παρατηρήθηκε η προσπάθεια εκκόλαψης ενός νεοπαγούς αναθεωρητισμού με επίκεντρο, σαν πρώτο βήμα τουλάχιστον, την αναγνώριση ως ιστορικού κληροδοτήματος του θεσμικού πλαισίου ενός τέως μονάρχη. Η συντριπτική (ηθική) ήττα της Αριστεράς σε συνδυασμό με την εκλογική της ήττα το 2019, συνέτεινε στη διαμόρφωση συνθηκών αναθεώρησης του συνόλου σχεδόν των αριστερών οπτικών σε όλο το φάσμα της πολιτικής και της πολιτισμικής ζωής. Η ενοχοποίηση της Αριστεράς τείνει να γίνει αυτοσκοπός μιας κατηγορίας διαχειριστών της πολιτικής πραγματικότητας. Προσοχή διότι κάθε αναθεωρητισμός ο οποίος αναπόφευκτα φλερτάρει με την υπερβολή, προκαλεί ανασύνταξη των υπό αναθεώρηση δυνάμεων. Η συμφιλίωση δεν μπορεί να είναι μέθοδος επιβολής αυτού του αναθεωρητισμού. Και πάντως δεν μπορεί η συμφιλίωση να είναι μία μονόπλευρη διαδικασία.