Ελλαδα

Ελένη Τοπαλούδη: Τι εννοούμε όταν λέμε ισόβια;

Σήμερα, ειδικά σήμερα, όταν λέμε ισόβια δεν μπορούμε να εννοούμε κάτι λιγότερο από ισόβια. Και το εννοούμε επειδή έτσι εκφράζεται το «φτάνει πια» για τις δολοφονίες της Ελένης, της Καρολάιν, της Αγγελικής και τόσων θυμάτων ακόμη

img_2485.jpg
Περικλής Δημητρολόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ελένη Τοπαλούδη: Ισόβια στους δράστες για τον βιασμό και τη δολοφονία της
© ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ / EUROKINISSI

Η καταδίκη των δολοφόνων της Ελένης Τοπαλούδη σε ισόβια και η φράση του Κ. Καραμανλή που πλέον δεν συνδέεται με την Ιστορία αλλά με τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα.

Μπορεί να ήταν έτσι η εποχή. Η ζωή ήταν τότε τόσο ασφαλής ώστε τα ισόβια που θα έπρεπε να εννοούνται μόνο ως ισόβια δεν συνδέθηκαν με κάποιο έγκλημα που είχε συγκλονίσει την ελληνική κοινωνία αλλά με μια χούντα που της είχε καθίσει στον σβέρκο. Μπορεί να ήταν και ένα τερτίπι της Ιστορίας. Ναι, ποινική ζωή υπήρχε και τότε. Φαινόταν όμως πιο πιθανό να ξυπνήσεις ακούγοντας ερπύστριες στον δρόμο παρά τα βήματα ενός ληστή στο σπίτι σου. Ίσως πάλι να ήταν έτσι τα ήθη. Στυγερές δολοφονίες έκοβαν και τότε την ανάσα της κοινωνίας. Αλλά εάν ο θύτης ήταν γυναίκα καταχωριζόταν ως μέγαιρα. Εάν ήταν άνδρας το έγκλημα δεν ήταν απλώς έγκλημα αλλά έγκλημα πάθους ή τιμής – και τι ήταν ο καημένος ο άνδρας εάν όχι τα καημένα του τα πάθη και η καημένη η τιμή  του;

Για κάποιον από αυτούς τους λόγους ή για όλους μαζί, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εκστόμισε τη φράση «όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια» για τους πρωταίτιους της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Και μπορεί η φράση, έτσι κοφτή και δωρική που ήταν, να συνδέθηκε με την εξάντληση της αυστηρότητας, αλλά στην πραγματικότητα ήταν το ακριβώς αντίθετο: οι χουντικοί είχαν καταδικαστεί για εσχάτη προδοσία και αυτό που τους περίμενε κανονικά δεν ήταν μια ζωή στη φυλακή αλλά το εκτελεστικό απόσπασμα.

Σήμερα κανένας δεν φοβάται πως θα βγει το πρωί για να πάει στη δουλειά του και θα δει τανκς να περιφέρονται στον δρόμο ή στρατιώτες να ρυθμίζουν την κυκλοφορία αντί για τροχονόμους. Κάθε χρόνο όμως η κοινωνία συγκλονίζεται από δολοφονίες που ευτυχώς δεν λέγονται πια εγκλήματα πάθους ή τιμής, αλλά γυναικοκτονίες. Σύμφωνα με το ελληνικό τμήμα του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τη Γυναικοκτονία, το 2019 διαπράχθηκαν 17 γυναικοκτονίες στην Ελλάδα, το 2020 διαπράχθηκαν 19, πέρυσι έφτασαν τις 30. Το 2018, χρονιά που βιάστηκε και δολοφονήθηκε η Ελένη Τοπαλούδη, τα θύματα ήταν 21.

Η καταδίκη των δολοφόνων της Ελένης Τοπαλούδη σε ισόβια και η φράση του Κ. Καραμανλή που πλέον δεν συνδέεται με την Ιστορία αλλά με τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα. Άλλο ένα τερτίπι της Ιστορίας ήθελε τον τελευταίο που κάθισε απέναντι στο εκτελεστικό απόσπασμα να είναι γυναικοκτόνος και να κάθισε την περίοδο της Χούντας. Το 1972 ο Βασίλης Λυμπέρης σκότωσε τη γυναίκα του, η οποία ήθελε να χωρίσουν, και στη συνέχεια τη μητέρα της και τα δυο του παιδιά. Καταδικάστηκε τετράκις σε θάνατο – ένας θάνατος για κάθε ένα από τα θύματά του. Στα δικαστήρια της Μεταπολίτευσης η εσχάτη των ποινών θα ακουγόταν και άλλες φορές, την προέβλεπε ο ποινικός κώδικας. Αλλά χάρις και στα ισόβια που δεν θα έπρεπε να είναι τίποτε λιγότερο από ισόβια, δεν εφαρμόστηκε ποτέ.

Θα συνέβαινε σε δίκες όπως της Ελένης Τοπαλούδη, πολλοί θα σκέπτονταν πως στους δολοφόνους της δεν πρέπει τίποτε λιγότερο από τη θανατική ποινή, αν όχι με τη βαναυσότητα μιας σφαίρας, τουλάχιστον με τη διακριτικότητας μιας ένεσης. Αν δεν συμβαίνει, είναι επειδή έχει κυριαρχήσει η αίσθηση πως το ταβάνι έχει χαμηλώσει πολύ. Τα ισόβια ανακοινώνονται, αλλά δεν εννοούνται ως ισόβια. Όχι μόνο οι δικηγόροι του καφενείου αλλά και του ποινικού δικαίου θα σου πουν  πως λίγο η έντιμη διαγωγή, κάτι τα μεροκάματα, άντε και κανένα αγροτικό και σε λίγα χρόνια θα είσαι έξω. Θα σου πουν πως οι δολοφόνοι της Ελένης, που σήμερα καταδικάστηκαν σε ισόβια και άλλα 15 χρόνια, θα βγουν από τη φυλακή πριν συμπληρώσουν τα 40 τους. Η ζωή θα είναι ακόμη μπροστά τους, ενώ η ζωή της Ελένης δεν θα γυρίσει ποτέ πίσω.

Οι μητέρες των δολοφονημένων γυναικών που βρέθηκαν σήμερα στην αίθουσα του δικαστηρίου βρέθηκαν και γι’ αυτό. Για να φωνάξουν την κοφτή φράση που συνδέεται πια πραγματικά με την εξάντληση της αυστηρότητας και όχι χάρις στο δωρικό ύφος του εμπνευστή της. «Τα ισόβια να είναι πραγματικά ισόβια» είπε η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη ζητώντας να αλλάξει ο ποινικός κώδικας.

Το λάθος που θα έκανε κανείς σήμερα, ειδικά σήμερα, θα ήταν να αντιτείνει πως ο δικαιικός μας πολιτισμός έχει φτάσει να αναγνωρίζει πια πως η έκτιση της ισόβιας ποινής, δηλαδή η ισόβια στέρηση της ελευθερίας, ισοδυναμεί με βασανισμό και πως η ανώτατη ποινή κάθειρξης δεν μπορεί να ξεπερνάει έναν αριθμό ετών. Αυτή όμως είναι μια συζήτηση που μπορεί να γίνει στο περιβάλλον μιας ημερίδας όχι ενός δικαστηρίου την ημέρα που δικάζει μια τέτοια δίκη. Αρκεί να θυμηθεί κανείς πως η συζήτηση έγινε κάποτε σε εκλογές και ήταν η αιτία για να χάσει την αναμέτρηση ο Μάικλ Δουκάκης που, ως υποψήφιος των Δημοκρατικών, είχε ταχθεί υπέρ της κατάργησης της θανατικής ποινής. «Θα λέγατε το ίδιο εάν το θύμα ήταν η γυναίκα σας;» τον ρώτησε ο συντονιστής του ντιμπέιτ. Η απάντηση που ακούστηκε σαν ψέλισμα έγινε η πολιτική ταφόπλακα του Ελληνοαμερικανού που θα γινόταν πρόεδρος των ΗΠΑ. 

Σήμερα, ειδικά σήμερα, όταν λέμε ισόβια δεν μπορούμε να εννοούμε κάτι λιγότερο από ισόβια. Και το εννοούμε επειδή έτσι εκφράζεται το «φτάνει πια» για τις δολοφονίες της Ελένης, της Καρολάιν, της Αγγελικής και τόσων θυμάτων ακόμη. Δεν χρειάζεται καν να αντιτείνει κανείς πως η αυστηροποίηση του ποινικού κώδικα, η οποία σε κάθε αποτρόπαιο έγκλημα διατυπώνεται περίπου ως πάνδημο αίτημα, δεν λύνει το πρόβλημα. Δεν θα έκανε ένας πιο αυστηρός ποινικός κώδικας καλύτερους τους δολοφόνους της Ελένης, αλλά άλλα πράγματα.

Δεν είναι όμως κάτι που λες την ημέρα που θα σε ρωτούσε κάποιος, με αληθινό πόνο ή με λιγότερο αγνές προθέσεις, εάν θα έλεγες το ίδιο με τη γυναίκα σου, τη φίλη σου, τη μητέρα σου ή την αδελφή σου να βρίσκονται στη θέση της Ελένης.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ