Ελλαδα

Τα αίτια της διατήρησης της ενδοπανεπιστημιακής βίας

Υπάρχει κάποια συντονισμένη προσπάθεια να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα;

asterios-kexagias.jpg
Αστέριος Κεχαγιάς
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Το κτήριο του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Το κτήριο του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών © EUROKINISSI/ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

Ενδοπανεπιστημιακή βία: Απαντήσεις και συγκεκριμένα παραδείγματα για τα βασικά ερωτήματα που σχηματίζονται μέσα στον νου κάθε ευσυνείδητου πολίτη.

Το φαινόμενο της ενδοπανεπιστημιακής βίας είναι γνωστό εδώ και δεκαετίες. Μόλις στην τελευταία διετία έχουν υπάρξει αλλεπάλληλα άρθρα, άλλοτε γραμμένα από τα ίδια τα θύματα αυτής της βίας και άλλοτε από παρατηρητές της, τα οποία εξιστορούν το τι συμβαίνει, περιγράφοντας αναλυτικά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες ακαδημαϊκοί και φοιτητές εντός των ελληνικών πανεπιστημίων.

Τα βασικά ερωτήματα που σχηματίζονται μέσα στον νου κάθε ευσυνείδητου πολίτη είναι τα εξής: «Υπάρχει κάποια συντονισμένη προσπάθεια να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα; Αν όχι, τότε γιατί δεν γίνεται καμία ουσιαστική δράση για την προστασία του πανεπιστημιακού χώρου και των εργαζομένων του; Είμαστε καταδικασμένοι οι Έλληνες φοιτητές και ακαδημαϊκοί να συμβιώσουμε με όλη αυτή την μαυρίλα που απειλεί την ελευθερία λόγου μας και τη σωματική μας ακεραιότητα;».

Θα προσπαθήσω να απαντήσω σε όλα αυτά τα ερωτήματα μέσω συγκεκριμένων παραδειγμάτων από την «ακαδημαϊκή εμπειρία» (sic).

Ερώτημα πρώτο: «Υπάρχει κάποια συντονισμένη προσπάθεια να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα;».

Απάντηση: Κατηγορηματικά όχι. Με αυτόν τον τρόπο δεν προσπαθώ να μειώσω ή να παραγνωρίσω τυχόν προσπάθειες που έγιναν ή γίνονται από διάφορους κατά καιρούς (π.χ. κάποιοι λίγοι Πρυτάνεις, κάποια λίγα μέλη ΔΕΠ και κάποιοι λίγοι πολιτικοί). Όμως η αλήθεια είναι ότι δεν διαφαίνεται πουθενά κάποιο συγκεκριμένο και συγκροτημένο πλάνο αντιμετώπισης του προβλήματος της ενδοπανεπιστημιακής βίας. Αυτό αποδεικνύεται και μια έρευνα που δημοσίευσε το ΠΑ.ΜΑΚ στις 10/5/2018 (μπορεί να τη βρει κανείς online) όπου αναφέρονται τα εξής:

«Την τελευταία επταετία έχουν σημειωθεί 107 παρεμποδίσεις δραστηριότητας, 96 καταλήψεις πανεπιστημιακών χώρων, 76 εισβολές, 45 απειλές κατά προσώπων, 44 καταστροφές εντός ΑΕΙ, 38 επιθέσεις και 35 προπηλακισμοί, 31 ματαιώσεις εκλογών, 30 περιστατικά διακίνησης ναρκωτικών εντός πανεπιστημίων, 2 βιασμοί, 6 διαρρήξεις, 10 εμπρησμοί και περιστατικά ηλεκτρονικής βίας, 17 περιστατικά ξυλοδαρμού και 10 ομηρίας, μία περίπτωση πυροβολισμού, ένα κρούσμα σεξουαλικής παρενόχλησης, 24 σοβαροί τραυματισμοί, ένας φόνος…».

Όχι, δεν πρόκειται για έρευνα που αφορά κάποια κακόφημη συνοικία της πόλης. Πρόκειται για έρευνα που αφορά συγκεκριμένα το ΑΠΘ, το οποίο παρουσιάζει πρώτο σε ανομία σε ολόκληρη την Ελλάδα. Και όλα αυτά, υπόψιν ότι συνέβησαν μέχρι το 2018 και μόνο στο ΑΠΘ. Αν σκεφτεί κανείς ανάλογα περιστατικά που συνέβησαν στο ΑΠΘ μετά το 2018 και συμπεριλάβει και τα περιστατικά που έλαβαν χώρα στα υπόλοιπα πανεπιστήμια της χώρας, μπορεί να διαισθανθεί την ένταση του προβλήματος. Εφόσον παρατηρούμε επανειλημμένως τέτοια έκτροπα μέσα στο πανεπιστήμιο, είναι προφανές ότι δεν υπάρχει κανένα συγκροτημένο σχέδιο αντιμετώπισής τους.

Ερώτημα δεύτερο: «Γιατί δεν γίνεται καμία ουσιαστική δράση για την προστασία του πανεπιστημιακού χώρου και των εργαζομένων του;».

Απάντηση: Για πέντε κυρίως λόγους:

1) Γιατί δεν ξέρει κανείς πώς ακριβώς πρέπει να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα αποτελεσματικά. Να το αντιμετωπίσει μέσω πανεπιστημιακής αστυνομίας; Μέσω φύλαξης; Μέσω καλύτερης παροχής παιδείας; Μέσω προσευχών στον Πανάγαθο; Υπάρχει μια δυσκολία στη λήψη μιας οριστικής απόφασης και μια φλύαρη πολυφωνία που απλώς καθυστερεί τις εξελίξεις.

Προτεινόμενη λύση: Αν δεν ασπαστούμε μια παθητική σωτηριολογική άποψη που λέει «μην ανησυχείς, μπορεί σ’ αυτόν τον κόσμο όλα να πάνε κατά διαόλου αλλά στην άλλη ζωή θα είναι όλα καλύτερα και οι δίκαιοι θα επιβραβευτούν» και δεδομένου ότι η καλύτερη παροχή παιδείας δεν μπορεί να συλλάβει εγκληματίες που υπάρχουν ήδη διαμορφωμένοι τριγύρω μας ενώ η ιδιωτική φύλαξη έχει αποδειχτεί ανεπαρκής λόγω και του ότι δεν έχει, βάσει νόμου, τη δυνατότητα οπλοφορίας, σύλληψης ή ανάκρισης υπόπτων, τότε η μόνη εναλλακτική που φαίνεται να έχει απομείνει είναι η πανεπιστημιακή αστυνομία. Όλα τα υπόλοιπα δοκιμάστηκαν και απέτυχαν.

2) Γιατί όποτε αναδύεται μια κάποια ισχυρή βούληση για αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος παρεμποδίζεται, κωλυσιεργεί ή και σαμποτάρεται από διάφορες ομάδες που ενώ τις περισσότερες φορές είναι μειοψηφικές, ωστόσο καταφέρνουν να επιβληθούν εξαιτίας της αδικαιολόγητης ανοχής που δείχνουν απέναντί τους διάφορα πρόσωπα υψηλής ευθύνης, συχνά ενάντιοι στην ενδοπανεπιστημιακή βία! Όταν έχεις για παράδειγμα Υφυπουργό Παιδείας αρμόδιο για ακαδημαϊκά ζητήματα να προσπαθεί να παρουσιάσει τον ξυλοδαρμό φοιτητή ως προπηλακισμό δικαιολογώντας τους δράστες ότι «έλα μωρέ δεν ήθελαν να τον δείρουν, προέκυψε πάνω στην ένταση της στιγμής κατά λάθος», ξέρεις ότι κάτι δεν πάει καθόλου καλά. Όταν την ίδια στιγμή, άτομα που σε γενικές γραμμές παρουσιάζουν μια μέριμνα υπέρ της πανεπιστημιακής ελευθερίας και εναντίον της πανεπιστημιακής βίας (δικηγόροι, δημοσιογράφοι, ιδιοκτήτες μεγάλων εφημερίδων) βγαίνουν και κάνουν δηλώσεις εναντίον της πανεπιστημιακής αστυνομίας, τη στιγμή που όλες οι υπόλοιπες εναλλακτικές έχουν ήδη δοκιμαστεί και αποτύχει, τότε αυτό που καταφέρνουν είναι να συμβάλλουν στην περαιτέρω κωλυσιεργία κάθε εγχειρήματος προστασίας των πανεπιστημιακών. Γενικώς, σκεφτόμαστε πολύ σε στιγμές που δεν χρειάζεται πολλή σκέψη.

Προτεινόμενη λύση: Η κατανόηση ότι υπάρχουν προβλήματα που απαιτούν άμεση λύση και όχι περαιτέρω φιλοσοφική συζήτηση και η συνειδητοποίηση ότι η ενδοπανεπιστημιακή βία είναι ένα απ’ αυτά. Υπάρχουν άτομα που απειλείται η σωματική τους ακεραιότητα, υπάρχουν μπράβοι που μπουκάρουν στο γραφείο Καθηγητών και προσπαθούν να τους φοβίσουν. Καλή η φιλοσοφία και σίγουρα όλοι μας μπορούμε να σκεφτούμε τυχόν προβλήματα που μπορούν να προκύψουν αλλά οι υποθετικοί λόγοι του μη πραγματικού δεν έχουν τόση αξία. Τα προβλήματα που ήδη υπάρχουν είναι πολύ πιο άμεσα και επικίνδυνα και είναι αυτά στα οποία θα πρέπει να εστιάσουμε πρωτίστως. Ήδη ένα σωρό άτομα, μεταξύ αυτών και μέλη ΔΕΠ ή Πρυτάνεις, προσπαθούν να σαμποτάρουν κάθε προσπάθεια της Κυβέρνησης να φτιάξει τα πράγματα στο Πανεπιστήμιο, γιατί θέλουν να διατηρήσουν αυτό το καθεστώς ανομίας (και τις μεταξύ τους συναλλαγές με όσους την προκαλούν). Δεν χρειάζεται να συνδράμουν σε αυτή την κωλυσιεργία και όσοι ενδιαφέρονται για την ακαδημαϊκή ελευθερία.

3) Αδράνεια εξωπανεπιστημιακών συνειδητοποιημένων πολιτών. Είναι πλάνη το να νομίζουμε ότι όλα αυτά που συμβαίνουν στο πανεπιστήμιο, τα γνωρίζουν και οι μη πανεπιστημιακοί πολίτες. Υπάρχει ελλιπής ενημέρωση, η οποία οφείλεται στο εξής φαινόμενο: Οι μη πανεπιστημιακοί, οι πιο απλοί πολίτες του καθημερινού βίου, ως επί το πλείστον, ενημερώνονται μόνο από τον Τύπο που προσιδιάζει στις ιδεολογικές απόψεις τους. Με άλλα λόγια, αν ένας πολίτης έχει μια προτίμηση προς την αριστερά, ακόμη κι αν ο ίδιος είναι ενάντιος της βίας και κοινωνικά ευαισθητοποιημένος, δεν θα διαβάσει ποτέ γι’ αυτά που περνάμε μέσα στο πανεπιστήμιο (τουλάχιστον όχι σε αξιόπιστη παρουσίασή τους), διότι ο αριστερός Τύπος εδώ και πολύ καιρό είναι υποστηρικτικός προς όσους προκαλούν την ανομία στα Πανεπιστήμια, τους οποίους παρουσιάζει ως «παιδιά», «φοιτητές» και «αγωνιστές». Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα όσα έγιναν προσφάτως στο Πολυτεχνείο Κρήτης με την ομηρία του Κοσμήτορα της Σχολής. Η αναφορά που επέλεξε να κάνει γνωστό αριστερό εντυπο για όλα αυτά τα έκτροπα, ήταν να αναρτήσει την ανακοίνωση που έβγαλαν οι θύτες (!), οι οποίοι μάλιστα δεν αρνούνται τα όσα έγιναν αλλά τα παρουσιάζουν ως αγώνα για το κοινό καλό.

Προτεινόμενη λύση: Καλύτερη και τακτική ενημέρωση του απλού κόσμου. Όσοι υποστηρίζουν τους θύτες της ενδοπανεπιστημιακής βίας δεν πρόκειται ποτέ να γράψουν εναντίον τους. Εναπόκειται στους υπόλοιπους και στην Πολιτεία να ενημερώνει διαρκώς τον κόσμο για τα τεκταινόμενα. Όπως ο Πρωθυπουργός έβγαζε διαγγέλματα για τα ζητήματα της πανδημίας, τα οποία τα παρακολουθούσαν όλοι οι πολίτες, είτε υποστηρικτές είτε επικριτές του, έτσι θα πρέπει ο ίδιος ή κάποιο άλλο μέλος της Κυβέρνησης να αρχίζουν να βγάζουν διαγγέλματα ενημερώνοντας τον κόσμο για το τι συμβαίνει μέσα στα πανεπιστήμια, το οποίο δεν είναι καθόλου αμελητέο. Ακόμη και ενάντιος να είναι κανείς στην παρούσα κυβέρνηση, όταν πληροφορηθεί για τα όσα συμβαίνουν, θα αλλάξει άποψη και έτσι θα βρεθούν περισσότεροι σύμμαχοι.

δ) Φόβος. Πρόκειται για έναν φόβο που αφορά τους πάντες. Από πολιτικούς που έχουν συγκρουστεί με ομάδες ανομίας και αστυνομικούς που βρίσκονται διαρκώς σε κίνδυνο μέχρι μέλη του Πανεπιστημίου. Όλη αυτή η συσσωρευμένη ανομία έχει τρομάξει αρκετό κόσμο. Όταν ένας Καθηγητής έχει οικογένεια με παιδιά, δύσκολα θα πάει ανοικτά κόντρα σε όσους δεν διστάζουν να απειλήσουν ή να βλάψουν κόσμο. Σε αυτό το συναίσθημα του φόβου αποδίδω προσωπικά το παράδοξο φαινόμενο που παρατηρείται όπου άτομα που έχουν πέσει θύματα βίας, αντί να γίνουν σφοδρότεροι μαχητές εναντίον της, καταλήγουν σε μια πιο weak thought. Και έτσι παρατηρεί κανείς έκπληκτος άτομα που έπεσαν θύματα ξυλοδαρμού σαν τον κ. Συρίγο ή τον Πρύτανη του Ο.Π.Α. κ. Μπουραντώνη, να επιδεικνύουν μεγαλύτερη αδράνεια απ’ αυτήν που θα ανέμενε κανείς έπειτα από τα όσα συνέβησαν. Επίσης, στον φόβο πρέπει μάλλον να αποδοθεί και η ανεξήγητη απροθυμία των Πρυτανικών αρχών να περάσουν από πειθαρχικό τους υπεύθυνους για τη βία φοιτητές. Υπάρχει ειδικός νόμος του Κράτους που προβλέπει πειθαρχικό φοιτητών. Αυτός ο νόμος είναι ανεξάρτητος από την πανεπιστημιακή αστυνομία. Δυστυχώς, όμως, δεν τον βλέπουμε να εφαρμόζεται και έτσι παρατηρούμε με απόγνωση διάφορες ομάδες εντός του πανεπιστημίου που στοχοποιούν άτομα ή που εξυβρίζουν και διαπομπεύουν αισχρώς τον ίδιο τον Πρύτανη και να μην καλούνται από τον Πρύτανη για να λογοδοτήσουν ή να τιμωρηθούν.

Προτεινόμενη λύση: Μια λύση υπάρχει εδώ. Η μη σιωπή. Κανείς δεν θέλει να θέσει τον εαυτό του ή την οικογένειά του σε κίνδυνο αλλά αν σιωπήσει, τότε ο κίνδυνος θα είναι μεγαλύτερος για όλους, διότι θα αφήνει ανενόχλητη τη βία να απλώνεται και να μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο. Το τίμημα της ελευθερίας είναι πάντοτε μεγαλύτερο σε αντίθεση με τον δουλικό συμβιβασμό αλλά είναι το μόνο που μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερες και πιο ασφαλείς κοινωνίες. Όσοι έχουμε βιώσει ενδοπανεπιστημιακή βία (ή και γενικότερη βία), πρέπει απλώς να ακολουθήσουμε το γνωστό σύνθημα που συνήθως χρησιμοποιούν καταχρηστικά ή υποκριτικά οι θύτες αυτής της βίας: «Σιωπή σημαίνει υποταγή». Περιπτώσεις σαν τον φοιτητή Οδυσσέα Βλαχονικολό και τον Κοσμήτορα του Πολυτεχνείου Κρήτης, οι οποίοι δεν ενέδωσαν στον τραμπουκισμό αποτελούν παραδείγματα προς μίμηση.

ε) Πολιτικό κόστος. Αυτό αφορά την Κυβέρνηση. Δυστυχώς, ενώ κατάφερε και πέρασε έναν νόμο για την προστασία των Πανεπιστημίων, εδώ και έναν χρόνο φαίνεται σαν να προσπαθεί να καθυστερήσει επίτηδες την διαδικασία με το πρόσχημα της «καλύτερης οργάνωσης». Από τις αρχικές δηλώσεις Χρυσοχοΐδη τον προηγούμενο Μάρτιο (2021) ότι οι Ο.Π.Π.Ι. θα εγκατασταθούν στα Πανεπιστήμια τέλη Απριλίου (έναν μήνα μετά) έχουμε φτάσει στο σημείο να συζητάμε για πιθανή εγκατάστασή τους από το επόμενο έτος (2022).

Υπάρχει μια πρόδηλη καθυστέρηση των διαδικασιών, η οποία αφήνει τον πανεπιστημιακό κόσμο μόνο του και αβοήθητο απέναντι σε όσους προσπαθούν να του στερήσουν την αξιοπρέπεια και η οποία μπορεί να αιτιολογηθεί μόνο με όρους φόβου για το πολιτικό κόστος. Δεν μου είναι ιδιαίτερα σαφές το πώς θα προκύψει αυτό το πολιτικό κόστος, όταν η συντριπτική πλειοψηφία όσων ήταν ενάντιοι στην πανεπιστημιακή αστυνομία, δεν θα ψήφιζε έτσι κι αλλιώς ποτέ τη συγκεκριμένη κυβέρνηση αλλά δεν βρίσκω καλύτερη εξήγηση. Πολύ λυπάμαι που θα το πω αλλά δίνεται η εντύπωση ότι η εκλεγμένη από τον λαό Κυβέρνηση θεωρεί πως το όποιο πολιτικό της κόστος είναι μεγαλύτερης αξίας απ’ το κόστος της ζωής και της προστασίας της ακεραιότητας των πολιτών της.

Προτεινόμενη λύση: Εφόσον η επίκληση στην αξία της προστασίας των πολιτών δεν φαίνεται να αρκεί, θα πρέπει να αντιληφθεί η Κυβέρνηση όσο είναι νωρίς (;), ότι το πολιτικό κόστος που θα έχει αν δεν βοηθήσει ουσιαστικά στην καταπολέμηση της ενδοπανεπιστημιακής βίας, θα είναι κατά πολύ μεγαλύτερο του πολιτικού κόστους που θα έχει αν βοηθήσει, διότι στην πρώτη περίπτωση, θα δυσαρεστήσει άτομα που έτσι κι αλλιώς δεν θα την ψήφιζαν ποτέ ενώ στη δεύτερη περίπτωση κινδυνεύει να χάσει πολύ κόσμο που τη στήριξε με την ελπίδα ότι μπορεί να φέρει την αλλαγή στα πανεπιστήμια.

Συμπερασματικά, αν εν τέλει, η πανεπιστημιακή αστυνομία είναι η τελευταία λύση αφού όλα τα άλλα έχουν αποτύχει, και εφόσον είναι μια λύση που δεν μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή από τους ίδιους τους ακαδημαϊκούς, τότε φαίνεται ότι προς το παρόν οι τελευταίοι είναι μόνοι τους. Η Κυβέρνηση φοβάται το πολιτικό κόστος, οι Πρυτάνεις φοβούνται για την ακεραιότητά τους, η αστυνομία δεν δείχνει διάθεση να επέμβει, ο απλός κόσμος δεν είναι ιδιαίτερα ενημερωμένος και άρα είμαστε μόνοι μας. 

Τελευταίο ερώτημα: «Είμαστε καταδικασμένοι οι Έλληνες φοιτητές και ακαδημαϊκοί να συμβιώσουμε με όλον αυτόν τον γνόφο που απειλεί την ελευθερία λόγου μας και τη σωματική μας ακεραιότητα;».

Απάντηση: Πριν δύο χρόνια θα έλεγα με ελπίδα «όχι. Τα πράγματα θα φτιάξουν». Σήμερα, δεν ξέρω πραγματικά τι απάντηση να δώσω.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ