Ελλαδα

Ανδρέας Ποττάκης: Ο Συνήγορος του Πολίτη για τη Τεχνητή νοημοσύνη

Είναι ευλογία ή απειλή;

4669-35224.jpg
Τάκης Σκριβάνος
ΤΕΥΧΟΣ 739
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τεχνητή νοημοσύνη: Ευλογία ή απειλή; Απαντάει ο Συνήγορος του Πολίτη
Θανάσης Καρατζάς

Συνέντευξη του Ανδρέα Ποττάκη, Συνήγορος του Πολίτη – Ανεξάρτητη Αρχή, στην ATHENS VOICE για την τεχνητή νοημοσύνη και τη δημόσια διοίκηση πριν και στη διάρκεια της πανδημίας.

Τον προβληματισμό του για το πώς εφαρμόζεται η τεχνητή νοημοσύνη σε μια σειρά θεμάτων και πώς επηρεάζει και θα συνεχίσει να επηρεάζει τις ζωές μας, εκφράζει ο Ανδρέας Ποττάκης, Συνήγορος του Πολίτη – Ανεξάρτητη Αρχή. Όπως χαρακτηριστικά λέει, «έχουμε ήδη την εμπειρία του πώς οι εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να φανούν εκπληκτικά χρήσιμες στις απόπειρες χειραγώγησης της κοινής γνώμης, των πολιτικών μας πεποιθήσεων, των κοινωνικών μας προβολών και στερεοτύπων». Παράλληλα, ο Συνήγορος του Πολίτη – Ανεξάρτητη Αρχή εξηγεί πού οφείλεται η βαθιά ριζωμένη σχέση καχυποψίας ανάμεσα στον πολίτη και το κράτος, «βαθμολογεί» τη δημόσια διοίκηση την περίοδο προ της πανδημίας και στη διάρκεια αυτής και αναφέρεται στο τι θα πρέπει να γίνει την επόμενη ημέρα.


Διανύουμε την εποχή της πανδημίας του νέου κορονοϊού. Πριν από αυτήν, πώς θα «βαθμολογούσατε» τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης;

Η δημόσια διοίκηση στη χώρα, κεντρική και σε επίπεδο αυτοδιοίκησης, όλα τα τελευταία χρόνια της μεγάλης δημοσιονομικής, οικονομικής και κοινωνικής κρίσης κλήθηκε να εναρμονιστεί με διαδοχικές μεταρρυθμίσεις, πολλές από τις οποίες έμειναν ημιτελείς ή και απεδείχθησαν ατελέσφορες. Βίωσε αιφνίδιες και συχνά όχι καλομελετημένες αλλαγές και αναδιαρθρώσεις, αρκετές, μάλιστα, αναθεωρήθηκαν, τροποποιήθηκαν ή και καταργήθηκαν πριν καν εφαρμοστούν στην ουσία. Υπέστη συντριπτική συρρίκνωση σε προσωπικό και πόρους. Και σε τομείς που βρίσκονται στον πυρήνα της κρατικής λειτουργίας: στην υγεία, στην παιδεία, στην κοινωνική προστασία και πρόνοια. Περιορίστηκε δραματικά τόσο η παροχική όσο και η εποπτική και ελεγκτική διάσταση της διοικητικής δράσης. Φυσικό αποτέλεσμα, η ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών να υπολείπεται του προσδοκώμενου, ενώ την ίδια στιγμή οι απαιτήσεις στις οποίες καλείται να ανταποκριθεί να έχουν αυξηθεί. Και παράλληλα, να συντηρούνται στρεβλώσεις, να ενισχύονται «θέσφατα» και ταμπού μέσα στη διοίκηση, και να αυξάνει η δυσαρέσκεια των πολιτών. Που διαπιστώνουν ότι οι μηχανισμοί της διοίκησης δεν παρέχουν επαρκή κίνητρα στην επιχειρηματικότητα και την ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη, μέσω απλοποίησης διαδικασιών, τόνωσης της υφιστάμενης αγοράς και ανάδειξης νέων, ενώ παράλληλα υστερούν ως προς την αναγκαία εποπτεία και έλεγχο στην τήρηση των όρων λειτουργίας τους ή στην εργοδοτική αυθαιρεσία. Οι εκθέσεις της Αρχής, ετήσιες και θεματικές, διαθέσιμες στην ιστοσελίδα μας, νομίζω αποτελούν μια πιστή απεικόνιση της κατάστασης της δημόσιας διοίκησης στη χώρα.

Οι αναφορές στον Συνήγορο το 2019 ήταν 9% περισσότερες σε σχέση με το 2018. Και 50% περισσότερες σε σχέση με το 2015. Αυτό σημαίνει ότι αυτό που λέμε Κράτος αντί να βελτιώνεται γίνεται περισσότερο δυσλειτουργικό και μη φιλικό προς τον πολίτη ή αυτή είναι μια απλοϊκή, ίσως, ανάγνωση;

Είναι, αναμφίβολα, μία ανάγνωση. Όπως ανέφερα, οι απαιτήσεις των πολιτών από το κράτος σε παροχές και προστασία αυξάνονται διαρκώς. Ιδίως των πολιτών της χώρας μας που τα τελευταία χρόνια αντιμετώπισαν μία βίαιη μεταβολή των συνθηκών ζωής τους, του επιπέδου διαβίωσής τους, μία συρρίκνωση των δικαιωμάτων τους. Εκτιμώ ότι υπάρχουν και άλλες αναγνώσεις. Μετά από μία δεκαετία, σχεδόν, «μνημονιακής» διακυβέρνησης, πολλοί από τους συμπολίτες μας αναζητούν την άρση των αδικιών που υπέστησαν, την επανόρθωση μέρους της ζημίας, την αποκατάσταση των δικαιωμάτων τους. Και είναι ιδιαίτερα τιμητικό για την Αρχή να προστρέχουν για συνδρομή στον Συνήγορο του Πολίτη. Αποτελεί για εμάς και μία ένδειξη εμπιστοσύνης και αναγνώριση της προσφοράς μας. Είναι και αυτή μία ανάγνωση - καθημερινή για εμάς.

Έχετε πει ότι είναι βαθιά ριζωμένη η σχέση καχυποψίας ανάμεσα στο κράτος και τον πολίτη. Πού οφείλεται, ποιος έχει την κύρια ευθύνη γι’ αυτό και, τελικά, μπορεί αυτή η σχέση να αλλάξει;

Μέσα στις συνθήκες που λειτούργησε η διοίκηση τα τελευταία χρόνια, και ο πιο ώριμος πολίτης θα δυσκολευόταν να εκδηλώσει την εμπιστοσύνη του. Τα αίτια, όμως, νομίζω είναι βαθύτερα. Έχουν να κάνουν με μία συζήτηση που δεκαετίες αποφεύγουμε να κάνουμε. Να αποφασίσουμε με σοβαρότητα, ειλικρίνεια και ευθύτητα τί είδους διοίκηση θέλουμε αλλά και μπορούμε να έχουμε. Ποιός θα πρέπει να είναι ο ρόλος της στις σημερινές συνθήκες. Ποια θα πρέπει να είναι τα πρότυπα, στα οποία είναι σκόπιμο να αναφερόμαστε. Θα πρέπει να υπερβούμε ψευτοδιλήμματα περασμένων δεκαετιών, περί μεγαλύτερης ή μικρότερης δημόσιας διοίκησης. Το ζητούμενο ήταν και είναι, ακόμη πιο επιτακτικά, μια αποδοτική διοίκηση, που σέβεται τον πολίτη και την επιχείρηση. Η δημόσια διοίκηση θα πρέπει να είναι ένας δυναμικός οργανισμός που θα αποτελεί τον βασικό πυλώνα ισόρροπης, βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής. Στοχεύοντας στην παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών, και αγαθών εκεί που απαιτείται, δίνοντας έμφαση και βάρος στον αποτελεσματικό και ουσιαστικό έλεγχο δραστηριοτήτων, στην αυστηρή τήρηση των αρχών της αξιοκρατίας, της διαφάνειας, της νομιμότητας, αλλά και της επιείκειας και της αναλογικότητας. Με ουσιαστικά κίνητρα και για τους δημόσιους λειτουργούς, προκειμένου να στηρίξουν την αναβάθμιση της διοικητικής λειτουργίας, να εισφέρουν το κάτι παραπάνω, αυτό που θα επιτρέψει την υπέρβαση των δυσλειτουργιών του συστήματος και όχι την αποδοχή και διαιώνισή τους.

Τώρα, σε αυτή την περίοδο της πανδημίας, πώς λειτούργησε η δημόσια διοίκηση; Πού τα πήγε καλά και πού υστέρησε;

Υπήρξε μία έγκαιρη αντίδραση από την κυβέρνηση στη διαμόρφωση των όρων διαχείρισης της κρίσης. Και αυτό της πιστώνεται από την κοινή γνώμη. Διέγνωσε σε καλό χρόνο το μέγεθος της επερχόμενης υγειονομικής κρίσης και αναγνώρισε με ειλικρίνεια τα όρια αντοχής του συστήματος, αλλά και την ιδιοσυγκρασία του πληθυσμού. Και γι’ αυτό πήρε μέτρα αυστηρά, νωρίτερα από άλλες χώρες σε σχέση με την εξάπλωση του ιού. Και πέτυχε τους βασικούς στόχους που έθεσε. Πέτυχε να περιορίσει την ευρεία διάδοση στον πληθυσμό αλλά και να προστατεύσει το σύστημα υγείας από υπερφόρτωση που θα οδηγούσε σε δραματικά αποτελέσματα, όπως είδαμε σε γειτονικές μας χώρες.  Είναι, νομίζω, χαρακτηριστικό, ότι σε αυτή την πρώτη φάση της αναχαίτισης της πανδημίας, η πληρότητα των κλινών στις ΜΕΘ δεν υπερέβη το 50% σε καμία φάση.

Κακά τα ψέματα, η πανδημία βρήκε τη δημόσια διοίκηση της χώρας απροετοίμαστη. Στο δελτίο υποθέσεων που αναρτούμε κάθε τετράμηνο στην ιστοσελίδα μας, παρουσιάζουμε, παράλληλα με την συνήθη ύλη, δηλαδή τη συνοπτική καταγραφή επιλεγμένων υποθέσεων που η παρέμβαση της Αρχής ολοκληρώθηκε εντός της συγκεκριμένης περιόδου, και ένα ειδικό ένθετο, με αναφορές σε υποθέσεις που ανέκυψαν εξαιτίας της πανδημίας, των μέτρων που ελήφθησαν για την αντιμετώπισή της και των δυσλειτουργιών που καταγράφηκαν σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες. Προοδευτικά, επιδεικνύονται αντανακλαστικά. Οι υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα προσπαθούν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα μέσα στην κρίση. Συστήματα εξ αποστάσεως μαθητείας ή εργασίας στον δημόσιο τομέα, για παράδειγμα, κατ’ ουσίαν δεν υπήρχαν. Διαμορφώνονται τώρα, εν μέσω της κρίσης. Πολλές από τις δημόσιες υπηρεσίες, που δεν ανήκουν σε όσες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης της πανδημίας βρίσκονται σε, μερική τουλάχιστον, αναστολή λειτουργίας και προσπαθούν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, με ταχεία, ίσως και «βίαιη» σε κάποιες περιπτώσεις, εισαγωγή εφαρμογών των νέων τεχνολογιών. Και αυτό, όπως είναι επόμενο, προκάλεσε αρρυθμίες. Για παράδειγμα, σειρά προβλημάτων παρουσιάστηκαν στην απρόσκοπτη παροχή προνοιακών επιδομάτων, επιδομάτων αναπηρίας ή επιδοτήσεων ανεργίας, στην προστασία των ωφελούμενων κοινωφελών προγραμμάτων. Ίσως να είναι μία ευκαιρία, έστω και υπό αυτές τις συνθήκες, η χώρα να καλύψει μέρος του χαμένου χρόνου στην ευρύτερη χρήση των εφαρμογών των νέων τεχνολογιών. Αλλά αυτό θα πρέπει να γίνει προσεκτικά, με σχέδιο. Ώστε αφενός να μη μείνει κανείς πίσω, και αφετέρου να διαμορφώσουμε τις κατάλληλες θεσμικές εγγυήσεις, ώστε να ανταποκριθούμε με επάρκεια στις νέες προκλήσεις, στην οικονομία, στη κοινωνία, στα δικαιώματά μας, στη δημοκρατία.

atk_0818.jpg
Θανάσης Καρατζάς

Σας ανησυχεί η επόμενη περίοδος; Ακούμε ότι η «κανονικότητα» που γνωρίζαμε θα είναι τελείως διαφορετική την επόμενη ημέρα. Σε ποιους τομείς θα λέγατε ότι χρειάζεται μεγαλύτερη επαγρύπνηση και ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος της Πολιτείας;

Με ανησυχεί το επίπεδο ετοιμότητας που θα έχουμε για να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της επόμενης περιόδου. Ήδη, η συζήτηση που έχει ξεκινήσει για την επόμενη μέρα εστιάζει στις προκλήσεις για την οικονομία και τους θεσμούς, το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία.

Η επερχόμενη, σύμφωνα με τις προγνώσεις, παγκόσμια οικονομική ύφεση αναπόφευκτα θα επαναπροσδιορίσει σχέσεις και λειτουργίες σε ευρύ φάσμα, από τα περιθώρια της παροχικής διοίκησης μέχρι και τις εργασιακές σχέσεις. Ήδη καταγράφουμε στο δελτίο υποθέσεων του 1ου τετραμήνου του έτους σημαντική αύξηση σε καταγγελίες για εργοδοτική αυθαιρεσία, είτε αυτή αφορά σε μη χορήγηση αδειών ειδικού σκοπού, είτε και σε καταχρηστικές απολύσεις. Η παροχή βοηθημάτων, επιδομάτων και διευκολύνσεων στην αποπληρωμή οφειλών, αναγκαία αναμφίβολα, δεν μπορεί παρά να αποτελεί πρόσκαιρη αντιμετώπιση των άμεσων αναγκών που ανέκυψαν από τη διάδοση του ιού και τα μέτρα που ελήφθησαν για την αναχαίτισή της. Αλλά δεν μπορούν να έχουν διάρκεια. Στη περίπτωση της χώρας μας, μάλιστα, με τη δεδομένη δημοσιονομική στενότητα που μας κληροδότησε η δεκαετής σχεδόν μνημονιακή περιπέτεια, είναι αμφίβολο σε ποιο βαθμό θα είναι διαθέσιμα σε ένα ενδεχόμενο νέο lockdown τους επόμενους μήνες. Πιθανότατα, θα πρέπει να υπάρξει πιο γενναία παρέμβαση του κράτους στους μηχανισμούς λειτουργίας της οικονομίας, με παροχή αναγκαίων εγγυήσεων μεσοπρόθεσμης προοπτικής, προκειμένου να κρατηθούν στα πόδια τους οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οικονομικές δραστηριότητες της χώρας. Και αυτό θα επαναφέρει τον κίνδυνο του λεγόμενου δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Χρειάζεται, συνεπώς, συνεκτική πολιτική και συντονισμένες δράσεις, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Φοβάμαι, ωστόσο, ότι τα δείγματα γραφής της ΕΕ στη διαχείριση κρίσεων δεν μας επιτρέπουν να είμαστε υπερβολικά αισιόδοξοι. Και στην παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008 και στην ανθρωπιστική κρίση της μαζικής μετακίνησης μεικτών πληθυσμών προσφύγων και μεταναστών, η ΕΕ δεν έδειξε ικανή, ή και πρόθυμη, να ανταποκριθεί συνεκτικά, αποτελεσματικά και αποφασιστικά. Δυστυχώς, κάποια κράτη μέλη στον πυρήνα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος εξακολουθούν να θέλουν να βλέπουν την ΕΕ πρωτίστως ως μία κοινή αγορά και δευτερευόντως ως μια κοινότητα αλληλέγγυων λαών.

Σε ό,τι αφορά στο κράτος δικαίου, στη δημοκρατία, οφείλω να πω, ότι δεν συμμερίζομαι κάποιες από τις όψιμες ανησυχίες πολλών, και έγκριτων, αναλυτών. Γιατί, πόσο ικανοποιημένοι ήμασταν, άραγε, πριν τη πανδημία από τη λειτουργία του κράτους, των θεσμών; Πόσο «δημοκρατική» θεωρούσαμε τη δημοκρατία μας; Και φυσικά, δεν αναφέρομαι σε περιορισμούς ή και αναστολή σε απόλαυση συγκεκριμένων δικαιωμάτων, που εντάσσονται στο σχεδιασμό για την αναχαίτιση της εξάπλωσης της πανδημίας. Εύλογα υποχωρούν, πρόσκαιρα και αναλογικά, ασφαλώς, μπροστά στο μείζον, τη διαφύλαξη της δημόσιας υγείας, της υγείας καθενός και καθεμιάς από εμάς. Αντιθέτως, μάλιστα, νομίζω, ότι η παρούσα κρίση αποτελεί ευκαιρία να επανεξετάσουμε το επίπεδο της δημοκρατίας μας, του κράτους δικαίου, και να λάβουμε τα κατάλληλα μέτρα για αποτελεσματικότερη θωράκισή τους. Η διαπίστωση του πόσο εύθραυστο μπορεί να είναι όλο το δικαιοπολιτικό μας οικοδόμημα μπορεί να λειτουργήσει και θετικά. Να αυξήσει τα επίπεδα εγρήγορσής μας, να μας καταστήσει πιο ενεργούς, ευαισθητοποιημένους και ενημερωμένους πολίτες. Να ενδυναμώσει το αίτημα ουσιαστικής ενίσχυσης των φορέων εποπτείας και ελέγχου της δημόσιας εξουσίας, διεύρυνσης του πεδίου δράσης των θεσμικών αντίβαρων. Ήδη, το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει επεξεργαστεί και υιοθετήσει σειρά αρχών για την ενδυνάμωση του θεσμού του Συνηγόρου του Πολίτη, του κατεξοχήν ανεξάρτητου, αμερόληπτου εξωδικαστικού θεσμού προστασίας των δικαιωμάτων, καταπολέμησης της κακοδιοίκησης και διαφύλαξης της νομιμότητας της διοικητικής δράσης, θεσμού με παρουσία σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και στις περισσότερες ανά την υφήλιο.

Οι σοβαρότερες, κατά τη γνώμη μου, ανησυχίες για τα απότοκα της πανδημίας δεν είναι καινούριες, δεν τις έφερε η πανδημία. Και δεν είναι πρόσκαιρες. Υπήρχαν και υπονόμευαν τους θεσμούς, τις δημοκρατικές λειτουργίες, το κράτος δικαίου, το επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών μας.

Θα έλεγα, μάλιστα, ότι η προσοχή μας θα πρέπει να εστιάσει περισσότερο από πριν σε εκείνες που δεν προκαλούνται πρωτίστως από ρυθμίσεις κυβερνητικές. Για αυτές υπάρχει τουλάχιστον η δημόσια κριτική και σε, περισσότερο ή λιγότερο συστηματικό βαθμό, ο έλεγχος νομιμότητας. Η μεγάλη πρόκληση της επόμενης μέρας είναι οι κίνδυνοι που πηγάζουν μέσα από εφαρμογές φαινομενικά ακίνδυνες, εφαρμογές άρρηκτα συνδεδεμένες με την καθημερινότητά μας και τον τρόπο ζωής μας. Που καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό τις καταναλωτικές μας συνήθειες και προτιμήσεις, τις κοινωνικές μας προσλαμβάνουσες, ακόμη και τις πολιτικές μας πεποιθήσεις. Που μας αναγνωρίζουν όχι ως υποκείμενα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, αλλά ως φορείς δεδομένων. Οι εξελίξεις στον τομέα των νέων τεχνολογιών είναι ραγδαίες, σίγουρα πολύ σημαντικές για να τις αγνοούμε ή να τις εξωραΐζουμε ως αποκυήματα επιστημονικής φαντασίας. Οι εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης έχουν προ πολλού ξεπεράσει το στάδιο των αυτοματοποιημένων, μηχανικών λειτουργιών. Οι προκλήσεις μιας αρρύθμιστης εφαρμογής τους είναι παρούσες και είναι ιδιαιτέρως σύνθετες. Μέσα σε συνθήκες μάλιστα, αποστασιοποίησης, καραντίνας, γίνονται πιο εμφανείς. Και δεν αφορούν μεμονωμένες χώρες, ούτε περιορίζονται μέσα στα σύνορα κάθε κράτους. Γι’ αυτό και αποτελούν βασική εστία προβληματισμού για όλους τους ομολόγους μου στην Ευρώπη.

Είστε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Συνηγόρων και της Μεσογειακής Ένωσης Συνηγόρων. Γιατί το θέμα της τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί θέμα αιχμής;

Γιατί οι εφαρμογές της είναι πλέον παντού. Αξιοποιώντας την πρόσβαση που έχει στα μεγάλα δεδομένα που παράγουμε. Και είναι σε θέση να καθορίζει όχι μόνο τη καταναλωτική μας συμπεριφορά. Έχουμε ξεπεράσει το επίπεδο που οι αγοραστικές μας συνήθειες, οι προτιμήσεις μας στην απόλαυση μορφών τέχνης, η κάθε μας αναζήτηση στον εικονικό κόσμο του διαδικτύου ενημερώνουν και τις επόμενες επιλογές μας, μέσα από την επεξεργασία τους ως δεδομένων. Έχουμε, επίσης, ήδη, την εμπειρία του πώς οι εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να φανούν εκπληκτικά –και ανησυχητικά- χρήσιμες και αποτελεσματικές στις απόπειρες χειραγώγησης της κοινής γνώμης, των πολιτικών μας πεποιθήσεων, των κοινωνικών μας προβολών και στερεοτύπων. Σας θυμίζω, ως παράδειγμα και μόνο που έλαβε δημοσιότητα, το σκάνδαλο της CambridgeAnalytica και των μεθόδων προπαγάνδας σε βαθμό που δεν είχαμε αντιληφθεί μέχρι πρόσφατα. Αυτή τη στιγμή, σε διάφορες χώρες είναι σε λειτουργία και χρήση αλγόριθμοι για την υποστήριξη των σωφρονιστικών πολιτικών ή και της απονομής της δικαιοσύνης, με profiling παραβατών ως προς τη πιθανότητα να εγκληματήσουν ξανά και συνακόλουθη εκτίμηση επί της επιβαλλόμενης ποινής. Η ΕΕ αυτή τη στιγμή χρηματοδοτεί την μελέτη και ανάπτυξη κατάλληλων αλγορίθμων για profiling αλλοδαπών, μεταναστών και αιτούντων άσυλο, με στόχευση την ανίχνευση εκείνων που θα ‘ενσωματωθούν ευκολότερα’ στις κοινωνίες μας. Συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, πρόνοιας και είσπραξης δημοσίων εσόδων βασίζονται σε αλγοριθμικές εφαρμογές. Μεγάλοι πολυεθνικοί κολοσσοί χρησιμοποιούν αλγόριθμους για την επιλογή των στελεχών τους, ή ακόμη και για δημιουργία μοντέλων με τα οποία καθορίζουν τις προοπτικές της εργασιακής σταδιοδρομίας καθενός και καθεμίας. Και οι αλγόριθμοι αυτοί δεν είναι ‘ουδέτεροι’. Αντιθέτως, φαίνεται, ότι αναπαράγουν στερεότυπα και επιτείνουν τις διακρίσεις. Και δεν είναι διαφανείς, δεν υπόκεινται σε έλεγχο, ούτε κατά τη σχεδίαση, ούτε κατά την εφαρμογή τους.

Είναι γεγονός, ότι πολλές από τις εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης είναι αναγκαίες, απαραίτητες σε διάφορους τομείς για την καλύτερη αντιμετώπιση προβλημάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο τομέας της υγείας, όπου η τεχνητή νοημοσύνη έχει συμβάλει και μπορεί να συμβάλλει στην ανίχνευση και ταυτοποίηση ασθενειών ή γενετικών, γονιδιακών αποκλίσεων και την θεραπεία τους. Αλλά και στην υπηρεσία της προστασίας της δημόσιας υγείας, είναι ήδη σε χρήση εφαρμογές που εγείρουν ζητήματα ως προς τους μηχανισμούς επεξεργασίας δεδομένων. Για παράδειγμα, οι πολυσυζητούμενες εφαρμογές σε κινητά για την αντιμετώπιση της διασποράς του COVID-19 θα επεξεργάζονται μία τεράστια βάση με δεδομένα που ο καθένας μας παράγει. Το ζήτημα εν προκειμένω δεν είναι τα προσωπικά δεδομένα, αυτά θα προστατεύονται, υπάρχει πλαίσιο που μπορεί να αξιοποιηθεί. Άλλωστε, δεν είναι αυτό που ενδιαφέρει. Είναι τα δεδομένα αυτά καθεαυτά, η πρόσβαση στη βάση τους και ο τρόπος και ο σκοπός επεξεργασίας τους. Και φυσικά, υπάρχουν και εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης και σε άλλους τομείς, υψηλής επικινδυνότητας, όπως η πολεμική βιομηχανία, για τη δημιουργία τρομακτικών πολεμικών μηχανών, χωρίς καν την παρέμβαση ή και επιτήρηση από ανθρώπινο παράγοντα: τα λεγόμενα killerrobots, για την ανάπτυξη των οποίων έχει αναπτυχθεί ήδη ένας ανηλεής ανταγωνισμός μεταξύ των τεχνολογικά ανεπτυγμένων χωρών και οικονομιών. Κάτι σαν το doomsday σενάριο του Dr. Strangelove του Κιούμπρικ. Ο μεγάλος ανταγωνισμός Ανατολής και Δύσης αυτή τη στιγμή εστιάζει στον έλεγχο των μεγάλων δεδομένων και στην ανάπτυξη εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης. Είναι, πάντως, θετικό, ότι, έστω και με καθυστέρηση, η Ευρώπη δείχνει τα πρώτα σημάδια αφύπνισης. Λίγο πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, η ΕΕ δημοσιοποίησε τη Λευκή Βίβλο της για τη τεχνητή νοημοσύνη, όπου παρουσίασε τους βασικούς άξονες στρατηγικής της. Και χαρτογράφησε και σειρά κινδύνων, την ανεπάρκεια του υφιστάμενου νομικού οπλοστασίου για την προστασία των δικαιωμάτων μας, την έλλειψη διαφάνειας, ρυθμιστικού πλαισίου και μηχανισμών εποπτείας, τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερ-εθνικό, Ευρωπαϊκό επίπεδο. Και η αναγνώριση του προβλήματος είναι πάντα μία καλή αρχή, έστω και καθυστερημένη. Η προώθηση πραγματικά αποτελεσματικών μεθόδων και μηχανισμών που θα απαντούν στις προκλήσεις αυτές θα πρέπει να είναι απαίτηση όλων μας.

Ποιος είναι ο Ανδρέας Ποττάκης

Το καλοκαίρι του 2016, ο Ανδρέας Ποττάκης εξελέγη από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής με πλειοψηφία 4/5 ο νεότερος στην ιστορία του θεσμού Συνήγορος του Πολίτη. Νομικός, με σπουδές στα Πανεπιστήμια των Αθηνών και της Οξφόρδης όπου του απονεμήθηκε ο διδακτορικός τίτλος στο Ευρωπαϊκό Δημόσιο Δίκαιο, έχει διδάξει σε Πανεπιστήμια στο Ην. Βασίλειο, στην Ιταλία, στην Τουρκία και στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, οι αναφορές πολιτών και επιχειρήσεων στον Συνήγορο έχουν παρουσιάσει αλματώδη αύξηση. Εκτός από τα ουκ ολίγα, και συνήθη, "κακώς κείμενα" της διοίκησης, η επαναφορά στη "μετα-μνημονιακή" κανονικότητα, με αποκατάσταση τρωθέντων δικαιωμάτων και αναβάθμιση της ποιότητας της λειτουργιας του διοικητικού μηχανισμού αλλά και η έκρηξη του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος αποτελούν πρόσθετες προκλήσεις. Και οι αρμοδιότητες του Συνηγόρου έχουν αυξηθεί, με πιο πρόσφατη την πειθαρχική διερεύνηση περιστατικών αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και στους σωφρονιστικούς υπαλλήλους. Παράλληλα, έχει αναπτύξει έντονη διεθνή δράση. Το 2018 εξελέγη από 30 συναδέλφους του από τη Νότια Ευρώπη, τη Βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή, τα Βαλκάνια και τη Μαύρη Θάλασσα, Πρόεδρος Ένωσης Συνηγόρων του Πολίτη της Μεσογείου, ενώ πριν από ένα μήνα εξελέγη Πρόεδρος και του ευρωπαϊκού τμήματος της Διεθνούς Ένωσης των Συνηγόρων του Πολίτη που αριθμεί 90 μέλη από 48 χώρες της Ευρώπης.

atk_8459.jpg
Θανάσης Καρατζάς

ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ: Live updates - Τι πρέπει να ξέρουμε για τον κορωνοϊό- Συνεχής ενημέρωση εδώ   

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ