Κοσμος

Social media και ανήλικοι: Από την ψηφιακή ελευθερία στην ψηφιακή ευθύνη

Τι οφείλουμε στη νέα γενιά

Νίκος Παναγιώτου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Social media και ανήλικοι: Συλλογικές ρυθμίσεις, διαφάνεια των αλγορίθμων και σαφή όρια σε συλλογή και χρήση δεδομένων

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι πλέον απλώς τεχνολογικά εργαλεία. Έχουν εξελιχθεί σε βασικούς διαμορφωτές της δημόσιας σφαίρας, επηρεάζοντας το τι βλέπουμε, πώς σκεφτόμαστε, πώς αντιδρούμε και – ιδίως στις νεότερες ηλικίες – πώς αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας και τον κόσμο.

Οι αλγόριθμοι που διέπουν τις πλατφόρμες δεν λειτουργούν ως παθητικοί διαμεσολαβητές της πληροφορίας. Αντιθέτως, δομούν ενεργά το περιεχόμενο που βλέπουμε, ιεραρχούν θεματικές, ενισχύουν συγκεκριμένα συναισθήματα και διαμορφώνουν πρότυπα συμπεριφοράς. Η αρχιτεκτονική τους ευνοεί την υπερβολή, την ταχύτητα και τη σύγκρουση, επειδή αυτά κρατούν τον χρήστη περισσότερο «συνδεδεμένο». Το επιχειρηματικό μοντέλο των πλατφορμών δεν στηρίζεται στην ενημέρωση ή στην κοινωνική συνοχή, αλλά στη μετατροπή της προσοχής σε οικονομική αξία. Σε αυτό το πλαίσιο, η ψυχική ανθεκτικότητα και η κριτική ικανότητα δεν αποτελούν σχεδιαστική προτεραιότητα, αλλά παράπλευρη απώλεια. Οι έφηβοι, που ακόμη διαμορφώνουν την ταυτότητα και τα όριά τους, εκτίθενται καθημερινά σε ένα περιβάλλον υψηλής συναισθηματικής έντασης και συνεχούς σύγκρισης, χωρίς τα αναγκαία φίλτρα ή μηχανισμούς προστασίας. Δεν είναι απλώς χρήστες των πλατφορμών∙ είναι το πιο ευάλωτο κοινό μέσα σε ένα σύστημα που δεν έχει σχεδιαστεί για να τους προστατεύει.

Παρά τις σαφείς επιστημονικές ενδείξεις για τις επιπτώσεις των social media στην ψυχική υγεία, τη συγκέντρωση και τη δημοκρατική συμπεριφορά των ανηλίκων, οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις παραμένουν περιορισμένες. Ακόμη και όταν επιχειρούνται –όπως μέσω ευρωπαϊκών κανονισμών ή της επιβολής προστίμων σε πλατφόρμες όπως το X– συχνά μετατρέπονται σε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης. Οι εταιρείες παρουσιάζονται ως φορείς «ελευθερίας έκφρασης», ενώ τα κράτη κατηγορούνται για παρεμβατισμό. Το αποτέλεσμα είναι ένα θεσμικό κενό, όπου η ισχύς παραμένει ιδιωτική και η ευθύνη διάχυτη, με τους ανηλίκους να βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της ασυμμετρίας.

Μια ακόμη πτυχή αυτού του θέματος είναι η προσωπική στάση που επιλέγουν ορισμένοι εκ των κορυφαίων διευθυνόντων συμβούλων τεχνολογικών εταιρειών σε αντίθεση με τις δημόσιες πολιτικές των εταιρειών που ηγούνται. Ο διευθύνων σύμβουλος του YouTube, Νιλ Μόχαν, έχει δηλώσει ότι θέτει αυστηρά όρια στον χρόνο που τα παιδιά του αφιερώνουν στο YouTube και σε άλλες πλατφόρμες, και ότι παρακολουθεί την χρήση τους με βάση τις ανάγκες του νοικοκυριού του. Παρόμοιες επιλογές έχουν κάνει και άλλες προσωπικότητες του κλάδου (Μπίλ Γκέιτς κλπ), περιορίζοντας ή καθυστερώντας την έκθεση των παιδιών τους στα social media. Αυτή η πρακτική, που φαίνεται να αντιτίθεται στην ελευθερία μηχανισμών που οι ίδιες οι εταιρείες έχουν δημιουργήσει, αναδεικνύει την πολιτισμική και ηθική αντίφαση ανάμεσα σε προσωπικές επιλογές και δημόσιες οικονομικές στρατηγικές.

Σε αυτό το πλαίσιο, η απόφαση της Αυστραλίας να προχωρήσει σε απαγόρευση χρήσης social media από ανηλίκους έως 16 ετών δεν αποτελεί ακραία επιλογή, αλλά μια πολιτική που αναγνωρίζει ότι υπάρχει και ψηφιακή ανωριμότητα, όπως υπάρχει σωματική ή συναισθηματική. Στο 2o Forum της Athens Voice για την Ανθεκτικότητα πρότεινα να ανοίξει σοβαρά και στη χώρα μας αυτή η συζήτηση· όχι ως μέτρο πανικού ή λογοκρισίας, αλλά ως εργαλείο πρόληψης. Όπως η κοινωνία θέτει όρια στην εργασία, την κατανάλωση αλκοόλ ή την οδήγηση, έτσι οφείλει να θέσει όρια και στην ανεξέλεγκτη ψηφιακή έκθεση.

Μια τέτοια συζήτηση δεν μπορεί να γίνεται με όρους ηθικού πανικού, αλλά με ψυχραιμία, δεδομένα και συνειδητές επιλογές πολιτικής.

Τρεις στρατηγικές αντιμετώπισης

Μια συλλογική ρύθμιση σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο μπορεί να επιβάλλει κοινές δεσμευτικές ρυθμίσεις για την προστασία των ανηλίκων, να ενισχύσει τη διαφάνεια των αλγορίθμων και να θέσει σαφή όρια στη συλλογή και χρήση δεδομένων. Το θετικό είναι ότι δημιουργεί κανόνες ισότιμους για όλες τις πλατφόρμες και μεταφέρει το βάρος της ευθύνης από τον μεμονωμένο χρήστη στο ίδιο το σύστημα. Ταυτόχρονα, η εφαρμογή ενός τέτοιου πλαισίου είναι μερικές φορές αργή και ευάλωτη σε πολιτικούς συμβιβασμούς.

Μια άλλη προσέγγιση είναι η αυτορρύθμιση των πλατφορμών, με κώδικες δεοντολογίας και εργαλεία γονικού ελέγχου. Είναι ευέλικτη και γρήγορα εφαρμόσιμη, αλλά ενσωματώνει εγγενείς συγκρούσεις συμφερόντων, δεδομένου ότι οι ίδιες οι εταιρείες καλούνται να περιορίσουν πρακτικές από τις οποίες αντλούν κέρδος.

© Vitaly Gariev / Unsplash

Τέλος, η απαγόρευση χρήσης social media έως τα 16 έτη στέλνει ένα ισχυρό κοινωνικό μήνυμα και αναγνωρίζει την ανάγκη προστασίας σε κρίσιμη ηλικία, ενώ παράλληλα μετατοπίζει την ευθύνη από τον ανήλικο στο κράτος και τις εταιρείες. Ωστόσο, αντιμετωπίζει τεχνικές προκλήσεις εφαρμογής και αντιδράσεις που σχετίζονται με την ελευθερία έκφρασης.

Στο πρόσφατο Forum της Athens Voice υποστήριξα ότι η χώρα μας οφείλει να ανοίξει με σοβαρότητα τη συζήτηση για την απαγόρευση χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από εφήβους έως 16 ετών, αξιοποιώντας την εμπειρία χωρών όπως η Αυστραλία. Πρόκειται για ένα μέτρο προστασίας που θέτει σαφή όρια σε μια κρίσιμη ηλικία, αλλά δεν μπορεί –και δεν πρέπει– να λειτουργήσει απομονωμένα.

Χωρίς παράλληλες, ενεργητικές πολιτικές ψηφιακής ενδυνάμωσης, μια τέτοια ρύθμιση κινδυνεύει να περιοριστεί σε ένα τεχνικό εργαλείο, χωρίς ουσιαστικό κοινωνικό αποτύπωμα. Και εδώ είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η Ελλάδα δεν ξεκινά από το μηδέν.

«Κριτικοί Αναγνώστες»: μια ενεργητική πολιτική ψηφιακής ανθεκτικότητας

Το πρόγραμμα «Κριτικοί Αναγνώστες», που υλοποιείται με το Υπουργείο Παιδείας και τη Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας και Ενημέρωσης αποτελεί ένα από τα πιο ουσιαστικά παραδείγματα ενεργητικής πολιτικής ψηφιακής ενδυνάμωσης των νέων στη χώρα μας. Δεν αντιμετωπίζει τα παιδιά ως παθητικούς καταναλωτές περιεχομένου, αλλά ως ενεργούς αναγνώστες της πληροφορίας, πολίτες σε διαμόρφωση και υποκείμενα με δικαίωμα κατανόησης του τρόπου λειτουργίας των μέσων και των αλγορίθμων.

Το πρόγραμμα καλλιεργεί δεξιότητες ειδησεογραφικού και ψηφιακού γραμματισμού, κριτικής σκέψης και αναστοχασμού γύρω από την ψηφιακή ταυτότητα. Με απλά λόγια, διδάσκει στα παιδιά πώς να στέκονται απέναντι στα μέσα και όχι απλώς πώς να τα χρησιμοποιούν. Αυτό είναι κρίσιμο, γιατί η ψηφιακή ανθεκτικότητα δεν χτίζεται μόνο με απαγορεύσεις, αλλά με εκπαίδευση, συνείδηση και αυτογνωσία.Η Ελλάδα έχει ήδη κάνει ένα ουσιαστικό βήμα με τους «Κριτικούς Αναγνώστες». Το επόμενο είναι να συνδεθεί αυτή η ενεργητική πολιτική με θαρραλέες θεσμικές αποφάσεις.

Η συζήτηση για τα social media και τους ανηλίκους δεν είναι τεχνοφοβική. Είναι βαθιά πολιτική. Η ψηφιακή ανθεκτικότητα δεν χτίζεται με ευχές ούτε με ατομική ενοχή. Είναι συλλογική ευθύνη και πολιτική επιλογή. Και όσο καθυστερούμε να την αναλάβουμε, τόσο περισσότερο αφήνουμε τη δημόσια σφαίρα –και τις επόμενες γενιές– στα χέρια των αλγορίθμων.