Κοσμος

Ισπανία: 50 χρόνια από τον θάνατο του δικτάτορα Φράνκο

Η χώρα θυμάται την αιματηρή ιστορία της στον 20ό αιώνα

A.V. Team
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ισπανία: 50 χρόνια από τον θάνατο του δικτάτορα Φράνκο, έναν θάνατο που ακόμα στοιχειώνει τη χώρα 

Ο Ισπανός δικτάτορας Φρανθίσκο Φράνκο πέθανε στις 20 Νοεμβρίου 1975, έχοντας κρατήσει την Ισπανία υπό καθεστώς στρατιωτικής εξουσίας από το 1938. Ανάλογα με τις περιστάσεις, αυτός ο στρατηγός με το συνηθισμένο παρουσιαστικό – αυστηρή όψη, φαλάκρα, φρύδια σαν θάμνοι και λεπτά χείλη – υπήρξε, διαδοχικά ή και ταυτόχρονα, ο «απεσταλμένος του Θεού», ο «οικοδόμος», ακόμη και ο «άνθρωπος της ενότητας» που επέβαλε την ειρήνη μετά τον πολυαίμακτο εμφύλιο πόλεμο.

Ο Φρανθίσκο Φράνκο Μπααμόντε γεννήθηκε το 1892 στο Φερόλ της Γαλικίας, σε οικογένεια με μακρά ναυτική παράδοση. Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός του ναυτικού, η μητέρα του προερχόταν από καθολική, συντηρητική, μεσοαστική οικογένεια. Απέτυχε να μπει στη Ναυτική Ακαδημία (που είχε περιορίσει τις εισαγωγές μετά την ήττα της Ισπανίας στον Ισπανο-αμερικανικό πόλεμο του 1898), έτσι κατετάγη στον στρατό ξηράς. Φοίτησε στην Πεζική Ακαδημία του Τολέδο και διακρίθηκε για την πειθαρχία, τη σκληρότητα και την αφοσίωση στην ιεραρχία. Στα χρόνια 1910–1920 υπηρέτησε στις αποικιακές εκστρατείες στο Μαρόκο· εκεί τραυματίστηκε, προήχθη γρήγορα και απέκτησε φήμη ικανού αλλά αδίστακτου αξιωματικού. Το 1926, σε ηλικία 33 ετών, έγινε ένας από τους νεότερους στρατηγούς στην Ευρώπη. Στην περίοδο της δικτατορίας του Πρίμο ντε Ριβέρα κατείχε σημαντικές θέσεις, ενώ το 1934 κατέστειλε την εξέγερση στα ανθρακωρυχεία της Αστουρίας, κάτι που σκλήρυνε ακόμη περισσότερο τη δημόσια εικόνα του.

Μετά τη νίκη του Λαϊκού Μετώπου στις εκλογές του Φεβρουαρίου 1936, σημαντικό τμήμα του στρατού συνωμότησε κατά της Δημοκρατίας. Στις 17–18 Ιουλίου 1936 ξέσπασε πραξικόπημα στο οποίο προσχώρησε ο Φράνκο, τότε διοικητής των στρατευμάτων στο Μαρόκο. Η αποτυχημένη ανατροπή της κυβέρνησης εξελίχθηκε στον εμφύλιο πόλεμο (1936–1939) κατά τον οποίον, ο Φράνκο επιβλήθηκε στο εσωτερικό του εθνικιστικού στρατοπέδου και τον Οκτώβριο του 1936 ανακηρύχθηκε «Jefe del Estado» (Αρχηγός του Κράτους) και «Generalísimo» των ενόπλων δυνάμεων. Στη διάρκεια του εμφυλίου δέχτηκε στρατιωτική και υλική βοήθεια από τη ναζιστική Γερμανία και τη φασιστική Ιταλία (Λεγεώνα Κόνδωρ, ιταλικά σώματα εθελοντών), ενώ τους δημοκρατικούς, κομμουνιστές και αναρχικούς στήριζαν η ΕΣΣΔ και οι Διεθνείς Ταξιαρχίες. Με τη νίκη των εθνικιστών το 1939, ο Φράνκο εγκαθίδρυσε αυταρχικό καθεστώς, που αυτοχαρακτηριζόταν ως «Estado Español» και στηριζόταν στον στρατό, στην Καθολική Εκκλησία και στη φαλαγγιστική ιδεολογία.

28 Μαρτίου 1940. Ο Φράνκο, η σύζυγός του και το γενικό επιτελείο του στρατού, παρακολουθούν στρατιωτική παρέλαση στη Μαδρίτη © Keystone-France/Gamma-Rapho via Getty Images

Η Ισπανία υπό τον Φράνκο ήταν μονοκομματικό σύστημα: ο Φράνκο συγχώνευσε τη φασιστική Φάλαγγα με τους καρλιστές μοναρχικούς, δημιουργώντας τη «Falange Española Tradicionalista y de las JONS», τον μοναδικό επιτρεπτό πολιτικό σχηματισμό επί σχεδόν 40 χρόνια. Ακολούθησαν μαζικές εκτελέσεις, φυλακίσεις, εξορίες: χιλιάδες πολιτικοί αντίπαλοι του καθεστώτος έχασαν τη ζωή τους κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.

Στις δεκαετίες 1940 και 1950 κυριάρχησε η εσωστρεφής πολιτική της οικονομικής αυτάρκειας, με φτώχεια, απομόνωση και καθυστέρηση. Από τα τέλη του 1950 και ιδίως στη δεκαετία του 1960, με τα «σχέδια σταθεροποίησης» και το άνοιγμα στις ξένες επενδύσεις και στον τουρισμό, στην Ισπανία σημαιώθηκε ραγδαία οικονομική ανάπτυξη (το λεγόμενο «ισπανικό οικονομικό θαύμα») που συνοδευόταν από έντονες κοινωνικές ανισότητες. Πάντως, στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, η αντικομμουνιστική στάση του καθεστώτος διευκόλυνε τη σταδιακή επανένταξη της Ισπανίας στη «Δύση» (συμφωνίες με τις ΗΠΑ το 1953, ένταξη στον ΟΗΕ το 1955), ενώ ο Φράνκο διατηρούσε στενές σχέσεις με την Καθολική Εκκλησία, παραχωρώντας της προνομιακό ρόλο στην εκπαίδευση και στην κοινωνική ζωή. Στη δεκαετία του 1960, ωστόσο, τμήμα του ισπανικού καθολικισμού άρχισε να αποστασιοποιείται, ιδίως μετά τη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού.

Η ισπανική κοινωνία διαμορφώθηκε από συντηρητικές ηθικές αρχές, λογοκρισία, περιορισμό γυναικείων δικαιωμάτων και καταστολή εθνικών ταυτοτήτων (Καταλονία, Χώρα των Βάσκων), κάτι που άφησε μνήμες διχασμού μέχρι σήμερα. Αλλά, στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές του 1970 η αντιπολίτευση (εργατικό κίνημα, φοιτητές, αυτονομιστές, φιλελεύθεροι καθολικοί) ενισχύθηκε, ενώ το καθεστώς γερνούσε και σκληρές πολιτικές δίκες –όπως εκείνη της οργάνωσης ETA– προκαλούσαν διεθνείς αντιδράσεις. Ο Φράνκο, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνέχεια του συστήματος, είχε ήδη επιλέξει ως διάδοχο τον Χουάν Κάρλος, τον οποίο ανακήρυξε πρίγκιπα και μελλοντικό βασιλιά. Μετά τον θάνατό του, ο Χουάν Κάρλος Α’ ανέλαβε το στέμμα και οδήγησε τη χώρα στη λεγόμενη «Μεταπολίτευση» (Transición) από τη δικτατορία στην κοινοβουλευτική δημοκρατία.

22 Νοεμβρίου 2009, Μαδρίτη. Συγκέντρωση νοσταλγών του Φράνκο, στην 34 επέτειο από τον θάνατό του © Jasper Juinen/Getty Images

Η μνήμη του Φράνκο παραμένει αντικείμενο έντονης διαμάχης στην Ισπανία: από την καταγγελία του ως υπεύθυνου για εγκλήματα και καταπίεση μέχρι μια νοσταλγική, φιλική θέαση σε μερίδα της δεξιάς και της άκρας δεξιάς. Τα τελευταία χρόνια, ειδικά με τον νόμο «Δημοκρατικής Μνήμης» και τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης Σάντσεθ, το κράτος επιχειρεί να αναγνωρίσει τα θύματα και να καταργήσει τα φρανκικά σύμβολα, μια διαδικασία που συνοδεύεται από νέες πολιτικές συγκρούσεις. Καθώς η μορφή του Φράνκο δεν είναι «κατάρα» που πλανιέται πάνω στην Ισπανία, αλλά μάλλον ένα πρίσμα μέσα από το οποίο οι Ισπανοί διαβάζουν την επικαιρότητα, ο εθνικός διχασμός γίνεται αναπόφευκτος. Σήμερα, το ακροδεξιό κόμμα Vox, που δημιουργήθηκε το 2013, τον παρουσιάζει ως ανάχωμα απέναντι στον κομμουνισμό, τον οποίο εκπροσωπεί το κόμμα των Podemos, και ως υπερασπιστή μιας εθνικής ενότητας που απειλείται από τον καταλανικό αυτονομισμό.

Έτσι, οι Ισπανοί διχάζονται αυτές τις ημέρες ως προς το νόημα που πρέπει να δοθεί στη 50ή επέτειο του θανάτου του. Ο κύκλος των εκδηλώσεων μνήμης που εγκαινίασε τον Ιανουάριο ο επικεφαλής της κυβέρνησης, ο σοσιαλιστής Πέδρο Σάντσεθ, δεν στερείται κομματικών σκοπιμοτήτων: ο Σάντσεθ στοχεύει να συσπειρώσει γύρω από την υπεράσπιση της δημοκρατίας – σε αντιδιαστολή προς τη δεξιά και την άκρα δεξιά – την εύθραυστη συμμαχία που τον στηρίζει. Στο μεταξύ, αν και οι νεότερες γενιές αδιαφορούν παντελώς για τη δικτατορία του 20ού αιώνα, η ακροδεξιά προπαγάνδα υπερτονίζει το επονομαζόμενο «ισπανικό οικονομικό θαύμα», αποκρύπτοντας ότι εκείνη την εποχή εκτυλίσσονταν πολλά θαύματα· επρόκειτο για μια εποχή εντυπωσιακής ανάπτυξης παντού στη Δύση. Όσο για την αριστερά, υπενθυμίζει τα εγκλήματα της εθνικιστικής-αντικομμουνιστικής παράταξης στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, αλλά αποσιωπά την «κόκκινη τρομοκρατία» που είχε αποτέλεσμα δεκάδες χιλιάδες νεκρούς.