- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η Σανάε Τακαΐτσι, η επόμενη μέρα στην Ιαπωνία και η υποκρισία του όψιμου προοδευτισμού
Η πολιτική και φιλοσοφική σημειολογία της εκλογής της πρώτης γυναίκας πρωθυπουργού
Σανάε Τακαΐτσι: Το προφίλ της πρώτης γυναίκας πρωθυπουργού της Ιαπωνίας, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και τα «Sanaenomics»
Η εκλογή της Σανάε Τακαΐτσι στην ιαπωνική πρωθυπουργία αποτελεί μια αδιαμφησβήτητη τομή στην ιστορία της χώρας της, καθώς η ίδια αποτελεί την πρώτη γυναίκα που θα ηγηθεί της ιαπωνικής κυβέρνησης. Παράλληλα, η Τακαΐτσι αναλαμβάνει την ιαπωνική πρωθυπουργία σε μια εξαιρετικά κρίσιμη πολιτική στιγμή, που ο ανταγωνισμός μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας –σε κάθε επίπεδο, από το αμιγώς περιφερειακό γεωπολιτικό και παγκόσμιο εμπορικό, έως και εκείνο της ήπιας ισχύος ευρύτερα στη νότιο-ανατολική Ασία και τον Τρίτο Κόσμο– καθιστά το Τόκιο ως έναν εκ των σημαντικότερων εταίρων της Ουάσιγκτον· ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να βασιστεί στην Τακαΐτσι.
Το γεγονός πως η εκλογή της Τακαΐτσι έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τις διεθνείς αγορές, με τις ιαπωνικές μετοχές να σημειώνουν πρωτοφανή κέρδη, μετά την είδηση της ανάδειξής της στην πρωθυπουργία, είναι ενδεικτική της σταθερότητας την οποία εμπνέει στο πολιτικό σύστημα της χώρας, το οποίο πέρασε μια μη χαρακτηριστική περίοδο αστάθειας τους τελευταίους μήνες. Η διεθνής κοινότητα έχει ήδη μάθει πως η νέα Γιαπωνέζα πρωθυπουργός αποτελεί θιασώτρια της Μάργκαρετ Θάτσερ, σε μια συνθήκη που προμηνύει τη στροφή του Τόκιο προς ένα ακόμα πιο φιλόδοξο μείγμα πολιτικής, το οποίο θα ελευθερώνει περαιτέρω την ιαπωνική οικονομία, θα μεγεθύνει το γεωπολιτικό αποτύπωμα της χώρας και θα ενισχύει τις –εξόχως συντηρητικές– παραδοσιακές ιαπωνικές αξίες. Η ανάδειξη της Τακαΐτσι στην ιαπωνική πρωθυπουργία δεν συγκίνησε ιδιαίτερα τον δυτικό προοδευτικό κόσμο, παρά τον ιστορικό της χαρακτήρα.
Οι βασικές θέσεις της Σανάε Τακαΐτσι
Αντικειμενικά μιλώντας, το προφίλ της Τακαΐτσι είναι κάπως ιδιαίτερο. Η πρώτη γυναίκα Γιαπωνέζα πρωθυπουργός είναι μια αυθεντική ιδεολόγος, καθώς ανήκει στον σκληρό πυρήνα του κραταιού κεντροδεξιού ιαπωνικού κόμματος (LDP), το οποίο βρίσκεται στα κυβερνητικά έδρανα σχεδόν στο σύνολο της μεταπολεμικής ιαπωνικής ιστορίας. Σε επίπεδο θέσεων, η Τακαΐτσι μπορεί κάλλιστα να υπερασπίζεται τον τίτλο που έχει αποδώσει στον εαυτό της ως θαυμάστρια της Θάτσερ, καθώς το πρόγραμμα με το οποίο κέρδισε την ηγεσία του κόμματός της τέμνεται σε πολλά σημεία με ορισμένες εκ των θεμελιωδών φιλοσοφικών θέσεων της ιστορικής ηγέτιδας των Βρετανών Συντηρητικών – κυρίως σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, η Τακαΐτσι θεωρεί πως η συντήρηση των ιαπωνικών αξιών, η πολιτισμική αυτονομία της χώρας, αλλά και η μέγιστη δυνατή μεγέθυνση του γεωπολιτικού της αποτυπώματος, δεν μπορεί παρά να αποτελεί τη βασική αποστολή της ιαπωνικής κυβέρνησης. Σε αυτό το πλαίσιο, η Τακαΐτσι έχει υιοθετήσει μια υπέρ-πατριωτική ρητορική σε μια σειρά ζητημάτων, προτεραιοποιώντας την «αναγέννηση του ιαπωνικού πνεύματος», ενώ παράλληλα έχει δεσμευτεί πως θα προχωρήσει σε μια σειρά μαζικών μεταρρυθμίσεων που θα αφορούν την ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας της χώρας, μεγιστοποιώντας την αποτρεπτική ισχύ των ιαπωνικών ενόπλων δυνάμεων, και εγκαταλείποντας σταδιακά την πασιφιστική λογική με την οποία είχαν ελιχθεί εντός του διεθνούς συστήματος οι περισσότεροι προκάτοχοί της, με εξαίρεση τον Σίντζο Άμπε, στον οποίο μάλιστα οφείλεται η σταδιακή στροφή του LDP προς ένα σετ πιο φιλόδοξων σχέσεων σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής.
Η Τακαΐτσι κατάφερε να πουλήσει τον εαυτό της εντός του συντηρητικού τμήματος του γιαπωνέζικου εκλογικού σώματος ως μια αυθεντική outsider
Στην πράξη, αυτό σημαίνει πως, υπό την ηγεσία της Τακαΐτσι, οι διμερείς σχέσεις μεταξύ του Τόκιο και της Ουάσιγκτον θα ενισχυθούν ακόμα περισσότερο, τόσο λόγω των στρατηγικών πρωτοβουλιών στις οποίες αναμένεται να επενδύσει η Γιαπωνέζα πρωθυπουργός, όσο και λόγω της αποδοχής της οποίας αυτές θα χαίρουν στην Ουάσιγκτον. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί πως η Τακαΐτσι κατάφερε να πουλήσει τον εαυτό της εντός του συντηρητικού τμήματος του γιαπωνέζικου εκλογικού σώματος ως μια αυθεντική outsider που συγκρούστηκε με το κομματικό κατεστημένο ως αυθεντική εκφράστρια των ανησυχιών τους. Έχοντας δανειστεί την αρχαιότερη –και πλέον επιτυχημένη– εκλογική στρατηγική του Ντόναλντ Τραμπ, η Τακαΐτσι έχει πετύχει έναν διττό στόχο: πρώτον, να μεγιστοποιήσει το προσωπικό της πολιτικό κεφάλαιο, αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση της χώρας κι απολαμβάνοντας ένα πρωτοφανές προσωπικό μομέντουμ, αντί να θεωρείται ως μια αναμενόμενη πολιτική επιλογή της κομματικής καθεστηκυίας τάξης. Και δεύτερον, να προσελκύσει το προσωπικό και πολιτικό ενδιαφέρον του Αμερικανού προέδρου, σε έναν πολιτικό χρόνο που κανείς άλλος Ασιάτης ηγέτης δεν έχει καταφέρει να δομήσει μια βαθύτερη σχέση μαζί του· αρκεί κανείς να θυμηθεί πως ο Τραμπ είχε αποκαλέσει τον προκάτοχο της Τακαΐτσι, Σιγκέρου Ισίμπα, «Mr. Japan», έχοντας ξεχάσει πλήρως το όνομα του σημαντικότερου ομολόγου του στην ευρύτερη γεωπολιτική περιοχή.
Η ανάληψη της ιαπωνικής πρωθυπουργίας από την Τακαΐτσι είναι βγαλμένη από τα πιο τρελά όνειρα του Τραμπ
Θέτοντάς το διαφορετικά, η ανάληψη της ιαπωνικής πρωθυπουργίας από την Τακαΐτσι είναι βγαλμένη από τα πιο τρελά όνειρα του Τραμπ σε ό,τι αφορά τη μεγιστοποίηση της πίεσης προς την Κίνα. Σε μια χαρακτηριστική ένδειξη προθέσεων, η Τακαΐτσι είχε εξαγγείλει προεκλογικά πως επιθυμεί διακαώς τη μέγιστη δυνατή οικονομική απεμπλοκή της Ιαπωνίας από την κινεζική κυβέρνηση, ενώ δήλωσε πρόθυμη να φιλοξενήσει αμερικανικά βαλλιστικά πυραυλικά συστήματα και πυρηνικά όπλα σε περιόδους κρίσεων. Με την ίδια να έχει ήδη δηλώσει στο παρελθόν πως μια κρίση στην Ταϊβάν θα θεωρηθεί αυτομάτως και ως κρίση στην Ιαπωνία, είναι πλέον δεδομένο πως ο άξονας μεταξύ της Ουάσιγκτον, του Πεκίνου και της Ταϊπέι θα ενισχυθεί περαιτέρω, σε έναν εξαιρετικά κρίσιμο και ασταθή γεωπολιτικό χρόνο.
Τα «sanaenomics» και η μοναδικότητα της ιαπωνικής οικονομίας
Αν υπάρχει ένα επίπεδο που οι θέσεις της Τακαΐτσι απομακρύνονται από την πολιτική κληρονομία του ινδάλματός της, αυτό είναι εκείνο της οικονομικής πολιτικής –όπου δομήθηκε η ευρύτερη φιλοσοφική κληρονομιά του θατσερισμού, με τη Βρετανίδα πρωθυπουργό να αναδεικνύεται σε μια εκ των σημαντικότερων προφητών του νέο-φιλελευθερισμού–, καθώς σε καμία περίπτωση η Γιαπωνέζα πρωθυπουργός δεν επιθυμεί τη μείωση του κράτους. Αντιθέτως, η Τακαΐτσι βλέπει το κράτος ως στρατηγικό επενδυτή στην ιαπωνική οικονομία, επενδύοντας στην οικονομική πολιτική του Άμπε, η οποία έμεινε στην ιαπωνική και παγκόσμια οικονομική ιστορία ως «Abenomics». Τα Abenomics έχουν τρεις δομικούς πυλώνες: τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, τις συνεχείς μεταρρυθμίσεις και την υιοθέτηση μιας χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία προβλέπει αυξήσεις των κοινωνικών δαπανών και των φορολογικών επιβαρύνσεων. Η επένδυση του LDP στα «Abenomics» ήταν αποτελεσματική σε ό,τι αφορά την επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης από τους τυπικούς, αλλά και τη σταθεροποίηση του ιαπωνικού χρέους ως προς το ποσοστό του ΑΕΠ, ωστόσο τόσο ο ίδιος ο Άμπε όσο και οι διάδοχοί του δεν κατάφεραν να σταθεροποιήσουν τον ιαπωνικό πληθωρισμό σε ένα σταθερό ποσοστό της τάξης του 2%, σε έναν στόχο τον οποίο έχει θέσει με τη σειρά της και η νέα Γιαπωνέζα πρωθυπουργός, ιδιαίτερα μετά και την εκτίναξή του στο 3.5%.
Τα κόκαλα της Θάτσερ τρίζουν όταν η Γιαπωνέζα μαθήτριά της υπενθυμίζει πως επιθυμεί να αυξήσει τους φορολογικούς συντελεστές των ιαπωνικών επιχειρήσεων
Το πρόβλημα για την Τακαΐτσι –και για κάθε προκάτοχο αλλά και διάδοχό της– είναι πως η ιαπωνική οικονομία αποτελεί μοναδική περίπτωση εντός του διεθνούς συστήματος. Σύμφωνα με το οικονομολογικό ρητό, «υπάρχουν τέσσερις οικονομίες στον κόσμο: οι ανεπτυγμένες, οι αναπτυσσόμενες, η Αργεντινή και η Ιαπωνία», και το δημοσιονομικό προφίλ της Χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου, όπως και η δημοσιονομική και αναπτυξιακή της ιστορία, το επιβεβαιώνει σε απόλυτο βαθμό. Σήμερα, ο λόγος του ιαπωνικού χρέους ως προς του ΑΕΠ της χώρας παραμένει στο δυσθεώρητο 236%, με τις αγορές να υποδέχονται την Τακαΐτσι με ενθουσιασμό, παρότι η ίδια θέλει να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες του κράτους. Η συγκεκριμένη παραδοξότητα εξηγείται από το γεγονός πως, παρά τη φαινομενικά προβληματική γιαπωνέζικη εικόνα, οι πυλώνες της μεταπολεμικής ιαπωνικής οικονομίας καθιστούν το 90% του χρέους εσωτερικό, με τη χώρα να χρωστά στην ουσία στον εαυτό της. Όμως, αυτό σημαίνει παράλληλα πως η ιαπωνική παραγωγικότητα εξαρτάται και από έναν υπερμεγέθη κρατικό παρεμβατισμό, αλλά και από ένα αδύναμο νόμισμα που επιτρέπει τις ιαπωνικές εξαγωγές, σε δύο συνθήκες οι οποίες αποτρέπουν τη μετάβαση σε μια νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική που ενισχύει την παραγωγικότητα της χώρας. Τα κόκαλα της Θάτσερ τρίζουν κάθε φορά που η Γιαπωνέζα μαθήτριά της υπενθυμίζει πως επιθυμεί να αυξήσει τους φορολογικούς συντελεστές των ιαπωνικών επιχειρήσεων.
Η Τακαΐτσι θεωρεί πως η Ιαπωνία μπορεί να αναπτύξει ένα συντριπτικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στον τομέα της ΑΙ
Η Τακαΐτσι αποδίδει μια επιπλέον πτυχή στα «Abenomics» –με τους Ιάπωνες να κάνουν ήδη λόγο για τη μετάβαση στα «Sanaenomics»–, μια σειρά στρατηγικών επενδύσεων στην οποία επιθυμεί να προχωρήσει, τόσο στον τομέα της άμυνας όσο και στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης. Συγκεκριμένα, η Γιαπωνέζα πρωθυπουργός θεωρεί πως η Ιαπωνία μπορεί κάλλιστα να αναπτύξει ένα συντριπτικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στον τομέα της ΑΙ, λόγω ενός συνδυασμού παραγόντων: επενδύοντας στην κουλτούρα του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία και στην τεχνολογική κουλτούρα του ιαπωνικού επιχειρηματικού κόσμου, η Τακαΐτσι έχει αναγάγει την ισχυροποίηση του τεχνολογικού αποτυπώματος στο πλαίσιο της Πέμπτης Βιομηχανικής Επανάστασης σε αυτοσκοπό, σε μια συνθήκη η οποία, αν ικανοποιηθεί, θα ισχυροποιήσει περαιτέρω την ιαπωνική οικονομία. Φυσικά, η επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου μόνο δεδομένη δεν μπορεί να θεωρηθεί. Ωστόσο, αν υπάρχει μια οικονομία στην οποία η αύξηση του κρατικού παρεμβατισμού μπορεί να ταυτιστεί με την τεχνολογική πρόοδο και την ενίσχυση της αγοράς, αυτή δεν είναι άλλη από την ιαπωνική· η συγκυρία είναι ευνοϊκή και η ευκαιρία ιστορική, τόσο για την ίδια όσο και για τη χώρα της.
Η επιστροφή του ιαπωνικού συντηρητισμού
Για αιώνες, η Ιαπωνία αποτελούσε το απόλυτο μυστήριο για τη διεθνή κοινότητα, με τη χώρα να ανοίγεται σταδιακά στον κόσμο στο γύρισμα του 20ού αιώνα, εν μέρει χάρη και στην προσωπική –και εξωφρενική– ιστορία του Λευκάδιου Χερν. Παρά τη βίαιη μεταπολεμική μετάβαση σε μια αμιγώς περισσότερο δυτικότροπη πολιτική κουλτούρα, η ιαπωνική κοινωνία δεν απώλεσε ποτέ τα εθνικά πολιτισμικά της χαρακτηριστικά, τα οποία αποδίδουν στην ιαπωνική μοναδικότητα έναν χαρακτήρα που δεν μοιράζεται με κανένα άλλο κράτος στον κόσμο. Σε πολιτισμικό επίπεδο, η Ιαπωνία αποτελεί ένα αυθεντικά παράξενο μέρος, καθώς οι απολαυστικές καλλιτεχνικές ακροβασίας των ιαπωνικών manga και anime –οι οποίες αποτελούν ένα εκ των ισχυρότερων στοιχείων της ιαπωνικής ήπιας ισχύος– συμπληρώνονται από μια αρχέγονη προσήλωση στον συντηρητισμό της κοινωνικής ιεραρχίας, του σεβασμού των παραδόσεων των προγόνων, και ενός μείγματος συντηρητικών θέσεων, που η συντριπτική πλειοψηφία του δυτικού κόσμου έχει ιστορικά αφήσει πίσω της. Η έμφαση της Τακαΐτσι στις ιαπωνικές αξίες υποδεικνύει πως, σε επίπεδο κοινωνικής πολιτικής, το Τόκιο θα εξακολουθήσει να βλέπει τον κόσμο όπως ήταν κάποτε, ακόμα και αν παράλληλα ηγηθεί της μετάβασης στον πολιτικό χρόνο της Τεχνητής Νοημοσύνης· η Ιαπωνία ήταν, είναι και πιθανότατα θα παραμείνει ένα πολιτικό, πολιτισμικό και φιλοσοφικό παράδοξο, με τη νέα Γιαπωνέζα πρωθυπουργό να αποτελεί ένα αυθεντικό προϊόν αυτού.
Όμως, η ανάδειξη μιας γυναίκας στην ηγεσία ενός εκ των ισχυρότερων κρατών της διεθνούς κοινότητας –σε απολύτως όλα τα επίπεδα– θα έπρεπε να αποτελεί λόγο ώστε να πανηγυρίσει κανείς στη Δύση – ανεξαρτήτως αν η ίδια παραμένει σκεπτική απέναντι στη δυτική κοινωνική κουλτούρα. Αντ’ αυτού, αυτή η ιστορικής σημασίας εξέλιξη δείχνει πως μάλλον περνάει αδιάφορη από τον ευρύτερο δυτικό «προοδευτικό» κόσμο, ο οποίος όμως αποθέωνε την πρώην Νεοζηλανδή πρωθυπουργό, Τζασίντα Άρντερν, όπως και την πρώην Φινλανδή πρωθυπουργό, Σάνα Μαρίν, ακριβώς λόγω της δικής του προσήλωσης σε μια σειρά κοινωνικών πολιτικών, που παρέπεμπαν περισσότερο στη woke κουλτούρα. Αν όμως υπάρχει κάτι που, σε καμία περίπτωση, δεν είναι η Τακαΐτσι –παρότι στα νιάτα της έπαιζε ντραμς σε heavy metal μπάντες–, αυτό είναι υπερασπίστρια της woke ατζέντας. Όμως, την ίδια στιγμή, αποτελεί την πρώτη γυναίκα πρωθυπουργό της χώρας της, όπως ακριβώς ήταν και η Θάτσερ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Καλώς ή κακώς, αναμένεται να κριθεί σε επίπεδο πολιτικής, η πίστη ωστόσο στη γυναικεία πολιτική χειραφέτηση δεν είναι δυνατόν να έχει ιδεολογικό πρόσημο, και στην υπενθύμιση του προφανούς η Τακαΐτσι έχει ήδη πετύχει.