Social media και μίσος
Η εμπειρία ενός πολίτη μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας και το σκάνδαλο του Μερτς στη συναγωγή του Μονάχου
Η ομιλία του Φρίντριχ Μερτς σε συναγωγή, οι αντιδράσεις στα social media, η αναβίωση της εβραϊκής ζωής στη Γερμανία και τι γίνεται στην Ελλάδα
Στην ψηφιακή εποχή, τα social media δεν είναι απλώς πλατφόρμες επικοινωνίας, αλλά καθρέφτες των κοινωνικών μας τάσεων, των φόβων και των προκαταλήψεων. Ζώντας μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, αντιλαμβάνεται κανείς με μοναδικό τρόπο πόσο διαφορετικά μπορεί να εκφραστεί η ίδια ρητορική μίσους, ανάλογα με το πολιτικό, πολιτισμικό και ιστορικό πλαίσιο κάθε χώρας. Οι διαφορές αυτές δεν είναι μόνο γεωγραφικές ή γλωσσικές· αποκαλύπτουν διαφορετικές ευαισθησίες απέναντι στη θρησκεία, την ιστορία και την πολιτική, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τα social media ενισχύουν ή μετριάζουν αυτές τις τάσεις.
Τα social media στη Γερμανία και στην Ελλάδα και οι διαφορές τους
Παρακολουθώ καθημερινά τα social media στη Γερμανία και στην Ελλάδα –και, βεβαίως, σε άλλες χώρες–, αλλά η έμφαση είναι σαφώς στις δύο χώρες όπου ζω. Στην Ελλάδα, τα social media συχνά γίνονται πεδία όπου η πολιτική ρητορική συγχέεται με προσωπικές επιθέσεις. Θέματα όπως η κρίση στη Μέση Ανατολή, η διαχείριση της πανδημίας παλαιότερα ή οι πολιτικές αποφάσεις πυροδοτούν ακραία σχόλια που στοχεύουν συγκεκριμένες ομάδες. Οι Εβραίοι, οι μετανάστες ή οι πρόσφυγες μετατρέπονται σε συμβολικούς «στόχους», ενώ η ρητορική μίσους παίρνει συχνά έντονα συναισθηματική μορφή με υβριστικούς χαρακτηρισμούς, memes ή ψευδείς ειδήσεις. Παράλληλα, η ελληνική ψηφιακή κοινότητα ανακυκλώνει χωρίς κανέναν έλεγχο ιστορικά στερεότυπα, συνδέοντας τρέχοντα γεγονότα με παραδοσιακές αφηγήσεις για τον σιωνισμό, τον πόλεμο ή τις θρησκευτικές μειονότητες.
Οι προσωπικές μου παρατηρήσεις δείχνουν ότι ακόμη και μέλη της αριστερής ή φιλελεύθερης κοινότητας συμμετέχουν σ’ αυτόν τον διάλογο χωρίς κριτική αυτοσυνείδηση, θεωρώντας ότι η ένταση της γλώσσας ισοδυναμεί με κοινωνική ή πολιτική «ενεργοποίηση». Τέλος, όλοι οι χρήστες μεταμορφώνονται σε ιστορικούς αυθαιρέτως, εκφέροντας απόψεις με πάθος και την ακατάλυτη βεβαιότητα ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια.
Στη Γερμανία, το ιστορικό βάρος του ναζισμού και η αυστηρή νομοθεσία κατά του αντισημιτισμού καθορίζουν την ψηφιακή συμπεριφορά. Οι πλατφόρμες συχνά λαμβάνουν άμεσα μέτρα κατά της διάδοσης μίσους, ενώ η κοινωνική ευαισθησία απέναντι σε αντισημιτικά σχόλια είναι υψηλότερη. Ωστόσο, η ρητορική μίσους μετατοπίζεται συχνά σε λιγότερο ορατά κανάλια, μέσω υπόγειων forum ή εναλλακτικών πλατφορμών, με πιο «καμουφλαρισμένα» μηνύματα.
Η εμπειρία ενός πολίτη που ζει στις δύο χώρες δείχνει τρεις βασικές διαφορές: η Ελλάδα εμφανίζει άμεση επιθετικότητα, ενώ η Γερμανία καμουφλαρισμένη ένταση· η ιστορική μνήμη στη Γερμανία, καθώς και ο έλεγχος από τα ίδια τα μέσα για υβριστικά σχόλια, διαμορφώνουν τα όρια του επιτρεπτού· και η αίσθηση κοινωνικής ευθύνης διαφέρει σημαντικά.
Ταυτόχρονα, η παγκόσμια διάσταση των social media σημαίνει ότι ένα meme στην Ελλάδα μπορεί να φτάσει σε χρήστες στη Γερμανία με διαφορετική ερμηνεία και αντίδραση. Κι εκεί ακριβώς γεννιούνται οι παρεξηγήσεις, κάτι που έγινε φανερό κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης: γερμανικά ΜΜΕ και memes παρουσίαζαν τους Έλληνες ως τεμπέληδες που «ζουν μόνο από τον ήλιο και τη φέτα», εικόνα που πολλοί Γερμανοί χρήστες αναπαρήγαν ως χιούμορ, με σαφές όμως υπονοούμενο χλευασμού. Στην άλλη πλευρά, ελληνικά social media απαντούσαν με memes που παρουσίαζαν τους Γερμανούς ως «σφιχτοχέρηδες» ή «ρουφιάνους», ενώ η Άνγκελα Μέρκελ εμφανιζόταν συχνά ως «Στυγνή Εφορία». Ταυτόχρονα, γερμανικές εφημερίδες πρότειναν, καθ’ υπερβολήν, να πουλήσουμε τα νησιά και τον Παρθενώνα για να ξεχρεώσουμε, ενώ οι ελληνικές απαντούσαν με εξίσου υπερβολικά σχόλια και Photoshop εικόνες, εμφανίζοντας τη Μέρκελ με χιτλερικό μουστάκι ή με ναζιστική στολή, ή ακόμα και προτείνοντας σαρκαστικά να τη «στείλουμε στον Ταΰγετο». Όλα αυτά διαμόρφωσαν έναν ψηφιακό πόλεμο υπερβολής, όπου το χιούμορ γρήγορα μετατρεπόταν σε διαδικτυακή «αλληλοκαρφωματική» κωμωδία.
Οι χρήστες μεταμορφώνονται σε ιστορικούς αυθαιρέτως, εκφέροντας απόψεις με πάθος και την ακατάλυτη βεβαιότητα ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια
Η ομιλία του Φρίντριχ Μερτς σε συναγωγή και οι αντιδράσεις στα social media
Η επίδραση των social media γίνεται εμφανής σε πρόσφατο γεγονός στη Γερμανία. Στα εγκαίνια της ιστορικής συναγωγής στη Ράιχενμπαχστρασε στο Μόναχο, ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς εμφανίστηκε εξαιρετικά συγκινημένος, ακόμη και δακρυσμένος, δίνοντας τον πρώτο του λόγο σε συναγωγή ως εκλεγμένος πολιτικός. Χαιρέτισε τη Σαρλότε Κνόμπλοχ, 92 ετών, και τον Γιόζεφ Σούστερ, πρόεδρο του Κεντρικού Εβραϊκού Συμβουλίου, τονίζοντας τη συνεχιζόμενη παρουσία και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η εβραϊκή κοινότητα στη Γερμανία. Προσπαθώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά του, μίλησε για την αναβίωση της εβραϊκής ζωής στη Γερμανία και τη διαρκή απειλή του αντισημιτισμού. Η συναγωγή, αρχικά ανοιχτή το 1931, υπέστη σοβαρές ζημιές από τους ναζί το 1938 και παρέμεινε ανενεργή για δεκαετίες, μέχρι την πρόσφατη πλήρη ανακαίνιση, που συντονίστηκε από τη Σαρλότε Κνόμπλοχ, με στόχο την αναβίωση της λειτουργίας της και την ενίσχυση της πολιτισμικής και θρησκευτικής ζωής της κοινότητας.
Η δημόσια συγκίνηση του Μερτς ήταν πρωτοφανής για μένα και μου φάνηκε βαθιά ανθρώπινη. Ο πολιτικός του CDU, που συνήθως φαίνεται αυστηρός και «χάρτινος», μίλησε με λόγια βαριά από συναίσθημα, αναφερόμενος στο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας του Ολοκαυτώματος (ή «Σοά») και στην αύξηση του αντισημιτισμού στη σύγχρονη Γερμανία. Η φωνή του έσπαγε καθώς, παραφράζοντας τη Χάνα Άρεντ, τόνισε ότι τέτοιο κακό δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί ποτέ στην ανθρωπότητα. Το γεγονός ότι ο καγκελάριος έκλαψε μπροστά σε κοινό και σε ιστορικό χώρο με βαθύ συμβολισμό με έκανε να συνειδητοποιήσω την πραγματική βαρύτητα των λέξεων και της μνήμης.
Οι αντιδράσεις στα social media ήταν άμεσες: κάποιοι επαίνεσαν την ειλικρίνεια του Μερτς, άλλοι εξέφρασαν σκεπτικισμό για τη γνησιότητα των συναισθημάτων του, ενώ άλλοι τον κατηγόρησαν για πολιτική εκμετάλλευση του γεγονότος, αναδεικνύοντας την αμφιθυμία που συχνά προκαλεί η δημόσια συγκίνηση. Το περιστατικό αναδεικνύει πώς η δημόσια εικόνα ενός πολιτικού προσώπου υποβάλλεται σε έντονη αξιολόγηση και κρίση μέσα σε λίγες ώρες, ακόμη και για εκδηλώσεις που αφορούν υψηλά ηθικά ζητήματα.
Η υπόθεση Μερτς λειτουργεί έτσι ως case study για την παρατήρηση της σύγχρονης σχέσης μεταξύ πολιτικής, συναισθημάτων και κοινωνικών μέσων. Δείχνει πώς η άμεση δημοσιότητα και η αμεσότητα της επικοινωνίας ενισχύουν τη δημόσια αμφισβήτηση ή τη στήριξη, ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύουν τις πολιτικές διαιρέσεις και τις διαφορετικές προσλαμβάνουσες για την ιστορία και τον ρόλο των Εβραίων στη δημόσια ζωή. Όλα αυτά επίσης δείχνουν ότι τα social media λειτουργούν όχι μόνο ως μέσα ενημέρωσης, αλλά και ως εργαλεία καταγραφής και ενίσχυσης συναισθημάτων, προτύπων συμπεριφοράς και πολιτικής αλληλεπίδρασης.
Κατόπιν σκέφτηκα, πότε θα δακρύσει ένας Έλληνας πολιτικός για την απωλεσθείσα εβραϊκή ζωή, για τη συνενοχή και τη συνέργεια μεγάλου μέρους του πληθυσμού στον εκτοπισμό των Εβραίων της Ελλάδας; Τα social media θα αντιδράσουν σίγουρα… και μάλλον θα σπάσουν στα δύο: το ένα μέρος θα συγκινηθεί, το άλλο θα κάνει memes, GIFs και viral ειρωνείες. Αναπόφευκτα, θα γίνει πανηγύρι, και όχι ακριβώς το είδος του «εθνικού διαλόγου» που χρειάζεται η μνήμη.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Συναγερμός στις ιρλανδικές αρχές
Σε δύσκολη θέση ο πρωθυπουργός της χώρας
Τα έγγραφα δείχνουν ότι η Χαμάς επιδίωξε να εκμεταλλευτεί το έργο των ΜΚΟ για στρατιωτικούς σκοπούς
«Πρόκειται για τεράστιο λάθος», δήλωσε ο συνιδρυτής της Microsoft
«Don't look back in anger», προέτρεψε o Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ
Kαρπός σχέσης του με τη Σβετλάνα Κριβονογκίχ, πρώην καθαρίστρια
Με αφορμή μια δήλωση του αρμόδιου υπουργού
Mεγάλη έρευνα που αφορά συνολικά 13 ονομαστά brands
Συνάντηση του ρώσου προέδρου με τον ινδό πρωθυπουργό, Ναρέντρα Μόντι
1,8 εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν τη βασική εισοδηματική στήριξη
Οι Dauvergne εκτρέφουν περίπου 350.000 σαλιγκάρια τον χρόνο
Η επίθεση οδήγησε τελικά στον θάνατο της Ντον Στέρτζες, μητέρας τριών παιδιών
Η γραπτή δήλωσή της μετά τις κατηγορίες για διαφθορά και απάτη
Τα ίχνη του άνδρα χάθηκαν πριν από δύο εβδομάδες
Τι αναφέρει στο ντοκιμαντέρ του Netflix, Sean Combs: The Reckoning
«Πλήρη διαφάνεια» δηλώνει η υπεράσπιση εν μέσω έρευνας της ΕΕ
Η χώρα έχει σήμερα υπό τον έλεγχό της σχεδόν το 20% της ουκρανική επικράτειας
Το προφίλ του νέου επικεφαλής
Τι συνέβη στο δωμάτιο του ξενοδοχείου με το παιδί τους
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.