- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τι ακριβώς συμβαίνει στη Γαλλία;
Κυβερνητική αστάθεια, οικονομία, λογιστική και τα θλιβερά πάθη του δρόμου
Γαλλία: Η κυβερνητική αστάθεια, οι κίνδυνοι για την οικονομία και οι προτάσεις της αντιπολίτευσης
«Βloquons tout» είναι το σύνθημα που ακούγεται αυτές τις ημέρες στη Γαλλία προαναγγέλλοντας γενική απεργία την Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου ως αντίδραση στον προτεινόμενο προϋπολογισμό του 2026 και στα μέτρα μείωσης του ελλείμματος που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού στις 15 Ιουλίου. Πρόκειται για διαδικτυακό, άτυπο, «από τα κάτω» κίνημα που καλεί σε πλήρη παύση εργασιών: να μην εργαστεί κανείς, να μην καταναλώσει τίποτα, να μη γίνουν μετακινήσεις και μεταφορές. Το «Bloquons tout» θυμίζει την πρώτη φάση των Κίτρινων Γιλέκων.
Οι ανακοινώσεις του Φρανσουά Μπαϊρού για εξοικονόμηση 43,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, με μέτρα όπως κατάργηση δύο αργιών (της Δευτέρας του Πάσχα και της 8ης Μαΐου), «λευκή χρονιά» για συνταξιοδοτικές παροχές (πάγωμα τιμαριθμικών αναπροσαρμογών για ένα έτος) και πλαφόν δαπανών χωρίς αύξηση φόρων, έχουν εξοργίσει τα κόμματα της αριστεράς και της λαϊκής δεξιάς και έχουν οξύνει τη δυσαρέσκεια εναντίον της προεδρίας του Εμμανουέλ Μακρόν. Το ξεκίνημα του καλέσματος εντοπίζεται στο Telegram και σε ιστοτόπους πολιτών όπως οι «Les Essentiels France» και «Indignons-nous» ήδη από τα τέλη Μαΐου, δηλαδή πριν από την εξαγγελία της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης Μπαϊρού-Μακρόν. Αν και στο «Βloquons tout» δεν υπάρχει τυπική ηγεσία ή συνδικαλιστική ομπρέλα, το κόμμα La France Ιnsoumise, του οποίου ηγείται ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν, ανακοίνωσε —όπως αναμενόταν— τη στήριξή του καλώντας σε γενική απεργία· ο Μελανσόν έχει καθηλωθεί στον μύθο της επαναστατικής γενικής απεργίας όπως την περιέγραφε το 1908 ο Ζορζ Σορέλ· πιστεύει πραγματικά ότι μπορεί να επιβάλει κάποιου είδους σοσιαλισμό (εθνικοποιήσεις, εργατικά συμβούλια, υπερφορολόγηση υψηλών εισοδημάτων και περιουσιών) μέσω μιας απολύτως επιτυχημένης μαζικής απεργίας. Η ομάδα του είναι έτοιμη για μεγάλες περιπέτειες. Τη στήριξή τους στο «Bloquons tout» ανακοίνωσαν και οι Πράσινοι μαζί με το ΚΚ, ενώ η Εθνική Συσπείρωση των Λεπέν-Μπαρντελλά δήλωσε ότι δεν θα το «οικειοποιηθεί» (τι θα πει αυτό δεν ξέρω), ζητώντας παραλλήλως προκήρυξη εκλογών· παραίτηση όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και της προεδρίας. (Η Λεπέν συνηθίζει να ζητεί παραιτήσεις των πολιτικών της αντιπάλων, με ποικίλες αφορμές.) Όσο για τα μεγάλα συνδικάτα, ιδίως η CGT που πρόσκειται στο ΚΚ και στην Ανυπότακτη Γαλλία, εμφανίζονται επιφυλακτικά και κάνουν λόγο για «νεφελώδες» κάλεσμα: στην πραγματικότητα, δεν θέλουν να βρεθούν στο πεζοδρόμιο δίπλα στο «μίασμα», στους οπαδούς των Λεπέν-Μπαρντελλά. Όμως, πολλές κλαδικές και ομοσπονδίες, μαζί με το SUD-Rail (το πιο μαχητικό από τα τέσσερα συνδικάτα των σιδηροδρομικών), έχουν καλέσει σε απεργία στις 10 Σεπτεμβρίου.
Οι Républicains θέλουν περισσότερες διαρθρωτικές περικοπές και όχι νέους φόρους, αλλά δεν συμφωνούν με τις «αργίες Μπαϊρού»· όμως, αν καταψηφίσουν το κυβερνητικό σχήμα δεν θα οφείλεται σε πολιτικές διαφωνίες αλλά μάλλον σε κομματικό ανταγωνισμό. Οι Λεπέν-Μπαρντελλά προτείνουν μειώσεις ΦΠΑ σε καύσιμα, ενέργεια και βασικά αγαθά (το «καλάθι των 100 απαραίτητων προϊόντων»), ανακούφιση νοικοκυριών από την ακρίβεια, ενίσχυση της πυρηνικής ενέργειας· χρηματοδότηση του κρατικού μηχανισμού μέσω «καταπολέμησης της σπατάλης και της φοροδιαφυγής», μεγάλες περικοπές που συνδέονται με τη μετανάστευση και τις ΜΚΟ, δημόσιες διαβεβαιώσεις για δημοσιονομική πειθαρχία ώστε «να μην τρομάξουν οι αγορές». Ο Μελανσόν ζητεί αύξηση του κατώτατου μισθού από 1.400 σε 1.600 ευρώ (καθαρά), τιμαριθμική αναπροσαρμογή μισθών, πάγωμα/μείωση τιμών σε βασικά αγαθά, ανατροπή της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, χρηματοδότηση με αποκατάσταση του φόρου μεγάλης περιουσίας που κατήργησε ο Μακρόν. Οι Σοσιαλιστές τίθενται κατά της κατάργησης αργιών και του παγώματος κοινωνικών παροχών· οι Οικολόγοι προτείνουν «κλιματικό φόρο αλληλεγγύης μεγάλης περιουσίας» και πράσινες επενδύσεις (στις οποίες κανείς δεν λέει όχι). Το ΚΚ Γαλλίας προτείνει αυξήσεις μισθών και συντάξεων, ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών και της βιομηχανίας, αντιτίθεται στις ιδιωτικοποιήσεις (που, έτσι κι αλλιώς, δεν προβλέπονται) και ζητεί φορολόγηση του «μεγάλου πλούτου». Συνολικά, οι κοστολογήσεις της αριστεράς για τον προϋπολογισμό είναι γύρω στα 100-150 δις με έσοδα από φόρους και ανάπτυξη.
Το κατά πόσον οι Γάλλοι εργαζόμενοι θα ανταποκριθούν στο κάλεσμα για απεργίες, μποϊκοτάζ στην κατανάλωση, συγκεντρώσεις σε δημαρχίες και νομαρχίες μένει να αποδειχθεί. Πάντως, μέρα με τη μέρα, η δυναμική του κινήματος αυξάνεται: σύμφωνα με μια δημοσκόπηση για λογαριασμό του δικτύου RTL, 2 στους 3 Γάλλους δηλώνουν υπέρ της κινητοποίησης. Από την πλευρά του, ο Φρανσουά Μπαϊρού επιχείρησε επικοινωνιακή αντεπίθεση με συνέντευξη Τύπου στις 25 Αυγούστου και ανακοίνωσε ψηφοφορία «εμπιστοσύνης» (ή δυσπιστίας) στην Εθνοσυνέλευση για τις 8 Σεπτεμβρίου. Αλλά δεν φαίνεται να έχει καμιά ελπίδα.
Το 2022, μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, το προεδρικό μπλοκ έχασε την πλειοψηφία, με αποτέλεσμα μεγάλη δυσκολία στο νομοθετικό έργο της Εθνοσυνέλευσης
Έτσι, η Γαλλία θα αντιμετωπίσει για ακόμα μια φορά κυβερνητική αστάθεια: αν και πάντοτε η κατάσταση ήταν ταραχώδης —δεν υπάρχει κοινωνική γαλήνη στη Γαλλία· η συναίνεση θεωρείται ανάθεμα— από το 2018 έχουν εμφανιστεί έντονα σημάδια κοινωνικής διάλυσης. Το 2018-2019 το κίνημα των Κίτρινων γιλέκων, το οποίο είχε πυροδοτήσει μια αύξηση φόρου στα καύσιμα, πήρε διάσταση κύματος αμφισβήτησης, με αποτέλεσμα υποχώρηση της κυβέρνησης ως προς τον εν λόγω φόρο, ο οποίος εξάλλου εντασσόταν στην «πράσινη πολιτική» — άρα ίσως θα έπρεπε να είναι αποδεκτός από την αριστερά. Στη συνέχεια, το 2019-2020 ξεκίνησαν εκτεταμένες απεργίες για το συνταξιοδοτικό σύστημα, ενώ την επόμενη χρονιά, εν μέσω της πανδημίας, οι κινητοποιήσεις κατά του «pass sanitaire» (που θεωρήθηκε «αυταρχικό») εξελίχθηκαν σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, στις οποίες συμμετείχαν άτομα και ομάδες από όλο το πολιτικό φάσμα. Το 2022, μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, το προεδρικό μπλοκ έχασε την πλειοψηφία, με αποτέλεσμα μεγάλη δυσκολία στο νομοθετικό έργο της Εθνοσυνέλευσης. Το 2023 η μεταρρύθμιση των συντάξεων (η αύξηση του ηλικιακού ορίου κατά δύο έτη: σήμερα η νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης είναι τα 64 έτη για όσους έχουν γεννηθεί μετά το 1968) πέρασε στην Εθνοσυνέλευση με προσφυγή της κυβέρνησης Ελιζαμπέτ Μπορν στο άρθρο 49.3: ακολούθησαν μαζικές διαδηλώσεις και βίαια επεισόδια. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2023 η Μπορν προσέφυγε 23 φορές στο 49.3. Υπενθυμίζω ότι το άρθρο 49 παράγραφος 3 του γαλλικού Συντάγματος επιτρέπει στην κυβέρνηση να περάσει νομοσχέδια χωρίς ψηφοφορία στην Εθνοσυνέλευση, ενώ η αντιπολίτευση μπορεί να καταθέσει μομφή εντός 24 ωρών, υπογεγραμμένη από τουλάχιστον το 1/10 των βουλευτών. Η ψηφοφορία στη μομφή γίνεται τουλάχιστον 48 ώρες μετά την κατάθεσή της και περνά μόνο με απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών. Αν δεν περάσει, το νομοσχέδιο θεωρείται εγκριθέν· αν περάσει, η κυβέρνηση πέφτει και το κείμενο απορρίπτεται. Για «κοινά» νομοσχέδια η προσφυγή στο 49.3 επιτρέπεται το πολύ μία φορά ανά κοινοβουλευτική σύνοδο· εξαιρούνται ο νόμος περί προϋπολογισμού και ο νόμος χρηματοδότησης κοινωνικής ασφάλισης στους οποίους μπορεί να χρησιμοποιηθεί το 49.3 χωρίς αυτόν τον περιορισμό.
Στην έκρυθμη κατάσταση προσετέθησαν οι ταραχές του καλοκαιριού του 2023, μετά τον θάνατο του 17χρονου, αραβικής καταγωγής, Nahel Merzouk, ο οποίος σκοτώθηκε από αστυνομικά πυρά όταν αρνήθηκε να συμμορφωθεί σε έλεγχο της τροχαίας: 5.600 οχήματα κάηκαν· οι υλικές ζημιές υπολογίστηκαν σε 650 εκατομμύρια ευρώ. Στο μεταξύ, από τον Ιανουάριο μέχρι τον Μάρτιο του 2024, οι αγρότες μπλόκαραν περιφερειακούς αυτοκινητοδρόμους, με στόχο και αποτέλεσμα μερικές υποχωρήσεις εκ μέρους της κυβέρνησης. Αφορμή ήταν η συμφωνία ΕΕ-Mercosur, η οποία, κατά τη γνώμη τους, έπληττε τα συμφέροντά τους, ιδιαίτερα στην παραγωγή κρέατος και καλαμποκιού. (Νομίζω ότι σ’ αυτό οι Γάλλοι αγρότες είχαν δίκιο: η κύρωση της συμφωνίας εκκρεμεί.)
Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, η Γαλλία οδηγήθηκε σε διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και πρόωρες εκλογές (30 Ιουνίου-7 Ιουλίου 2024) από τις οποίες προέκυψε ασταθής Εθνοσυνέλευση: 188 βουλευτές για το αριστερό Λαϊκό Μέτωπο, 161 για το προεδρικό κεντρώο σχήμα, 142 για τη λαϊκή δεξιά, 39 για τη δεξιά-κεντροδεξιά (οι υπόλοιπες 96 έδρες κατανεμήθηκαν σε ανεξάρτητους βουλευτές και σε μικρότερους σχηματισμούς). Όσο για τις αγορές, κατέγραψαν διεύρυνση του OAT–Bund spread (της διαφοράς ανάμεσα στην απόδοση του γαλλικού και του γερμανικού 10ετούς κρατικού ομολόγου), δείχνοντας δυσπιστία και ζητώντας συγκεκριμένες εγγυήσεις σταθερότητας. Όταν αυξάνεται το spread, οι αγορές ζητούν υψηλότερο ασφάλιστρο κινδύνου για τη Γαλλία συγκριτικά με τη Γερμανία, εφόσον υπάρχουν ανησυχίες για έλλειμμα, χρέος και πολιτική αβεβαιότητα. Το στοίχημα είναι τα μικρά spreads που συνεπάγονται βελτίωση εμπιστοσύνης, άρα στήριξη από την κεντρική τράπεζα. Σήμερα, η δημοσιονομική ανισορροπία και οι συχνοί εκλογικοί κύκλοι οδηγούν σε ροές «ασφαλούς καταφυγίου» προς τα γερμανικά Bund.
Το φθινόπωρο του 2024 η Κομισιόν κίνησε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος για τη Γαλλία ζητώντας δημοσιονομικό νοικοκύρεμα. Όμως, η χώρα παρέμεινε σε εκκρεμότητα και σε αμηχανία, διχασμένη ανάμεσα στην προτεινόμενη κυβερνητική πολιτική και στις απαιτήσεις των κινημάτων — μέχρις ότου, τον Ιούλιο του 2025, ο πρωθυπουργός εξήγγειλε αυτά τα μέτρα κατά της σπατάλης χωρίς αύξηση φόρων για τους υπερπλουσίους, και στη συνέχεια, ανακοίνωσε την ψηφοφορία εμπιστοσύνης (ή δυσπιστίας) στις 8 Σεπτεμβρίου 2025. Στο μεταξύ, ο χρηματιστηριακός δείκτης σημείωσε πτώση. (Όχι ότι αυτό σημαίνει κάτι σπουδαίο σε βάθος χρόνου· οι χρηματιστηριακοί δείκτες ανεβοκατεβαίνουν χωρίς στέρεη λογική.)
Τον Δεκέμβριο του 1995, το σχέδιο του Alain Juppé για τις συντάξεις προκάλεσε παρατεταμένες απεργίες
Όπως είπα, η κατάσταση μοιάζει με άλλες στο παρελθόν: δύσκολες πλειοψηφίες παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια της Τέταρτης Δημοκρατίας (1946-1958), ενώ τον Μάιο του 1968 ο εκρηκτικός συνδυασμός φοιτητικών εξεγέρσεων και απεργίας 10 εκατομμυρίων εργαζομένων οδήγησε σε λύση μέσω εκλογών και σε συμβιβασμούς ανάμεσα στην κυβέρνηση του Ζωρζ Πομπιντού, τις εργοδοτικές ενώσεις και τις μεγάλες συνομοσπονδίες εργαζομένων («Συμφωνίες της οδού Γκρενέλ»). Τον Δεκέμβριο του 1995, το σχέδιο του Alain Juppé για τις συντάξεις προκάλεσε παρατεταμένες απεργίες· η χώρα παρέλυσε και τα δημόσια μέσα μεταφοράς ακινητοποιήθηκαν επί 22 ημέρες. Τότε, ο Juppé πρότεινε να ευθυγραμμιστεί ο δημόσιος τομέας και τα «ειδικά καθεστώτα» (των σιδηροδρομικών, των υπαλλήλων του μετρό, των υπαλλήλων της επιχείρησης ενέργειας) με τον ιδιωτικό και αύξηση της απαιτούμενης διάρκειας ασφάλισης από 37,5 σε 40 έτη για πλήρη σύνταξη. Το σχέδιο Juppé, το οποίο δεν άγγιζε τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης (το 1995 ήταν τα 60 χρόνια), αλλά τη διάρκεια των συνταξιοδοτικών εισφορών, αποσύρθηκε, ενώ οι Γάλλοι απειλούσαν να ξανακαταλάβουν τη Βαστίλλη — η οποία εξάλλου κατεδαφίστηκε το 1789.
Έκτοτε τα επεισόδια βίας στους δρόμους έγιναν ακόμα συχνότερα και συνδυάστηκαν με διαδηλώσεις υπέρ των μεταναστών και κατά της «ισλαμοφοβίας». Η διαφορά τού σήμερα από το παρελθόν είναι ότι δύο συνεχόμενες κυβερνήσεις δεν διαθέτουν απόλυτη πλειοψηφία (2022 και 2024), με ρεκόρ παρατεταμένης υπηρεσιακής φάσης τον Αύγουστο του 2024 και συχνή χρήση του 49.3 — κάτι που ωστόσο είχε συμβεί και στην «εποχή Ροκάρ», όταν μετά τις βουλευτικές του 1988 το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν διέθετε απόλυτη πλειοψηφία και ο Μισέλ Ροκάρ, πρωθυπουργός επί προεδρίας Φρανσουά Μιτεράν, προσπαθούσε να κυβερνήσει με εύθραυστες συνεργασίες. Για να περάσουν τα νομοσχέδια, κατέφυγε 28 φορές στο 49.3· οι 5 μομφές που κατατέθηκαν εναντίον της κυβέρνησής του απορρίφθηκαν όλες. Σήμερα πάντως, τα κινήματα αμφισβητούν την ίδια την ουσία των νομοθετικών σωμάτων και της εκτελεστικής εξουσίας· δεν αναγνωρίζουν την «υπερβολή» στα ελλείμματα και ακόμα λιγότερο την ευαισθησία των αγορών, η οποία τροφοδοτεί τον πολιτικό κύκλο. Η τωρινή αστάθεια συμπυκνώνει πολλαπλές εστίες κοινωνικής έντασης και το αρνητικό ισοζύγιο του προϋπολογισμού λειτουργεί ως επιταχυντής για την επιβολή των κανόνων της ΕΕ, τους οποίους η Γαλλία έχει παραβιάσει προ πολλού. (Όσο για το ΔΝΤ, δεν το βλέπω να επιστρατεύεται σύντομα.)
Τι αντιπροτείνει η αντιπολίτευση; Μέσα στις επόμενες μέρες οι Σοσιαλιστές αναμένεται να παρουσιάσουν δικό τους σχέδιο για τον προϋπολογισμό του 2026. Γενικά, η κατεύθυνση της αριστερής αντιπολίτευσης είναι η αύξηση του φόρου «αλληλεγγύης» επί των μεγάλων περιουσιών και πιθανώς η επαναφορά του φόρου 75% για το ανώτερο δεκατημόριο εισοδημάτων —τον οποίον είχε επιβάλει ο Φρανσουά Ολλάντ με πενιχρά αποτελέσματα. Μια σημείωση εδώ: Όπως είναι η φορολογία σήμερα, δηλαδή φόρος επί της ακίνητης περιουσίας χωρίς επιβάρυνση «αλληλεγγύης», το γαλλικό κράτος εξοικονομεί από 1,9 δις (το 2023) μέχρι 2,2 δις (το 2024). Αν επανέλθει ο παλαιότερος ευρύτερος φόρος αλληλεγγύης, ο οποίος δεν εφαρμοζόταν μόνο στα ακίνητα αλλά και στα χρηματοοικονομικά, θα εξοικονομούσε γύρω στα 5-5,2 δις ετησίως (όσο απέδιδε λίγο προτού τον καταργήσει ο Εμμανουέλ Μακρόν μαζί με τον φόρο «κατοικίας» που αφορούσε όλους τους Γάλλους, πλούσιους και λιγότερο πλούσιους.) Ο σούπερ φόρος επί της μεγάλης περιουσίας, τον οποίον προτείνει η αριστερή αντιπολίτευση, θα μπορούσε να αποδώσει 10-14 δις — είναι αδύνατον να αποδώσει περισσότερα. Όσο για τον «φόρο Ολλάντ» —75% σε εισοδήματα πάνω από 1 εκατομμύριο ετησίως— προβλεπόταν για δύο έτη (2013-2014)— απέφερε μόνο 320 εκατομμύρια. Δεν κάνουμε έτσι δουλειά· απλώς δυσαρεστούνται οι κεφαλαιούχοι, παύουν τις δωρεές και τις προσλήψεις, μεταφέρουν την έδρα τους στο Βέλγιο κ.λπ. Σήμερα η ανώτατη κλίμακα είναι 45% για εισοδήματα άνω των 180.300 κατ’ άτομο. Πολύ υψηλότερη φορολόγηση, π.χ. 55%, στο κορυφαίο δεκατημόριο θα απέδιδε περίπου 2,4 δις και 75% περίπου 5-8 δισεκατομμύρια. Αλλά βεβαίως θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη οι συμπεριφορικές αντιδράσεις που μόλις προανέφερα —μεταφορά εισοδήματος, αποφυγή, νόμιμοι εξορθολογισμοί, αλλαγές έδρας—, οι οποίες πιθανότατα θα οδηγούσαν τελικά σε εξοικονόμηση μικρότερη των 6 δις για το κράτος.
Σκοπός είναι η Γαλλία να ευημερεί μέσω της οικονομίας της, όχι μέσω της λογιστικής
Όταν οι συντελεστές είναι πολύ υψηλοί, το φορολογητέο εισόδημα αποκτά μεγάλη ελαστικότητα. Δυο λόγια εδώ για το φορολογικό σύστημα στη Γαλλία που, αν και είναι από τα δικαιότερα στον κόσμο, δημιουργεί διαρκείς τριβές. Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων ανά «οικογενειακή μερίδα» είναι 0% έως 11.497 ευρώ· 11% για 11.498–29.315 ευρώ· 30% για 29.316-83.823 ευρώ, 41% για 83.824-180.294 ευρώ και 45% για πάνω από 180.294 ευρώ. Στα επενδυτικά-αποταμιευτικά έσοδα εφαρμόζεται «flat tax» 30%. Υπάρχουν πρόσθετες φορολογικές εισφορές «αλληλεγγύης» για εισοδήματα κεφαλαίου, ενώ ο εταιρικός συντελεστής κυμαίνεται από 15-25%. Στον φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας (άνω του 1,3 εκατομμυρίου) εφαρμόζεται προοδευτική κλίμακα και ισχύει μείωση φόρου 75% για δωρεές (πλαφόν 50.000 ευρώ μείωσης). Οι Γάλλοι πληρώνουν ΕΝΦΙΑ με αναπροσαρμογή περίπου 1,7% ετησίως, καθώς και «φόρο κατοικίας» για τις δευτερεύουσες κατοικίες. Ανάμεσα στους ειδικούς φόρους, περιλαμβάνονται επιβαρύνσεις στα πετρελαιοειδή και στην ηλεκτρική ενέργεια. Παραλλήλως, υπάρχουν πολλές φοροαπαλλαγές (π.χ. για τα παιδιά) και εξαίρεση φόρου κερδοσκοπίας στην πώληση κύριας κατοικίας. Με λίγα λόγια, η λογική ίσως υπαγορεύει σήμερα κάποια αύξηση της φορολογίας στο ανώτερο δεκατημόριο ως συμπλήρωμα της εξοικονόμησης, η οποία ωστόσο πρέπει να προέλθει, κυρίως, από την ανάπτυξη και τον εξορθολογισμό των επιμέρους προϋπολογισμών του κράτους. Ο σκοπός είναι να ευημερεί η Γαλλία μέσω της οικονομίας της, όχι μέσω της λογιστικής.
Στη σημερινή Εθνοσυνέλευση το κυβερνητικό μπλοκ (Renaissance–MoDem–Horizons, και δυο-τρεις από τους Républicains) θα δώσει ψήφο εμπιστοσύνης, αλλά αριθμητικά απέχει πολύ από απόλυτη πλειοψηφία (μιλάμε για 210 ψήφους το πολύ αν ακολουθήσουν όλοι). Εσωτερικά, οι Républicains είναι διχασμένοι· επιπλέον φοβούνται μήπως τους χαρακτηρίσουν υποχείριο του Εμμανουέλ Μακρόν — άρα, το πιθανότερο είναι ότι θα καταψηφίσουν την κυβέρνηση. Εξυπακούεται ότι το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (Ανυπότακτοι, Σοσιαλιστές, ΚΚ, Οικολόγοι) και η Εθνική Συσπείρωση θα ψηφίσουν κατά της κυβέρνησης, ενώ οι μικρότερες ομάδες κινούνται ανάμεσα στο τακτικό «όχι» και στην αποχή· ο συσχετισμός πάντως παραμένει εξαιρετικά δυσμενής για την κυβέρνηση. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η κατάργηση των δύο αργιών είναι σαφώς αντιδημοφιλής (84% κατά: η εν λόγω λεπτομέρεια απασχολεί τους Γάλλους ως «απώλεια κεκτημένου»· κάτω τα χέρια από τις αργίες μου!) και η αποδοχή του Μπαϊρού και του Μακρόν κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Αν λοιπόν στις 8 Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση χάσει την εμπιστοσύνη της Εθνοσυνέλευσης —πράγμα σχεδόν σίγουρο— μπορούν να συμβούν τα εξής: να ορίσει ο Μακρόν νέο πρωθυπουργό με σκοπό νέα κυβέρνηση συνασπισμού (ποιος από τους Σοσιαλιστές θα δεχόταν άραγε να συνεργαστεί και με ποια ανταλλάγματα;)· να διατηρήσει την κυβέρνηση Μπαϊρού ως υπηρεσιακή· να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές (πράγμα που βεβαίως δεν επιθυμεί)· να τα βροντήξει και να εγκαταλείψει το αξίωμα λαμβάνοντας υπόψη ότι τον επιδοκιμάζει μόνο το 20% των ψηφοφόρων. Αν η κυβέρνηση αντέξει οριακά, θα χρειαστεί αναδίπλωση: π.χ. μία μόνο αργία και νέο γύρο διαπραγματεύσεων για τον προϋπολογισμό. Επίσης, μπορεί να γίνει ανασχηματισμός «εθνικής ενότητας» με τεχνοκράτες ειδικούς στα δημόσια οικονομικά και, πιθανώς, με προοπτική δημοψηφίσματος. Υπάρχει επίσης η δυνατότητα να ενεργοποιηθεί το άρθρο 16 του Συντάγματος το οποίο δίνει υπερεξουσίες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, υπό την προϋπόθεση να συμφωνεί ο πρωθυπουργός, οι πρόεδροι της Εθνοσυνέλευσης και της Γερουσίας, καθώς και το Συνταγματικό Συμβούλιο. Το άρθρο 16 χρησιμοποιήθηκε μόνο μία φορά στην ιστορία, από τον Σαρλ ντε Γκωλ το 1961, όταν εκδηλώθηκε το πραξικόπημα των στρατηγών στην Αλγερία. Οι προεδρικές υπερεξουσίες διήρκεσαν περίπου 5 μήνες. Μια τέτοια εξέλιξη μού φαίνεται σαν να σκοτώνουμε μύγα με σφυρί.
O Φρανσουά Μπαϊρού προειδοποιεί για το επερχόμενο «χάος»· το επιχείρημα ακούγεται κάπως φτηνό· σίγουρα είναι πολυχρησιμοποιημένο. Αν και η αστάθεια καθιστά δυσκολότερη και ακριβότερη τη χρηματοδότηση της οικονομίας —σημαίνει ακριβότερα δάνεια για τράπεζες και επιχειρήσεις και λιγότερες επενδύσεις μαζί με υποβάθμιση των αξιολογήσεων που αυξάνουν το κόστος— το πρόβλημα των Γάλλων δεν είναι μόνο η οικονομική κακοδιαχείριση και η ανάγκη εξορθολογισμού. Το πρόβλημα είναι ότι ζουν ξανά και ξανά στον πυρετό των ιστορικών τους εξεγέρσεων κι ότι η Εθνοσυνέλευση αντανακλά τα θλιβερά πάθη του δρόμου. Αν οι Γάλλοι δεν αποδεχτούν αυτά τα άκρως ελαφρά μέτρα που προτείνει η κυβέρνηση Μπαϊρού και τα οποία μπορούν να καθησυχάσουν τις πηγές δανεισμού, θα αναγκαστούν στο μέλλον να κάνουν πολλές υποχωρήσεις· τις επιλεγόμενες «θυσίες»: το διεθνές περιβάλλον εμφανίζει πρωτοφανείς στρεβλώσεις που μπορούν να πυροδοτήσουν σαρωτικές κρίσεις.