- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η σκληρή πραγματικότητα στο ψυχιατρικό σύστημα του Αφγανιστάν
Ψηλά σε έναν λόφο, στα δυτικά της Καμπούλ, της πρωτεύουσας του Αφγανιστάν, πίσω από μια σιδερένια πύλη με συρματοπλέγματα, βρίσκεται ένας τόπος για τον οποίο λίγοι ντόπιοι μιλούν και ακόμη λιγότεροι επισκέπτονται.
Η γυναικεία πτέρυγα ενός ψυχιατρικού κέντρου που λειτουργεί από την Αφγανική Ερυθρά Ημισέληνο (ARCS) είναι η μεγαλύτερη από τις ελάχιστες δομές στη χώρα αφιερωμένες στη φροντίδα γυναικών με ψυχικές ασθένειες.
Οι ντόπιοι το αποκαλούν Qala, δηλαδή «φρούριο».
Το BBC απέκτησε αποκλειστική πρόσβαση στο υπερπλήρες κέντρο του Αφγανιστάν, όπου το προσωπικό δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στη φροντίδα των 104 γυναικών που βρίσκονται σήμερα εκεί.
Μια ζωή εγκλωβισμένη
Ανάμεσά τους βρίσκεται η Μαριάμ*, η οποία λέει ότι είναι θύμα ενδοοικογενειακής βίας. Υπολογίζεται ότι είναι γύρω στα 25. Βρίσκεται στο κέντρο εδώ και εννέα χρόνια, μετά από μια ζωή που, όπως περιγράφει, σημαδεύτηκε από κακοποίηση και παραμέληση από την οικογένειά της και στη συνέχεια από μια περίοδο αστεγίας.
«Τα αδέλφια μου με χτυπούσαν κάθε φορά που επισκεπτόμουν το σπίτι μιας γειτόνισσας», υποστηρίζει. Η οικογένειά της δεν ήθελε να βγαίνει μόνη της από το σπίτι, εξαιτίας μιας πολιτισμικής αντίληψης ότι τα κορίτσια δεν πρέπει να κυκλοφορούν χωρίς συνοδεία.
Τελικά, όπως φαίνεται, τα αδέλφια της την έδιωξαν, αναγκάζοντάς την να ζήσει στο δρόμο από μικρή ηλικία. Εκεί μια γυναίκα τη βρήκε και, ανησυχώντας για την ψυχική της υγεία, την έφερε στο κέντρο.
Παρά την ιστορία της, το χαμόγελο της Μαριάμ είναι συνεχώς φωτεινό. Συχνά τραγουδά και είναι από τις λίγες ασθενείς που επιτρέπεται να εργάζονται στο χώρο, βοηθώντας εθελοντικά με το καθάρισμα.
Είναι έτοιμη – και πρόθυμη – να πάρει εξιτήριο. Όμως δεν μπορεί να φύγει, γιατί δεν έχει πού να πάει.
«Δεν περιμένω να επιστρέψω στον πατέρα και τη μητέρα μου. Θέλω να παντρευτώ κάποιον εδώ στην Καμπούλ, γιατί ακόμη κι αν γυρίσω σπίτι, θα με εγκαταλείψουν ξανά», λέει.
Επειδή δεν μπορεί να επιστρέψει στην κακοποιητική της οικογένεια, είναι ουσιαστικά εγκλωβισμένη στο κέντρο.
Οι κοινωνικοί περιορισμοί
Στο Αφγανιστάν, οι αυστηροί κανονισμοί των Ταλιμπάν και οι βαθιά ριζωμένες πατριαρχικές παραδόσεις καθιστούν σχεδόν αδύνατο για τις γυναίκες να ζήσουν ανεξάρτητα.
Οι γυναίκες είναι νομικά και κοινωνικά υποχρεωμένες να έχουν έναν άνδρα κηδεμόνα για ταξίδια, εργασία ή ακόμη και για πρόσβαση σε πολλές υπηρεσίες, ενώ οι περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες τους είναι κλειστές.
Γενιές ανισότητας, περιορισμένη εκπαίδευση και αποκλεισμός από την εργασία έχουν αφήσει πολλές γυναίκες οικονομικά εξαρτημένες από άνδρες συγγενείς, διαιωνίζοντας έναν φαύλο κύκλο επιβίωσης που εξαρτάται απόλυτα από τους άνδρες.
Η ιστορία της Χαμπίμπα
Σε ένα από τα κοιτώνες κάθεται η Χαμπίμπα, 28 ετών.
Λέει ότι ο σύζυγός της την έφερε στο κέντρο όταν αποφάσισε να την διώξει από το σπίτι μετά τον δεύτερο γάμο του.
Όπως και η Μαριάμ, δεν έχει πλέον πού να πάει. Είναι έτοιμη να βγει, αλλά ο σύζυγός της δεν την δέχεται πίσω και η χήρα μητέρα της δεν μπορεί να τη στηρίξει.
Τα τρία παιδιά της ζουν τώρα με έναν θείο. Στην αρχή την επισκέπτονταν, αλλά φέτος δεν τους έχει δει καθόλου· χωρίς τηλέφωνο, δεν έχει τρόπο να επικοινωνήσει.
«Θέλω να επανενωθώ με τα παιδιά μου», λέει.
Δεκαετίες εγκατάλειψης
Οι ιστορίες τους δεν είναι μοναδικές στο κέντρο, όπου η επίσκεψη – και οι συνομιλίες με προσωπικό και ασθενείς – επιτηρούνται από αξιωματούχους της κυβέρνησης των Ταλιμπάν.
Κάποιες ασθενείς βρίσκονται εκεί 35 ή ακόμη και 40 χρόνια, λέει η ψυχοθεραπεύτρια Σαλίμα Χαλίμπ.
«Ορισμένες έχουν εγκαταλειφθεί εντελώς από τις οικογένειές τους. Κανείς δεν έρχεται να τις επισκεφθεί και καταλήγουν να ζουν και να πεθαίνουν εδώ», σημειώνει.
Χρόνια συγκρούσεων έχουν αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στην ψυχική υγεία πολλών Αφγανών, ειδικά των γυναικών, ενώ το ζήτημα παραμένει παρεξηγημένο και στιγματισμένο.
Σε απάντηση πρόσφατης έκθεσης του ΟΗΕ για την επιδείνωση της κατάστασης των δικαιωμάτων των γυναικών, ο Χαμντουλάχ Φίτρατ, αναπληρωτής εκπρόσωπος της κυβέρνησης των Ταλιμπάν, είπε στο BBC ότι η κυβέρνησή τους δεν επιτρέπει βία κατά των γυναικών και έχει «διασφαλίσει τα δικαιώματα των γυναικών στο Αφγανιστάν».
Ωστόσο, στοιχεία του ΟΗΕ που δημοσιεύθηκαν το 2024 δείχνουν μια επιδεινούμενη κρίση ψυχικής υγείας συνδεδεμένη με την καταστολή των δικαιωμάτων: το 68% των γυναικών δήλωσαν ότι έχουν «κακή» ή «πολύ κακή» ψυχική υγεία.
Υπηρεσίες σε κατάρρευση
Οι υπηρεσίες δυσκολεύονται να ανταποκριθούν, τόσο μέσα όσο και έξω από το κέντρο, το οποίο έχει δει εκρηκτική αύξηση στον αριθμό των ασθενών τα τελευταία τέσσερα χρόνια και πλέον έχει λίστα αναμονής.
«Η ψυχική ασθένεια, ειδικά η κατάθλιψη, είναι πολύ συχνή στην κοινωνία μας», λέει ο δρ. Αμπντούλ Ουάλι Ουτμανζάι, ανώτερος ψυχίατρος σε γειτονικό νοσοκομείο της Καμπούλ, επίσης υπό την ARCS.
Λέει ότι βλέπει έως και 50 εξωτερικούς ασθενείς την ημέρα από διάφορες επαρχίες, οι περισσότεροι γυναίκες: «Αντιμετωπίζουν τεράστια οικονομική πίεση. Πολλές δεν έχουν κανέναν άνδρα συγγενή να τις στηρίξει – το 80% των ασθενών μου είναι νέες γυναίκες με οικογενειακά προβλήματα».
Η κυβέρνηση των Ταλιμπάν δηλώνει ότι δεσμεύεται να παρέχει υπηρεσίες υγείας. Αλλά με τους περιορισμούς στις μετακινήσεις των γυναικών χωρίς άνδρα συνοδό, πολλές δεν μπορούν καν να ζητήσουν βοήθεια.
Η περίπτωση της Ζαϊνάμπ
Όλα αυτά κάνουν ακόμη πιο δύσκολο για γυναίκες όπως η Μαριάμ και η Χαμπίμπα να φύγουν – και όσο περισσότερο μένουν, τόσο λιγότερες θέσεις απομένουν για όσες έχουν ανάγκη.
Μια οικογένεια προσπαθούσε για έναν χρόνο να εισαχθεί η 16χρονη Ζαϊνάμπ στο κέντρο, αλλά τους έλεγαν ότι δεν υπήρχαν κρεβάτια. Είναι τώρα από τις νεότερες ασθενείς εκεί.
Μέχρι τότε ήταν φυλακισμένη στο σπίτι – με δεμένα τα πόδια της για να αποτραπεί η φυγή.
Δεν είναι σαφές τι προβλήματα ψυχικής υγείας αντιμετωπίζει, αλλά δυσκολεύεται να εκφράσει τις σκέψεις της.
Ο πατέρας της, Φέντα Μοχαμάντ, εμφανώς συντετριμμένος, λέει ότι η αστυνομία τη βρήκε πρόσφατα χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι.
Η Ζαϊνάμπ είχε εξαφανιστεί για μέρες, κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο στο Αφγανιστάν, όπου οι γυναίκες δεν επιτρέπεται να ταξιδεύουν μακριά χωρίς άνδρα κηδεμόνα.
«Σκαρφαλώνει στους τοίχους και τρέχει αν τη λύσουμε», εξηγεί ο Φέντα Μοχαμάντ. Η Ζαϊνάμπ ξεσπά σε κλάματα κάθε τόσο, ειδικά όταν βλέπει τη μητέρα της να δακρύζει.
Ο πατέρας της λέει ότι παρατήρησαν τα πρώτα συμπτώματα όταν ήταν οκτώ. Αλλά επιδεινώθηκε μετά από πολλαπλές βομβιστικές επιθέσεις στο σχολείο της τον Απρίλιο του 2022. «Την πέταξε στον τοίχο η έκρηξη», λέει. «Βοηθήσαμε να βγάλουμε τραυματίες και να μαζέψουμε τα πτώματα. Ήταν φρικτό».Τι θα είχε συμβεί αν δεν βρισκόταν θέση, παραμένει ασαφές. Ο πατέρας της υποστηρίζει ότι οι συνεχείς προσπάθειές της να το σκάσει τον ντρόπιαζαν, και έκρινε ότι είναι καλύτερο για την ίδια και την οικογένεια να μείνει στο κέντρο.Το αν θα καταλήξει – όπως η Μαριάμ και η Χαμπίμπα – να γίνει μία από τις «εγκαταλελειμμένες γυναίκες» του Qala, μένει να φανεί.
*Τα ονόματα των ασθενών και των οικογενειών τους έχουν αλλαχθεί.
Πηγή: BBC