Κοσμος

Παλαιστινιακά εδάφη και ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση: Ένας απολογισμός

Γιατί οι Παλαιστίνιοι καταγγέλλουν τον ισραηλινό εποικισμό στα εδάφη που θεωρούν δικά τους. Kαι γιατί σ’ αυτό έχουν δίκιο.

Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 912
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση: Ιστορική αναδρομή. Ο ισραηλινός εποικισμός, οι Ιντιφάντες, η δημιουργία παλαιστινιακού κράτους.

Η βαρβαρότητα της Χαμάς ήταν η τέλεια αφορμή ώστε το Ισραήλ να επιχειρήσει την εξόντωση των Παλαιστινίων και να κατακτήσει τουλάχιστον έναν παλαιστινιακό θύλακα. Όσο για την παλαιστινιακή πλευρά είναι ο χειρότερος εχθρός του εαυτού της. Επιπλέον, οι φίλοι των Παλαιστινίων στον διεθνή χώρο κάνουν ό,τι μπορούν για να στρέψουν την κοινή γνώμη εναντίον τους. Παρ’ όλα αυτά, σε ό,τι έχουν δίκιο, έχουν δίκιο.

Τα λεγόμενα «κατεχόμενα» δεν έχουν αυθαίρετα σύνορα που τα έχουν χαράξει με δική τους πρωτοβουλία οι Παλαιστίνιοι: είναι περιοχές που προορίζονται για τους Παλαιστίνιους στο πλαίσιο μιας ποικιλίας προτάσεων των ΗΠΑ και του Ισραήλ για τον τερματισμό της ισραηλινο-παλαιστινιακής διένεξης. Συχνά, οι θύλακες συγκρίνονται με τις δήθεν αυτοδιοικούμενες «μαύρες» townships που δημιουργήθηκαν στη Νότια Αφρική κατά τη μακρά εποχή του απαρτχάιντ: η εν λόγω σύγκριση ενισχύει το επιχείρημα ότι η ισραηλινή πολιτική είναι ρατσιστική εναντίον των Αράβων — πράγμα που ακούγεται φυσικό αν λάβουμε υπόψη τον μύθο περί περιούσιου λαού του Θεού μαζί με τον έξαλλο αραβικό αντιεβραϊσμό.

Εν πάση περιπτώσει, το Ισραήλ ελέγχει όλες τις περιοχές έξω από αυτούς τους θύλακες οι οποίοι πήραν επίσημη μορφή ως Περιοχές Α και Β στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Όσλο II το 1995. Αυτή η διευθέτηση προοριζόταν να είναι προσωρινή, με την περιοχή C (την υπόλοιπη Δυτική Όχθη) να «μεταβιβαστεί σταδιακά στην παλαιστινιακή δικαιοδοσία» μέχρι το 1997. Η μεταβίβαση δεν πραγματοποιήθηκε: η περιοχή της Δυτικής Όχθης που βρίσκεται υπό μερικό πολιτικό έλεγχο της Παλαιστινιακής Εθνικής Αρχής αποτελείται από 165 «νησίδες»· η δε Λωρίδα της Γάζας μέχρι την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου βρισκόταν υπό τον έλεγχο της Χαμάς χωρίς επίσημη ισραηλινή παρουσία.

Ο κατακερματισμός των παλαιστινιακών εδαφών έχει καταστροφικό αντίκτυπο στην οικονομία, στα κοινωνικά δίκτυα, στην παροχή βασικών υπηρεσιών όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση

Σε ορισμένα ειρηνευτικά σχέδια έχει προταθεί μια περιοχή τύπου θύλακα —δηλαδή περιοχές χωρίς γεωγραφική συνέχεια, περικυκλωμένες από το Ισραήλ—, αλλά βεβαίως οι Παλαιστίνιοι δεν αποδέχονται τέτοιες λύσεις. Έχουν δίκιο. Ο κατακερματισμός των παλαιστινιακών εδαφών έχει καταστροφικό αντίκτυπο στην οικονομία, στα κοινωνικά δίκτυα, στην παροχή βασικών υπηρεσιών όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση· άλλωστε, η κατάσταση επιδεινώνεται από τον ισραηλινό εποικισμό που, με τη σειρά του, δημιουργεί ισραηλινές νησίδες σε εδάφη με παλαιστινιακή πλειοψηφία. Το Ισραήλ επιθυμεί την ενοποίηση όλων των εδαφών υπό ισραηλινό έλεγχο, την απορρόφησή τους στο ισραηλινό κράτος. Πλην όμως, οι Παλαιστίνιοι πιστεύουν ότι στο πλαίσιο ενός τέτοιου κράτους θα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, πολίτες β΄κατηγορίας· στη χειρότερη, θα υποστούν γενοκτονικές διώξεις. Γι’ αυτό και για μια σειρά ιστορικούς λόγους διεκδικούν το δικαίωμά τους στην αυτοδιάθεση, ένα δικαίωμα που αναγνωρίζει ο ΟΗΕ.

Τι έχει συμβεί; Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967, ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας Μοσέ Νταγιάν δήλωνε ότι το Ισραήλ έπρεπε να διατηρήσει τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας σε ένα είδος αραβικού «μπαντουστάν» (δανειζόταν τον όρο από το νοτιοαφρικανικό σύστημα), όπου οι Άραβες θα είχαν το έλεγχο των εσωτερικών υποθέσεων και το Ισραήλ θα είχε τον έλεγχο της άμυνας, της ασφάλειας και των εξωτερικών σχέσεων. Δεν συμφωνούσαν όλοι οι Ισραηλινοί: πολλοί αριστεροί ζητούσαν την επιστροφή της Δυτικής Όχθης στην Ιορδανία προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία παλαιστινιακών κατεχομένων εδαφών που θα λειτουργούσαν σαν ισραηλινή μαριονέτα.

Στις αρχές του 1968, ο Yigal Allon, ο Ισραηλινός υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, πρότεινε την αναδιατύπωση ενός σχεδίου που είχε προτείνει λίγους μήνες νωρίτερα: το Ισραήλ θα προσαρτούσε το μεγαλύτερο μέρος της κοιλάδας του Ιορδάνη, από τον ποταμό μέχρι τις ανατολικές πλαγιές της κορυφογραμμής του λόφου της Δυτικής Όχθης, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και το «μπλοκ» Etzion, ενώ οι πυκνοκατοικημένες περιοχές της Δυτικής Όχθης, μαζί με τον διάδρομο που περιελάμβανε την Ιεριχώ, θα παραχωρούνταν στην Ιορδανία. Η πρόθεση του Allon ήταν να δημιουργήσει μια ζώνη μεταξύ Ισραήλ και Ιορδανίας που κρίθηκε απαραίτητη για λόγους ασφαλείας και η οποία σήμαινε την προσάρτηση του 35% περίπου της Δυτικής Όχθης με «λίγους» Παλαιστινίους.

Στις 27 Ιουνίου 1967, το Ισραήλ επέκτεινε τα δημοτικά όρια της Δυτικής Ιερουσαλήμ έτσι ώστε να συμπεριλάβει περίπου 70 τετ. χιλ. της επικράτειας της Δυτικής Όχθης —που σήμερα αναφέρεται ως Ανατολική Ιερουσαλήμ— η οποία περιελάμβανε την Ιορδανική Ανατολική Ιερουσαλήμ και 28 χωριά και συνοικίες των δήμων της Βηθλεέμ και της Μπέιτ Τζάλα (που, παρεμπιπτόντως, είχε χριστιανική πλειοψηφία). Το γενικό σχέδιο έθετε στόχο την «ενοποίηση της Ιερουσαλήμ» και την αποτροπή της διαίρεσής της στο μέλλον. Σύμφωνα με αυτό το σχέδιο και με άλλα σχέδια που ακολούθησαν, ιδρύθηκαν δώδεκα ισραηλινοί οικισμοί με τέτοιον τρόπο ώστε να ολοκληρώνεται μια ζώνη από αστικό ιστό που τύλιγε και διχοτομούσε τις παλαιστινιακές γειτονιές και τα χωριά τα οποία είχαν προσαρτηθεί στην πόλη: λίγο μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, οι Ισραηλινοί βάλθηκαν να χτίζουν δικούς τους οικισμούς κλείνοντας το χάσμα στα βόρεια τμήματα της πόλης.

Επρόκειτο για εξεζητημένο σχέδιο κοινωνικής μηχανικής με σκοπό την ασφυξία των Παλαιστινίων, το οποίο προώθησαν στη συνέχεια ο Matityahu Drobles και ο Αριέλ Σαρόν. Όπως θα περίμενε κανείς, η PLO δεν μπορούσε να δεχθεί ειρήνευση κάτω από συνθήκες εποικισμού και πρακτικών «απαρτχάιντ». Σημειώνω εδώ ότι το 1984, ο ισραηλινός οικισμός Ariel στη Δυτική Όχθη αδελφοποιήθηκε με την Bisho, την πρωτεύουσα του φαινομενικά ανεξάρτητου Bantustan του Ciskei στη Νότια Αφρική: παραήταν χοντρό και ευτυχώς ο Σίμον Πέρες, ο τότε νέος πρωθυπουργός από το Εργατικό Κόμμα, καταδίκασε το απαρτχάιντ χαρακτηρίζοντάς το «ηλίθιο». Αλλά ο Πέρες ήταν μόνος: τις αγαθές του προθέσεις υπονόμευε το Λικούντ το οποίο προωθούσε την de facto προσάρτηση των παλαιστινιακών εδαφών τροφοδοτώντας όλο και εντονότερη δυσαρέσκεια.

Έτσι, ξεκίνησαν οι λεγόμενες «Ιντιφάντες», οι εξεγέρσεις των Παλαιστινίων, που κατέληξαν στην ανακήρυξη του Κράτους της Παλαιστίνης εκ μέρους του Παλαιστινιακού Εθνικού Συμβουλίου, στις έντονες αντιδράσεις του Λικούντ, στην κοινή υπογραφή της Συμφωνίας του Όσλο Ι και στη συνέχεια, στις 4 Μαΐου 1994, στη Συμφωνία Γάζας-Ιεριχούς που προέβλεπε ρυθμίσεις για την απόσυρση των ισραηλινών στρατευμάτων από αμφότερες αυτές τις περιοχές. Η Συμφωνία του Όσλο ΙΙ του 1995 επισημοποίησε τον κατακερματισμό της Δυτικής Όχθης, παραχωρώντας στους Παλαιστινίους πάνω από 60 οικιστικές νησίδες: μέχρι το τέλος του 1999 η Δυτική Όχθη είχε χωριστεί σε 227 ξεχωριστές οντότητες, οι περισσότερες από τις οποίες ήταν μικρότερες από 2 τετ. χιλ. (περίπου το μισό μέγεθος του Central Park της Νέας Υόρκης). Αλλά, όπως είπα, ενώ αυτές οι ρυθμίσεις συμφωνήθηκαν στο Όσλο να είναι προσωρινές, με την υπόλοιπη Δυτική Όχθη να «μεταβιβαστεί σταδιακά στην παλαιστινιακή δικαιοδοσία» μέχρι το 1997, τέτοιες μεταβιβάσεις δεν έγιναν ποτέ. Ο χάρτης του Όσλο έχει ονομαστεί, δικαίως, χάρτης «ελβετικό τυρί»: οι Παλαιστίνιοι, η PLO δηλαδή, δεν είχαν άλλη επιλογή.

Στην πραγματικότητα, οι Ισραηλινοί πρότειναν τη λύση ελβετικό τυρί ώστε να διασφαλίζεται μια μορφή πολύ περιορισμένης τοπικής αυτονομίας σε δυο τρεις ντουζίνες «νησίδων». Στο μεταξύ, επειδή καθώς φαίνεται το αίμα νερό δεν γίνεται, εκείνη την εποχή ο ακροαριστερός, αναρχικός, αλλά Εβραίος, Νόαμ Τσόμσκι υποστήριξε ότι η προβλεπόμενη κατάσταση διέφερε από το ιστορικό μοντέλο της Νότιας Αφρικής: αν έχεις τέτοιους φίλους τι τους θέλεις τους εχθρούς — δεν διέφερε και τόσο· και παρ’ ότι οι χειρότερες πολιτικές δυνάμεις στον κόσμο (αριστεροί τρομοκράτες, γκρουπούσκουλα κ.λπ.) στηρίζουν τους Παλαιστινίους και τους τροφοδοτούν με ιστορικές συγκρίσεις, σ’ αυτό δεν είχαν άδικο. Ώσπου οι Παλαιστίνιοι άρχισαν να στηρίζουν την ισλαμιστική Χαμάς, ακολουθώντας τη γενικότερη τάση της απομάκρυνσης του αραβικού κόσμου από τον σοσιαλισμό τύπου Νάσερ και της αναδίπλωσης στον τζιχαντισμό, στους σαλαφιστές και τα τοιαύτα.

Στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 έγιναν πολλές συζητήσεις, πρωτοβουλίες και εκπονήθηκαν επιμέρους σχέδια —μερικά από τα οποία ήταν πρωτοβουλία του Λικούντ, άλλα των Εργατικών— όμως, η κατάσταση δεν άλλαξε: οι παλαιστινιακοί πληθυσμοί παρέμειναν σε μια κηρήθρα οικισμών, χωρισμένοι ανάμεσα στη Δυτική Όχθη και στη Γάζα, δίχως άμεση πρόσβαση στην Ιορδανία, προς τα ανατολικά. Περίπου εκατό στρατιωτικά σημεία ελέγχου περιβάλλουν πλήρως την «Παλαιστίνη» και μπλοκάρουν διαδρομές προς ή μεταξύ των παλαιστινιακών κοινοτήτων, σε συνδυασμό με άλλες διόδους που είναι μόνιμα κλειστές με μεγάλους κύβους από σκυρόδεμα ή σωρούς από χώμα και βράχια. Κάπως έτσι οργανώθηκε η Δεύτερη Ιντιφάντα· κάπως έτσι απονομιμοποιήθηκε κι ο καημένος ο Αραφάτ που κατηγορήθηκε από τους δικούς του ότι δέχτηκε ταπεινωτικές λύσεις.

Το πρόσωπο κλειδί της ισραηλινής αδιαλλαξίας ήταν ο Αριέλ Σαρόν: το κακό που έχει κάνει ο Σαρόν στη Μέση Ανατολή είναι ανυπολόγιστο. Κι αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύεται γενικά, οι ΗΠΑ δεν συμφωνούσαν μαζί του· εξαρχής πίεζαν για λύση δύο κρατών, αν και πράγματι απέφυγαν να εκβιάσουν το Ισραήλ προς αυτή την κατεύθυνση. Πάντως, το 2005 ο Σαρόν αποδεσμεύτηκε από τη Γάζα η οποία έγινε στο μεταξύ, όπως είπα, «Χαμαστάν», όχι μόνον ένα είδος Bantustan υπό τον έλεγχο της Χαμάς, αλλά γέννημα του Ιράν και των Ταλιμπάν. Όλο αυτόν τον καιρό, οι αμερικανικές διοικήσεις καταδίκαζαν τον εποικισμό, αλλά δεν μπορώ να ξέρω σε ποια ένταση κι αν υπήρχαν μυστικές προφορικές συμφωνίες. Το αποτέλεσμα είναι το προαναφερθέν ελβετικό τυρί, περίκλειστο από τις ισραηλινές δυνάμεις, χωρίς εδαφική σύνδεση με τον έξω κόσμο και μεταξύ των διαφορετικών περιοχών με παλαιστινιακή πλειοψηφία.

Το Ισραήλ έχει ηθική υποχρέωση να επιτρέψει τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους με γεωγραφική λογική και συνέχεια

Πάμε παρακάτω· υπάρχουν και χειρότερα. Στις 6 Απριλίου 2019, τρεις ημέρες πριν από τις ισραηλινές εκλογές, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου ανακοίνωσε ότι δεν θα εγκαταλείψει κανέναν οικισμό και ότι θα επεκτείνει σταδιακά την ισραηλινή κυριαρχία στη Δυτική Όχθη. Έτσι, αυτή τη στιγμή δεν συζητείται καν η δημιουργία παλαιστινιακού κράτους: η συζήτηση είχε σταματήσει πολύ πριν από την επίθεση της Χαμάς τον περασμένο Οκτώβριο. Έτσι κι αλλιώς, ένα κράτος με τόσους εδαφικούς θύλακες δεν θα μπορούσε να διαχειριστεί τις οικονομικές λειτουργίες και τη διοίκηση: ακόμα κι αν το κυρίαρχο έδαφός του ήταν μεγαλύτερο, ακόμα κι αν ορισμένοι από τους θύλακες συνδέονταν μεταξύ τους ως συνεχής γεωγραφική ενότητα, αν οι κύριες αρτηρίες επικοινωνίας βρίσκονται υπό ισραηλινή κυριαρχία και εκτείνονται από βορρά προς νότο και από τα δυτικά προς τα ανατολικά, η ιδέα του «κράτους» τινάζεται στον αέρα.

Η γνώμη μου είναι, με λίγα λόγια, η εξής: αν και οι αραβικές χώρες έκαναν μοιραίο σφάλμα να επιτεθούν στρατιωτικά στο Ισραήλ —η ήττα τους κατέληξε σε κατάκτηση εδαφών εκ μέρους των Ισραηλινών—, το Ισραήλ έχει ηθική υποχρέωση να επιτρέψει τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους με γεωγραφική λογική και συνέχεια. Το ότι η Γάζα έγινε στο πέρασμα του χρόνου το λίκνο του ισλαμικού φονταμενταλισμού δεν αφαιρεί το δικαίωμα των Παλαιστινίων για αυτοδιάθεση. Ίσως έσφαλαν αρχικά όταν απέρριψαν την ιδέα να ενταχθούν ως μειονότητα στο νεοϊδρυθέν κράτος του Ισραήλ, αλλά αν εντάσσονταν θα επρόκειτο για πρωτοφανή κίνηση στην ιστορία. Με το να μην ενταχθούν και με το να εκτοπιστούν, οι Παλαιστίνιοι αναβαθμίστηκαν σε «λαό»· είναι πολύ αργά πια για να ισχυριστούμε ότι δεν συνιστούν «λαό»: η σύγκρουσή τους με το Ισραήλ δημιούργησε και υπερτροφοδότησε την ταυτότητά τους.