Κοσμος

Η Νέα Υόρκη μέσα από την ιστορία των ναρκωτικών - Η κρίση των οπιοειδών

Κάθε δέκα χρόνια, το high των Νεοϋρκέζων είναι μια καινούργια ναρκωτική ουσία

Σώτη Τριανταφύλλου
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Νέα Υόρκη: Η ιστορία της πόλης μέσα από την κυριαρχία των ναρκωτικών - Η κρίση οπιοειδών και η εξάπλωση του Fentanyl.

Μετά την ηρωίνη, μετά το κρακ —που συνέπεσε με την κρίση του AIDS— μετά την MDMA (που ξεπεράστηκε επίσης), η Νέα Υόρκη αντιμετωπίζει την κρίση των οπιοειδών, ιδιαίτερα του Fentanyl, σημειώνοντας φέτος ρεκόρ θανάτων από υπερβολική δόση. Το Fentanyl έχει εγκριθεί από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων ως αναλγητικό: ως προς την αναλγητική του δράση είναι 100 φορές ισχυρότερο από τη μορφίνη και 50 φορές ισχυρότερο από την ηρωίνη. Στον δρόμο κυκλοφορεί με πολλά ονόματα —Apace, China Girl, China Town, Dance Fever, Friend, Goodfellas, Great Bear, He-Man, Jackpot, King Ivory, Murder 8, Poison, Tango & Cash— και καταναλώνεται με ποικίλους τρόπους: μερικοί το σνιφάρουν, άλλοι το καπνίζουν (συνήθως μαζί με ηρωίνη), το παίρνουν από το στόμα σε χάπι ή από το δέρμα με έμπλαστρο (patch). Η φαιντανύλη προκαλεί χαλάρωση, ευφορία, ανακούφιση από τον πόνο, καταστολή, σύγχυση, υπνηλία, ζάλη, ναυτία και έμετο, κατακράτηση ούρων, μύση (συστολή της κόρης του ματιού) και αναπνευστική δυσχέρεια. Η υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει λήθαργο, κυάνωση, αναπνευστική ανεπάρκεια, κώμα και θάνατο. Στην καθημερινότητα, η δηλητηρίαση από οπιοειδή όπως το Fentanyl αναγνωρίζεται από τη μύση και την αναπνευστική δυσκολία του ατόμου.

Ένας τρόπος να αφηγηθεί κανείς την κοινωνική ιστορία της Νέας Υόρκης είναι η ιστορία των ναρκωτικών που κυριαρχούσαν σε κάθε περίοδο προκαλώντας υγειονομικές κρίσεις και διακυμάνσεις στην εγκληματικότητα: από την ηρωίνη που διαδόθηκε στο Χάρλεμ στη δεκαετία του 1950 μέχρι τη σημερινή κατάχρηση των οπιοειδών συντίθεται μια αφήγηση που περιλαμβάνει ζητήματα Νόμου και Τάξης, φυλής και συνεπειών του ρατσισμού, κρατικής πολιτικής, νομοθεσίας, πολεοδομίας, παιδείας και κουλτούρας. Αυτή η αφήγηση ξεκινά ήδη από τον πόλεμο Βορείων-Νοτίων, όταν η μορφίνη, που χρησιμοποιήθηκε ως παυσίπονο και αναισθητικό για τους τραυματίες, εξελίχθηκε σε πρόβλημα δημόσιας υγείας: η χρήση του πέρασε από τα πεδία των μαχών στην ευρύτερη κοινωνία. Το όπιο, το προϊόν παπαρούνας από το οποίο προέρχονται τόσο η μορφίνη όσο και η ηρωίνη, ήταν το πρώτο ναρκωτικό κατά του οποίου το 1890 νομοθέτησε το αμερικανικό Κογκρέσο επιβάλλοντας φόρους στα οπιούχα. Η νομοθεσία περί ναρκωτικών και γενικότερα περί ψυχοτρόπων ουσιών υπήρξε γενικά αμήχανη· ακολουθούσε λίγο-πολύ τις διατάξεις για τα οινοπνευματώδη, τα οποία, όπως είναι ευρέως γνωστό, ήταν έκνομα από το 1919 μέχρι το 1933.

Το 1969, επί Ρίτσαρντ Νίξον, κατατέθηκε σχέδιο 10 σημείων για τον περιορισμό της χρήσης παράνομων ναρκωτικών ουσιών: τότε στη Νέα Υόρκη υπήρχαν περίπου 40.000 καταγεγραμμένοι ηρωινομανείς και ο αριθμός τους αυξανόταν κατά 7.000-9.000 ετησίως. Δύο χρόνια αργότερα, ο Νίξον χαρακτήρισε την τοξικομανία υπ’ αριθμόν 1 δημόσιο κίνδυνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ το 1978, ο ειδικός εισαγγελέας της (ανατολικής περιοχής) της Νέας Υόρκης, Στέρλινγκ Τζόνσον, δήλωσε ότι το κέντρο διακίνησης ναρκωτικών του έθνους ήταν το Χάρλεμ. Πράγματι, οι λαθρέμποροι πουλούσαν παράνομες ουσίες στους δρόμους: άνθρωποι από πέντε πολιτείες συνέρρεαν στο Χάρλεμ για να αγοράσουν ηρωίνη· και πολλοί από αυτούς, ιδιαίτερα αν ήταν μαύροι, κατέληγαν στο φυλακή. Η ποινικοποίηση της ηρωίνης είχε σοβαρές συνέπειες όχι μόνο στη δημόσια υγεία και ασφάλεια, αλλά και στο σύστημα της Δικαιοσύνης: τα δικαστήρια δεν προλάβαιναν να εκδικάζουν υποθέσεις ναρκωτικών και ο πληθυσμός των φυλακών ξεπέρασε κατά πολύ τη χωρητικότητά τους. Αλλά, καθώς τα προγράμματα αποτοξίνωσης που εφαρμόστηκαν από τη δεκαετία του 1960 απέτυχαν, ο κυβερνήτης της πολιτείας της Νέας Υόρκης Νέλσον Ροκφέλλερ (1959-1973) υπέκυψε στις λαϊκές πιέσεις για την επιβολή αυστηρότερων ποινών για παραβιάσεις σχετικές με τα ναρκωτικά: έτσι, από τις αρχές του 1973 ανακοίνωσε σχέδιο που προέβλεπε ποινές από 15 χρόνια μέχρι ισόβια για ορισμένους παραβάτες, ακόμα κι όταν επρόκειτο για χρήστες μαριχουάνας. Πολλές πολιτείες ακολούθησαν το παράδειγμα της Νέας Υόρκης, με αποτέλεσμα να επιβάλλονται δυσανάλογα σκληρές ποινές και να εκτοξευτεί η εγκληματικότητα. Οι νομοθέτες είχαν κάνει μια τρύπα στο νερό.

Αν και το 1979 το παραδέχτηκαν, καθιστώντας στους νόμους ελαφρώς επιεικέστερους για τη μαριχουάνα, ο αριθμός των κρατουμένων για κατηγορίες ναρκωτικών δεν έπαψε να αυξάνεται. Ακολούθησαν διαδοχικές μικρομεταρρυθμίσεις μέσω των οποίων δόθηκε ελευθερία στους δικαστές να κρίνουν ποιος ναρκομανής θα μπαίνει φυλακή και για πόσο καιρό, ποια είναι τα ελαφρυντικά και κατά πόσο θα παίζει ρόλο η προθυμία του για ένταξη σε πρόγραμμα αποτοξίνωσης. Το αποτέλεσμα ήταν χαώδες: μερικοί δικαστές έκλειναν τα βαποράκια στη φυλακή και πετούσαν το κλειδί· στην πραγματικότητα, εξαρτιόταν από τον δικηγόρο υπεράσπισης και, με τη σειρά της, η ποιότητα της υπεράσπισης εξαρτιόταν από την αμοιβή. Αυτή η κατάσταση έχει αλλάξει αρκετά εφόσον σήμερα οι δικαστές κάνουν διάκριση μεταξύ ελαφρών και σκληρών ναρκωτικών, μεταξύ pushers και χρηστών.

Mετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, μεγάλο μέρος της διανομής της ηρωίνης επικεντρώθηκε στη Νέα Υόρκη, και ιδιαίτερα στο Χάρλεμ

Πράγματι, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, μεγάλο μέρος της διανομής της ηρωίνης επικεντρώθηκε στη Νέα Υόρκη, και ιδιαίτερα στο Χάρλεμ. Σ’ αυτό ο Στέρλινγκ Τζόνσον είχε δίκιο. Αλλά υπήρχαν συγκεκριμένες αιτίες: το εμπόριο ναρκωτικών πρόσφερε στους Χαρλεμίτες οικονομικές ευκαιρίες στις οποίες δεν είχαν πρόσβαση λόγω των φυλετικών διακρίσεων και της αποβιομηχάνισης στο μεταπολεμικό Μανχάτταν. Κι ενώ οι «λευκοί» κατανάλωναν μαριχουάνα και βενζενδρίνη (θειική αμφεταμίνη), οι «έγχρωμοι» στράφηκαν προς την ηρωίνη η οποία δεν άργησε να εξαπλωθεί στη λευκή νεολαία. Αυτή η φυλετική και ταξική μετατόπιση συνέβαλε στη νομική μεταρρύθμιση, δηλαδή στο να θεωρούνται οι χρήστες ασθενείς, όχι εγκληματίες, και να προωθούνται σε κέντρα αποτοξίνωσης —ωστόσο, συχνά, η χρήση ηρωίνης συνδεόταν με διακίνηση και εμπορία, πορνεία, εκβίαση και άλλα αδικήματα, πράγμα που και πάλι σήμαινε δίκες, καταδίκες και φυλακίσεις.

Η αλήθεια είναι ότι δαπανήθηκαν μεγάλα ποσά για τη δημιουργία μονάδων αποτοξίνωσης σε περιοχές λευκών, ενώ στο Χάρλεμ την επίλυση του προβλήματος ανέλαβαν οι τοπικές κοινότητες, οι οποίες άλλοτε εξασφάλιζαν κρατική χρηματοδότηση, άλλοτε όχι. Πάντως, οι προσπάθειες δεν έλειψαν είτε σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών, είτε σε επίπεδο πολιτειακών θεσμών. Και παρ’ όλ’ αυτά, η χρήση ναρκωτικών αυξήθηκε ακολουθώντας τις ταξικές γραμμές: οι φτωχότεροι κατανάλωναν ηρωίνη, οι πλουσιότεροι κοκαΐνη· σε ορισμένους κύκλους γινόταν χρήση LSD και άλλων ψυχαγωγικών ουσιών που, στο μεταξύ, είχαν τεθεί εκτός νόμου. Στις δεκαετίες 1960-1970, καθώς ξεφύτρωναν αγωνιστικές οργανώσεις Αφρο-αμερικανών —οι Μαύροι Πάνθηρες, οι Black Liberators, οι συμμορίες φυλακών όπως η Black Guerrilla Family— οι αρχές έκαναν τα στραβά μάτια στη διακίνηση σκληρών ναρκωτικών στις γραμμές τους με την ελπίδα ότι θα αυτοκαταστρέφονταν. Η πολιτική των ναρκωτικών στη μαύρη κοινότητα αποτελεί πολύ μακρά συζήτηση που σχετίζεται τόσο με την κεντρική πολιτική όσο και με τη διαφθορά της αστυνομίας —η οποία σήμερα έχει αντιμετωπιστεί με αρκετή επιτυχία. Πάντως, η ευρύτερη χρήση παράνομων ουσιών μεταξύ των Αφρο-Αμερικανών στη Νέα Υόρκη συγκριτικά με τους λευκούς —ακόμα και συγκριτικά με τους ισπανόφωνους— είναι αναμφισβήτητη.

© Spencer Platt/Getty Images/Ideal Image

Η σημερινή κυριαρχία του Fentanyl δεν έχει παραμερίσει τα παλιότερα ναρκωτικά. Η εισροή τεράστιων ποσοτήτων κολομβιανής κοκαΐνης έχει ευνοήσει την επιστροφή του κρακ και μάλιστα σε τιμές που δεν έχουν παρατηρηθεί εδώ και δεκαετίες: μπορείς να προμηθευτείς μια γερή δόση με μόλις 5 δολάρια. Εξαιτίας της μεγάλης προσφοράς, οι συμμορίες στο Άνω Μανχάτταν, κυρίως γύρω από τα Ουάσιγκτον Χάιτς, ανταγωνίζονται η μία την άλλη στις γωνίες των δρόμων, όπως συνέβαινε πριν από 30 χρόνια. Ακόμα και η «κανονική» κοκαΐνη —κάποτε σύμβολο της  απληστίας της Wall Street— τώρα πωλείται για περίπου 10 δολάρια η δόση. Οι μεγάλες ποσότητες που έχουν φτάσει στη Νέα Υόρκη αποδίδονται σε χαλάρωση των γεωργικών περιορισμών στην Κολομβία: μιλάμε για αύξηση 50% στην παραγωγή, με τις καλλιέργειες να καλύπτουν τώρα 245.000 εκτάρια — από 160.000 εκτάρια κατά τη διάρκεια της κορύφωσης της τρέλας της κοκαΐνης στη δεκαετία του 1990. Παραλλήλως, έχει αυξηθεί η παραγωγή στο Μεξικό, στη Γουατεμάλα και στην Ονδούρα. Για να καταναλωθεί όλο αυτό το εμπόρευμα, παρότι την κεντρική θέση έχει πάρει το Fentanyl, παρασκευάζονται μείγματα με κοκαΐνη, φεντανύλη, ηρωίνη, τραμαδόλη και το κτηνιατριακό ηρεμιστικό ξυλαζίνη (γνωστό ως Τranq) —ένα κοκτέιλ που σε στέλνει αδιάβαστο. Δεν μπαίνει θέμα «υπερβολικής δόσης», κάθε δόση είναι υπερβολική. Πρόκειται για τη σημερινή εκδοχή του speedball (ηρωίνη και κοκαΐνη) της δεκαετίας του 1970 —το οποίο επίσης σε έστελνε αδιάβαστο. Η παρούσα κατάσταση με τη φαιντανύλη μοιάζει μ’ εκείνη του LSD, υπό την έννοια ότι αμφότερες οι ουσίες προέρχονται από τις φαρμακευτικές εταιρείες. Το εκπληκτικό είναι ότι στις περισσότερες περιπτώσεις θανάτων από υπερβολική δόση μείγματος ηρωίνης-φαιντανύλης, ενοχοποιείται περισσότερο η φαιντανύλη και, όχι σπάνια, οι χρήστες δεν ξέρουν ότι στο ενέσιμο ναρκωτικό που προμηθεύονται υπάρχει η εν λόγω ουσία. Όπως δείχνουν τα τοξικολογικά δεδομένα, οι χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών δεν φαίνεται να έχουν τη δυνατότητα να αποφύγουν τη φαιντανύλη.

Όπως είπα, οι προσπάθειες να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της υγείας και της νομιμότητας δεν έλειψαν. Επί προεδρίας Τζίμμυ Κάρτερ, αποποινικοποιήθηκε η προσωπική χρήση μαριχουάνας, αλλά η πόλη της Νέας Υόρκης έφτασε στο ναδίρ και η ναρκομανία ήταν μια από τις αιτίες της παρακμής της: συνοικίες που σήμερα θεωρούνται τα ακριβότερα μέρη στον κόσμο, ήταν Needle Parks· γίνονταν κατά μέσον όρο 5 ανθρωποκτονίες ημερησίως, χώρια οι ένοπλες ληστείες και οι επιθέσεις καταμεσής στον δρόμο. Και παρότι γινόταν λόγος για «ναδίρ», η κατάσταση χειροτέρεψε ακόμα περισσότερο: η εκστρατεία κατά των ναρκωτικών του Ρόναλντ Ρέιγκαν ήταν μυωπική· παρά τη διαφώτιση και τα συνθήματα «Just Say No!», η χρήση επεκτάθηκε και το φυλετικό χάσμα οδήγησε σε κατακόρυφη αύξηση του μαύρου πληθυσμού των φυλακών με θλιβερές συνέπειες για τις μαύρες κοινότητες. Παραλλήλως, διοχετεύτηκε στην αγορά το κρακ, μια μορφή κοκαΐνης που μπορούσε να καπνιστεί μετά από μαγείρεμα με σόδα. Το κάπνισμα του κρακ πρόσφερε σύντομη αλλά έντονη ευφορία στους καπνιστές και στη συνέχεια τούς σκότωνε.

Το 2022, οι θάνατοι από υπερβολική δόση στη Νέα Υόρκη έφτασαν τους 3.026: αύξηση κατά 12% από το 2021. Η φαιντανύλη εντοπίστηκε στο 81% αυτών των θανάτων.

Το 2022, οι θάνατοι από υπερβολική δόση στη Νέα Υόρκη έφτασαν τους 3.026: αύξηση κατά 12% από το 2021. Η φαιντανύλη εντοπίστηκε στο 81% αυτών των θανάτων. Και πάλι οι μαύροι και οι Λατίνοι εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά θανάτου από υπερβολική δόση και τις μεγαλύτερες αυξήσεις από το 2021 μέχρι το 2022. Η εντυπωσιακή διαφορά από τις προηγούμενες κρίσεις ναρκομανίας, είναι ότι το υψηλότερο ποσοστό υπερδοσολογίας παρατηρείται σε άτομα 55-64 ετών και το αμέσως χαμηλότερο σε άτομα 45-54 ετών. Σε ορισμένες γειτονιές του Μπρονξ και του Μπρούκλυν όπου η κατανάλωση είναι πολύ μεγάλη, διανέμονται κιτ ναλοξόνης η οποία δρα ως αντίδοτο στη φεντανύλη. Έτσι κι αλλιώς, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της πολιτείας, 1,9 εκατομμύρια Νεοϋρκέζοι θεωρούνται εθισμένοι σε κάποιο φάρμακο (συνταγογραφούμενα οπιοειδή, ηρεμιστικά και διεγερτικά) ή σε ναρκωτική ουσία· από αυτούς 156.000 είναι μεταξύ 12 και 17 ετών.

Είναι δύσκολο να αποτιμήσω τη συνολική εικόνα σχετικά με την τοξικομανία στη Νέα Υόρκη: έχω δει την πόλη σε χειρότερη, σε πολύ χειρότερη κατάσταση· κι αν δεν το δείχνουν οι στατιστικές —1.986 θάνατοι από ναρκωτικά το 1990-92, 3.200 το 2023— είναι επειδή στο παρελθόν οι αρχές διαχειρίζονταν τους αριθμούς με περισσότερη προχειρότητα. Σήμερα, αν και η κρίση των οπιοειδών δεν μπορεί να αγνοηθεί, η Νέα Υόρκη είναι ασφαλής όσο ασφαλής μπορεί να είναι μια αμερικανική μεγαλούπολη.