Αμερικανική εξωτερική πολιτική και κοινωνικές τάξεις
© Ted Soqui/Sygma via Getty Images
Κοσμος

Αμερικανική εξωτερική πολιτική και μαγική σκέψη

Στο όγδοο άρθρο για την αμερικανική εξωτερική πολιτική η Σώτη Τριανταφύλλου αναλύει τις φαντασιώσεις και τους ευσεβείς πόθους που επηρεάζουν τις αμερικανικές αποφάσεις
Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
15’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Εξωτερική πολιτική ΗΠΑ - 8ο μέρος: Αμερικανική εξωτερική πολιτική και μαγική σκέψη

Διαβάστε το πρώτο μέρος «Αμερικανική Γεωγραφία» ΕΔΩ
Διαβάστε το δεύτερο μέρος «Υπάρχει αμερικανική ψυχή;» ΕΔΩ
Διαβάστε το τρίτο μέρος «Αμερικανικός επαρχιωτισμός και αμερικανικός εξαιρετισμός» ΕΔΩ
Διαβάστε το τέταρτο μέρος «Υπάρχουν δύο Αμερικές;» ΕΔΩ
Διαβάστε το πέμπτο μέρος «Ο εχθρός του εχθρού είναι φίλος μου» ΕΔΩ
Διαβάστε το έκτο μέρος «Ιδεολογίες και φιλοσοφίες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής» ΕΔΩ

Διαβάστε το έβδομο μέρος «Αμερικανική εξωτερική πολιτική και κοινωνικές τάξεις» ΕΔΩ

Ο τρόπος σκέψης μεγάλου μέρους των Αμερικανών, δεν έχει απομαγευτεί: oι δεισιδαιμονίες, η αιτιώδης συσχέτιση άσχετων γεγονότων, οι ανορθολογικές πεποιθήσεις είναι πολύ πιο διαδεδομένες στις ΗΠΑ απ’ ό,τι στις υπόλοιπες ανεπτυγμένες χώρες. Η πίστη στην ύπαρξη υπερφυσικών δυνάμεων ―όχι μόνο ενός Θεού, αλλά και αγγέλων και του Διαβόλου ο οποίος ωθεί τον κόσμο προς το Κακό με ένα είδος διελκυστίνδας με τον, «κατά τα άλλα» Παντοδύναμο― μαζί με την ιδέα ότι οι προσωπικές σκέψεις μπορούν να επηρεάσουν τον εξωτερικό κόσμο (ευχές, προσευχές, «speak something into existence») επηρεάζουν την αμερικανική ζωή και πολιτική.

Αν και το κεντρικό στοιχείο της μαγικής σκέψης είναι ότι δεν απαιτεί συσχέτιση των γεγονότων, ο ακριβής ορισμός της ποικίλλει μεταξύ διαφορετικών τομέων μελέτης. Στην ανθρωπολογία, η μαγική σκέψη συνδέεται με τις θρησκευτικές τελετουργίες, με την προσευχή, με τη θυσία ή με την τήρηση ενός ταμπού προσδοκώντας όφελος ή ανταμοιβή. Στην ψυχολογία είναι η πεποίθηση ότι οι σκέψεις κάποιου από μόνες τους μπορούν να φέρουν αποτελέσματα στον κόσμο· το να σκέφτεσαι κάτι μπορεί να καταλήξει στη δημιουργία του ή στην αποφυγή του. Στην ψυχιατρική, η μαγική σκέψη υποδηλώνει την εσφαλμένη πεποίθηση ότι οι σκέψεις, οι πράξεις ή τα λόγια κάποιου θα προκαλέσουν ή θα αποτρέψουν μια συγκεκριμένη συνέπεια με τρόπο που αψηφά ή παρακάμπτει τους νόμους της αιτιότητας. Στη θρησκεία και στη λαϊκή φαντασία, οι κατάρες, οι ευλογίες και τα ξόρκια υποτίθεται ότι μπορούν να φέρουν καλοτυχία ή κακοτυχία, ανταμοιβή ή εκδίκηση και τιμωρία. Αλλά, παρά την προφανή άποψη ότι η μαγεία είναι ανορθολογική, η καθημερινή εμπειρία δείχνει ότι οι μαγικές διαδικασίες έχουν κάποια αποτελεσματικότητα στην άσκηση ελέγχου στο περιβάλλον. Το επιβεβαιώνει και ο Claude Lévi-Strauss [1].

«Magic, Science and Religion» (1954) ο Bronisław Malinowski

Στο «Magic, Science and Religion» (1954) ο Bronisław Malinowski αναλύει τη μαγική σκέψη κατά την οποία οι λέξεις και οι ήχοι πιστεύεται ότι έχουν την ικανότητα να επηρεάζουν τον κόσμο: πρόκειται για σκέψη εκπλήρωσης επιθυμιών που υπαγορεύει την αποφυγή αναφοράς σε ορισμένα θέματα ή οντότητες («μη μιλάς για τον διάβολο γιατί θα εμφανιστεί») και τη χρήση ευφημισμών, μετωνυμιών και μεταφορών. Ένα μεγάλο μέρος των Αμερικανών, ίσως το ένα τρίτο του πληθυσμού, σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο ―και σε ορισμένες πολιτείες του Νότου η μαγική σκέψη συνοδεύεται από μαγικές πρακτικές. Αν και η επιστημονική πρόοδος δεν ήταν ανάθεμα για τις περισσότερες εκκλησίες του 19ου και του 20ού αιώνα, και παρά τη μεγάλη τεχνολογική πρόοδο της χώρας, το επιστημονικό πνεύμα δεν γενικεύτηκε στις αμερικανικές μάζες: το απαξιώνουν οι μεταφυσικές αιρέσεις, οι θρησκευτικοί ποιμένες και τα αντισυστημικά ΜΜΕ. Όσο για την εξωτερική πολιτική, εκλαμβάνεται, τουλάχιστον από το ένα τρίτο των Αμερικανών, ως ένα πεδίο μάχης του Καλού με το Καλό πάνω από το οποίο φτεροκοπούν άγγελοι και δαίμονες. Στο μεταξύ, η κυβέρνηση, για να αποκρύψει τα κρατικά μυστικά υποτίθεται ότι επιδίδεται σε έλεγχο του νου των πολιτών μέσω υψηλής τεχνολογίας: η υπόθεση του Manchurian candidate που στοίχειωνε το αμερικανικό κοινό στον Ψυχρό Πόλεμο έχει μεταλλαχθεί στη φοβία της πλύσης εγκεφάλου εκ μέρους του Κατεστημένου των Liberals.

«Magic, Science and Religion» (1954) ο Bronisław Malinowski

Το φαντασιωτικό-μεταβιομηχανικό σύμπλεγμα των ΗΠΑ

Σε συζητήσεις για την εξέλιξη ενός εσωτερικού ή διεθνούς προβλήματος αναφέρεται συχνά η ελπίδα της θεϊκής παρέμβασης, σαν να μη διαφέρει σε τίποτα μια συζήτηση για τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου από μια συζήτηση της Oprah Winfrey με τον Larry King, όπου η Oprah ισχυριζόταν ότι πήρε τον ρόλο στην ταινία «Πορφυρό χρώμα» επειδή εισακούστηκαν οι δεήσεις της στον Κύριο. Προσπαθώντας να εξισορροπήσουν την πολιτική, την ψυχαγωγία και τα hard facts, οι ΗΠΑ φαίνονται απομακρυσμένες από την πραγματικότητα σαν να ίπτανται σε έναν κόσμο ονειροφαντασιώσεων και ευσεβών πόθων. Το 2001 το τρομοκρατικό χτύπημα της Αλ Κάιντα κατέπληξε τους πάντες· το 2012, με την εκλογή του Ομπάμα στην προεδρία πολλοί φάνηκαν να πέφτουν από τα σύννεφα (ιδιαίτερα ο Mitt Romney)· το 2016 η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ τους κατέπληξε όλους: αυτό είναι το πρόβλημα του Manifest Destiny· αν και οι Αμερικανοί πιστεύουν ότι είναι προικισμένοι με ιερό καθήκον κι ότι υπερέχουν έναντι των άλλων εθνών, έχουν καλλιεργήσει κάθε είδους αυταπάτες ―ζουν σε ένα κόσμο που ο Kurt Andersen ονομάζει fantasyland [2]. Aναζητώντας την καταγωγή της μαγικής σκέψης στην Αμερική ο Αndersen και περιγράφει την εξέλιξή της τα τελευταία πεντακόσια χρόνια: τις αυταπάτες της χρυσοθηρίας (fool’s gold), τους λανθασμένους υπολογισμούς που οφείλονταν στη θρησκοληψία, τις παραδεισένιες φαντασιώσεις που οργίασαν στη δεκαετία του 1960 ― άλλωστε, από τότε χρονολογείται ο καινούργιος κανόνας στα νοητικά λειτουργικά τους συστήματα: Do your thing, βρες τη δική σου πραγματικότητα· όλα επιτρέπονται κι όλα είναι σχετικά. Anything goes! Ο ακραίος προτεσταντισμός των πρώτων αποίκων στερούσε τα προνόμια της λογικής και της επιστήμης έναντι της παραμυθίας η οποία κορυφώθηκε αργότερα με εκδηλώσεις όπως η χίπικη μεταφυσική, οι εναλλακτικές πρακτικές υγείας και η σύνδεση του προτεσταντισμού με τις ανατολικές μαγείες. Σύμφωνα με τον Andersen, μόνο σε μια fantasyland ένας δισεκατομμυριούχος σαν τον Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να εκλεγεί πρόεδρος και να αναδειχθεί λαϊκιστής ήρωας της εργατικής τάξης.

Πού οφείλεται όμως αυτή η επιβίωση της μαγικής σκέψης στις ΗΠΑ; Οπωσδήποτε η ποικιλία των θρησκειών, η απουσία επίσημου δόγματος, τροφοδοτεί περισσότερο από αλλού την έννοια των πολλαπλών αληθειών: επικρατεί μια ακραία μορφή υποκειμενισμού που επιτρέπει στον καθένα να προσκολλάται όχι μόνο στη γνώμη του, αλλά στα δικά του δεδομένα. Εκτός από στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα, οι ΗΠΑ είναι φαντασιωτικό-μεταβιομηχανικό σύμπλεγμα, στο οποίο, αυτό το ένα τρίτο του πληθυσμού, εκτός του ότι πιστεύει σε δαίμονες και αγγέλους, σκαρώνει και υιοθετεί θεωρίες συνωμοσίας. Αν και βεβαίως η ταχύτητα και το εύρος της διάδοσής τους έχουν περάσει σε διαφορετικό επίπεδο από την εκλαΐκευση του Διαδικτύου στη δεκαετία του 1990, η ανορθολογική καχυποψία και οι παρανοειδείς διαταραχές κατέστησαν τις αμερικανικές ψευδαισθήσεις τόσο ζωντανές και πειστικές ώστε οι Αμερικανοί έμαθαν να κατοικούν μέσα τους.  Ο Roosevelt σχολίασε την αμερικανική παράνοια στην τέταρτη εναρκτήρια ομιλία του το 1945: «Μάθαμε την απλή αλήθεια, όπως έλεγε ο Emerson, ότι “Ο μοναδικός τρόπος να έχεις κάποιον φίλο είναι να είσαι εσύ φίλος του”: δεν μπορούμε να πετύχουμε διαρκή ειρήνη αν προσεγγίζουμε τον κόσμο με καχυποψία, έλλειψη εμπιστοσύνης ή φόβο.» Στην πορεία της ιστορίας, ο βαθμός αποσύνδεσης από την πραγματικότητα κυμαινόταν ― από το τέλος της δεκαετίας του 1950 μέχρι την αρχή της δεκαετίας του 1970, οι Αμερικανοί φοβούνταν καθ’ υπερβολή την κομμουνιστική διείσδυση, κι όπως είναι γνωστό στη δεκαετία του 1950, η φαντασία τους αποχαλινώθηκε: ένιωθαν ότι απειλούνταν από εισβολή εξωγήινων κι από αλλόκοτα πλάσματα με λέπια που αναδύονταν από πηχτές γαλάζιες λίμνες. Ένα μεγάλο μέρος της εξωτερικής πολιτικής μετά το 1945 βασίστηκε σε θεωρίες συνωμοσίας, επικά όνειρα και εξίσου επικές φαντασιώσεις οι οποίες κυριαρχούσαν επί της νηφάλιας, ορθολογικής και εμπειρικής σκέψης.

Ένα από τα αμερικανικά δίπολα είναι η ευπιστία-καχυποψία η οποία διαπερνά το κοινωνικό σώμα. Αυτό το μεγάλο μέρος Αμερικανών που πιστεύει στην ιστορία της δημιουργίας στη Γένεση, στην τηλεπάθεια, στα φαντάσματα, στον παράδεισο ως ουράνιο τόπο, καθώς και σε έναν προσωποποιημένο Θεό που ίσως έχει μακριά γενειάδα και στρογγυλοκάθεται στα σύννεφα, οδηγείται συχνά στην ιδέα ότι διενεργούνται εξεζητημένα κρατικά πειράματα [3] που συγκαλύπτονται: πειράματα και σκοτεινές δυνάμεις επιδεινώνουν φόβους για επικείμενο Αρμαγεδδώνα. Ο πανικός του πυρηνικού πολέμου στις δεκαετίες του 1950 και 1960 πιθανότατα υπερέβαινε τη λογική ενώ οι φαντασιώσεις με τους ιπτάμενους δίσκους δεν περιορίστηκαν στη κουλτούρα της επιστημονικής φαντασίας: απασχόλησαν την εξωτερική πολιτική. Ο Ronald Reagan έκανε λόγο για το ενδεχόμενο επίθεσης εξωγήινων στη συνάντηση κορυφής της Γενεύης και φέρεται να συμφώνησε με τον Γκορμπατσόφ ότι σε τέτοια περίπτωση οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ θα αλληλοβοηθούνταν.

Ancient Aliens: Ronald Reagan's Shocking UFO Encounter

Τις τελευταίες δεκαετίες το mainstream που υποτίθεται ότι εμποδίζει μέσω της πεζής λογικής την απόλαυση του κατάφωρα αναληθούς ή παράλογου ―τα liberal μέσα ενημέρωσης, η ακαδημαϊκή κοινότητα, η κυβέρνηση, οι άνθρωποι των μεγάλων επιχειρήσεων, οι επαγγελματικές ενώσεις, οι έγκυροι διαμορφωτές γνώμης― έχει απαξιωθεί και υποχωρήσει. Τα καλωδιακά και ηλεκτρονικά ΜΜΕ παρουσιάζουν αναίσχυντα θαυματουργές θεραπείες, ενώ μεταδίδουν ντοκιμαντέρ με γοργόνες και τέρατα ωθώντας το κοινό σε μια Χώρα Θαυμάτων. Με λίγα λόγια, η αμερικανική φαντασία, όπως αποτυπώθηκε από το 1692 στο Σέιλεμ της Μαχασουσέτης όπου κυνηγούσαν μάγισσες και στη συνέχεια στον μορμονισμό του Joseph Smith ―τη γηγενή αμερικανική θρησκεία― μέχρι τον σόουμαν P. T. Barnum που ήταν ειδικός στην επινόηση και διάδοση hoaxes, φτάσαμε στη Scientology, στους τηλευαγγελιστές, στον Billy Graham, στους αναγεννημένους χριστιανούς και στον Ντόναλντ Τραμπ: έτσι είναι αν έτσι νομίζετε. Το άθροισμα της ακραίας θρησκείας, της βιομηχανίας του θεάματος, της ψυχεδέλειας της δεκαετίας του 1960 και του Διαδικτύου είναι η συγχώνευση της πραγματικότητας με τη φαντασία.

Το παρανοϊκό στιλ της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής

Η πρόσληψη των εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών στις ΗΠΑ συνοδεύεται από θρησκευτικομαγική εικονοποιία: αν ανατρέξουμε στην εποχή του πολέμου στο Βιετνάμ θα διαπιστώσουμε ότι τόσο οι αποφάσεις που αφορούσαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, όσο και ο τρόπος με τον οποίον προσελάμβανε την όλη υπόθεση το αμερικανικό κοινό βασίζονταν σε ευσεβείς πόθους. Στο βιβλίο του «Στρατιές της νύχτας» για τις διαδηλώσεις στην Ουάσιγκτον το φθινόπωρο του 1967, ο Norman Mailer αναφέρει συνθήματα όπως «Έξω οι δαίμονες, έξω —πίσω στο σκοτάδι, υπηρέτες του Σατανά!» καθώς και απόπειρες εξορκισμού που θα ύψωναν το κτίριο του Πενταγώνου ώσπου να διαλυθεί η κακή ενέργεια. Η περίτεχνη παράνοια ήταν χαρακτηριστικό τόσο της ακροδεξιάς που έκανε λόγο για κομμουνιστική συνωμοσία, όσο και της αριστεράς που κατηγορούσε τις μεγάλες επιχειρήσεις για περίπλοκες συνωμοσίες σε συνεργασία με το διεθνές κεφάλαιο και τη CIA. Συνωμοσίες συνέβαιναν πάντοτε αλλά στη δεκαετία του 1970 ενσωματώθηκαν, μέσω της πολιτικής ρητορικής, των ΜΜΕ και του Χόλιγουντ —«The Parallax View», «Τρεις μέρες του Κόνδορα» «NΑΣΑ: Επιχείρηση Άρης», «Επιχείρηση Ντόμινο»― στο συλλογικό φαντασιακό. Η πραγματική ζωή έκανε αληθοφανείς τις πιο απίθανες φανταστικές ιστορίες αληθοφανείς: η διείσδυση του FBI σε αριστερές οργανώσεις, η διάρρηξη στα γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος, μια σειρά covert affairs σε ξένες χώρες ―πραξικοπήματα, μυστικές στρατιωτικές βάσεις και κατάσκοποι― δημιούργησαν την εικόνα μιας πολυπλόκαμης και πανίσχυρης αμερικανικής εξουσίας. Πολυπλόκαμη ήταν, πανίσχυρη δεν ήταν.

Το να ερμηνεύεις όλα τα γεγονότα μέσω θεωριών συνωμοσίας, παραβλέποντας συχνά τα δεδομένα περί του αντιθέτου, διαφέρει από την ιδέα ότι όλες οι γνώμες είναι «σεβαστές». Εξάλλου, στην πράξη, δεν είναι όλες σεβαστές· τα ΜΜΕ και οι κύκλοι της εξουσίας δίνουν χώρο σε μερικές όταν συμφέρει την πολιτική τους, ενώ παραμερίζουν άλλες: για παράδειγμα, στη δεκαετία του 1970, η φημολογία περί UFO άρχισε να επηρεάζει την κοινή γνώμη σχετικά με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Μήπως ο Erich von Däniken [4] είχε δίκιο; Μήπως έπρεπε να ενισχυθεί ο αμυντικός προϋπολογισμός προκειμένου να αντιμετωπιστεί ενδεχόμενη εισβολή εξωγήινων; Το αποτέλεσμα ήταν οι περισσότερες προεδρίες να ασχολούνται με τα UFO [5] δαπανώντας ομοσπονδιακό χρήμα για να αποδεικνύεται κάθε φορά ότι τα UFO δεν ήταν UFO αλλά κάτι απογοητευτικά γήινο.

Οι ακαδημαϊκές μόδες, όπως εκείνη του Michel Foucault ο οποίος θεωρούσε τον ορθολογισμό καταπιεστικό εργαλείο που δεν λειτουργεί πια ως τρόπος κατανόησης του κόσμου, συνέβαλαν σ’ αυτή την ομίχλη της υποκειμενικότητας στο περιβάλλον των αμερικανικών campuses. Tο αποτέλεσμα ήταν η πολιτική ορθότητα που με τη σειρά της δημιούργησε τους «νέους αντιδραστικούς» που είχε προβλέψει και εντοπίσει ο Daniel J. Boorstin ήδη από το 1974 [6]· τους ανθρώπους εκείνους που από νευρικό ακτιβισμό αρνούνται τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα. Στη συνέχεια, η προεδρία του Reagan ήταν o θρίαμβος της συγχώνευσης αλήθειας και ψυχαγωγίας ―ακόμα και το αμυντικό διαστημικό πρόγραμμα πήρε το χολιγουντιανό όνομα «Πόλεμος των άστρων»― ενώ η δεξιά κατάφερε να καταργήσει το ομοσπονδιακό Δόγμα Αμεροληψίας, που είχε θεσπιστεί για να μην είναι ιδεολογικά μονόπλευρες οι ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές. Μέχρι τότε, τη συντηρητική άποψη έκφραζε, με έναρθρο και σοβαρό τρόπο, ο William F. Buckley Jr., η διεβδομαδιαία National Review και το μηνιαίο American Spectator ― κι όταν το Δόγμα Αμεροληψίας βγήκε από τη μέση, ο Rush Limbaugh εγκαινίασε τα ακροδεξιά συνωμοσιολογικά ΜΜΕ και έκτοτε διάφοροι εξτρεμιστές ―ο Alex Jones, o Ron Watkins― τοποθετούνται  επί παντός πολιτικού ζητήματος σκαρώνοντας θεωρίες συνωμοσίας σε συνεργασία με τα χριστιανικά ΜΜΕ. Η κατάργηση του Δόγματος της Αμεροληψίας σήμαινε ένα καινούργιο αμερικανικό laissez-faire και τη μετακίνηση του πολιτικού διαλόγου στο επίπεδο των X Files: στα ΜΜΕ άρχισαν να ακούγονται όλο και περισσότεροι ανακριβείς και παράλογοι ισχυρισμοί που θεωρούνταν το τίμημα της ελευθερίας του λόγου. Το Fox News μετέφερε τη δεξιά του Limbaugh από το ραδιόφωνο στην εθνική τηλεόραση, προσφέροντας στους θεατές 24ωρη καθηλωτική εμπειρία προπαγάνδας: ο φατριακός, κομματικός λόγος του Fox επηρέασε τόσο την εξωτερική πολιτική όσο και την πρόσληψή της από το κοινό. Προσετέθη η ελευθερία του λόγου στο Διαδίκτυο και η επιρροή του των κοινωνικών δικτύων που καταργούσαν de facto το Δόγμα της Αμεροληψίας. Έτσι, αφαιρέθηκε από τον λόγο της δεξιάς η αγκύρωση στην πραγματικότητα που είχαν άνθρωποι όπως ο William Buckley Jr ή ο Χένρι Κίσιντζερ. Παραλλήλως ,ενισχύθηκε η μαγική σκέψη της αριστεράς η οποία οφείλεται λιγότερο στη θρησκεία ή στον παρανοϊκό συνωμοσιολογισμό [7] και περισσότερο στις αφελείς φαντασιώσεις της δεκαετίας του 1960 και στις ανθρωπολογικές θεωρίες εκείνη της εποχής σύμφωνα με τις οποίες οι χρησμοί, οι μάντεις, τα ξόρκια και τα μαγικά αντικείμενα δεν πρέπει απλώς να γίνονται σεβαστά, αλλά να θεωρούνται ισοδύναμα με τη λογική και την επιστήμη. 

«The Paranoid Style in American Politics» του  Richard J. Hofstadter

Στο «The Paranoid Style in American Politics», που ξεκίνησε ως άρθρο στο περιοδικό Harper's Magazine τον Νοέμβριο του 1964 και κυκλοφόρησε σε μορφή βιβλίου τον επόμενο χρόνο, ο Richard J. Hofstadter διερευνούσε την επιρροή των θεωριών συνωμοσίας και των «κινημάτων καχύποπτης δυσαρέσκειας» στην αμερικανική ιστορία. Ο Hofstadter συνέδεε την πολιτική του Populist Party της δεκαετίας του 1890 με τις ομάδες που στήριξαν τον Joseph McCarthy από το 1947 και σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950, αλλά δεν έζησε για να δει πώς ο George W. Bush και ο Τραμπ ώθησαν σε νέους ορίζοντες το παρανοϊκό στιλ της αμερικανικής πολιτικής, αναδεικνύοντας την ανορθολογική σκέψη της άκρας δεξιάς. Στη σημερινό περιβάλλον της πολιτικής ορθότητας και του πολιτιστικού σχετικισμού, στα μάτια των συντηρητικών, επιβεβαιώνεται ο Barry Goldwater (ένας ακόμα που πίστευε στα UFO) [8]: οι ΗΠΑ γλιστρούν στον σοσιαλισμό και η εξωτερική τους πολιτική τούς αφαιρεί τα πρωτεία στην παγκόσμιο σκηνή. 

«The Paranoid Style in American Politics» του  Richard J. Hofstadter

Όπως έγραφε ο Hofstadter, η σύγχρονη δεξιά σκέψη συνίσταται σε τρία στοιχεία: στον φόβο μιας κυβερνητικής συνωμοσίας για να να υπονομεύσει τον ελεύθερο καπιταλισμό, να κρατικοποιήσει την οικονομία και να ανοίξει το δρόμο για τον σοσιαλισμό· στην πεποίθηση ότι στον κυβερνητικό μηχανισμό έχουν εισδύσει απαίσιοι, αντι-αμερικανοί προδότες· και στην υποψία ότι τα ΜΜΕ, οι ελίτ και τα πανεπιστήμια συμμετέχουν στις εν λόγω μηχανορραφίες. Ο Hofstadter αποδίδει την παρανοϊκή διάθεση περισσότερο σε θεμελιώδεις φόβους και μίση, παρά σε διαπραγματεύσιμα συμφέροντα, στην πολιτική δράση. Καθώς η καταστροφή ή ο φόβος της καταστροφής ενθαρρύνουν την παρανοϊκή ρητορική, ήταν αναμενόμενη η έξαρση της γενικής, όχι μόνο της ειδικής, συνωμοσιολογίας μετά την 9/11.

Η μαγική σκέψη δεν είναι αποκλειστικό χαρακτηριστικό των συντηρητικών πολιτών, αν με τον όρο συντηρητικός εννοούμε το εγκρατές και συχνά συμβιβαστικό πνεύμα του πουριτανού. Οι πολιτικές αντιδράσεις όσων καταφεύγουν στη συνωμοσιολογία και στη μαγική σκέψη εκφράζουν μάλλον ένα βαθύ, αν και σε μεγάλο βαθμό ασυνείδητο μίσος για τον τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας ―πρόκειται σίγουρα για «αυταρχικές προσωπικότητες» όπως τις περιέγραφε ο Theodor Adorno στο «The Autoritarian Personality» (1950) [9], αλλά δεν πρόκειται για το παραδοσιακό είδος των συντηρητικών που δεν εκδηλώνουν διαταραχές ως προς την εξουσία και την αυθεντία, ούτε βλέπουν τον κόσμο και στο «σύστημα» σαν ένα φρικτό λάθος. Αντιθέτως, οι σημερινοί ακροδεξιοί συνωμοσιολόγοι επιδεικνύουν μια κάθε άλλο παρά συντηρητική απερισκεψία. Αν και πράγματι, η αναζήτηση της αλήθειας μπορεί να γεννήσει τέρατα, η αντίσταση στα γεγονότα που παρατηρείται στις ΗΠΑ δεν είναι η αναρχική προσέγγιση που πρότεινε ο Paul Feyerabend στο «Against Method: Outline of an Anarchistic Theory of Knowledge» (1975) [10], ισχυριζόμενος ότι η επιστήμη δεν αξίζει το προνομιακό καθεστώς που χαίρει στη δυτική κοινωνία: είναι μάλλον μια σειρά από άλματα της λογικής που δεν υπόκεινται σε δημοκρατικό έλεγχο.

Η παραφυσική στον κρατικό μηχανισμό: Άνδρες που κοιτούν κατσίκες (επιμόνως)

«The Men Who Stare at Goats» του Jon Ronson

Το ανορθολογικό, παραφυσικό στοιχείο της αμερικανικής πολιτικής περιγράφει ο Jon Ronson στο βιβλίο του «The Men Who Stare at Goats» (2004) που έγινε το πρώτο μέρος μιας τηλεοπτικής σειράς και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο [11]. Ο τίτλος αναφέρεται σε απόπειρες θανάτωσης κατσικιών κοιτάζοντάς τα και σταματώντας την καρδιά τους: ο Ronson εξερευνούσε το πώς στις δεκαετίες 1970 και 1980 ο αμερικανικός στρατός προσπαθούσε να εφαρμόσει διάφορες ιδέες New Age και να εκμεταλλευτεί παραφυσικά φαινόμενα, για την ενίσχυση των στρατιωτικών δυνατοτήτων συλλογής πληροφοριών και για την καλύτερη λειτουργική αποτελεσματικότητα. Ένα από αυτά τα στρατιωτικά προγράμματα ήταν το Stargate Project, μια μυστική μονάδα του αμερικανικού στρατού που ιδρύθηκε το 1978 στο Fort Meade του Μέριλαντ, από την Υπηρεσία Πληροφοριών Άμυνας (DIA) και την SRI International (ανάδοχος της Καλιφόρνια) για τη διερεύνηση της πιθανότητας ψυχικών φαινομένων σε στρατιωτικές και εγχώριες εφαρμογές πληροφοριών. Το Stargate, οι πρόδρομοι και τα συναφή προγράμματα έργα του, είχαν διάφορες ευφάνταστες κωδικές ονομασίες —Gondola Wish, Grill Flame, Sun Streak, Scanate— μέχρι το 1991, όταν ενοποιήθηκαν στο «Stargate Project». 

«The Men Who Stare at Goats» του Jon Ronson

Το Stargate Project που περιελάμβανε την υποτιθέμενη ικανότητα ψυχικής θέασης γεγονότων, τόπων ή πληροφοριών από μεγάλη απόσταση, αποχαρακτηρίστηκε το 1995 αφού μια έκθεση της CIA κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είχε χρησιμεύσει σε καμιά επιχείρηση συλλογής πληροφοριών. Αλλά το 1970 οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ πίστευαν ότι η Σοβιετική Ένωση ξόδευε 60 εκατομμύρια ρούβλια ετησίως για «ψυχοτρονική» έρευνα και μπήκαν στον κόπο και στα έξοδα να προσλάβουν μέντιουμ και ειδήμονες που αξιολογούσαν τα δεδομένα των μέντιουμ. Ο πιθανότατα τυχαίος εντοπισμός ενός χαμένου σοβιετικού κατασκοπευτικού αεροπλάνου το 1976 από τη Rosemary Smith, μια νεαρή διοικητική βοηθό που συμμετείχε στο πρόγραμμα, ενίσχυσε την ιδέα ότι η εξωτερική πολιτική μπορούσε να κερδίσει από τις παραψυχολογικές τεχνικές. Το 1995, τρία μέντιουμ πλήρους απασχόλησης ―ένας από τους οποίους χρησιμοποιούσε κάρτες ταρό― εξακολουθούσαν να εργάζονται με έναν προϋπολογισμό 500.000 δολαρίων ετησίως στο Fort Meade το οποίο ωστόσο έκλεισε εκείνη τη χρονιά. Τα μέντιουμ, αν και εργάζονταν σε ευαίσθητο τομέα του στρατού, ήταν περιέργως άτομα που δεν είχαν ελεχθεί: κυκλοφορούσαν στα γραφεία χωρίς ειδική άδεια.

Πάντως, το Stargate Project πρόλαβε να δημιουργήσει ένα σύνολο πρωτοκόλλων που δήθεν κάνουν την έρευνα της διόρασης και τις εξωσωματικές εμπειρίες πιο επιστημονικές, να ξοδέψει εκατομμύρια δολάρια και να διαδώσει παραμύθια για εντοπισμό κατασκόπων, σοβιετικών όπλων και τεχνολογιών. Οι επικεφαλής του, Russell Targ και Edwin C. May, ισχυρίστηκαν ότι ανάμεσα στις επιτυχίες του ήταν ο εντοπισμός σοβιετικού πυρηνικού υποβρυχίου το 1979, χαμένων πυραύλων SCUD στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου και πλουτωνίου στη Βόρεια Κορέα το 1994. Σημειώνω ότι στο πρόγραμμα τα περισσότερα στελέχη ήταν scientologists oι οποίοι περιλάμβαναν στις φιλοδοξίες τους, εκτός από την απόκτηση πληροφιών για σοβιετικές εγκαταστάσεις, την παρακολούθηση εξωγήινων «remotely». Μερικοί, εμπνευσμένοι από τον Ισραηλινό θαυματοποιό Uri Geller προσπαθούσαν, ματαίως, να μάθουν πώς να λυγίζουν τα κουτάλια και να περνάνε μέσα από τοίχους.

Stargate Revisited with Edwin C. May

Η χριστιανική δεξιά που τονίζει τον ρόλο της θρησκείας στις διεθνείς σχέσεις είναι περισσότερο «μαγική» παρά ρεαλιστική. Μολονότι πρόκειται, θεωρητικά, για προτεστάντες ή Καθολικούς που ανησυχούν για εσωτερικά προβλήματα όπως τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, οι εκτρώσεις και τα τοιαύτα, διατηρούν ομάδες πίεσης που επηρεάζουν την εξωτερική πολιτική. Καθώς στις ΗΠΑ η χριστιανική δεξιά όχι μόνο περιλαμβάνει αλλά και εκφράζεται μέσω εξτρεμιστικών αιρέσεων, όπως οι ευαγγελιστές, οι Μορμόνοι, διάφοροι αναγεννημένοι χριστιανοί και χριστιανοσιωνιστές, οι ομάδες πίεσης ορκίζονται στην Παλαιά Διαθήκη, άρα πιστεύουν στην εκδίκηση. Αυτή η θρησκευτική σκέψη δημιουργεί μιαν αντίληψη, ιδιαίτερα μεταξύ των μουσουλμάνων αποδεκτών, ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και ο χριστιανισμός συμβαδίζουν. Αλλά ο αμερικανικός «χριστιανισμός» είναι πολλαπλός —the manyness of religion— και σχετίζεται άμεσα με τα πολιτικοφιλοσοφικά διακυβεύματα καθώς και τα κινήματα που απορρέουν από αυτά (όπως είναι π.χ. το Taxed Enough Already (τσάι). Στην ουσία, η θρησκεία, η μαγεία και το θέαμα συγχωνεύονται: ενώ ο Θεός ευλογεί και τιμωρεί με τη φωνή του Τσάρτλτον Ήστον, ο Διάβολος απεργάζεται την καταστροφή μας κι έχει πολλά ποδάρια.


1. Βλ. Η άγρια σκέψη, εκδ. Πατάκη, 2019

2. Kurt Andersen, Fantasyland: How America Went Haywire, Random House, 2017.

3. Για παράδειγμα, το Πείραμα της Φιλαδέλφειας το οποίο υποτίθεται ότι πραγματοποίησε στις 28 Οκτωβρίου 1943 το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ στο Ναυπηγείο της Φιλαδέλφειας στην Πενσυλβάνια. Το αντιτορπιλικό USS Eldridge με το πλήρωμά του υποτίθεται ότι έγινε αόρατο στις εχθρικές συσκευές. Η πρώτη αναφορά στο σχετικό πείραμα εμφανίστηκε το 1966 σε γράμμα άγνωστης προέλευσης με αποδέκτη τον συγγραφέα και αστρονόμο Morris K. Jessup. Είναι σήμερα ευρέως αποδεκτό ότι ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας. Σύμφωνα με το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ, ουδέποτε πραγματοποιήθηκε τέτοιο πείραμα, ενώ οι λεπτομέρειες του μύθου έρχονται σε αντίθεση με όσα είναι γνωστά όχι μόνο για το USS Eldridge αλλά και για τους φυσικούς νόμους. Το ίδιο πλοίο παραχωρήθηκε το 1951 στην Ελλάδα και υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό της ως το 1991 με το όνομα «Λέων».

4. Bλ. Κenneth L. Feder, Frauds, Myths, and Mysteries, Internet Archive, 2019

5. Βλ. Larry Holcombe, The Presidents and UFOs, A Secret History from FDR to Obama, St. Martin's Press, 2015

6. Bλ. Daniel J Boorstin, Democracy and its Discontents; Reflections on Everyday America, New York : Vintage, 2010.

7. Ορισμένες θεωρίες συνωμοσίας θεωρείται ότι είναι πιο δημοφιλείς στα αριστερά. Σε αυτές περιλαμβάνονται οι ισχυρισμοί ότι ο Πρόεδρος George W. Bush είχε εκ των προτέρων γνώση για τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και επέλεξε να μην παρέμβει, ότι οι γεωργικές επιχειρήσεις καταστέλλουν στοιχεία για τις επιβλαβείς επιπτώσεις των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών (ή ΓΤΟ) κι ότι οι παιδικοί εμβολιασμοί που προώθησε η Big Pharma προκαλούν αυτισμό και άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας.

8. Αν και o Barry Goldwater (1909-1998) έχει μείνει στην ιστορία ως το πρότυπο του Αμερικανού συντηρητικού του Ψυχρού Πολέμου ―επαινούσε την John Birch Society και επέμενε ότι οι ΗΠΑ έπρεπε να κατατροπώσουν τη Σοβιετική Ένωση ακόμα και διακινδυνεύοντας πυρηνικό πόλεμο― θα έβρισκε σήμερα παλαβή την alt-right: στο δεύτερο μισό της ζωής του, ο γερουσιαστής από την Αριζόνα ήταν υπέρ των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων, της νομιμοποίησης της φαρμακευτικής μαριχουάνας, του δικαιώματος στην άμβλωση και της προστασίας του περιβάλλοντος. Εξάλλου πίστευε πως αν το Ρεπουμπλικανικό κόμμα γίνει  χριστιανική οργάνωση, θα είναι το τέλος της πολιτικής.

9. Ο Adorno πήρε συνεντεύξεις και έκανε τεστ στα ερευνητικά του υποκείμενα, συμπεριλαμβανομένου του F-Test (για τον «φασισμό»), το οποίο περιείχε δηλώσεις όπως «Η υπακοή και ο σεβασμός για την εξουσία είναι οι σπουδαιότερες αρετές που πρέπει να μάθουν τα παιδιά» και «Κάθε άτομο πρέπει να έχει απόλυτη πίστη σε κάποια υπερφυσική δύναμη, στις αποφάσεις της οποίας υπακούει χωρίς αντιρρήσεις». Τα υποκείμενα κλήθηκαν να πουν πόσο συμφωνούν με τις δηλώσεις. Οι Adorno et al. Απαρίθμησαν εννέα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την «αυταρχική προσωπικότητα» (μια έννοια που έθεσε για πρώτη φορά ο Erich Fromm). Τα εννέα χαρακτηριστικά ήταν: άκαμπτη τήρηση του κοινωνικού συμβολαίου· υποταγή στις αρχές της ομάδας· επιθετικότητα εναντίον όσων παρεκκλίνουν από τη σύμβαση· αντίθεση σε ευφάνταστη, υποκειμενική ή ήπια εμπειρία· δεισιδαιμονίες και κατηγορίες άκαμπτων πεποιθήσεων· εμμονή με τη εξουσία και  τις ισχυρές πατρικές μορφές· γενικευμένη εχθρότητα και θυμό για την ανθρωπότητα· υποψία ότι συμβαίνουν άγρια και επικίνδυνα πράγματα στον κόσμο· προβολή καταπιεσμένων συναισθημάτων και εμμονή με το σεξ.

10. Ο Paul Feyerabend (1924-1994) ήταν εντίθετος με τη στάση πολλών επιστημόνων προς τις «εναλλακτικές» μαγικές παραδόσεις. Για παράδειγμα, πίστευε ότι οι αρνητικές απόψεις για την αστρολογία και την αποτελεσματικότητα του χορού της βροχής δεν δικαιολογούνταν από την επιστημονική έρευνα κι ότι ήταν ελιτίστικες ή ρατσιστικές. Κατά τη γνώμη του, η επιστήμη κατέληξε μέθοδος καταστολής ιδεολογίας, παρά το γεγονός ότι ξεκίνησε ως μια απελευθερωτική κίνηση. Πίστευε ότι μια πλουραλιστική κοινωνία πρέπει να προστατεύεται από την υπερβολική επιρροή της επιστήμης, όπως προστατεύεται από άλλες ιδεολογίες. Ο Feyerabend οραματζιόταν μια «ελεύθερη κοινωνία» στην οποία «όλες οι παραδόσεις έχουν ίσα δικαιώματα και ίση πρόσβαση στα κέντρα εξουσίας». (Βλ. ’’Science in a Free Society’’, Verso, 1978).

11. Στο βιβλίο του Ronson «Άντρες που κοιτάζουν επίμονα κατσίκες» η παραφυσική εκπαίδευση γίνεται στο Fort Bragg της Βόρειας Καρολίνας, στο παροπλισμένο πλέον κέντρο εκπαίδευσης Goat Lab. Ο Ronson συνδέει τα παλιά εκείνα προγράμματα τόσο με τις καταχρήσεις που προέκυψαν από τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας μετά την 11η Σεπτεμβρίου, όσο και με τις ψυχολογικές τακτικές του αμερικανικού στρατού στη δεκαετία του 1950.

Βλ. ’’Crazy Rulers of the World’’ (Channel 4 2004)

Δειτε περισσοτερα