Χριστίνα Κατράκη: 22 ιστορίες για την Ουκρανία - Μέρος Β'
Κοσμος

Χριστίνα Κατράκη: 22 ιστορίες για την Ουκρανία - Μέρος Β'

Η μυθιστορηματική ζωή μιας Ελληνίδας στην Ουκρανία και η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη χώρα της
loukas-velidakis.jpg
Λουκάς Βελιδάκης
ΤΕΥΧΟΣ 866
29’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Χριστίνα Κατράκη: 22 ιστορίες για την Ουκρανία - Μέρος Β': Η μυθιστορηματική ζωή μιας Ελληνίδας στην Ουκρανία και η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη χώρα της

Η Χριστίνα Κατράκη, ιστορικός, συγγραφέας, καλλιτέχνιδα, πρέσβειρα του Ιδρύματος Sustainable Development Goals (Στόχοι για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη) για τα Ηνωμένα Έθνη, είναι μια σπουδαία, σχεδόν μυθιστορηματική φιγούρα στην Ουκρανία. Το πρόσωπό της δεσπόζει στο Μνημείο της Ανεξαρτησίας, μια στήλη ύψους 62 μέτρων με ένα γλυπτό στην κορυφή που απεικονίζει μία νεαρή γυναίκα-σύμβολο της ανεξαρτησίας, στην πλατεία Μαϊντάν, την κεντρική πλατεία του Κιέβου. Ήταν εκείνη που χρησίμευε ως μοντέλο στον πατέρα της, τον διεθνούς φήμης γλύπτη Ανατόλι Κους Κατράκη, πρώτο ξάδερφο του Μάνου Κατράκη. Η κ. Κατράκη από την έναρξη της ρωσικής εισβολής παραμένει στην πατρίδα της για να παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια μέσω της φιλανθρωπικής οργάνωσης FFUN SDG, ενώ φιλοξενείται συχνά από το BBC και πολλά διεθνή ΜΜΕ. Της ζητήσαμε να μας στείλει ένα κείμενο με αφορμή τον ένα χρόνο από την εισβολή στην Ουκρανία. Μας έστειλε το παρακάτω, με πολλές ιστορίες, κάποιες πραγματικά συγκλονιστικές.

Διαβάστε το πρώτο μέρος ΕΔΩ


— Το παρόν —

9) Το φυλαχτό
Soundtrack «Είδα  - Γιώργος και Νίκος Στρατάκης»

Την Τάνια Πορτοκάλου τη γνωρίσαμε για πρώτη φορά στη βάση μας στο Βορόχτα της Ουκρανίας. Ήταν μία κρύα άνοιξη – Απρίλιος του 2022. Η Τάνια μόλις έφτασε από τη Μαριούπολη, δραπέτευσε από τους μαζικούς βομβαρδισμούς, από πυρά και πυραύλους. Έτρεμε διαρκώς. Δεν είχε παρά μια μικρή τσάντα με προσωπικά έγγραφα, ένα παλιό σπασμένο τηλέφωνο και τα ρούχα που φορούσε. Αυτά ήταν όλα τα πολύτιμα υπάρχοντά της. Τη ρώτησα αν χρειαζόταν ρούχα, φαγητό, κάτι; Με κοίταξε με τα μεγάλα καστανά μάτια της, ένα δάκρυ έτρεξε στο μάγουλό της. «Όχι, δεν χρειάζομαι τίποτα, είμαι καλά. Χρειάζομαι μόνο δουλειά – θέλω να δουλέψω», είπε, ενώ ήταν ακόμα σοκαρισμένη.

Ήταν ο πρώτος άνθρωπος εσωτερικά εκτοπισμένος στη βάση μας που δεν ζητούσε βοήθεια αλλά εργασία. «Τι δουλειά θέλεις να κάνεις;» ρώτησα. «Θέλω να συνεχίσω να φτιάχνω βρώσιμα λουλούδια. Όπως κάναμε πάντα εμείς οι Έλληνες στη Μαριούπολη και στον Σαρτανά. Τα φτιάχνω στο χέρι από χυμό φρούτων και λαχανικών, τα στεγνώνω και μετά τα πλάθω σε τριαντάφυλλα. Είναι απόλυτα φυσικά και όποιος έχει αλλεργία ή διαβήτη μπορεί να φάει αυτά τα γλυκά. Οι Έλληνες έφτιαχναν παστίλα για εκατοντάδες χρόνια. Είμαι από τους τελευταίους που συνέχισαν αυτή την παράδοση στη Μαριούπολη», είπε. «Μα πώς μπορείς να το κάνεις εδώ;» ρώτησα. «Απλό, χρειάζομαι απλώς ένα στεγνωτήριο, για να στεγνώνω τον χυμό φρούτων, και ένα μπλέντερ. Άφησα τα πάντα στο διαμέρισμά μου στη Μαριούπολη... όλη μου η ζωή έμεινε εκεί. Αλλά, αν έχω αυτά, μπορώ να συνεχίσω να φτιάχνω Mariupol Pastila και να το πουλάω διαδικτυακά. Θα μπορώ να τρέφομαι από τη δική μου δουλειά και να βοηθάω άλλους. Δεν χρειάζομαι άλλη βοήθεια – μπορώ να δουλέψω», πρόσθεσε η Τάνια. Αυτή η γυναίκα στα 60 της ήταν τόσο αποφασισμένη να συνεχίσει την παράδοση των Ελλήνων της Μαριούπολης, τόσο αποφασισμένη να μην τα παρατήσει ποτέ – παρόλο που τα έχει χάσει όλα. Στάθηκα με δέος μπροστά της και ήξερα ότι απλά πρέπει να βοηθήσουμε.

Η Τάνια γεννήθηκε στο ελληνικό χωριό Σαρτανά ακριβώς δίπλα στη Μαριούπολη. Ο πατέρας της, Σίμωνας του Πλάτωνου Πορτόκαλος, ήταν η «ελληνική συνείδηση» του χωριού. Πέρασε από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στάλθηκε στην πρώτη γραμμή σε ηλικία 18 ετών και δέχθηκε 17 σκάγια στο σώμα του – έζησε με αυτά μέχρι τον θάνατό του. Ήταν υπεύθυνος του εργοστασίου, γνωστός για την εντιμότητα του. Οι Έλληνες αστειεύονταν ότι το σπίτι του διευθυντή του εργοστασίου είναι το πιο φτωχό στο χωριό, αφού ποτέ δεν έκλεψε, δεν τόλμησε να πάρει τίποτα ή να κρατήσει τίποτα για τον εαυτό του. Η Τάνια κληρονόμησε αυτό το έντιμο ελληνικό πνεύμα από τον μπαμπά της. Ο σύζυγός της πέθανε σε τροχαίο, στα 31 της, αμέσως μετά τη γέννηση της κόρης της, αφήνοντάς την να τη μεγαλώσει μόνη. Ονόμασε την κόρη της Ελένη προς τιμήν της Ελένης της Τροίας – και πραγματικά τώρα η κόρη της μοιάζει με την Ειρήνη Παπά. Προς ανταπόδοση, η κόρη της ονόμασε τη δική της κόρη Θαΐς προς τιμήν της Θαΐδας της Αθήνας και τον γιο της Μύρωνα – εξ ου και η ελληνική παράδοση παραμένει ζωντανή.

«Ξέρετε, καθώς ξεκίνησε ο πόλεμος τον Φεβρουάριο του 2022, ο γαμπρός μου Αλέξης Μαϊτόπου, επίσης Έλληνας της Μαριούπολης, πέρασε να με δει. Τα εγγόνια Θαΐς και Μύρωνας ήρθαν μαζί στο διαμέρισμά μου. Όλοι μιλούσαν ταυτόχρονα, αποχαιρετώντας με, γιατί ο Αλέξης έβγαζε τα παιδιά από την πόλη. Ήθελα να πω τόσα αλλά δεν μπορούσα καν. Και μετά καθώς έφυγαν βιαστικά, μιας και η πόλη βομβαρδιζόταν συνεχώς, άκουσα μικρά βήματα τις σκάλες. Ήμουν έτοιμη να κλειδώσω την πόρτα όταν είδα τον μικρό μου Μύρωνα, που είχε επιστρέψει στο διαμέρισμα. Με μια τρεμάμενη φωνή είπε: “Γιαγιά, αυτό ένα φυλαχτό που έσωσε το σπίτι μας από την καταστροφή. Το κρατούσα και προσευχήθηκα να μας προστατεύσει, και έτσι έγινε”.  Άνοιξε τις μικροσκοπικές του παλάμες και μέσα τους είχε ένα μικρό φυλαχτό σαν κέρμα, κολλημένο σε μια κλωστή. “Ορίστε, πάρ’ το. Θα σε προστατεύει από τις βόμβες, κράτησέ το για πάντα. Θα σώσει το σπίτι σου. Απλώς κράτησέ το και κάνε προσευχή. Να επαναλαμβάνεις τρεις φορές: φυλαχτό προστάτεψέ με, φυλαχτό προστάτεψέ με, φυλαχτό προστάτεψέ με”», είπε το μικρό αγόρι καθώς έδινε το φυλαχτό στην Τάνια. Φιλήθηκαν και εκείνος έφυγε τρέχοντας. Η Τάνια πέρασε τον εφιάλτη των πυραύλων, των βομβών και των βομβαρδισμών. Όλα τα σπίτια και τα διαμερίσματα των γειτόνων της καταστράφηκαν, αλλά το διαμέρισμά της έμεινε όρθιο. «Όταν τα βλήματα έπεφταν γύρω μου στο κέντρο της πόλης, δεν υπήρχε πια φως, νερό ή θέρμανση, ξάπλωνα στην μπανιέρα φορώντας το παλτό και τις μπότες μου – και στα χέρια μου κρατούσα το φυλαχτό του Μύρωνα. Στην αρχή πρόλαβα να πω  το  “Πάτερ ημών” ενώ το κρατούσα, μετά ο βομβαρδισμός ήταν τόσο γρήγορος που δεν είχα πια χρόνο ούτε καν να πω την προσευχή. Κρατούσα λοιπόν το φυλαχτό, έκλαιγα και επαναλάμβανα σαν σε έκσταση – “το φυλαχτό του Μύρωνα, το φυλαχτό του Μύρωνα”»...

Και κάθε φορά έμενε σώα και το σπίτι όρθιο. «Έκλαψα από χαρά και γέλασα από πόνο, κρατώντας σφιχτά τη μοίρα μου σαν παιδικό φυλαχτό. Ξέρεις, ονομάσαμε τον Μύρωνα από τη “μοίρα” (το πεπρωμένο) και είναι πραγματικά το “παιδί της μοίρας” για μένα. Όταν μιλάω στο τηλέφωνο μαζί του κλαίω από χαρά και επαναλαμβάνω “Μυρώνα, ξέρεις ότι το φυλαχτό σου με έσωσε, μου έσωσε το σπίτι;”», πρόσθεσε η Τάνια με δάκρυα χαράς και ένα πικρό χαμόγελο πόνου στο πρόσωπό της.

10) Η ιστορία του Αλέξη
Soundtrack «Μαύρα παραμύθια» των Γιώργου Στρατάκη & Μιχάλη Σταυρολάκη

Η Τάνια Πορτοκάλου εκκενώθηκε από τη Μαριούπολη εν μέσω πυρών, από τον θαρραλέο γαμπρό της Αλέξη Μαϊτόπου. Λόγω αυτής της εκκένωσης της τελευταίας στιγμής μπόρεσε να φτάσει στην ανθρωπιστική βάση μας στη Βορόχτα της Ουκρανίας. Από το 2014 ο Αλέξης ήταν εθελοντής – όταν οι Ρώσοι άρχισαν τον πόλεμο και εισέβαλαν στην Ουκρανία, προσαρτώντας την ιστορικά ελληνο-ταταρο-ουκρανική Κριμαία και στη συνέχεια καταλαμβάνοντας μέρος των περιοχών του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, όπου ζουν οι περισσότεροι Έλληνες. Αυτή η αποστολή έγινε το καθήκον του και συνέχισε να βοηθά ομοεθνείς  Έλληνες και Ουκρανούς στα κατεχόμενα από τη Ρωσία χωριά, συνέχισε να υποστηρίζει τα ελληνο-ουκρανικά στρατεύματα στην περιοχή του Ντονέτσκ που αγωνίζονται για την απελευθέρωση των χωριών και των πόλεών τους. Με τους ντόπιους από τη Μαριούπολη και τον Σαρτανά, ο Αλέξης ξεκίνησε ένα Κέντρο Εθελοντισμού με τίτλο «Halampouda». Αυτό ήταν το σημείο αντίστασης των πολιτών της Μαριούπολης ενάντια στη ρωσική επιθετικότητα, από την οποία οι Έλληνες του Ντονέτσκ έχασαν πολλά χωριά και πόλεις, όπως η πατρίδα μου Yanisol (Novoselivka), Starobeshevo (Mpesos) και Stila. Όλα βρίσκονται υπό ρωσική κατοχή από το 2014. Δεν μπορούμε καν να πάμε να δούμε τα πατρογονικά μας σπίτια ή να επισκεφτούμε τους οικογενειακούς τάφους σε ένδειξη μνήμης.

Καθώς οι Ρώσοι άρχισαν να βομβαρδίζουν τη Μαριούπολη, καίγοντας την πόλη, σκοτώνοντας όλο τον άμαχο πληθυσμό, κόβοντας νερό, ηλεκτρισμό και θέρμανση – η αποστολή του Αλέξη έγινε απαιτητική. Ήταν ένας από τους λίγους με αυτοκίνητο και περνούσε το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας κάνοντας εκκενώσεις πολιτών με παιδιά, παρέχοντας πόσιμο νερό στα κτίρια και στήνοντας επιτόπια μαγειρεία.  Ένα από αυτά το έστησε στην αυλή της Τάνιας Πορτοκάλου, μπροστά από την πολυκατοικία.

Ο Αλέξης προμήθευε το νερό και τα ξύλα και η Τάνια μαγείρευε σούπα και γεύματα για τους ντόπιους και τον ουκρανικό στρατό. Πολλοί ντόπιοι  Έλληνες εντάχθηκαν στις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας την άνοιξη του 2022, για να υπερασπιστούν την πατρίδα τους τη Μαριούπολη και τα χωριά τους όπως ο Σαρτανάς. Στη συνέχεια ο Αλέξης παρέδιδε τα τρόφιμα στον στρατό και στον κόσμο, σπίτι προς σπίτι, σημείο προς σημείο. Παρείχε τροφή στο τάγμα του Αζόφ, που υπερασπίζονταν με τη ζωή τους την πόλη της Μαριούπολης και το εργοστάσιο Αζόφσταλ.

«Ήταν απίστευτο το πώς όλη η Μαριούπολη έγινε μια γροθιά. Οι άνθρωποι ήταν τόσο ενωμένοι. Δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο στη ζωή μου. Αυτή ήταν η Μαριούπολή μου, ήμουν τόσο περήφανη. Όλοι έκαναν κάτι. Έλληνες που είχαν λαχανικά ή κονσέρβες στα κελάρια τους τα έφεραν για τις κουζίνες, μαζί μαγειρεύαμε και παραδίδαμε το φαγητό στον Σαρτανά και τη Μαριούπολη. Αζοφικοί πολεμιστές και γιατροί ήρθαν να μοιραστούν γεύματα μαζί μας, τραγουδήσαμε μαζί και πολεμήσαμε μαζί, ο καθένας στο μέτωπό του υπερασπιζόμενος τη Μαριούπολή μας», θυμάται ο Αλέξης. Μετά άρχισε ο πλήρης αποκλεισμός της Μαριούπολης, δεν υπήρχε πλέον τροφή στην πόλη. «Θυμάμαι ότι οδηγούσα όσο πιο μακριά μπορούσα, μόνο για να αγοράσω πατάτες για τις κουζίνες του χωραφιού, για να συνεχίσουμε να ταΐζουμε τον κόσμο και τον στρατό. Η ομάδα μου δεν είχε άλλους πόρους ή κεφάλαια. Χρησιμοποίησα τις τελευταίες μου οικονομίες για να αγοράσω σακιά με πατάτες για την πόλη. Η τιμή ήταν γελοία – από τα 5 hr έφτασε στα 50 hr ανά κιλό πατάτες, δεκαπλάσια! Πλήρωσα και παρέδωσα και ο κόσμος είχε φαγητό για άλλη μια μέρα».

Στις 15 Μαρτίου ο Αλέξης τηλεφώνησε στην Τάνια Πορτοκάλου και της ζήτησε να ετοιμαστεί για εκκένωση. Εκκένωσε την πεθερά του στη διάρκεια διάνοιξης πράσινου διαδρόμου, ήταν το τελευταίο αυτοκίνητο στην ουρά λόγω ενός χαλασμένου ελαστικού. Τώρα ο Αλέξης ζει στην Οδησσό και μαζί με τους ομογενείς Έλληνες συνεχίζει την εθελοντική του δράση, συγκεντρώνοντας χρήματα για αυτοκίνητα για τον ουκρανικό στρατό και παραδίδοντάς τα στο μέτωπο. Εάν επιστρέψει στη Μαριούπολη τώρα, υπό ρωσική κατοχή – θα βασανιστεί και θα σκοτωθεί για την εθελοντική του δράση. Τον ρώτησα αν φοβάται.

«Μεγάλωσα με σκοτεινά παραμύθια, όπου υπήρχε πάντα ένας κακός χαρακτήρας, ένας δράκος, ένας κακός μάγος. Και έζησα να δω τις κακές πράξεις στη Μαριούπολη. Αλλά αρνούμαι να αφήσω το κακό να υπερισχύσει του καλού. Υποθέτω ότι αυτός είναι ο λόγος που είμαι εδώ και κάνω αυτό που κάνω μέχρι το τέλος», πρόσθεσε ο Αλέξης με ένα πικρό χαμόγελο.

11) Η Ραπτομηχανή
Soundtrack «Εισιτήριο στην τσέπη σου» του Παντελή Θαλασσινού

Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου στην Ουκρανία, πολλοί άνθρωποι μας βοήθησαν στην ανθρωπιστική μας αποστολή. Μεταξύ αυτών ήταν ο Σέρχιι Μαρτσένκο, σημερινός υπουργός Οικονομικών της Ουκρανίας και πρόεδρος των διοικητικών συμβουλίων της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το 2023. Όταν χρειαζόμασταν συνδρομή σε ανώτατο επίπεδο για να παραδοθεί η βοήθεια στους ανθρώπους που έχουν ανάγκη ή να παρασχεθεί ασφάλεια για τα φορτηγά μας κατά μήκος των ανθρωπιστικών διαδρομών – πάντα βοηθούσε και ανταποκρινόταν. Γιατί; Λοιπόν, γιατί ήξερε τι κάναμε και πόσους ανθρώπους βοηθούσαμε καθημερινά, πόσο ειλικρινείς είμαστε στο ανθρωπιστικό μας έργο αλλά και επειδή είναι ένας απίστευτος και ευαίσθητος άνθρωπος.

Όταν πρωτογνώρισα τον Σέρχιι, πολύ πριν τον πόλεμο, τον ρώτησα πώς έγινε υπουργός Οικονομικών. Η απάντησή του με έκανε να χαμογελάσω: «Απλώς, ήμουν στο πάρκο για να κάνω babysitting τον νεογέννητο γιο μου, όταν με πήραν τηλέφωνο και μου ζήτησαν να έρθω στο υπουργείο».

Και πραγματικά, ο Σέρχιι μοιράζεται όλο το πάθος και την αγάπη του με την όμορφη σύζυγό του Μαρίνα και τα δύο τους παιδιά, την Αρόρα και τον Λεωνίδα. Ήταν τόσο μοναδικό και όμορφο να τους βλέπεις – συνήθως βλέπεις άντρες απόμακρους σε υψηλές θέσεις, όταν είναι στην πολιτική οι οικογένειές τους έρχονται δεύτερες. Για τον Σέρχιι η οικογένειά του είναι κομμάτι του και αυτό αποτελεί το μέτρο ενός αληθινού άντρα. Αλλά όταν γνώρισα τη Μαρίνα, τη γυναίκα του Σέρχιι, ένιωσα σαν να την ήξερα όλη μου τη ζωή. Οι 30λεπτες συναντήσεις μας συνεχίστηκαν για καιρό, είχαμε τόσα κοινά, τόσα πολλά να μοιραστούμε και να δημιουργήσουμε μαζί. Συνειδητοποίησα ότι βρήκα μια αδελφή-ψυχή και έναν τέλειο πρέσβη για την αποστολή μας στο έδαφος της Ουκρανίας.

Ως εκ τούτου, η Μαρίνα Μαρτσένκο (πατρικό όνομα Μαρίνα Τριανταφύλλου) έγινε η «Πρεσβευτής του Φωτός» μας και αφοσιώθηκε στη βοήθεια των εσωτερικά εκτοπισμένων νεαρών μητέρων στη βάση μας. Αφιερώνει τον χρόνο της και χρόνο από τον οργανισμό της «Lada». Χωρίς δισταγμό η Μαρίνα πήδηξε στο τρένο και ήρθε στη Βορόκτα για να επισκεφτεί τη βάση μας. Συναντήθηκε με εσωτερικά εκτοπισμένες γυναίκες και παιδιά, ξεκίνησε το έργο της υποστήριξης για να τους βοηθήσει να υποβάλουν αίτηση για επιχορηγήσεις, να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους. Μια από τις εσωτερικά εκτοπισμένες γυναίκες την κοίταξε και είπε: «Δεν μπορώ να πιστέψω ότι αυτή είναι σύζυγος του υπουργού. Μακάρι όλες οι γυναίκες των υπουργών να ήταν σαν αυτήν. Έτσι πρέπει να είναι. Είναι καταπληκτική!» και αυτή η γυναίκα είχε δίκιο – η Μαρίνα είναι ένα παράδειγμα του πώς θα έπρεπε να είναι η «Νέα Ουκρανία» και ο «Νέος Κόσμος».

Όταν ρώτησα τη Μαρίνα γιατί έχει σημασία όλο αυτό για εκείνη προσωπικά, είπε: «Είμαι από το Ντονέτσκ. Από την ελληνική οικογένεια Τριανταφύλλου, με καταγωγή από το ελληνικό χωριό Στίλα. Κι εγώ έχασα τα πάντα, το ίδιο και η οικογένειά μου. Η πόλη μου και το πατρικό μου χωριό Στίλα είναι κατεχόμενα, δεν μπορώ καν να γυρίσω να το επισκεφτώ ή να το δείξω στον γιο μου... Είμαι επίσης μια νέα μητέρα, με έναν γιο 5 ετών, και ορκίστηκα να αφιερώσω τον χρόνο μου να βοηθήσω άλλες μητέρες με παιδιά να ανακτήσουν την αυτοπεποίθηση, τη δύναμή τους και να χτίσουν τη ζωή τους».

Καθώς άκουγα τα λόγια της Μαρίνας, η καρδιά μου βούλιαξε... Συνειδητοποίησα ότι αυτή και εγώ, οι ελληνικές οικογένειές μας, είμαστε από το ίδιο χωριό Στίλα, στο Ντονέτσκ. Χωριό ολοσχερώς κατεστραμμένο από τους Ρώσους και υπό κατοχή από το 2014. «Τότε είμαστε αδερφές σίγουρα», είπα με ένα χαμόγελο. «Το πιθανότερο είναι ότι είμαστε ξαδέρφια» – γελούσαμε και οι δύο σαν παιδιά. «Πες μου την ιστορία σου».

«Ο παππούς μου, ο Αλέξανδρος Τριανταφύλλου, γεννήθηκε σε ένα ελληνικό χωριό, τη Στίλα στην περιοχή του Ντονέτσκ. Ήταν μηχανικός αλλά το αληθινό του πάθος ήταν η ραπτική. Το πιο πολύτιμο κτήμα του ήταν η ραπτομηχανή του, την οποία δεν αποχωρίστηκε ποτέ. Του άρεσε να ράβει για τη γιαγιά μου, Ειρήνη Τριανταφύλλου. Ήταν η μοναδική του πελάτισσα και της έραβε όλα τα ρούχα. Τα φορέματά της, τις φούστες, τις μπλούζες, τα παλτό της... τα πάντα. Έλεγε: “Κανείς δεν μπορεί να αισθανθεί τη γυναίκα μου όσο εγώ, κανείς δεν ξέρει το σώμα της όπως εγώ. Ξέρω ποια χρώματα την κάνουν να ανθίζει, τι γραμμή πρέπει να έχει το φόρεμα για να υπογραμμίσει την ομορφιά της”. Από το χωριό Στίλα μετακόμισαν στο Ντονέτσκ, μαζί τους ταξίδεψε και η ραπτομηχανή. Και όταν το 2014 τα ρωσικά στρατεύματα βομβάρδισαν και μπήκαν στο Ντονέτσκ, κατέφυγαν στο Κίεβο και εγκαταστάθηκαν στην πόλη Ιρπίν.

Στη συνέχεια, το 2022 ο πόλεμος έφτασε στο Ιρπίν, οι Ρώσοι κατέλαβαν την πόλη και ένας πύραυλος έπεσε ακριβώς μπροστά από το σπίτι τους. Το Ιρπίν καθώς και η Μπούτσα έγιναν θέατρο ρωσικής γενοκτονίας, όπου εκατοντάδες βασανίστηκαν, βιάστηκαν και δολοφονήθηκαν. Για άλλη μια φορά κάτω από πυραύλους και σφαίρες, η οικογένεια Τριανταφύλλου εγκατέλειψε την πόλη, ταξιδεύοντας προς τα δυτικά της Ουκρανίας για ασφάλεια. Ο Αλέξανδρος ανησυχούσε για τη ραπτομηχανή που άφηνε πίσω του, δεν την είχε αποχωριστεί ποτέ ξανά. Ήταν ο καμβάς του, η δημιουργική αδερφή ψυχή του που ταξίδεψε μαζί του από το γενέθλιο χωριό του, τη Στίλα, στο Ιρπίν. “Όταν ράβω είμαι καλλιτέχνης. Δημιουργώ ζωή. Και συνεχίζω να ζω”, έλεγε.

Έφυγαν από το Ιρπίν το πρωί και ήδη το απόγευμα της ίδιας μέρας τα ρωσικά στρατεύματα βρίσκονταν στη γειτονιά τους. Οι Ρώσοι στρατιώτες μπήκαν στο διαμέρισμα του Τριανταφύλλου και το έκαναν βάση τους. Έκλεψαν ό,τι είχε αξία, όλες τις συσκευές. Ένα βλήμα κολλημένο στην ντουλάπα, ένα μεγάλο γράμμα “Ζ” (όπως η ναζιστική σβάστικα) σχεδιάστηκε από τους Ρώσους στον τοίχο του διαμερίσματος, τα πάντα ήταν αναποδογυρισμένα, κλεμμένα και σπασμένα, δεν υπήρχαν τζάμια στα παράθυρα, ό,τι μπορούσαν το πήραν... Όταν ελευθερώθηκε το Ιρπίν και επέστρεψαν ο Αλέξανδρος με την Ειρήνη η καρδιά τους βούλιαξε. Ο Αλέξανδρος απελπισμένος άρχισε να ψάχνει τη ραπτομηχανή του, αναποδογυρίζοντας όλη τη μάζα από κουτιά, πράγματα και σπασμένα αντικείμενα γύρω από το σπίτι.

Τελικά, κάτω από όλα τα συντρίμμια που άφησαν πίσω τους οι Ρώσοι στρατιώτες, ήταν εκεί – η παλιά του ραπτομηχανή. Η ευτυχία του ήταν απεριόριστη, λες και ένα μέρος του επέζησε και ενώθηκε ξανά με το άλλο του μισό. Η παλιά ραπτομηχανή ήταν άχρηστη για τους Ρώσους πλιατσικολόγους, αλλά σήμαινε τα πάντα για εκείνον. Σιγά-σιγά, η Ειρήνη και ο Αλέξανδρος άρχισαν να φτιάχνουν ξανά μαζί τον μικρό τους κόσμο, βάφοντας τους τοίχους, σβήνοντας αυτά που είχαν γράψει οι Ρώσοι, καθαρίζοντας τα πατώματα, επισκευάζοντας τα έπιπλα και αγοράζοντας πάλι τα βασικά. Αλλά κάθε πρωί, ο Αλέξανδρος πάει στη ραπτομηχανή του, τη χαϊδεύει και ξεκινά μια νέα σειρά ραφών, ο ήχος της μηχανής χτυπάει σαν καρδιοχτύπι σε όλο το διαμέρισμα. Σαν να χτυπούν οι καρδιές τους στον ίδιο ήχο. Η Ειρήνη χαμογελά, ξέρει ότι όταν δημιουργεί είναι ζωντανός. “Όταν σκέφτομαι ένα νέο φόρεμα για την Ειρήνη μου, σκέφτομαι πώς θα είναι η τσέπη στο ισχίο. Πώς θα γλιστρήσει το χέρι της μέσα της. Θέλω να είμαι το εισιτήριο κρυμμένο μέσα. Ένα εισιτήριο για το αγαπημένο μας σημείο. Α, εισιτήριο για την Κρήτη όταν θα κερδίσουμε αυτόν τον πόλεμο”, είπε χαμογελώντας ο Αλέξανδρος».

12) Η Μαρία της Μαριούπολης
Soundtrack «Το Ταγκό της Νεφέλης» της Χάρις Αλεξίου»

Όταν ήρθε η Μαρίνα Μαρτσένκο (Τριανταφύλλου) στη βάση μας στα Βορόχτα, της σύστησα το θαυματουργό μωρό μας, τη «Μαρία». Η μητέρα της Σβέτα είναι από τη Μαριούπολη. Για ένα διάστημα έμεινε στη Βορόχτα, όπου εργάστηκε και αργότερα παντρεύτηκε. Λίγο πριν τον πόλεμο, 8 μηνών έγκυος, η Σβέτα αποφάσισε να επισκεφτεί τους γονείς της στη Μαριούπολη και έκανε το ταξίδι. Εκεί βρέθηκε μέσα στη φωτιά του πολέμου με βλήματα και βόμβες να εκρήγνυνται κάθε λεπτό.

Η Σβέτα πέρασε μέρες κρυμμένη στο κελάρι με τους ηλικιωμένους γονείς της. Έφαγαν ό,τι υπήρχε στην αποθήκη τους. Ακόμη και το να βγεις από το κελάρι ήταν επικίνδυνο καθώς οι οβίδες και η φωτιά θα μπορούσαν να σε σκοτώσουν αμέσως. Οι άνθρωποι έμαθαν να τρώνε και να πίνουν λιγότερο μόνο και μόνο για να μην χρειάζεται να χρησιμοποιούν την τουαλέτα συχνά, ακόμη και τα μικρά παιδιά έκαναν το ίδιο.

Ο χρόνος για να γεννήσει η Σβέτα πλησίαζε και από την πόλη εκείνη τη στιγμή έφευγε η τελευταία ομάδα εκκένωσης. Η Σβέτα ζήτησε από τους γονείς της να φύγουν μαζί της, αλλά εκείνοι αρνήθηκαν. Δεν μπορούσαν να αποχωριστούν το σπίτι και τον κήπο τους, ήθελαν να παραμείνουν και να το προστατέψουν. Με το τελευταίο αυτοκίνητο εκκένωσης, η Σβέτα –στον 9ο μήνα της– έφυγε από την πόλη. Στον δρόμο για τη βάση μας στη Βορόχτα έφερε στον κόσμο ένα πανέμορφο κοριτσάκι. Το ονόμασε Μαρία, προς τιμήν της Παναγίας που την έχει προστατεύσει.

Η γέννηση καταγράφηκε στη Βορόχτα και στη βάση μας παρείχαμε τα πάντα στη Σβέτα και το μωρό της. Όταν είδα για πρώτη φορά τη Σβέτα, ήταν ακόμα σε σοκ, έτρεμε και έκλαιγε, λέγοντας: «Ξέρεις για τι μετανιώνω περισσότερο... που δεν μπορώ καν να τηλεφωνήσω στη μητέρα μου και να της πω ότι έχει εγγονή τώρα, ότι έκανα κορίτσι». Δάκρυα κυλούσαν στα μάγουλά της. Δεν είχε πια επικοινωνία με τους γονείς της, δεν ήξερε καν αν ζούσαν ή αν πέθαναν σε εκείνο το σκοτεινό κρύο κελάρι. «Ένιωθα σαν δύο άγγελοι να με φυλούσαν σε όλο τον δρόμο. Ήμουν πολύ αδύναμη και έτοιμη να γεννήσω, έβλεπα ακόμη τα πρόσωπά τους. Κατά τη διάρκεια της εκκένωσης έχασα μια κορδέλα από τα μαλλιά μου. Μερικές φορές νομίζω ότι την πήραν ως ενθύμιο», είπε, χαμογελώντας απαλά.

13) Η όμορφη σφαίρα
Soundtrack «Πότε θα κάνει ξαστεριά» του Νίκου Ξυλούρη

Η ιστορία του νεαρού Έλληνα, Δημήτρη Αλίτα, από το ελληνικό χωριό Σαρτανά, κοντά στη Μαριούπολη, είναι μια ιστορία θάρρους και αφοσίωσης στην ελευθερία.

Ο Δημήτρης ήταν δόκιμος της Αστυνομικής Σχολής της Μαριούπολης. Το χωριό του, ο Σαρτανάς, βρίσκεται στη γραμμή σύγκρουσης από το 2014. Δέχθηκε επανειλημμένα πολλές επιθέσεις και βομβαρδισμούς, έχασαν τη ζωή τους άμαχοι και ο οικισμός καταστράφηκε. Βλέποντας όλη τη ζημιά που προκάλεσαν οι Ρώσοι εισβολείς, ο Δημήτρης, ακόμη και στα σχολικά μου χρόνια, συνειδητοποίησε ξεκάθαρα τον σκοπό του – να προστατεύσει την Πατρίδα ως αξιωματικός και να βοηθήσει τους ανθρώπους. Την ημέρα της ρωσικής εισβολής, το χωριό της καταγωγής του ήταν ένα από τα πρώτα που χτυπήθηκαν από εχθρικά πυρά. Το πρωί της 24ης Φεβρουαρίου 2022, παρά τις τρομερές εκρήξεις, τις καταστροφές σπιτιών και τον πανικό στον πληθυσμό, ο Δημήτρης, ακολουθώντας τις εντολές, έφτασε στο σημείο της Σχολής του στη Μαριούπολη.

Στο καταφύγιο, όπου βρίσκονταν όλοι οι δόκιμοι και οι υπάλληλοι, άρχισε να στηρίζει και να καθησυχάζει τους πρωτοετείς φοιτητές με κάθε δυνατό τρόπο, ήταν γι’ αυτούς ένας «ψυχολόγος πεδίου» και ένας «μεγάλος αδερφός». Ο Δημήτρης κράτησε την ψυχραιμία του, δεν ένιωθε φόβο παρά μόνο αποφασιστικότητα να σταθεί μέχρι το τέλος και να βοηθήσει τους άλλους. Αφού έλαβε την εντολή να εκκενώσει το προσωπικό από την πόλη της Μαριούπολης, κάλεσε τους γονείς του που παρέμειναν στο σπίτι κάτω από τα πυρά του πυροβολικού των εισβολέων, ζητώντας τους να φροντίσουν για την ασφάλειά τους. Χωρίς να διστάσει δευτερόλεπτο, πήρε την απόφαση να παραμείνει πιστός στον όρκο του αστυνομικού και να εκπληρώσει την εντολή να μεταφερθούν όλοι σε άλλη πόλη.

Κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών, ο Δημήτρης βοήθησε συμφοιτητές και φίλους να μαζέψουν πράγματα και τρόφιμα. Έχοντας επίγνωση του κινδύνου, οργάνωσε την αναχώρηση των δόκιμων, που δεν πρόλαβαν να συγκεντρώσουν όλα τα προσωπικά τους έγγραφα, προς την ανατολική πλευρά της πόλης, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν συνεχείς αναφορές για πολυάριθμες εκρήξεις, νεκρούς και καταστροφή. Κατά την οργάνωση της αυτοκινητοπομπής για την αναγκαστική εκκένωση από τη Μαριούπολη, ο Δημήτρης ανέβηκε στο τιμόνι ενός λεωφορείου εκκένωσης και μετέφερε περίπου 60 δόκιμους από τη Μαριούπολη προς την πόλη Κρίβιι Ριχ, καλύπτοντας περισσότερα από 500 χιλιόμετρα τη νύχτα.

Αυτή τη στιγμή κάνει πρακτική στο ανακριτικό τμήμα της αστυνομίας της περιφερειακής διοίκησης Κραματόρσκ της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας στην περιοχή του Ντονέτσκ. Ο Δημήτρης τεκμηριώνει αμείλικτα τα εγκλήματα πολέμου και βοηθά τους ντόπιους κατοίκους του Σλόβιανσκ. Είναι αποφασισμένος να συνεχίσει τον αγώνα για την ειρήνη και τη γη του, για το ελληνικό χωριό του τον Σαρτανά και την πόλη του τη Μαριούπολη. Κάθε έγκλημα πολέμου που διαπράττουν οι Ρώσοι εναντίον των Ελλήνων και  των Ουκρανών, το οποίο καταγράφει τώρα ο Δημήτρης, είναι σαν σφαίρα δικαιοσύνης, που θα κάνει τους Ρώσους να λογοδοτήσουν για κάθε βιασμένη αδελφή και σύζυγο, νεκρή μητέρα, βασανισμένο πατέρα, δολοφονημένο γιο. Και δεν θα αμφιταλαντευτεί, δεν θα αφήσει το τουφέκι κάτω μέχρι η δικαιοσύνη να νικήσει το έγκλημα, έως ότου ο Σαρτανάς και η Μαριούπολη να είναι ξανά ελεύθερες.

14) Άγγελοι αγκαλιάζονται σαν θνητοί
Soundtrack «Διόδια» του Μίλτου Πασχαλίδη

 Θυμάμαι συχνά τις πρώτες μέρες και τον πρώτο μήνα του πολέμου. Ήταν τρομακτικό και είχε πολύ σκοτάδι. Είχαμε ακόμα ρεύμα αλλά ήταν σκοτεινά. Κανείς δεν ήξερε τι να κάνει, πώς να το κάνει και τι θα γινόταν μετά. Απλώς ξέραμε ότι έπρεπε να δράσουμε, ό,τι κι αν γίνει. Έπρεπε επίσης να ξεπεράσω τον εαυτό μου και τα εσωτερικά μου συμπλέγματα, για πρώτη φορά στη ζωή μου έπρεπε να μάθω να ζητάω βοήθεια, να ζητάω φαγητό, να ζητάω τα βασικά...

Θυμάμαι έντονα πως είχα κλειδωθεί στην τουαλέτα και έκλαψα για μια ώρα – μετά βγήκα έξω, σκούπισα τα δάκρυά μου και έκανα τηλεφωνήματα, ζητώντας φαγητό για τα παιδιά στη βάση μας. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα να διαχωρίσω τον εαυτό μου από την αποστολή – δεν είχε χρειαστεί ποτέ να ζητήσω φαγητό πριν στη ζωή μου. Αλλά ήξερα ότι, αν δεν ζητήσω, τα παιδιά στη βάση μας θα πεινάσουν.

Η Αντριάνα Κούρμεϊ με τον Έλληνα σύζυγό της Μιχάλη ήταν από τους πρώτους στους οποίους απευθύνθηκα και άρχισαν να στέλνουν τα πρώτα λεωφορεία με φορτία βοήθειας από τη Ρουμανία. Κάθε μέρα κάναμε το ταξίδι για φόρτωση και ξεφόρτωση, για να το φέρουμε στη βάση και μετά να το παραδώσουμε σε εκατοντάδες που το είχαν ανάγκη.

Η Αντριάνα ήταν από τις πρώτες που με άκουσε να κλαίω και να ζητάω φαγητό για τα παιδιά. Μαζί με φαγητά μου έστειλε και ελληνικά μπαχαρικά, για να νιώσω τουλάχιστον λίγο σαν στο σπίτι μου, όσο ζούσα στο καταφύγιο. «Μαγείρεψε κάτι για τα αγόρια, κάτι ελληνικό», είπε χαμογελώντας. Θα θυμάμαι τέτοιες χειρονομίες για πάντα, όσο ζω.

Συμφωνήσαμε να ξαναβρεθούμε στη Μήλο, στο παραλιακό μας σπίτι εκεί, όταν θα κερδίσουμε αυτόν τον πόλεμο.

Αυτός ο πόλεμος έχει αλλάξει τα πάντα και εγώ επίσης δεν θα είμαι ποτέ η ίδια. Πολλοί άνθρωποι, φίλοι, οικογένεια από τους οποίους περιμέναμε υποστήριξη και κατανόηση μας εγκατέλειψαν, ενώ άνθρωποι από τους οποίους δεν περιμέναμε βοήθησαν περισσότερο. Ήρθαν σαν άγγελοι από το πουθενά, θεόσταλτοι θαρρείς. Αυτοί οι άνθρωποι έκαναν τα χρώματα να αλλάξουν από σκούρο σε ανοιχτόχρωμο, έκαναν τους αγγέλους να μας αγκαλιάσουν ως θνητούς, μας έκαναν να κερδίσουμε χωρίς πανοπλία, μας έκαναν να αντέξουμε αυτό που νομίζαμε ότι δεν αντέχουμε... στρώνανε το τραπέζι με ψωμί, νερό και αλάτι για εκατοντάδες που έχουν ανάγκη.

Μεταξύ αυτών, ήταν οι φίλοι μας από το νησί της Μήλου, η Ντεσισλάβα Ντιμίτροβα και ο Ηλίας Μικέλης. Θυμάμαι που τους μιλούσα τις πρώτες μέρες του πολέμου από το καταφύγιό μας. Νομίζω ότι ήταν η πρώτη φορά που με άκουσαν να κλαίω... και έκλαψαν μαζί μου. Ήταν η πιο ισχυρή και η πιο πνευματική σύνδεση που είχα ποτέ μαζί τους στα πολλά χρόνια φιλίας και συνεργασίας μας. Ήμουν πάντα το «μικρό μαγκάκι», η Κρητικοπούλα, μία «τρελή Αμερικάνα», και πάντα χαμογελούσα. Έτσι με ήξεραν οι περισσότεροι από τη Μήλο. Χρόνια τώρα η Ντέσυ και ο Ηλίας διαχειρίζονται τα στούντιό μας στην παραλία και είναι καταπληκτικοί σε αυτό. Έχουν γίνει οικογένεια, ραχοκοκαλιά μας, φροντίζοντας τον μικρό παράδεισο που δημιουργήσαμε στην Ελλάδα. Φέτος ήταν η μόνη χρονιά που δεν μπορέσαμε να τον δούμε. Θυμάμαι ότι η Ντέσυ με ρώτησε τον πρώτο μήνα του πολέμου: «Πώς είσαι;» Και ως απάντηση δεν μπορούσα να μιλήσω, απλά έκλαψα. «Δύσκολο. Πολύ δύσκολο». Ένας κόμπος κόλλησε στο λαιμό μου και μέτρησα άλλη μια λέξη, σιωπηλά δάκρυα κύλησαν στα μάγουλά μου. Βλέποντάς με, η Ντέσυ άρχισε να κλαίει. Κλαίγαμε σιωπηλά μαζί. «Τι μπορούμε να κάνουμε;» ρώτησε. «Δεν ξέρω. Οι άνθρωποι χρειάζονται φαγητό εδώ, τα βασικά...» είπα και για άλλη μια φορά.

Ήξερα ότι είναι μόνο δύο άτομα, δεν μπορούσαν να βοηθήσουν εκατοντάδες. Ήξερα ότι αυτή ήταν απλώς μια συζήτηση με φίλους και ότι μπορούσα να είμαι ο εαυτός μου, δεν χρειαζόταν να παριστάνω τη  δυνατή. Μια μέρα αργότερα με πήραν ξανά τηλέφωνο η Ντέσυ και ο Ηλίας. «Συγκεντρώνουμε τρόφιμα και βοήθεια για την Ουκρανία. Όλη η Μήλος μάζεψε ένα φορτηγό με φαγητά για εσάς. Κάντε μια λίστα και στείλτε μου. Έχουμε κανονίσει για όλα. Κάθε σούπερ μάρκετ μαζεύει προϊόντα και το γραφείο του δημάρχου θα το στείλει, βγήκε επίσημα. Βρήκαμε ακόμη και έναν οδηγό φορτηγού για να κάνουμε το ταξίδι», είπε. Δεν μπορούσα να το πιστέψω.

Μια εβδομάδα αργότερα ένα φορτηγό 20 τόνων από τη Μήλο έφτασε στην Ουκρανία. Μαζί σε ένα από τα κουτιά, από την Ντέσυ και τον Ηλία για εμάς, ήταν ένα όμορφο σχέδιο του 6χρονου γιου τους Μάριου για τον 6χρονο Μάρκο μου (στη Μήλο είναι καλοί φίλοι). Κρατάμε ακόμα αυτό το σχέδιο μαζί μας. Μας θυμίζει την αγάπη και τα θαύματα που προκύπτουν από αυτήν. Μας θυμίζει ότι ένα άτομο, μια οικογένεια μόνο, μπορεί να αλλάξει τις ζωές εκατοντάδων και ότι οι άγγελοι μπορούν να αγκαλιάζονται σαν θνητοί.

15) Πώς είσαι εκεί;
Soundtrack «Ήτανε μία φορά» του Νίκου Ξυλούρη

Ο Ρόρης Κοπακάκης ήταν από τους πιο αγαπημένους μου φίλους. Ήταν ένας Κρητικός πειρατής με ένα τατουάζ γοργόνας και μία άγκυρα στο μπράτσο του.

Έπλεε με ένα όμορφο ξύλινο ιστιοπλοϊκό και έλεγε ιστορίες για τη Μήλο του, που μόνο αυτός ήξερε να διηγείται. Είχε ψυχή. Δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς τη θάλασσα και μερικές φορές δεν μπορούσε να ζήσει με αυτήν, τον στράγγιζε τελείως αφού της είχε δώσει όλη του τη ζωή. Κλείνω τα μάτια μου και βλέπω το σκαμμένο από την αλμύρα και τον ήλιο του Αιγαίου πρόσωπό του, το πλατύ χαμόγελό του, ακούω τη φωνή του, το «έλα ρε» του.

Παρόλο που πέρασε τη ζωή του στη Μήλο, ήταν για πάντα «Σφακιανός», περήφανος για τις κρητικές ρίζες του. Από εκείνον άκουσα για πρώτη φορά αυτό το τραγούδι του Ξυλούρη και έκανα το πρώτο μου μάθημα στο τάβλι στο σπίτι του στον Αδάμαντα. Γνώριζε Ιστορία και έλεγε ιστορίες που θα μπορούσαν να συναγωνιστούν τον ίδιο τον Ηρόδοτο. Το όνειρό του ήταν να εκδώσει ένα βιβλίο για τους Πειρατές της Μήλου, που έκρυβαν τους θησαυρούς τους στα σπήλαια της Συκιάς και του Κλέφτικου. Είχε έτοιμο το βιβλίο και έψαχνε εκδότη. Ήταν ερωτευμένος και ονειρευόταν να περάσει τις μέρες του έχοντας στο πλευρό του τη γυναίκα της ζωής του. Μαζί αγόρασαν ένα μικρό ξύλινο σκάφος, που φτιάχθηκε την ίδια χρονιά που γεννήθηκε ο Ρόρης – πάνω του ονειρευόντουσαν να κάνουν τα ταξίδια τους. Λίγο αργότερα πέθανε. Πέθανε πολύ νέος, απλώς επειδή η καρδιά του σταμάτησε ένα απόγευμα μετά τη δουλειά. Όταν με ενημέρωσαν για τον θάνατό του, έκλαψα σαν άγριο θηρίο. Θυμάμαι τον 4χρονο Μάρκο μου να με πλησιάζει και να με ρωτάει: «Μαμά γιατί κλαις;», «Ο Ρόρης πέθανε». «Ρόρη, ο πειρατής;», με ρώτησε και έγνεψα. «Γιατί;» ρώτησε ο Μάρκος. «Η καρδιά του σταμάτησε», απάντησα. «Μην κλαις, μαμά, τώρα είναι με αγγέλους. Και όταν μεγαλώσω θα κάνω το ίδιο τατουάζ με αυτόν. Θα κάνω μια γοργόνα και μια άγκυρα». Ο Μάρκος μου έδειξε μια φωτογραφία του με τον Ρόρη, μόλις πριν από λίγους μήνες στο ξύλινο ιστιοφόρο στη Μήλο. Όταν ήρθαμε στη Μήλο, πήγαμε να επισκεφτούμε τον τάφο του Ρόρη. Όλοι του φέραμε κάτι να αφήσουμε πίσω, ένα κοχύλι, μια βάρκα μινιατούρα... Ο Μάρκος έφτιαξε ένα lego πειρατή και του το έφερε. «Αυτό για σένα, Ρόρη, θα σου κάνει παρέα».

Ένιωθα άδεια γιατί παρόλο που ήξερα ότι ο Ρόρης ήταν θαμμένος εκεί, δεν ήταν εκεί. Σαν να βρισκόταν αλλού το πνεύμα του, μακριά στη θάλασσα, ανάμεσα στα κύματα που άγγιζαν τις κρητικές ακτές στη δύση του ηλίου. Και μετά έλαβα ένα μήνυμα στο τηλέφωνό μου, ήταν από τη μητέρα του Ρόρη, την Αγγελική Κοπακάκη. «Δεν σε ξέρω προσωπικά, αλλά βλέπω πόσο αγαπάς τον γιο μου. Νιώθω σαν να τον μοιράζομαι μαζί σου, ζει μέσα από εσένα και τον Μάρκο». Και αρχίσαμε να ανταλλάσσουμε μηνύματα στο messenger.

Τώρα, πέντε χρόνια αργότερα, κάθε πρωί και κάθε βράδυ λαμβάνω ένα μήνυμα από την υιοθετημένη Ελληνίδα μητέρα μου, Αγγελική, και λαμβάνει ένα μήνυμα από εμένα. Σε όλο αυτό τον φρικτό πόλεμο, η Αγγελική δεν σταμάτησε ποτέ να μου στέλνει καθημερινά μηνύματα. Και πάντα απαντούσα. Έγινε τόσο σημαντικό να έχουμε αυτό το απλό: «Πώς είσαι εκεί;» καθημερινά κατά τη διάρκεια του πολέμου. Σε κάνει να νιώθεις ζωντανός. «Όσο απαντάς, έστω και με ένα emoji χαμόγελο, ξέρω ότι είσαι ζωντανή», μου είπε η Αγγελική. Και έτσι συνεχίζουμε να στέλνουμε μηνύματα καθημερινά, ό,τι κι αν γίνει. Να γνωρίζει ο μία για την άλλη ότι είμαστε ακόμα ζωντανές. Μέσω αυτών ο Ρόρης ζει, καθώς έχω γίνει αδερφή του και η μητέρα του έγινε και δική μου. Ξέρω ότι αν ζούσε τώρα, θα στήριζε με την Ουκρανία – πάνω απ’ όλα έβαζε την ελευθερία.

16) Δώσε μου τα δύο σου χέρια
Soundtrack «Απόγευμα στο δένδρο» του Αλκίνοου Ιωαννίδη

Το 2012, ένας μάντης στο νησί της Μήλου μου είπε ότι ο μελλοντικός σύζυγός μου θα ερχόταν στο σπίτι μου και ότι θα τον γνωρίσω μέσω κοινών φίλων, ενός ζευγαριού.

Η πρώτη μου ερώτηση ήταν: «Κανένας άνθρωπος δεν μπαίνει στο σπίτι μου. Εκτός αν είναι υδραυλικός ή ηλεκτρολόγος, που έρχεται να επισκευάσει κάτι στο σπίτι». «Όχι, δεν θα είναι έτσι, αλλά θα έρθει στο σπίτι σου, και θα καταλάβεις αμέσως ότι είναι αυτός. Θα είναι η αγάπη μιας ζωής», πρόσθεσε. Και έγινε. Πολύ καιρό αφότου είχα ξεχάσει αυτήν την πρόβλεψη της Μήλου, ήρθα στο Κίεβο με δουλειά και έμεινα στο πατρικό μου σπίτι στο κέντρο της πόλης. Επικοινώνησα με ένα φιλικό ζευγάρι και ρώτησα αν ήξεραν κάποιον που μπορούσε να μιλήσει και να γράψει γερμανικά. Χρειάστηκε να μεταφράσω κείμενο που σχετίζεται με τη Μήλο στα γερμανικά.

Ο Ρομάν Κουντλάι (Κουγιουμτζής-Πελεβάνης) ήταν ο φίλος τους, που μόλις είχε επιστρέψει από τη Γερμανία, όπου είχε σπουδάσει. Μετά από ένα τηλεφώνημα, ήρθε στο σπίτι μου για να συναντηθούμε και να συζητήσουμε τη μετάφραση. Αμέσως κατάλαβα ότι ήταν αυτός. Σαν να πέταξε από πάνω μας ένας σιωπηλός άγγελος. Η παλιά πρόβλεψη επέστρεψε στο μυαλό μου και χαμογέλασα... Θαύματα γίνονται. Το 2014 παντρευτήκαμε στο νησί της Μήλου στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που είναι σκαρφαλωμένη ψηλά στον γκρεμό. Ο τρόπος για να φτάσετε εκεί είναι μόνο με τα πόδια - ανεβαίνοντας από τη θάλασσα ή κατεβαίνοντας από το βουνό. Ο Ρόρης Κοπακάκης μας πήγε με βάρκα στους πρόποδες του βουνού και ανεβήκαμε από εκεί. Ξυπόλητη, σαν μικροσκοπικό κρικρί, περπάτησα μέχρι το ιερό. Μετά το γάμο, το ηλιοβασίλεμα, χορέψαμε μαζί το χορό του γάμου μας, τραγουδώντας καθώς ήμασταν μπροστά από την εκκλησία. «Τα αστέρια ανθίζουν, είναι όνειρο όταν περνάς, δώσε μου δύο χέρια και τον κόσμο αν μ' αγαπάς». Πέρασαν χρόνια και μαζί περάσαμε την Επανάσταση της Αξιοπρέπειας, μεγαλώσαμε ένα παιδί μέσα στην αναταραχή και την αστάθεια της ζωής και τώρα περνάμε μαζί τον πόλεμο. Χέρι-χέρι, μοιραζόμαστε τον ίδιο κόσμο μέχρι το τέλος και κόντρα σε όλες τις πιθανότητες. Αυτός ο πόλεμος μας έκανε πιο δυνατούς γιατί τώρα εκτιμούμε κάθε μέρα ως την πρώτη και την τελευταία - είναι η μεγαλύτερη πράξη περιφρόνησης, να συνεχίσουμε να ζούμε και να αγαπάμε ενάντια σε όλες τις πιθανότητες.

17) Γεννημένοι ο ένας για τον Άλλο
Soundtrack «Ερωτόκριτος» του Γιάννη Χαρούλη

Ο Ρόρης Κοπακάκης και ο συνέταιρός του Σταμάτης Λίλλης κανόνισαν τον γάμο μας. Περάσαμε τη νύχτα πριν στο ιστιοπλοϊκό τους και μετά, το επόμενο πρωί, ο Ρόρης μας γύρισε στο νησί, λέγοντας τις μαγικές του ιστορίες καθώς ταξιδεύαμε.

Με το ηλιοβασίλεμα αγκυροβολήσαμε σε ένα μικροσκοπικό αρχαίο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, δίπλα στο ελληνορωμαϊκό αμφιθέατρο. Ήμασταν έτοιμοι να πηδήξουμε στη στεριά για την τελετή του γάμου μας. Θυμάμαι τον Ρόρη να με πιάνει από το χέρι, καθώς κατεβαίναμε όλοι στη βάρκα για να μας βγάλει στη στεριά. «Ξέρεις, είστε φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον. Όπως ο Ερωτόκριτος και η Αρετούσα. Μην το ξεχάσετε ποτέ και μην το προδώσετε ποτέ. Είναι μοναδικό».

Θυμάμαι ακόμα την έκφραση του προσώπου του, ο ήλιος έδυε απέναντι και τα άγρια μαλλιά του έμοιαζαν να λάμπουν σαν ακτίνες σε φωτοστέφανο. Ένιωσα σαν να κατέβηκε ένας άγγελος και να μου μετέφερε τα ευλογημένα νέα, ήταν ο Γαβριήλ ο αγγελιοφόρος μου εκείνη τη στιγμή.

Εννέα χρόνια μετά, ακόμα θυμάμαι τα λόγια του. Λίγες σχέσεις μπορούσαν να αντέξουν αυτό που έκανε η δική μας. Μέσα από τον πόλεμο, μέσω του φόβου, μέσω της απώλειας – ο Ρομάν κι εγώ μείναμε μαζί, σαν ένα. Δεν έχουμε προδώσει ποτέ ο ένας τον άλλον και την αγάπη μας, ήμασταν πιστοί στον όρκο που δώσαμε εκείνο το βράδυ στον Άγιο Νικόλαο. Μέσα από όλα... μέσα από τον πόνο, τη λύπη, την ευτυχία, τη χαρά – δεν ξεχνάμε ποτέ γιατί είμαστε μαζί. Κάποιοι μπορεί να ρωτήσουν πώς και γιατί... Δεν το κάνω, γιατί μου είπαν πριν από πολύ καιρό την απάντηση.

18) Ο μικρός μας κόσμος
Soundtrack «Πριγκιπέσσα» του Σωκράτη Μάλαμα

Την πρώτη μέρα του πολέμου πήραμε μια συνειδητή απόφαση να παραμείνουμε μαζί όσο μπορούμε, μέχρι το τέλος. Θυμάμαι ότι έφυγα από τον βομβαρδισμό του Κιέβου με το αυτοκίνητο, κατευθυνόμουν προς τα δυτικά και ρωτούσα τον 6χρονο Μάρκο μου αν θέλει να φύγει από τη χώρα τώρα. Η απάντησή του έγινε η απόφασή μας: «Δεν θα πάω χωρίς τον μπαμπά. Θα είμαστε μαζί, πάντα μαζί. Δύναμη των τριών, μαμά, θυμήσου». Και ένας χρόνος ήδη στον πόλεμο – είμαι τόσο χαρούμενη που είμαστε μαζί. Τόσα πολλά παιδιά μεγαλώνουν χωρίς σπίτι και χωρίς πατέρα, οικογένειες χωρίζονται, ακόμη και καταρρέουν. Γίναμε όμως πιο δυνατοί. Γιατί η οικογένεια είναι το φρούριό μας και μαζί μπορούμε να τα κατακτήσουμε όλα.

Συχνά οι άνθρωποι με ρωτούν: «Πώς το κάνουμε;». Η απάντηση είναι απλή και όμως πολύ δύσκολη: Δημιουργήσαμε έναν δικό μας κόσμο. Είναι ένα μικροσκοπικό σύμπαν που ανήκει μόνο σε εμάς. Σε εμένα και τον Ρομάν και τον Μάρκο. Έχουμε τη «Δύναμη των Τριών» και φυλάμε το δικό μας μικρό κόσμο από οποιονδήποτε και οτιδήποτε. Αυτός ο μικρός κόσμος μάς επιτρέπει να χορεύουμε μαζί όταν δεν υπάρχει ρεύμα και όταν οι βόμβες εκρήγνυνται. Πιάνουμε ο ένας τα χέρια του άλλου, ανάβουμε κεριά, σκεπάζουμε τους ώμους μας με κουβέρτες όταν δεν υπάρχει ζέστη και χορεύουμε. Μετά μπαίνει ο μικρός Μάρκος και χορεύουμε και οι τρεις. Νικάμε τον φόβο και τον θυμό, τους πυραύλους και το σκοτάδι με την αγάπη μας. Δεν αφήνουμε ξένους να μπουν ποτέ σε αυτόν τον μικρό, ιερό κόσμο που είναι μόνο δικός μας. Εξαιτίας αυτής της μαγικής ενότητας, μπορούμε να τα περάσουμε όλα μαζί, σαν μία οντότητα σε έναν παγκόσμιο στροβιλισμό. Γιατί μέσα μας, στο σπίτι μας, το φως και ο κόσμος μας χορεύουν μαζί, κάνοντας τα πάντα απίστευτα και κάνοντάς μας πιο δυνατούς.

Η Χριστίνα Κατράκη με τον σύζυγό της Ρομάν Κουντλάι. // Tο «πειρατικό» του Ρόρη // O μικρός Μάρκος σε καλοκαιρινές διακοπές στη Μήλο.
Η Χριστίνα Κατράκη με τον σύζυγό της Ρομάν Κουντλάι. // Tο «πειρατικό» του Ρόρη // O μικρός Μάρκος σε καλοκαιρινές διακοπές στη Μήλο.

Η Χριστίνα Κατράκη με τον σύζυγό της Ρομάν Κουντλάι. // Tο «πειρατικό» του Ρόρη // O μικρός Μάρκος σε καλοκαιρινές διακοπές στη Μήλο.

19) Η λεπτή γραμμή
Soundtrack «Όνειρα» των Μίλτου Πασχαλίδη & Θοδωρή Κοτονιά

«Ψεύτικε κόσμε, ψεύτικε, η αλήθεια σ’ ερωτεύτηκε κι έκανε όνειρα γλυκά που δεν μπορεί να τα νικά. Όσα η καρδιά σου λαχταρά κι όσα η καρδιά σου θέλει όταν τα βρίσκει πνίγεται σα μέλισσα στο μέλι. Τα όνειρα της άνοιξης γεννιούνται τον Γενάρη κι ο Μάης με τα μάγια του μαζί του θα τα πάρει». 

Έτσι, ανεξάρτητα από το πόσο κρύο μπορεί να κάνει τον Φεβρουάριο στην Ουκρανία, έκανα το όνειρό μου την 1η Ιανουαρίου 2023 και είναι αυτό της Νίκης. Και κανένας ψεύτικος κόσμος με τα ψέματα και την προπαγάνδα του δεν θα το αλλάξει ποτέ ούτε θα τον νικήσει. Γιατί τα ψέματα δεν θα νικήσουν ποτέ την αλήθεια. Η αλήθεια και το φως θα υπερισχύουν πάντα. Η ιστορία το έχει δείξει ξανά και ξανά – σκεφτείτε τη Σπάρτη. Σκεφτείτε την Κρήτη – όταν απαγάγαμε τον στρατηγό των Ναζί και τον στείλαμε στην Αγγλία με το υποβρύχιο, γνωρίζοντας καλά ότι εκατοντάδες Κρήτες θα σκοτωθούν ως αντίποινα. Κανείς δεν τόλμησε τέτοια τρέλα – αλλά εμείς οι Έλληνες, οι Κρητικοί!

Τώρα δεν υπάρχει διαφορά, κοιτάζοντας τη ρωσική γενοκτονία στο Ιρπίν και την Μπούτσα, στο Μακάριβ και την Μποροντιάνκα, τις εκκενώσεις αμάχων με παιδιά δίπλα από τανκς και σφαίρες. Καταγράφοντας την ιστορία της ανθρώπινης επιβίωσης προσωπικά, μπορώ να σας πω ότι ο Πούτιν είναι χειρότερος από τον Χίτλερ. Όποιος μπορεί να δώσει εντολή στους στρατιώτες του να βιάσουν 5χρονα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, να βγάλουν όλα τα δόντια τους και να τα πετάξουν (60 τέτοια θύματα μόνο σε μια πόλη), δεν αξίζει κανένα έλεος.

Η Ουκρανία δεν ξεκίνησε τον πόλεμο, όπως η Ελλάδα δεν ξεκίνησε τον πόλεμο με τους Ναζί, αλλά πρέπει να υπερασπιστούμε τις αρχές μας, τις οικογένειές μας, τη γη μας, που είναι ελληνική όσο και ουκρανική.

20) Είναι και ελληνικός πόλεμος
Soundtrack «Ένα παλικάρι 20 χρονών» του Νίκου Στρατάκη

Νομίζω ότι το μήνυμα που θα ήθελα να μεταφέρω στους Έλληνες πάνω απ’ όλα είναι ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι επίσης ελληνικός πόλεμος. Αυτή τη στιγμή Ουκρανοί και Έλληνες στην Ουκρανία θωρακίζουν την υπόλοιπη Ευρώπη με τα δικά τους σώματα, με τα σώματα των αθώων παιδιών τους που πεθαίνουν καθημερινά από τις ρωσικές επιθέσεις πυραύλων, σε Μαριούπολη, Σαρτανά, Οδησσό.

Όλες οι ελληνοουκρανικές πόλεις... θωρακίζουν την Ελλάδα από τον τρόμο της Ρωσίας και των συμμάχων της. Αλλά να είστε σίγουροι ότι οι μεγάλες δυνάμεις παρακολουθούν και σχεδιάζουν τις επόμενες κινήσεις. Εάν η Ουκρανία και οι Έλληνες στην Ουκρανία αποτύχουν, η Ελλάδα θα είναι η επόμενη στη σειρά. Χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, το Ιράν και η Τουρκία θα κάνουν τις κινήσεις τους.

Η Τουρκία δεν θα χάσει αυτή την ευκαιρία και με τους πόρους του ΝΑΤΟ και ένα πολύ μεγαλύτερο μέγεθος, μπορεί πραγματικά να σταθεί απέναντι. Αν αποτύχει η Ουκρανία, η Ελλάδα θα είναι η επόμενη! Το να σταθεί κανείς στο πλευρό της Ουκρανίας και υπέρ των Ουκρανών Ελλήνων εδώ και τώρα, διασφαλίζοντας τη νίκη της Ουκρανίας ενάντια στις δυνάμεις του τρόμου, είναι ο καλύτερος τρόπος για να προστατευτεί η Ελλάδα στο μέλλον.

Μην ξεχνάτε ότι η ελευθερία των Ελλήνων ξεκίνησε από την Ουκρανία, στην ελληνοουκρανική πόλη της Οδησσού. Αν οι Έλληνες της Ουκρανίας δεν ξεκινούσαν, ο πόλεμος της Ελευθερίας με την Οθωμανική Τουρκία δεν θα ήταν παρά ένα όνειρο. Υπερασπιζόμενοι την ελευθερία της Ουκρανίας, οι Έλληνες υπερασπίζονται τη δική τους ελευθερία, τόσο απλά.

Εκατοντάδες Ουκρανοί Έλληνες πολεμούν αυτή τη στιγμή στην πρώτη γραμμή, υπερασπιζόμενοι τόσο τις ελληνικές πόλεις και χωριά τους στην Ουκρανία, όσο και την υπόλοιπη Ευρώπη. Πολλοί από αυτούς πεθαίνουν καθημερινά – πεθαίνουν για σένα και για την ελληνική τους ταυτότητα, πεθαίνουν για τη Μαριούπολη, τoν Σαρτανά, τη Στίλα και την Οδησσό. Πεθαίνουν για να συνεχίσεις να κάνεις τις δουλειές σου ως συνήθως, να πίνεις τον φραπέ σου στην ασφάλεια του καφενείου σου, για να φας την μπουγάτσα σου, για να ζήσεις από τον τουρισμό και να μη σκέφτεσαι τι θα γίνει αύριο... Και αύριο μπορεί να σου έρθει ο πόλεμος. Δεν θα υπάρχουν όμως άλλοι Ουκρανοί και Ελληνο-ουκρανοί να πεθάνουν υπερασπιζόμενοι με τα σώματά τους τη Δύση. Ποιος θα παρέμβει για να βοηθήσει τότε; Το ΝΑΤΟ;

Ένας από αυτούς τους Έλληνες της Ουκρανίας που δεν περίμενε κανέναν να παρέμβει, για να υπερασπιστεί την ελληνική πόλη του Μαριούπολη, ήταν ο Μιχάλης Ποπόφ. Ήταν Έλληνας της Μαριούπολης και ήταν μόλις 23 ετών. Στάθηκε μέχρι το τέλος, υπερασπιζόμενος το Αζόφσταλ στη Μαριούπολη μαζί με το τάγμα Αζόφ των Ενόπλων Δυνάμεων της Ουκρανίας. Γεννήθηκε στο χωριό Ουρζούφ στην επαρχία της Μαριούπολης. Από μικρός έγινε αθλητής στην ελληνορωμαϊκή πάλη. Λάτρευε τη ζωή και αστειευόταν: «Πρέπει να ζεις με τέτοιο τρόπο που να θέλουν να κάνουν μια τηλεοπτική σειρά για σένα». Έκανε μεγαλεπήβολα σχέδια για τη ζωή – ήθελε πολύ να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Πέθανε στα 20 του. Ήπιε το τελευταίο του νερό στο Αζόφσταλ, προτού μια σφαίρα βάλει τέλος στη ζωή του.

21) Γιατί είμαι εδώ
Soundtrack «Παραμύθι με λυπημένο τέλος» του Μίλτου Πασχαλίδη

Γιατί συνεχίζω να κάνω αυτό που κάνω; Ίσως γιατί βαθιά μέσα μου παρέμεινα παιδί. Ενώ όλοι μεγάλωσαν και άρχισαν να μη νοιάζονται πια και να αισθάνονται. Γιατί τα τσιγάρα αντικατέστησαν το πάθος τους, ο καφές την αδρεναλίνη τους, ένα νέο αντικείμενο πολυτελείας τον «Ήλιο τους». Ήθελαν να γίνουν κάποτε ο ωκεανός, ένα αιώνιο βουνό, ήθελαν να μεγαλώσουν, αλλά δεν τους έκανε «αληθινούς». Παρέμεινα αυτή που ήμουν πάντα. Ξέρω, βρίσκομαι στο σωστό μέρος και κάνω το σωστό, παραμένοντας αυτό που πραγματικά είμαι: ένα κοριτσάκι που πιστεύει στο καλό! Πάνω απ’ όλα μη σκοτώσετε το παιδί μέσα σας, μην το πουλήσετε για χρήματα ή μην το ανταλλάξετε με υλικά αγαθά. Μην προδώσετε το όνειρο και μην αφήσετε τα ψέματα να επισκιάσουν την αλήθεια μέσα σας. Μην αφήσετε το Κακό να κερδίσει το Καλό, μην αφήσετε το Σκοτάδι να σβήσει το Φως!

22) Πότε θα κερδίσουμε
Soundtrack «Συνάντηση» του Αλκίνοου Ιωαννίδη

Αισθάνομαι ότι το 2022 είχε το βάρος 22 χρόνων. Είκοσι δύο χρόνια τα έζησα σε ένα χρόνο. Νιώθω 22 χρόνια μεγαλύτερη μέσα και έξω, κουρασμένη ψυχολογικά, ψυχικά, πνευματικά και σωματικά. Καταλαβαίνω ότι τίποτα δεν μπορεί να είναι το ίδιο μετά τον πόλεμο... Δεν θα είμαι η ίδια, δεν θα είμαστε ίδιοι και ακόμη και ο κόσμος δεν θα είναι ο ίδιος. Ίσως μόνο όσοι έχουν επιβιώσει από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο θα μπορέσουν να το καταλάβουν αυτό...

Αν νομίζετε ότι δεν είναι ο Γ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος κάνετε λάθος, έχει ήδη αρχίσει και ο κόσμος είναι πολύ αδαής για να το δει, όπως ήταν όταν οι Ναζί εισέβαλαν στην Πολωνία. Πόσοι θάνατοι, πόσα χρόνια χρειάστηκαν για να ξυπνήσει ο κόσμος τότε... εκατομμύρια αθώες ζωές χάθηκαν και ήταν πολύ αργά για αυτούς. Ελπίζω ο κόσμος να μην ξανακάνει το ίδιο λάθος και να περιμένει να είναι πολύ αργά για όλη την Ουκρανία, για την Ελλάδα, για την Πολωνία, για τη Ρουμανία, για τη Βουλγαρία...

Όταν με καλούν οι Έλληνες φίλοι μου και με ρωτούν «Πώς είστε εσείς;» δεν μπορώ να απαντήσω, αφού δεν θα το καταλάβουν ποτέ...

Ο γιος μου με ρώτησε, «μαμά, πότε θα βρω την ησυχία;». «Όταν θα κερδίσουμε». Το αγαπημένο μου έργο τέχνης είναι η Νίκη της Σαμοθράκης, στο μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι. Ελπίζω να φορέσω τα φτερά της νίκης και να γλιστρήσω πάνω από την άμμο στις ακτές των ελληνικών θαλασσών για άλλη μια φορά.

Είτε είναι η Μαύρη Θάλασσα της Magna Grecia είτε του Αιγαίου είτε του Ιονίου. Ξέρω ότι θα έρθει αυτή η μέρα. Έχω ένα νέο φόρεμα με το πορτρέτο της Φρίντα Κάλο πάνω του, το οποίο θα βάλω. Θα πάω στη θάλασσα και θα είμαι ξανά χαρούμενη.

Τίποτα δεν θα είναι ίδιο μετά τον πόλεμο, τίποτα δεν θα είναι ίδιο μετά τη νίκη. Τα παιδιά μας θα χτίσουν τον Νέο Κόσμο, έναν πολύ καλύτερο κόσμο. Θα είναι μία διαφορετική γενιά ηγετών και ηρώων, όπως ο Μάρκος μου, που πέρασαν τον πόλεμο και κέρδισαν – κοιμήθηκαν σε αυτοκίνητα, ξεφόρτωσαν φορτηγά με ανθρωπιστική βοήθεια, το παρέδωσαν σε άλλα παιδιά που έχουν ανάγκη... Δεν θα θεωρήσουν δεδομένη τη νίκη, δεν θα αφήσουν τα ψέματα να επισκιάσουν την αλήθεια, ποτέ ξανά. 

Δειτε περισσοτερα