Κοσμος

Ο χειμώνας φέρνει νέο κύμα κορωνοϊού στην Ευρώπη

Τα δεδομένα των υγειονομικών αρχών

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κορωνοϊός: Ο χειμώνας και το νέο κύμα της πανδημίας - Πόσο απειλείται η Ευρώπη - Ψευδής αίσθηση ασφάλειας.

Ένα νέο κύμα του κορωνοϊού διαφαίνεται στην Ευρώπη καθώς ο καιρός ψυχραίνει, με τους ειδικούς δημόσιας υγείας να προειδοποιούν ότι η κόπωση από τα εμβόλια και η σύγχυση σχετικά με τους διάφορους τύπους των προσφερόμενων εμβολίων ενδέχεται να περιορίσει τον αριθμό των ατόμων που θα λάβουν ενισχυτική δόση.

Οι υποπαραλλαγές B4/5 της Όμικρον που κυριάρχησαν το καλοκαίρι εξακολουθούν να ευθύνονται για την πλειονότητα των κρουσμάτων, αλλά κερδίζουν έδαφος νεότερες υποπαραλλαγές της Όμικρον. Εκατοντάδες νέα στελέχη της Όμικρον εντοπίζονται από τους επιστήμονες, ανακοίνωσαν αξιωματούχοι του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) αυτή την εβδομάδα.

Τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα ο ΠΟΥ αργά χθες Τετάρτη έδειξαν ότι ο αριθμός των κρουσμάτων στην ΕΕ έφτασε το 1,5 εκατομμύριο την προηγούμενη εβδομάδα, αύξηση 8% σε σχέση με την εβδομάδα 19 με 25 Σεπτεμβρίου, παρά τη δραματική μείωση των τεστ.

Παγκοσμίως ο αριθμός των κρουσμάτων εξακολουθεί να μειώνεται.

Ο αριθμός των νοσηλειών σε πολλές από τις 27 χώρες της ΕΕ καθώς και στη Βρετανία έχει επίσης αυξηθεί τις τελευταίες εβδομάδες.

Την εβδομάδα που ολοκληρώθηκε στις 4 Οκτωβρίου οι εισαγωγές στα νοσοκομεία με συμπτώματα covid-19 αυξήθηκαν κατά σχεδόν 32% στην Ιταλία, ενώ οι εισαγωγές σε μονάδες εντατικής θεραπείας κατά 21% σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ανεξάρτητου επιστημονικού ιδρύματος Gimbe.

Στη διάρκεια της ίδιας εβδομάδας οι νοσηλείες λόγω covid-19 στη Βρετανία αυξήθηκαν κατά 45% σε σχέση με την προηγούμενη.

Τα εμβόλια κατά της covid προσαρμοσμένα στα υποστελέχη στελέχη Β1 και Β4/5 της Όμικρον είναι διαθέσιμα στην Ευρώπη από τον Σεπτέμβριο, μαζί με τα εμβόλια πρώτης γενιάς. Στη Βρετανία έχουν λάβει έγκριση μόνο τα εμβόλια για το Β1.

Εξάλλου οι ευρωπαϊκές και βρετανικές αρχές συνιστούν αυτά τα εμβόλια ως ενισχυτικές δόσεις μόνο για συγκεκριμένες ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι και οι ανοσοκατεσταλμένοι. Τα πράγματα περιπλέκονται περισσότερο καθώς υπάρχει «επιλογή» του εμβολίου που μπορεί να λάβει κάποιος ως ενισχυτική δόση.

Αλλά και η προθυμία των πολιτών να εμβολιαστούν μία ακόμη φορά, τέταρτη ή και πέμπτη για κάποιους, μειώνεται.

«Για αυτούς που ίσως ανησυχούν λιγότερο για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν, το μήνυμα ότι η πανδημία έχει τελειώσει σε συνδυασμό με την απουσία μίας μεγάλης εκστρατείας ενημέρωσης ενδέχεται να μειώσει το ποσοστό του εμβολιασμού», σχολίασε ο Μάρτιν ΜακΚι καθηγητής ευρωπαϊκής δημόσιας υγείας στο London School of Hygiene and Tropical Medicine.

Ψευδής αίσθηση ασφάλειας

«Οπότε ανησυχώ ότι το ποσοστό εμβολιασμού θα είναι αρκετά μικρότερο», πρόσθεσε.

«Άλλο ένα στοιχείο σύγχυσης είναι ότι ένα αρκετά μεγάλο μέρος του πληθυσμού προσεβλήθη από covid τους τελευταίους μήνες», επεσήμανε η Πένι Γουορντ καθηγήτρια φαρμακολογίας στο King’s College.

Κάποιοι ίσως πιστεύουν λανθασμένα ότι αν έχουν ολοκληρώσει τον βασικό τους εμβολιασμό και μετά έχουν ασθενήσει από covid, έχουν ανοσία, εξήγησε.

Από τις 5 Σεπτεμβρίου, όταν ξεκίνησε η διάθεση των νέων εμβολίων στην ΕΕ, έχουν διατεθεί περίπου 40 εκ. δόσεις από την Pfizer/ BioNTech και Moderna στις χώρες μέλη, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Ασθενειών (ECDC).

Ωστόσο ο εβδομαδιαίος αριθμός δόσεων που χορηγούνται στην ΕΕ κυμαινόταν μεταξύ ενός και 1,4 εκ. τον Σεπτέμβριο, έναντι 6-10 εκ. εβδομαδιαίως την ίδια περίοδο πέρυσι.

Ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να αντιμετωπιστεί η αντίληψη ότι η πανδημία έχει τελειώσει, η οποία δημιουργεί μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας.

Το ίδρυμα Gimbe κατήγγειλε ότι η ιταλική κυβέρνηση, που σύντομα θα αλλάξει, δεν έχει προετοιμαστεί σωστά για την περίοδο του φθινοπώρου και του χειμώνα, ενώ υπογράμμισε ότι εμποδίστηκε η δημοσίευση έκθεσης για τη διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση.

Στο μεταξύ Βρετανοί αξιωματούχοι προειδοποίησαν την προηγούμενη εβδομάδα ότι η εμφάνιση της γρίπης και η αύξηση των κρουσμάτων covid-19 ήδη ασκούν πίεση στο δημόσιο σύστημα υγείας.